Ὅταν ἐπρόκειτο νὰ πραγματοποιηθεῖ τὸ
μυστήριό του Θεοῦ γιὰ τὴ σωτηρία, ἔπρεπε τὸ ἐργαστήριο ποὺ θὰ τὸ
ὑπηρετοῦσε νὰ εἶναι γεμάτο ἁγιότητα, ὥστε ὁ ὑπεράγιος καὶ «ἀναπαυόμενος
στοὺς ἁγίους», ἀφοῦ κατοικήσει στὸ ἅγιο νὰ ἐκπληρώσει τὴν προφητεία. «Τὸ
ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἀκριβὴς ἐπαλήθευση τῶν ὑποσχέσεών του συναντήθηκαν
καὶ ἑνώθηκαν. Ἡ δικαιοσύνη του καὶ ἡ εἰρήνη ἔδωσαν ἀμοιβαῖο ἀσπασμό.
Ἀναβλάστησε ἡ ἀλήθεια στὴ γῆ, ἀπὸ δὲ τὸν οὐρανὸ ἔσκυψε πρὸς τὰ κάτω καὶ
ἐπισκέφθηκε τὴ γῆ ἡ δικαιοσύνη». «Διότι ὁ Κύριος», ὡς Πατέρας, «θὰ
δείξει τὴν καλωσύνη του», τὸν Θεὸ Λόγο του, «καὶ ἡ γῆ μας θὰ δώσει τὸν
καρπό της», τὴν κατοικία τοῦ Θεοῦ Λόγου, δηλαδὴ τὴν θεόκλητη Μαρία.
«Μπροστὰ ἀπὸ τὸν Κύριο θὰ προπορεύεται ἡ δικαιοσύνη του» ποὺ θὰ φωνάζει:
«Ἑτοιμάστε τὸ δρόμο γιὰ τὸν Κύριο» «καὶ θὰ κάνει τὰ ἴχνη τῆς πορείας
τοῦ ὑπόδειγμα γιὰ τὸ δρόμο τῆς ζωῆς μας».
Ἐπειδὴ ἐκεῖνο τὸ σπουδαιότατο καὶ
θεόπλαστο δῶρο, δηλαδὴ τὸ «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν» πού μας
δόθηκε, σκοτίσθηκε μὲ τὴν ἀπάτη τοῦ διαβόλου, δίκαια παραδοθήκαμε στὴ γῆ
ἀπὸ τὴν ὁποία προήλθαμε. Στερηθήκαμε καὶ τὴν εἰκόνα καὶ τὴν ἀθανασία,
καὶ ἀντὶ τῆς ἁγιότητας κατρακυλήσαμε στὸ βόρβορο τῆς ἁμαρτίας,
ὑποδουλωθήκαμε σ’ αὐτὴν καὶ πέσαμε ἀπὸ ἀνομία σὲ ἀνομία. Ὅλη ἡ οἰκουμένη
καλύφθηκε ἀπὸ κάθε εἶδος παρανομίας, ὥστε νὰ λέει ὁ Δαβὶδ «δὲν ὑπάρχει κανένας,
ποὺ νὰ κάνει σήμερα τὸ ἀγαθό. Δὲν ὑπάρχει οὔτε ἕνας». Ὁ Κύριος «ἔσκυψε
ἀπὸ τὸ ὕψος τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἔριξε τὸ βλέμμα τοῦ κάτω στοὺς ἀνθρώπους,
γιὰ νὰ δεῖ ἂν ὑπάρχει μεταξὺ τοὺς κανένας συνετός, ποὺ νὰ ἀναζητεῖ τὸν
Θεό». Ἀντὶ γι’ αὐτοὺς εἶδε ὅτι «ὅλοι παρεξέκλιναν ἀπὸ τὸ δρόμο του καὶ
συγχρόνως ἐξαχρειώθηκαν».
Τί λοιπὸν συνέβη μετὰ ἀπὸ αὐτά; Μήπως ὁ Θεὸς βρέθηκε σὲ ἀμηχανία λόγω
τῆς ὑπερβολικῆς κακίας; Μήπως μας περιφρόνησε; Μήπως δὲν βρῆκε
θεραπευτικὸ φάρμακο τῆς ὁλοκληρωτικῆς σαπίλας; Μήπως σταμάτησαν νὰ
τρέχουν οἱ ποταμοὶ καὶ οἱ πηγὲς στὴ θάλασσα τῶν οἰκτιρμῶν καὶ τοὺς
ὠκεανοὺς τοῦ ἐλέους; Ὄχι βέβαια. Ἐπειδὴ ἦταν ἀνάξιό της μεγάλης
εὐσπλαχνίας τοῦ Θεοῦ, νὰ ἀφήσει τὸ δικό του δημιούργημα τροφὴ στὸν
ἐχθρό, καὶ ἡ ἁμαρτία χρειαζόταν σωστὸ ἀντίδοτο, «τὴ δικαιοσύνη καὶ τὸν
ἁγιασμό», γεννιέται μὲ θεία ἐντολὴ ἀπὸ τὸν Ἰωακεὶμ καὶ τὴν Ἄννα ἡ
ἀμόλυντη καὶ καθαρὴ Παρθένος Μαριάμ, ὥστε ὁ Ἕνας της Τριάδος, μὲ τὴ
συμφωνία τῶν ἄλλων δυὸ Προσώπων, νὰ πάρει σάρκα ἀπὸ αὐτὴν καὶ νὰ
καταργήσει τὴν ἁμαρτία μὲ τὴ σάρκα του. Τί λογὴς ἔπρεπε νὰ εἶναι ἐκείνη ἡ
Παρθένος, ἡ ὁποία πάντως θὰ ἦταν καθαρότερη ἀπὸ τὶς ἡλιακὲς ἀκτίνες,
γιὰ νὰ μεταδώσει σάρκα ἀμόλυντη καὶ καθαρή; Ποῦ ἔπρεπε αὐτὴ ἡ Παρθένος
νὰ ἀνατραφεῖ καὶ νὰ κατοικεῖ; Μήπως σὲ ἕνα ἁπλὸ καὶ ἀκάθαρτο σπίτι; Μὴ
γένοιτο! Ἀλλὰ στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων, ἐπειδὴ ἦταν ἁγιότερη ἀπὸ αὐτὰ καὶ
δάνεισε σάρκα στὸν Ὑπεράγιο Λόγο καὶ Θεό. Αὐτὴν σήμερα, σὲ ἡλικία τριῶν
ἐτῶν, οἱ γονεῖς ὁδηγοῦν στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων μὲ συνοδεία πολλῶν παρθένων
καὶ φωτεινῶν λαμπάδων ἐκπληρώνοντας ὁλοφάνερα τὶς ὑποσχέσεις τους, ὅπως
εἶπε καὶ ὁ προπάτοράς της Δαβίδ· «θὰ προσαχθοῦν στὸ βασιλέα Νυμφίο οἱ
παρθένες ποὺ ἀκολουθοῦν τὴ Νύμφη. Οἱ φίλες της ποὺ τὴν συνοδεύουν θὰ
προσαχθοῦν σὲ σένα βασιλέα-Νυμφίε. Θὰ προσαχθοῦν μὲ εὐφροσύνη καὶ χαρὰ
καὶ θὰ ὁδηγήσουν τὴ βασίλισσα Νύμφη στὸ ναὸ τοῦ βασιλέως Νυμφίου».
Καὶ ἔβλεπε κάποιος τώρα νὰ γίνονται μερικὰ παράδοξα, καὶ θαύμαζε, πὼς οἱ
Ἰουδαῖοι «οἱ ὁποῖοι περνοῦν ἀπὸ στραγγιστήρι τὸ κουνούπι καὶ καταπίνουν
ὁλόκληρη καμήλα» δὲν ἀντιστάθηκαν σ’ αὐτὸ ποῦ ἔγινε, οὔτε
ἐπαναστάτησαν; Γιατί ἦταν εὔλογο σ’ αὐτούς, σύμφωνα μὲ τὴν ἀνθρώπινη
λογική, στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων νὰ μπαίνει μία φορᾶ τὸ χρόνο ὁ ἀρχιερέας μὲ
πολλὴ καθαρότητα, προσφέροντας ξένο αἷμα. Πῶς ἐσεῖς, Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα,
ὁδηγεῖτε τρίχρονη κόρη στὰ Ἅγια τῶν ἁγίων; Γιατί καὶ σύ, ἀρχιερέα
Ζαχαρία, συμφωνεῖς μὲ αὐτό; Ἀλλὰ ὅπως φαίνεται, προτίμησες ἀντὶ νὰ
τηρήσεις τὸ νόμο, τὴ συγγενῆ της Ἐλισάβετ καὶ παρέδωσες τὰ ἄδυτα νὰ
γίνουν κατοικία ἑνὸς τρίχρονου κοριτσιοῦ. Τίποτε ἀπὸ ὅλα αὐτὰ οὔτε
εἶπαν, οὔτε σκέφτηκαν. Γιατί ποιὸς μπορεῖ νὰ ἀντισταθεῖ σὲ ὅσα ἔχει
ἀποφασίσει ὁ Θεός;
Ἐπίσης εἶναι ἄξιο θαυμασμοῦ τὸ πὼς κατάφερε τρίχρονο κορίτσι νὰ ἀφήσει
τὴ στοργὴ τῶν γονέων, τὴ φροντίδα τῶν ὑπηρετριών, τὸ πατρικὸ σπίτι καὶ
ὅλα ὅσα ὑπάρχουν στὰ σπίτια τῶν πλουσίων, καὶ νὰ παραμένει μέσα στὸ ναό,
κάτι ποὺ εὔκολα δὲν κατορθώνει κάποια γυναίκα ἢ ἄνδρας προχωρημένης
ἡλικίας.
Ὅλα ὅμως ὅσα σκέφτεται ὁ Θεὸς γίνονται εὔκολα. Προφήτεψε καὶ γι’ αὐτὸ ὁ
προπάτοράς της Δαβὶδ λέγοντας· «Ἄκουσε θυγατέρα καὶ δὲς καὶ κλίνε τὸ
αὐτί σου ὥστε νὰ ἀκούει μὲ προσοχὴ καὶ ξέχασε τελείως τὸ λαό σου καὶ τὸ
πατρικό σου σπίτι, καὶ θὰ ἀγαπήσει ὁ βασιλιὰς τὸ κάλλος σου».
«Ἄκουσε», δηλαδὴ τὶς γονικὲς συμβουλές, πὼς μετὰ ἀπὸ πολλὲς παρακλήσεις
στὸ Θεὸ γεννήθηκες ἀπὸ ἄκαρπη κοιλιά, πὼς σὲ ἀπέκτησαν μετὰ ἀπὸ πολλὲς
προσευχὲς καὶ δάκρυα καὶ πὼς ὑποσχέθηκαν νὰ σὲ προσφέρουν σ’ αὐτὸν ποὺ
σὲ ἔδωσε. «Καὶ κλίνε τὸ αὐτί σου» καὶ ἄκουσέ τους, «καὶ ξέχασε τελείως
τὸ λαό σου καὶ τὸ πατρικό σου σπίτι» καὶ κοίταξε τὴν ὀμορφιὰ καὶ τὴ
θαυμαστὴ εὐπρέπεια τοῦ ναοῦ, ποὺ εἰκονίζει τὸν οὐρανὸ καὶ τὴ σκηνὴ ποὺ
εἶχε στήσει παλαιότερα στὴ Σιλωάμ. Καὶ σ’ αὐτὸν τὸ ναὸ νὰ ζεῖς ὡς θεῖο
καὶ ἁγνὸ περιστέρι καὶ «ξέχασε τελείως τὸ λαό σου καὶ τὸ πατρικό σου
σπίτι, καὶ θὰ ἀγαπήσει ὁ βασιλιὰς τὸ κάλλος σου»· καὶ ἀφοῦ χαμήλωσε τοὺς
οὐρανούς, «ὅπως ἡ δροσιὰ ἔπεσε στὸ ποκάρι τοῦ μαλλιοῦ» ἥσυχα καὶ
ἀθόρυβα, χωρὶς νὰ καταλάβουν οἱ οὐράνιες δυνάμεις θὰ κατοικήσει μέσα
σου, «γιατί αὐτὸς εἶναι ὁ Κύριός σου» καὶ ἐσὺ ὡς μητέρα καὶ δούλη θὰ τὸν
προσκυνήσεις. Τὸ ὅτι «οἱ πλούσιοί του λαοῦ θὰ προσκυνήσουν τὸ πρόσωπό
σου» καὶ ὡς πανένδοξη βασίλισσα καὶ πάναγνη μητέρα, ὁ βασιλιὰς τῆς
κτίσεως θὰ σὲ ἔχει στὰ δεξιά του, στολισμένη, δοξασμένη καὶ χρυσοντυμένη
μὲ ἀρετὲς καὶ τὰ ὑπόλοιπα ποὺ ἀναφέρει ὁ ψαλμός.