... τήν Ἐκκλησία τήν ἀποτελοῦν ἡ κεφαλή της, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός καί ὅλοι οἱ χριστιανοί, ὅσοι ὀρθοδόξως βαπτίστηκαν στό ὄνομα τῆς Ἁγίας καί Ὁμοουσίου Τριάδος.
Ὅταν ἀναφέρουμε τόν ὅρο Ἐκκλησία, ὀφείλουμε νά ὁμολογήσουμε ὅτι ἐννοοῦμε μόνο τήν Ὀρθόδοξο Ἐκκλησία μας. Καί τοῦτο διότι μόνον ἡ Ὀρθοδοξία ἀποτελεῖ τήν Ἐκκλησία.
Αὐτή κρατεῖ τήν ἀλήθεια γνησία, ἀκεραία, ὅπως τήν ἐφανέρωσε ὁ
ἐνανθρωπήσας Θεός στόν κόσμο, ὅπως τήν διεφύλαξαν καί τήν ἐστερέωσαν οἱ
Ἅγιοι Ἀπόστολοι, οἱ θεοφόροι Πατέρες, ὅπως τήν ἐπίστευσαν, τήν ἐκήρυξαν
καί τήν ἔζησαν ὅλοι οἱ Ἅγιοί μας.
Πόσο ὡραία μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός: «Ἐγώ
ἐδιάβασα καί περί ἀσεβῶν, αἱρετικῶν καί ἀθέων, τά βάθη τῆς σοφίας
ἠρεύνησα∙ ὅλες αἱ πίστεις εἶναι ψεύτικες, τοῦτο ἐκατάλαβα ἀληθινόν, ὅτι
μόνον ἡ πίστις τῶν ὀρθοδόξων χριστιανῶν εἶναι καλή καί ἁγία».
Ἄρα, ὅσοι ἀνήκουν σέ ἄλλα ἐκτός Ὀρθοδοξίας δόγματα, δέν
μποροῦν νά συμμετέχουν στά ὀρθόδοξα Μυστήρια, οὔτε νά συμπροσεύχονται
μέ τούς ὀρθοδόξους.
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μας, ὅσο ἐπιεικής εἶναι στούς ἀνθρώπους, πού ἐν μετανοίᾳ ζητοῦν νά ἐνταχθοῦν στή ζωή της καί νά ἐπιμεληθοῦν τή σωτηρία τους, τόσο
αὐστηρή καί ἀνυποχώρητη εἶναι στούς συμβιβασμούς, στίς ἀλλοιώσεις τῆς
ἀληθείας, στίς ὑποκριτικές φιλοφρονήσεις, στά ψεύδη τῶν ἐχθρῶν τῆς
ἀληθείας.
Ποιοί εἶναι, ὅμως, οἱ ἐχθροί τῆς ἀληθείας;
Ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι γίνονται ὄργανα τοῦ μισόκαλλου ἑωσφόρου, ἀλλοιώνουν τήν θεία ἀλήθεια καί ματαιώνουν τήν σωτηρία μας.
Παράδειγμα, ἡ εἰδωλολατρία, ἡ ὁποία μᾶς προσφέρει, μέ τίς ἐπιταγές τῆς νέας ἐποχῆς, τήν νεοειδωλολατρία καί τόν ἀποκρυφισμό, ἡ φιλοσοφία πού χωρίς Χριστό, θέλει νά ἀντικαταστήσῃ τόν θεῖο λόγο μέ τόν ἀνθρώπινο, ἀλλά καί οἱ αἱρέσεις πού μέ μανία πολεμοῦν καί θέλουν νά διαστρέψουν τήν ἀλήθεια, νά δώσουν πίστι στόν ἄνθρωπο καί ὄχι στόν Θεό.
Τόν Θεάνθρωπο Κύριο παραγνωρίζει καί ὁ Παπισμός, πού τοποθετεῖ σάν κέντρο καί ὁρατή κεφαλή ὅλης τῆς Ἐκκλησίας ἕνα ἄνθρωπο αἱρεσιάρχη, ἐγωκεντρικό, τάχα ἄλαθητο, τόν Πάπα.
Τόν Θεάνθρωπο Κύριο, τόν παραγνωρίζουν καί οἱ Προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι ἀπέρριψαν τόν ἕνα Πάπα τῆς Ρώμης γιά νά γίνη ὁ κάθε Προτεστάντης Πάπας. Ἔτσι,
οὔτε ὁ παπισμός, οὔτε ὁ προτεσταντισμός, πού εἶναι αἱρέσεις, δέν
μποροῦν ποτέ, ἐφ’ ὅσον παραμένουν ἀμετανόητοι, νά ὀνομασθοῦν Ἐκκλησίες.
Νά μήν παραλείψουμε νά ἀναφέρουμε καί τήν παναίρεσι τοῦ Οἰκουμενισμοῦ