Σάββατο 20 Ιουλίου 2019

Κυριακή Ε΄ Ματθαίου – Στη χώρα των Γεργεσηνών

demonizati
ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ: Ματθ. η΄ 28 – θ΄ 1
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ: ε΄ ἐπιστολῶν,  Ρωμ. ι΄ 1-10
1. Ἀνθρωποκτόνος
Ἀκούσαμε στὸ σημερινὸ Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα ὅτι ὁ Κύριος πῆγε στὴ χώρα τῶν Γεργεσηνῶν. Ἐκεῖ Τὸν συν­άν­τησαν δύο δαιμονισμένοι «ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν»· ἔβγαιναν ἐπιθετικοὶ καὶ πολὺ ἐπικίνδυνοι ἀπὸ τὰ ἐκεῖ μνήματα, ὅπου εὐχαριστοῦνταν νὰ κατοικοῦν. Ἦταν ὁ φόβος καὶ ὁ τρόμος τῆς περιοχῆς. Μάλιστα ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος γράφει ἐπιπλέον ὅτι ἔβγαζαν ἄγριες κραυγὲς καὶ κατέκοπταν τὸ σῶμα τους μὲ μυτερὲς πέτρες (Μάρκ. ε´ 5)!

Ἀπὸ τὴ σύντομη ἀλλὰ μεστὴ αὐτὴ περιγραφὴ διδασκόμαστε κάτι πολὺ ση­μαν­τικό: τὸ ἄσβεστο μίσος τῶν δαιμόνων πρὸς τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴ μανία τους νὰ τὸν βασανίσουν καὶ τελικὰ νὰ τὸν ρίξουν στὴν αἰώνια κόλαση. Τὸ δίδαγμα αὐτὸ εἶναι πολὺ ἐπίκαιρο γιὰ τὴν ἐποχή μας, κατὰ τὴν ὁποία ὁ σατανισμὸς βρίσκεται σὲ ἔξαρση καὶ ὁ Ἑωσφόρος παρουσιάζεται μὲ συμπάθεια ὡς σύμβολο ἀπελευθερώσεως καὶ αὐτονομίας, τρόπον τινὰ πρότυπο ἐπαναστάτη. Στὴν ἀλλοπρόσαλλη ἐποχή μας κυρίως στὴν Ἀμερικὴ στήνονται ἀγάλματα τοῦ σατανᾶ καὶ ἐξυμνεῖται ἀνοιχτὰ τὸ ὄνομά του!
Οἱ πιστοί, ὅσοι θέλουμε τὴ σωτηρία μας, ἂς προσέξουμε πολὺ νὰ μὴν ἔχουμε καμία ἀπολύτως σχέση μὲ τὸν διάβολο καὶ ὅλο τὸ στράτευμά του καὶ τὴ λατρεία του καὶ τὰ ἔργα του, ὅπως δώσαμε ὑπόσχεση κατὰ τὸ ἅγιο Βάπτισμά μας. Ἂς ἀπέχουμε ὄχι μόνο ἀπὸ τὸν σατανισμό, τὴ μαγεία καὶ τὴν ἀστρολογία, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ὁποιαδήποτε ἁμαρτία, ἡ ὁποία τοῦ δίνει δικαιώματα ἐπάνω μας.
Ἀπὸ ἐκεῖνον δὲν ἔχουμε νὰ κερδίσουμε τίποτε. Εἶναι «ἀνθρωποκτόνος», κατὰ τὴ διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου μας (Ἰω. η´ 44). Μᾶς μισεῖ καὶ μᾶς φθονεῖ ὅσο δὲν μποροῦμε νὰ φαντασθοῦμε, διψᾶ τὴν ἀπώλειά μας. Ἐξαιτίας τῆς ἀποστασίας του εἶναι τὸ πιὸ δυσ­τυχισμένο πλάσμα τῆς Δημιουργίας, ὁρατῆς καὶ ἀόρατης, τυφλωμένος ἀπὸ τὸν θηριώδη ἐγωισμό του καὶ τὴν ἀθεράπευτη ἀμετανοησία του.
2. Ἡ ἀδυναμία τῶν δαιμόνων
Οἱ δαίμονες μὲ τὸ στόμα τῶν δαιμονισμένων ὅταν εἶδαν τὸν Κύριο, φώναξαν σ᾿ Ἐκεῖνον: Ἂν πρόκειται νὰ μᾶς βγάλεις ἀπὸ τὴν εὐχάριστη αὐτὴ κατοικία μας, τοὺς ἀνθρώπους, «ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων». Δῶσε μας ἄδεια νὰ πᾶμε στὸ κοπάδι μὲ τοὺς χοίρους.
Ὅσο φόβο μᾶς προκαλεῖ ἡ παραπάνω περιγραφὴ τῶν δαιμονισμένων, τόσο καὶ ἀκόμη περισσότερο μᾶς ἐνισχύει τοῦτο τὸ αἴτημα τῶν δαιμόνων· διότι ἀποκαλύπτει τὴ μεγάλη ἀδυναμία τους.
Οἱ δαίμονες τρέμουν μπροστὰ στὸν Θεάνθρωπο. Αἰσθάνονται νὰ τοὺς καίει καὶ μόνη ἡ παρουσία Του. Ἀναγνωρίζουν τὴν ἀδυναμία τους ἀπέναντί Του καὶ παρακαλοῦν νὰ τοὺς ἐπιτρέψει τουλάχιστον νὰ ἱκανοποιήσουν τὴν καταστροφική τους μανία στὴν ἀγέλη τῶν χοίρων.
Οἱ δαίμονες, τὰ φοβερὰ αὐτὰ ἄυλα πνεύματα, οἱ ἄσπονδοι καὶ δολιότατοι ἐχθροί μας, δὲν ἔχουν ἐξουσία ὄχι μόνο ἐπάνω στὴν κορωνίδα τῆς δημιουργίας, τὸν ἄνθρωπο, νὰ τὸν πειράξουν καὶ νὰ τὸν βλάψουν ὅποτε τὸ θελήσουν, ἀλλὰ οὔτε ἐπάνω στὰ ζῶα, καὶ μάλιστα στοὺς χοίρους, ποὺ κυλιοῦνται μέσα στὶς λάσπες!
Νὰ σκεφθεῖ μάλιστα κανεὶς ὅτι οἱ Ἰουδαῖοι δὲν ἐπιτρεπόταν νὰ φᾶνε χοιρινὸ κρέας σύμφωνα μὲ τὸν Μωσαϊκὸ Νόμο. Ἄρα ἡ ἐκτροφὴ χοίρων ἦταν ἁμαρτία. Καὶ ὅμως οἱ δαίμονες δὲν ἔχουν ἐξουσία νὰ βλάψουν οὔτε αὐτοὺς τοὺς παράνομα ἐκτρεφόμενους χοίρους! Ἔσχατη ἀδυναμία! Ὁ Κύριος βέβαια τοὺς ἔδωσε τὴν ἄδεια, τιμωρώντας τὴν παρανομία αὐτὴ τῶν κατοίκων ἐκείνης τῆς περιοχῆς καὶ καλώντας τους ἔτσι σὲ μετάνοια.
Λοιπόν, δὲν ἐξουσιάζει ὁ διάβολος τὸν κόσμο, ἀλλὰ ὅσους τοῦ δώσουν τέτοιο δικαίωμα. Ἕνας εἶναι ὁ ἀπόλυτος Παντοκράτωρ, ὁ Τριαδικὸς Θεός. Καὶ ἡ δαιμονικὴ παρουσία καὶ ἐνέργεια στὸν κόσμο εἶναι ἀπόλυτα ἐλεγχόμενη, πρὸς παιδαγωγία καὶ ὠφέλεια τῶν ἀνθρώπων, ἐκείνων βέβαια ποὺ ἀγωνίζονται καὶ καταφεύγουν στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἀπολαμβάνουν τὴν ἀνίκητη βοήθεια καὶ σκέπη Του. Ἑπομένως δὲν ἔχουμε νὰ φοβηθοῦμε τίποτε ἀπὸ τὸν σατανᾶ. Τὸν ἑαυτό μας νὰ φοβόμαστε, μὴν τυχὸν δώσουμε δικαιώματα στὸν ἐχθρὸ τῆς ψυχῆς μας.
3. Τὸ θλιβερὸ αἴτημα
Οἱ χοῖροι ὑπὸ τὴν ἐπήρεια τῶν δαιμόνων ὅρμησαν στὸν γκρεμό, ἔπεσαν στὴ λίμνη καὶ πνίγηκαν! Ὁλόκληρη ἡ πόλη ἔμαθε καὶ γιὰ τὴν καταστροφὴ τοῦ κοπαδιοῦ καὶ γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῶν δαιμονισμένων. Καὶ μὲ μιὰ γνώμη πῆγαν στὸν Κύριο καὶ Τὸν παρακάλεσαν νὰ φύγει ἀπὸ τὴ χώρα τους. Φοβήθηκαν μήπως χάσουν κι ἄλλοι τά παράνομα κοπάδια τους. Προτίμησαν τὸν χρυσὸ ἀπὸ τὸν Χριστό. Κι Ἐκεῖνος βέβαια ἔφυγε.
Τί θλιβερὸ αἴτημα, τί φοβερὸ κατάντημα! Νὰ ἔρχεται ὁ Χριστὸς στὴ ζωὴ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ ἐκεῖνος νὰ Τὸν ἀρνεῖται, ἐπειδὴ προτιμᾶ τοὺς χοίρους του, τὰ πάθη του.
Ἐμεῖς, ἀντίθετα πρὸς τοὺς κατοίκους τῶν Γεργεσηνῶν, νὰ δώσουμε ὁλόκληρη τὴν καρδιά μας στὸν Κύριο, στὸν Σωτήρα μας, στὸν Ἐλευθερωτὴ τῶν ψυχῶν μας. Νὰ ἀγαπήσουμε χωρὶς κρατούμενα Ἐκεῖνον ποὺ μᾶς ἀγάπησε μέχρι θανάτου. Νὰ Τὸν ἀγαπήσουμε, ὥστε νὰ ἀπολαμβάνουμε τὸ ζωοποιὸ φῶς Του στὴν παρούσα ζωὴ καὶ στὴν ἀτελεύτητη αἰωνιότητα.