Ἡ ψυχή, ὅμως, δὲν ἀγαπᾶ τὰ πάθη. Ἐνδίδει σ’ αὐτά, ἀλλὰ διψᾶ γιὰ φῶς καὶ ἄνοδο.
Ἐπειδὴ εἶναι ἔνθεη.
Γι’αὐτὸ οἱ ἀρετὲς στέκουν καὶ θὰ στέκουν. Γι’ αὐτὸ οἱ χειρότεροι τῶν ἀνθρώπων δὲν παραλείπουν νὰ ὑποκρίνονται ὅτι τὶς τηροῦν. Κι ἔτσι νὰ μαρτυροῦν τὴν ὑπεροχὴ τῶν ἀρετῶν.
Μέσα ἀπὸ διαφορετικὰ γιὰ τὸν καθένα ἐρεθίσματα ἢ ἁπλὰ ἐπειδὴ τὸ ἀποφασίσαμε, ἡ ἀνόρθωση τῆς συνείδησης ἀποτελεῖ τὴν ἀφετηρία τῆς πνευματικῆς προόδου.
«Ἡ συνείδηση πάμφωτη σὰν καλοκαίρι».
Καὶ ἡ συνεχὴς ἐγρήγορσή της ὁδηγεῖ τὴν προσπάθεια. Μόνοι μας δὲν μποροῦμε.
Ἀλλὰ πρέπει νὰ θέλουμε γιὰ νὰ μᾶς βοηθήσει ὁ Θεὸς καὶ ὁ Πνευματικός Του καὶ τὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας Του. Γιὰ νὰ φθάσει ἡ προσευχή μας στὸν προορισμό της.
Πρέπει νὰ πιστέψουμε στὴν ἀξία καὶ στὴ δυνατότητα τῆς πνευματικῆς προόδου.
Νὰ ἀγαπήσουμε τὴν ἀρετή.
ΠΕΙΡΑΊ'ΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
Τεῦχος 313, Ἀπρίλιος 2019
πηγή