Πέμπτη 5 Σεπτεμβρίου 2019

Ὁ Γυρισμὸς (Α')



Κι' εἶπ' ὁ Χριστὸς στὸ πλάσμα Του: - Τί θές, παιδὶ τ' ἀνθρώπου;
Φῶς καὶ χαρά; Γλυκοὺς καρποὺς εὐλογημένου κόπου;
Ἔλα κοντά μου. Τί ποθεῖς; Ψυχῆς γλυκιὰ γαλήνη;
Δύναμη θές; Ἀνάπαυση; Παρηγοριὰ νὰ γίνη
παραδεισένια σου ἡ ζωή, χερουβικὴ ὑμνωδία;
Ἔλα κοντά μου. Τὸ φτερὸ ξολοθρευτῆ θανάτου, τὸ σκοτεινὸ τὸ μαῦρο,
δὲν θὰ σ' ἀγγίξη τῆς ζωῆς τὴ θεϊκὴ ἁρμονία,
στοῦ ματωμένου μου Σταυροῦ τὸν ἴσκιον ἀποκάτου».


Κι εἶπεν αὐτός: -«Ὅσα ποθῶ μακρυὰ ἀπὸ σὲ θὰ τἄβρω».
Καὶ τράβηξε κάποιο στρατὶ καὶ κάποιο μονοπάτι,
ποὺ διάλεξε μέσ’ στῆς τρελῆς χαρᾶς του τὸ μεθύσι,
καὶ τοῦ φαινόταν πὼς ἐκεῖ λουλούδιζαν κι' οἱ βάτοι
καὶ πὼς γι' αὐτὸν ἀνοίχτη πιὰ τῆς εὐτυχίας ἡ βρύση.
Γιὰ ἰδὲς ἀνθοὶ ποὺ στρώσανε τὴ γῆ στὸ πέρασμά του.
Γιὰ ἰδές! καὶ τὸ στραβὸ στρατὶ ποὺ διάλεξε, γιορτάζει,
θαρρεῖς, κι' αὐτὸ μὲ λούλουδα χαρᾶς τὴ λευτεριά του.
Κι' αὐτὸς χορεύει καὶ σκιρτᾶ καὶ τραγουδᾶ καὶ κράζει:
-«Ὅλα καλὰ κι ὅλα γλυκὰ κι ὅλα ὄμορφα δῶ πέρα».
Κι' ἀμέριμνα κι ἀφρόντιστα καὶ δίχως συλλογὴ
γυρίζει ὁλοῦθε ξέγνοιαστα σ’ αὐτή τὴν ξένη γῆ.

…Μὰ μέρα μὲ τὴ μέρα
γιατί μαραίνοντ' οἱ ἀνθοὶ καὶ πέφτουν τὰ λουλούδια;
Γιατί λιγόστεψ' ἡ χαρὰ καὶ παύουν τὰ τραγούδια;
Γιατί στὸ μονοπάτι
δὲ βλέπει πιὰ νὰ ἀνθοβολοῦν, καθώς περνᾶ, κι' οἱ βάτοι;
Πῶς ἔπαψε ἔτσι ξαφνικὰ νὰ λουλουδίζ' ἡ γῆ του
καὶ τὰ ἀγριοβόρια μάραναν τὰ στερνολούλουδά της;
Μέσα στὰ στήθια του γιατί θρηνολογᾶ ἡ ψυχή του,
κι' εἶναι πικρό, σπαραχτικό, τὸ θρηνολόγημά της;...
(...ἡ συνέχεια στὸ Β' μέρος).
Γ. Βερίτης