ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Ἐν Πειραιεῖ τὴ 11η Ἀπριλίου 2019
Ὅπως εἶναι γνωστὸ, τὸ Βατικανὸ ἔχει καθιερώσει ἐδῶ καὶ πολλὲς δεκαετίες,
(ἀπὸ τὸ 1908), μία παγκόσμια διοργάνωση, τὴν λεγόμενη «Παγκόσμια
Ἑβδομάδα Προσευχῆς γιὰ τὴν Ἑνότητα τῶν Χριστιανῶν», ἡ ὁποία
πραγματοποιεῖται κάθε χρόνο ἀπὸ τὶς 18 ἕως τὶς 25 Ἰανουαρίου. Σύμφωνα μὲ
πληροφορίες ἀπὸ τὸ ἐν Ἑλλάδι περιοδικὸ τῶν Παπικῶν –Ἰησουϊτών «Ἀνοιχτοὶ
Ὁρίζοντες» (τ.1115 Ἰανουάριος – Φεβρουάριος 2019), σὲ ἄρθρο μὲ τίτλο
«Προσευχὴ γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν», (σὲ ὀκτασέλιδο εἰδικὸ «ἔνθετο
προσευχῆς»), πρόκειται γιὰ τὴν«μεγαλύτερη παγκοσμίως συνάντηση
προσευχῆς ποὺ φέρει μαρτυρία τῆς ἴδιας τῆς προσευχῆς τοῦ Χριστοῦ, [«ἴνα
πάντες ἐν ὦσιν», (Ἰω. 17,21)], καὶ ποὺ πραγματοποιεῖται κάθε χρόνο ἀπὸ
τὶς 18 ἕως τὶς 25 Ἰανουαρίου, συσπειρώνοντας χριστιανοὺς ἀπὸ ὅλο τὸν
κόσμο».
Ὁ ἀνώνυμος συντάκτης τοῦ ἄρθρου μεταξὺ ἄλλων παραθέτει τὴν ἱστορία τῆς...καθιερώσεως
αὐτῆς τῆς παγκόσμιας διοργανώσεως, ἡ ὁποία ἐνῶ ἔχει βέβαια τὶς ρίζες
του στὸν Παπισμό, σταδιακὰ ὅμως καὶ προοδευτικά, προϊόντος του χρόνου,
ἐπεκτάθηκε καὶ στὶς ἄλλες χριστιανικὲς ὁμολογίες, καθὼς ὁ παγκόσμιος
Οἰκουμενισμὸς ἅπλωνε τὰ θανατηφόρα πλοκάμια του παντοῦ καὶ σάρωνε τὰ
πάντα στὸ πέρασμά του. Μὲ τὴν ἵδρυση τοῦ ΠΣΕ τὸ 1948, οἱ συμπροσευχὲς
γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν καθιερώνονται πλέον καὶ γίνονται θεσμὸς
μέσα στὸν χῶρο τοῦ Προτεσταντισμοῦ. Μετὰ τὴν Β΄ Βατικανὴ Σύνοδο,
(1962-1965), στὴν ὁποία ἔχουμε τὸ ἐπίσημο ἄνοιγμα τοῦ Παπισμοῦ πρὸς τὶς
ἄλλες χριστιανικὲς ὁμολογίες, μὲ τὸ γνωστὸ Διάταγμα περὶ Οἰκουμενισμοῦ,
οἱ συμπροσευχὲς γιὰ τὴν ἑνότητα τῶν χριστιανῶν ἑδραιώνονται ἀκόμη
περισσότερο καὶ λαμβάνουν νέα ὤθηση, διότι ἐξυπηρετοῦν ἄριστα τούς
στόχους αὐτῆς τῆς παναιρέσεως. Ἔτσι σήμερα ἔχουμε τὸ παράδοξο φαινόμενο ὁ
Παπισμὸς καὶ οἱ προτεσταντικὲς ὁμολογίες τοῦ ΠΣΕ νὰ συνεργάζονται
μεταξύ τους καὶ νὰ συνδιοργανώνουν ἀπὸ κοινοῦ τὰ κείμενα τῶν προσευχῶν,
ποὺ ἀναγινώσκονται σ’ αὐτον τον ἐτήσιο ἑορτασμὸ σ’ ὅλα τὰ μήκη καὶ πλάτη
τῆς γής.Καὶ εἶναι ὄντως ἕνα παράδοξο φαινόμενο, ἐὰν λάβουμε ὑπ’ ὄψη
μας, ὅτι οἱ δύο μεγάλες αὐτὲς χριστιανικὲς αἱρέσεις, (Παπισμὸς καὶ
Προτεσταντισμός), ποὺ ἐπὶ αἰῶνες, (ἀπὸ τὸν 16ον αιώνα μέχρι τὶς ἀρχὲς
τοῦ 20ου), βρισκόταν μεταξύ τους σὲ μία λυσσώδη πάλη καὶ ἀντιπαράθεση
μέχρις αἵματος, σήμερα ἔγιναν φίλοι. Εἶναι γνωστὸς ὁ φρικώδης
ἑκατονταετὴς πόλεμος καὶ ἡ σφαγὴ 29.000 Γάλλων Οὐγενότων τὴν νύχτα τοῦ
Ἁγίου Βαρθολομαίου. Συμπροσεύχονται καὶ συνεργάζονται ἁρμονικά, μέσα στὰ
πλαίσια τῆς παναιρεσεώς του Οἰκουμενισμοῦ γιὰ τὴν ἐπίτευξη τῶν στόχων
του, τὴν σύγκληση ὅλων τῶν χριστιανικῶν ὁμολογιῶν καὶ κατόπιν τῶν
θρησκειῶν, μέχρις ὅτου πάρει σάρκα καὶ ὀστᾶ τὸ ἐφιαλτικὸ ὅραμα τῆς
πανθρησκείας.
Ἡ συμμετοχὴ τῶν Ὀρθοδόξων σ’ αὐτὸν τὸν ἐτήσιο ἑορτασμὸ δὲν ἄργησε
δυστυχῶς νὰ πραγματοποιηθεῖ, μετὰ τὸ ἐπίσημο ἄνοιγμα τῆς Ὀρθοδοξίας στὸν
Οἰκουμενισμὸ μὲ τὶς γνωστὲς πατριαρχικὲς ἐγκυκλίους τοῦ 1902, 1904 καὶ
1920 καὶ τὴν εἴσοδό μας στὸ ΠΣΕ, (τὸ 1948). Τὸ φοβερὸ αὐτὸ ὀλίσθημα, μὲ
ὀλέθριες συνέπειες γιὰ τὴν παγκόσμια Ὀρθοδοξία, τῆς συμπεριλήψεώς μας,
ὡς μελῶν, στὸ παγκόσμιο αὐτὸ συνονθύλευμα τῶν αἱρέσεων, ἔφερε μὲ τὴ
σειρά του, ὡς ἀναγκαῖο ἐπακόλουθο, τὸ ἄλλο μεγάλο ὀλίσθημα, τῆς
συμμετοχῆς μας δηλαδὴ σὲ τέτοιου εἴδους συμπροσευχὲς μὲ αἱρετικούς, οἱ
ὁποῖες ὅμως σαφῶς ἀπαγορεύονται ἀπὸ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνες, (βλ. ἐνδεικτικὰ
Κανόνας ΜΕ΄ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων).
Στὴν παγκόσμια αὐτὴ διοργάνωση προσπάθησαν οι ἐμπνευστές του νὰ δώσουν
βιβλικὴ θεμελίωση, ἐπικαλούμενοι τὴν γνωστὴ φράση τοῦ Κυρίου μας στὴν
ἀρχιερατική του προσευχή: «ἴνα πάντες ἐν ὦσιν», (Ἰω. 17,21). Ἡ φράση
αὐτὴ ἀποτέλεσε ἕνα ἀπὸ τὰ ἰσχυρότερα ἐπιχειρήματα, ποὺ ἐπικαλοῦνται οἱ
οἰκουμενιστές, γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τόσο τὶς συμπροσευχές, ὅσο καὶ τὶς
πάσης φυσεως ἐνέργειές τους, ποὺ ἀποβλέπουν στὴν μεταξύ τους ἑνότητα.
Ἔχει γίνει τρόπον τινὰ ἡ παντιέρα τους, ἡ κυρίαρχη ἰδεολογία τους, τὴν
ὁποία ἐπικαλούνται «ἐν παντὶ καιρῶ καὶ τόπω», γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὰ
ἀδικαιολόγητα. Ἐπειδὴ δὲ ἡ ἐν λόγω φράση ἔχει κακοποιηθεῖ βάναυσα και
ἔχει παρερμηνευτεῖ ὅσο κανένα ἄλλο χωρίο τῆς Καινῆς Διαθήκης, θεωροῦμε
ἀναγκαῖο, νὰ κάνουμε ἕνα σύντομο σχόλιο γύρω ἀπὸ τηνΟρθόδοξη ἑρμηνεία
της.
Οἱ οἰκουμενιστὲς ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ Χριστὸς ἐδῶ προανήγγειλε ὅτι ὅλες οἱ
χριστιανικὲς ὁμολογίες θὰ ἀποκτήσουν κάποτε στὸ μέλλον τὴν μεταξύ τους
πολυπόθητη ἑνότητα καὶ θὰ ἀποτελέσουν τὴ «Μία» Ἐκκλησία, ὑπονοώντας, ὅτι
ἡ Ἐκκλησία τώρα εἶναι διεσπασμένη. Ὄμως ο Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσοστομος
δεν συμφωνεῖ μαζί τους. Ἑρμηνεύοντας τὸ χωρίο αὐτὸ παρατηρεῖ: «Ἴνα ὦσιν
ἐν, καθὼς σύ, Πάτερ, ἐν ἐμοί, καὶ ἐγὼ ἐν σοῖ [...] Τί εἶναι, λοιπόν, τὸ
‘Ἐν ἠμῖν’; Στὴν πίστη πρὸς ἐμᾶς. Ἐπειδὴ βέβαια τίποτε δὲν σκανδαλίζει
ὅλους, ὅσο ἡ διάσπαση, αὐτὸ κατασκευάζει, ὥστε νὰ γίνουν ἕνα. Τί,
λοιπόν; Τὸ κατόρθωσε αὐτό, λέγουν; Καὶ πάρα πολὺ τὸ κατόρθωσε. Διότι,
ὅλοι ὅσοι πίστευσαν μέσω τῶν Ἀποστόλων εἶναι ἕνα, μολονότι κάποιοι ἀπὸ
αὐτοὺς ἀποσπάστηκαν [...]».[1]Δηλαδὴ ἡ αἴτηση τοῦ Κυρίου πρὸς τὸν Θεὸν
Πατέρα «ἴνα πάντες ἐν ὦσιν» ἐκπληρώνεται ἤδη ἐντός της Μίας Ὀρθοδόξου
Ἐκκλησίας, διὰ τῆς ταυτότητος τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως πάντων ἐν Ἀληθεία. Ἡ
ἑνότητα ἐντός τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι κάτι τὸ ζητούμενο, ἀλλὰ εἶναι
δεδομένη, εἶναι μία πραγματικότητα ποὺ ὑφίσταται. Δὲν ὑφίσταται
ἐκκρεμότητα ὡς πρὸς τὴν ἑνότητα, ἀλλ’ ἐκεῖνο ποὺ ἐκκρεμεῖ εἶναι ἡ ὑπὸ
τῶν ἑτεροδόξων ἀποδοχὴ τῆς μόνης ἀληθοῦς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Κατὰ τὸν
Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ἰερόθεο ἡ φράση «ἴνα πάντες ἐν
ὦσιν»,«συνδέεται ἀναπόσπαστα μὲ ἄλλες φράσεις, ὅπως ‘καθὼς σύ, πάτερ, ἐν
ἐμοίκαγω ἐν σοῖ’, (Ἰω. 17, 21) καὶ τὴ φράση ‘ἐγὼ ἐν αὐτοῖς καὶ σὺ ἐν
ἐμοὶ ἴνα ὤσιτετελειωμενοι εἰς ἐν’, (Ἰω. 17, 23) καὶ ἐπίσης τὴν ἄλλη
φράση ‘ἴνα θεωρῶσι τὴν δόξαν τὴν ἐμὴν ἢν δέδωκας μοι, (Ἰω. 17, 24). Καὶ
σαφῶς, ἐδῶ, ὁ Χριστὸς ἀναφέρεται στὴν ἑνότητα τῶν Ἀποστόλων κατὰ θεωρίαν
τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, τὴν θέα τοῦ ἀκτίστου Φωτός, που ἔγινε τὴν ἡμέρα τῆς
Πεντηκοστῆς, γιατί ἀκριβῶς τότε οἱ Ἀπόστολοι ἀπέκτησαν καὶ ἑνότητα
οὐσιαστικὴ μεταξύ τους. Ἑπομένως ὅσοι ἐκ τῶν Ἁγίων μέσα στὴν ἱστορία
φθάνουν στὴ θέωση καὶ στὴ θεωρία τοῦ ἀκτίστου Φωτός, ἀποκτοῦν ἑνότητα μὲ
τοὺς Ἀποστόλους, ἔχουν τὴν ἴδια πίστη μὲ αὐτοὺς καὶ ἐφαρμόζεται τὸ
χωρίο αὐτό, τοῦ Χριστοῦ, ‘ἴνα ὦσιν ἐν’».[2] Ἐπίσης ἡ φράση «ἴνα ὦσιν ἐν»
εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μὲ ὅσα προηγουμένως εἶπε ὁ Κύριος στὸν
παραβολικὸ λόγο του περὶ τῆς ἀμπέλου καὶ τῶν κλημάτων, τὰ ὁποία
ἀποκόπτονται ἀπὸ τὴν ἄμπελο. Τὰ κλήματα τὰ ὁποῖα δὲν φέρουν «καρπὸν»
ἀληθοῦς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἁγιοπνευματικὴς ζωῆς εἶναι οἱ αἱρετικοί,
οἱ ὁποίοι «αἴρονται», ἀποκόπτονται ἀπο τόν ἀμπελουργὸ Πατέρα, καὶ
παύουν νὰ ἀποτελοῦν κλήματα τῆς νοητῆς ἀμπέλου, τῆς Ἐκκλησίας, παύουν
δηλαδὴ νὰ ἀποτελοῦν μέλη τῆς Ἐκκλησίας. Επομένως τὸ «ἴνα ὦσιν ἐν», ποὺ
λέει παρὰ κάτω ὁ Κύριος, δὲν ἀφορᾶ τὰ ἀποκοπέντα κλήματα. Δηλαδὴ σὲ
καμιὰ περίπτωση δὲν προσεύχεται ὁ Κύριος, νὰ παραμείνουν τὰ ἀποκοπέντα
κλήματα, (=οἱ αἱρετικοί), ἑνωμένα μὲ τὴν ἄμπελο, (=τὴν Ἐκκλησία), διότι
τὰ κλήματα αὐτὰ ἀπορρίπτονται εἰς τὸ «πῦρ» τὸ ἐξώτερο, σύμφωνα μὲ τὴ
διαβεβαίωση τοῦ Κυρίου: «ἐὰν μὴ τὶς μείνη ἐν ἐμοί, ἐβλήθη ἔξω ὡς τὸ
κλῆμα καὶ ἐξηράνθη, καὶ συνάγουσιν αὐτὰ καὶ εἰς τὸ πῦρ βάλλουσι, καὶ
καίεται»(Ἰωάν.15,6).
Ἀλλὰ στὸ σημεῖο αὐτὸ γεννᾶται τὸ καυτὸ ἐρώτημα: Πῶς συμβαίνει, ἐνῶ οἱ
συμπροσευχὲς αὐτὲς γίνονται ἐδῶ καὶ πολλὲς δεκαετίες, νὰ μὴν φέρνουν
ἀποτέλεσμα καὶ νὰ μὴν πραγματοποιεῖται ἡ πολυπόθητη ἑνότητα; Γιατί ὁ
Θεὸς δὲν εἰσακούει τὶς προσευχές τους; Δὲν τὶς εἰσακούει γιὰ δύο κυρίως
λόγους. Πρῶτον μὲν διότι οἱ συμμετέχοντες προσεύχονται σ’ ἕναν ἀνύπαρκτο
Θεό, ἀφοῦ σύμφωνα μὲ τονάγιο Γρηγόριο Παλαμά, ἡ αἵρεση εἶναι ἕνα
δεύτερο εἶδος ἀθεΐας: «Δεύτερον δὲ γένος ἀθεΐας ἐστὶν ἡ πολυσχιδὴς καὶ
πολύμορφος ἀπάτη τῶν αἱρετικῶν».[3]Ἠπροσευχὴ τοὺς μοιάζει μὲ τὴν
προσευχὴ τῶν ἱερέων τῆς αἰσχύνης, ποὺ λάτρευαν τὸν ψεύτικο θεὸ Βάαλ καὶ
τὸν παρακαλοῦσαν στὸ Καρμήλιον Ὅρος, νὰ στείλει φωτιὰ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ γιὰ
νὰ κάψει τὸ ὁλοκαύτωμά τους: «καὶ ἔλαβον τὸν μόσχον καὶ ἐποίησαν καὶ
ἐπεκαλοῦντο ἐν ὀνόματι τοῦ Βάαλ ἐκ πρωΐθεν ἕως μεσημβρίας καὶ εἶπον·
ἐπάκουσον ἠμῶν, ὁ Βάαλ, ἐπάκουσον ἠμῶν· καὶ οὐκ ἢν φωνὴ καὶ οὐκ ἢν
ἀκρόασις», (Γ΄ Βασιλ. 18,26). Καὶ τοὺς μυκτήρισε στὴ συνέχεια ὁ προφήτης
Ἠλίας καὶ τοὺς εἶπε: Φωνάξτε πιὸ δυνατά, μήπως ὁ θεὸς σας κοιμᾶται, ἢ
εἶναι ἀπασχολημένος. Κάτι ἀνάλογο μὲ τὸν προφήτη θὰ λέγαμε καὶ ἐμεῖς σὲ
ὅλους αὐτούς!
Δεύτερον, δὲν τὶς εἰσακούει, διότι αὐτοί ποὺ συμμετέχουν σ’ αὐτὲς
ἐπιζητοῦν νὰ ἐπιτύχουν μία ἑνότητα, ποὺ δὲν εἶναι σύμφωνη μὲ τὸ θέλημα
τοῦ Θεοῦ. Ἐπιζητούν τήν ἑνότητα ὄχι ἐν τὴ ἀληθεία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως
καὶ μέσα στοὺς κόλπους τῆς Μιᾶς Ἁγίας Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς
Ἐκκλησίας, ἀλλὰ μέσα στὴν«ποικιλομορφία»μιᾶς σωρείας διαφορετικῶν
δογματικῶν πεποιθήσεων, πολλὲς φορὲς ἐκ διαμέτρου ἀντιθέτων μεταξύ τους.
Μ’ ἄλλα λόγια ἐπιζητοῦν μία συγκρητιστικοὺ τύπου ἑνότητα, ἀναμιγνύοντας
τὴν ἀλήθεια μὲ τὸ ψεῦδος καὶ τὸ φῶς μὲ τὸ σκότος. Ὅμως,ὅπως λέγει ὁ
ἀπόστολος, «τὶς δὲ κοινωνία φωτίπρος σκότος;», (Β΄ Κόρ.6,14). Είναι
ἀποκαλυπτικὸς ἐν προκειμένω ὁ λόγος τοῦ σημερινοῦ Γενικοῦ Γραμματέα τοῦ
Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιών ΟlavFykseΤveit, ὁ ὁποῖος μὲ τὴν εὐκαιρία
τῆς φετινῆς διοργανώσεως δήλωσε:«Καθὼς ἑορτάζουμε τὴν ἑνότητα στὴν
ποικιλομορφία, μποροῦμε νὰ ἐπιδιώξουμε σθεναρὰ τὴν δικαιοσύνη σὲ
διάφορους τομεῖς»! Ἐδῶ ἐφαρμόζεται ὁ θεόπνευστος λόγοςτου προφήτου
Ἠσαΐου: «ὅταν ἐκτείνητε τὰς χείρας ὑμῶν πρὸς μέ, ἀποστρέψω τοὺς
ὀφθαλμούς μου ἀφ υμῶν, καὶ ἐὰν πληθύνητε τὴν δέησιν, οὐκ εἰσακούσομαι
ὑμῶν», (1,15), ἀλλὰ καὶ ὁ λόγος τοῦ ἁγίου Ἰακώβου τοῦ ἀδελφοθέου:
«αἰτεῖτε καὶ οὐ λαμβάνετε, διότι κακῶς αἰτεῖσθε», (4,3).
Ἂς προβληματιστούνλοιπον, (καὶ μ’ αὐτὸ κλείνουμε τὸ σχόλιό μας),
τουλάχιστον οἱ ἐκ τῶν «Ὀρθοδόξων» οἰκουμενιστές, βλέποντας τὸ ἀτελέσφορο
τῶν συμπροσευχῶν τους. Ἂς σκεφθοῦν ὅτι μὲ τὴ συμμετοχὴ τοὺς σ’ αὐτοῦ
τοῦ εἴδους τὶς συμπροσευχές, ὄχι μόνον δὲν εὐαρεστοῦν στὸν Θεό, ὅπως
νομίζουν, ἀλλὰ τὸν παροργίζουν καὶ ἁμαρτάνουν, καταπατοῦντες μάλιστα καὶ
τοὺς ἱεροὺς Κανόνες καὶ σκανδαλίζοντες τὸν πιστὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ. Ἂς
σκεφθοῦν ἀκόμη, ὅτι μὲ τὴν συμμετοχή τους δὲν βοηθοῦν τοὺς αἱρετικοὺς νὰ
συνειδητοποιήσουν, ὅτι βρίσκονται στὴν πλάνη, σὲ λάθος δρόμο. Ἀντίθετα
μάλιστα γινονται συμμέτοχοι στὴν ἀσέβειά τους, παρακαλώντας τὸν Θεόνα
παραβλέψει τὴν ἀμετανοησία τους καὶ τὴν ἐμμονή τους στὶς πλάνες τους καὶ
νὰ ἑνώσει τοὺς χριστιανοὺς ὄχι ἐν τὴ ἀληθεία,ἀλλὰ μὲ τὸν συγκερασμὸ
ἀληθείας καὶ ψεύδους. Δηλαδὴ χωρὶς τὴν μετάνοιά τους καὶ τὴν ἐπιστροφή
τους στὴν Μία Ἁγία Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία τοῦ
Χριστοῦ, ἀποδεχόμενοι σιωπηρῶς, ἢ ἐκπεφρασμένα τὴν κακόδοξη
οἰκουμενιστικὴ θεωρία τῆς «ἑνότητος στὴν ποικιλομορφία»!
Ἐκ τοῦ Γραφείου ἐπὶ τῶν Αἱρέσεων καὶ τῶν Παραθρησκειῶν
[1]Ε.Π.Ε.14,594.
[2]Βλ. «Ὁ Οἰκουμενισμὸς στὴν πράξη, ἤτοι τὴν θεολογία καὶ τὴν ἄσκηση»,
στὸν Συλλογικὸ τόμο «Οἰκουμενισμός, Γένεση-Προσδοκίες-Διαψεύσεις», Ἔκδ.
Θεοδρομία, τόμ. Β΄, σέλ. 787.
[3]Ἐπιστολὴ πρὸς Σεραπίωνα 30. PG 26,597 C