Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει τοὺς
αἱρετικοὺς λύκους. Γιατὶ ὅμως τοὺς ὀνομάζει ἔτσι; Διότι πράγματι εἶναι
ἄγριοι καὶ ἄπληστοι, ὅπως ὁ λύκος. Ὅταν ὁ λύκος μπῆ στὸ ποίμνιο
προσπαθεῖ νὰ τὸ κατασπαράξη. Προσπαθεῖ νὰ τὸ καταστρέψη. Ἔτσι καὶ οἱ
αἱρετικοί. Εἶναι ἄγριοι καὶ ἀχόρταγοι. Πόση ζημιὰ ἔκαναν π.χ. οἱ
Οὐνίτες, ὅταν κατὰ τὸν δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο κατέσφαξαν 850.000
Σέρβους ἀδελφοὺς μόνον καὶ μόνον, διότι ἔμειναν πιστοὶ στὴν Ὀρθόδοξη
Πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ δὲν δέχθηκαν νὰ γίνουν Παπικοί; Οἱ ἴδιοι οἱ
Οὐνίτες δὲν ἐξαφάνισαν τὴν Ὀρθοδοξία ἀπὸ τὴν Μεγάλη Ἑλλάδα; (Τὴν Νότια
Ἰταλία καὶ Σικελία). Εἶναι γεμᾶτα τὰ μαρτυρολόγια ἀπὸ ὁμολογητὲς καὶ
μάρτυρες, ποὺ θανατώθηκαν ἀπὸ αἱρετικούς.
Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Πατέρες μας, ἐπειδὴ γνώριζαν τὸ πόσο ἐπικίνδυνοι εἶναι
οἱ αἱρετικοί, ἀγωνιζόντουσαν μέρα – νύκτα νὰ τοὺς ἀντιμετωπίσουν.
Καὶ ὄχι μόνο ἀπὸ ἐδῶ τὴν ἐπίγεια ζωὴ ἀλλὰ καὶ μετὰ θάνατον, ὅπως βλέπουμε στὸ πιὸ κάτω γεγονός.
Κατὰ τὶς ἡμέρες ἐκεῖνες ποὺ οἱ Πατέρες ὑπέγραφαν τὶς ἀποφάσεις τῆς
πρώτης Οἰκουμενικῆς Συνόδου, δύο ἀπὸ τοὺς Ἀρχιερεῖς, ὁ ἕνας ὀνόματι
Χρύσανθος καὶ ὁ ἄλλος Μουσώνιος, δὲν πρόφθασαν νὰ ὑπογράψουν, ἐπειδὴ
ἀπέθαναν πρὶν τὴν ὑπογραφή. Τότε οἱ Ἅγιοι Πατέρες, ἀφοῦ ὑπέγραψαν ὅλοι,
πῆραν τὸν Τόμο καὶ πῆγαν στὸ κοιμητήριο, ὅπου ἦσαν ἐνταφιασμένοι καὶ
λέγουν πρὸς αὐτούς. «Ὦ Πατέρες καὶ ἀδελφοί, καὶ σεῖς συναγωνισθήκατε
μαζί μας στὸν καλὸ ἀγώνα, τὸν δρόμο τελειώσατε καὶ τὴν Πίστη τηρήσατε,
ἀλλὰ δὲν προφθάσατε νὰ ὑπογράψετε τὰ δόγματα ποὺ θέσαμε. Γι’ αὐτὸ σᾶς
καταθέτουμε αὐτὸν τὸν Τόμο καὶ ἄν σᾶς φανῆ καλό, ὑπογράφετε καὶ σεῖς».
Αὐτὰ ἀφοῦ εἶπαν, σφράγισαν ἀμέσως τὸν Τόμο ἐκεῖνο μὲ τὴν σφραγίδα τοῦ
βασιλέως καὶ τὸ ἄφησαν στὸ κοιμητήριο.
Σὲ ἔνδειξη δὲ τῆς ἀλήθειας τῶν δογματισθέντων, ὤ τοῦ θαύματος! κατὰ τὴν
ἑπομένη, ὅταν πῆγαν καὶ ἄνοιξαν τὸν Τόμο, εὑρῆκαν καὶ τῶν δύο ἐκείνων
Ἐπισκόπων τὰ ὀνόματα ὑπογεγραμμένα καὶ ὄχι μὲ γράμματα κάποιου ἄλλου,
ἀλλὰ ὅμοια μὲ τὰ δικά τους σὰ νὰ τὰ ἔγραψαν, ὅταν ἦταν ἀκόμη ζωντανοί.
• Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἦταν κάθετος ἐναντίον τῶν αἱρέσεων. Στὸ βιβλίο «Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν» ἀναφέρεται:
«Συζητοῦσα μία μέρα μὲ τὸν Γέροντα Πορφύριο γιὰ τὶς αἱρέσεις κι ἐκεῖνος
μοῦ διηγήθηκε: «Μία φορά ἦλθε σὲ μένα μία καλὴ κοπέλα, μορφωμένη, ἀπὸ
καλὸ σπίτι καὶ χριστιανή, πήγαινε μάλιστα καὶ σὲ χριστιανικὴ ὀργάνωση.
Μοῦ εἶπε ὅτι τῆς προξενεύουν ἕνα πολὺ καλὸ κύριο, σοβαρό, πλούσιο,
μορφωμένο, μόνο ποὺ ἦταν μασόνος. Μὲ ρώτησε τί νὰ κάνει. Τῆς εἶπα νὰ μὴ
τὸν πάρει, ἀφοῦ ἦταν μασόνος. Ἄρχισε νὰ μοῦ λέει ὅτι εἶναι πολὺ καλὸς
χαρακτήρας καὶ γι’ αὐτὸ θὰ μπορέσει νὰ τὸν προσελκύσει στὸ Χριστό. Τῆς
εἶπα ὅτι δὲ θὰ μπορέσει νὰ πετύχει τίποτε. Δὲ μὲ ἄκουσε καὶ τὸν
παντρεύτηκε. Ἀπὸ τότε δὲν ξαναῆρθε γιὰ πολλὰ χρόνια…
Ὥσπου μία μέρα, ἔφθασε μὲ τὸν ἄνδρα της καὶ τὸ παιδί της. Μπῆκε μόνη της
στὸ κελλί μου. Τὴ ρώτησα, πῶς τὰ περνᾶς; Μοῦ εἶπε καλά. Κάθε πότε
πηγαίνεις γιὰ ἐξομολόγηση καὶ Θεία Κοινωνία; Περίπου κάθε χρόνο. Κάθε
πότε πᾶς στὴν Ἐκκλησία; Κάπου κάπου, ἀραιά. Τὴ ρώτησα καὶ μερικὰ ἄλλα
καὶ πῆρα ἀνάλογες ἀπαντήσεις. Τῆς λέω: Φώναξε τὸν ἄνδρα σου. Ἦρθε ὁ
ἄνδρας της μὲ τὸ παιδί τους. Εἶπα στὸν ἄνδρα της: Ξέρεις, ἡ γυναίκα σου,
πρὶν σὲ παντρευτεῖ, μὲ βεβαίωσε ὅτι θὰ σὲ κάνει χριστιανό, ἀλλὰ βλέπω,
ὅτι ἐσὺ τὴν ἔκανες μασόνα».
Γέροντα, ρώτησα, πῶς πίστεψε αὐτὴ ἡ γυναίκα ὅτι θὰ κάνει τὸ μασόνο χριστιανό, ἀφοῦ ἡ μασονία πολεμᾶ ἀνοιχτὰ τὸ χριστιανισμό; Μοῦ ἀπάντησε: «Ὄχι, αὐτὸ τὸν πόλεμο τὸν κάνουν οἱ ἄλλοι. Οἱ μασόνοι κάνουν κρυφὸ πόλεμο, γι’ αὐτὸ εἶναι ἐπικίνδυνοι. Δὲ σοῦ λένε μὴ κάνεις τὸ σταυρό σου, μὴ πᾶς στὴν Ἐκκλησία, στὴν ἐξομολόγηση. Σοῦ λένε πήγαινε, ἀλλὰ ἔλα καὶ σέ μᾶς. Σὲ ἐπηρεάζουν σιγὰ – σιγά, ἔτσι ποὺ νὰ μὴ καταλάβεις ὅτι, ἀπὸ κάποια στιγμὴ καὶ μετά, ἔπαψες στὴν πραγματικότητα νὰ εἶσαι χριστιανὸς καὶ ἔγινες μασόνος».
Ὁ Γέροντας γνώριζε, ὄχι μόνο τὸ περιεχόμενο τῶν αἱρέσεων, ἀλλὰ καὶ «τὰς μεθοδείας τοῦ διαβόλου», καὶ ἐφιστοῦσε τὴν προσοχὴ τῶν χριστιανῶν, γιὰ νὰ μὴ παγιδευτοῦν καὶ ἡττηθοῦν στὸν ἀγώνα τους “πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις”».
Γέροντα, ρώτησα, πῶς πίστεψε αὐτὴ ἡ γυναίκα ὅτι θὰ κάνει τὸ μασόνο χριστιανό, ἀφοῦ ἡ μασονία πολεμᾶ ἀνοιχτὰ τὸ χριστιανισμό; Μοῦ ἀπάντησε: «Ὄχι, αὐτὸ τὸν πόλεμο τὸν κάνουν οἱ ἄλλοι. Οἱ μασόνοι κάνουν κρυφὸ πόλεμο, γι’ αὐτὸ εἶναι ἐπικίνδυνοι. Δὲ σοῦ λένε μὴ κάνεις τὸ σταυρό σου, μὴ πᾶς στὴν Ἐκκλησία, στὴν ἐξομολόγηση. Σοῦ λένε πήγαινε, ἀλλὰ ἔλα καὶ σέ μᾶς. Σὲ ἐπηρεάζουν σιγὰ – σιγά, ἔτσι ποὺ νὰ μὴ καταλάβεις ὅτι, ἀπὸ κάποια στιγμὴ καὶ μετά, ἔπαψες στὴν πραγματικότητα νὰ εἶσαι χριστιανὸς καὶ ἔγινες μασόνος».
Ὁ Γέροντας γνώριζε, ὄχι μόνο τὸ περιεχόμενο τῶν αἱρέσεων, ἀλλὰ καὶ «τὰς μεθοδείας τοῦ διαβόλου», καὶ ἐφιστοῦσε τὴν προσοχὴ τῶν χριστιανῶν, γιὰ νὰ μὴ παγιδευτοῦν καὶ ἡττηθοῦν στὸν ἀγώνα τους “πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρίας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις”».