Άλλη μια ιστορία δαιμονικής πλάνης, όπου ο άγιος Νικήτας του Κιέβου χρειάστηκε εξορκισμούς και πολυετή προσευχή για να επανέλθει.
Ο μοναχός Νικήτας, ενάρετος, αλλά χωρίς να έχει γίνει ακόμη τόσο διαυγής, που να είναι «άτρεπτος» προς το κακό, ζητούσε επίμονα από τον πνευματικό του, τον άγιο Νίκωνα, που ήταν ηγούμενος της μονής και κατά σάρκα αδελφός του, να του επιτρέψει να μονάσει έγκλειστος σε σπήλαιο. Ο σοφός γέροντάς του αρνιόταν, βλέποντας ότι ο αδελφός και μαθητής του έχει ακόμη σκιές πνευματικής ανωριμότητας στην καρδιά του.
Επειδή όμως ο μαθητής επέμενε και τον διαβεβαίωνε επιπόλαια ότι «ποτέ δεν θα τον απατούσαν οι παγίδες του εχθρού», ο δάσκαλος υποτάχθηκε και, παρά τη θέλησή του, συναίνεσε. Έτσι, ο μοναχός «υπάκουσε στο λογισμό του» και ικανοποίησε το θέλημά του ασφαλίζοντας από μέσα την πόρτα του κελιού του ή, κατά άλλη πληροφορία, φεύγοντας από το μοναστήρι και κάνοντας κατοικία του μια σπηλιά.
Όμως, λίγες μόλις μέρες μετά τον εγκλεισμό του, ένιωσε μια ουράνια ευωδία στο χώρο γύρω του. “Άγγελος θα είναι” σκέφτηκε αμέσως και, μιμούμενος το ριψοκίνδυνο αίτημα του Μωυσή προς το Θεό, είπε: «Κύριε, εμφάνισέ μου τον εαυτό σου». Ένας άγγελος εμφανίστηκε και του είπε: «Νικήτα, από εδώ και πέρα θα σταματήσεις να προσεύχεσαι και θ’ αρχίσεις να διαβάζεις βιβλία, για να μπορείς να συμβουλεύεις τους ανθρώπους που θα έρχονται σε σένα. Με εντολή του Θεού, εγώ θα προσεύχομαι για σένα». Ο άπειρος μοναχός έπεσε στην παγίδα πολύ εύκολα. Μόνο που ο επισκέπτης δεν ήταν άγγελος, αλλά διάβολος που είχε λάβει μορφή αγγέλου.
Ο Νικήτας έπαψε να προσεύχεται (πράγμα που θα μπορούσε να τον προφυλάξει) και άρχισε να μελετά. Έγινε σοφός σύμβουλος και σιγά σιγά πλήθος προσκυνητών τον επισκεπτόταν ως έμπειρο και χαρισματούχο πνευματικό. Και πράγματι, εμφάνισε ακόμη και προφητικό χάρισμα. Η φήμη του έφτασε στο απόγειό της, όταν κάποτε διαμήνυσε στον πρίγκιπα Ιζιασλάβο: «Σήμερα δολοφονήθηκε στο Ζαβόλτς ο πρίγκιπας του Νόβγκοροντ Γκλέμπ Σβιατοσλάβιτς. Στείλε γρήγορα το γιο σου Σβιατοπόλκ, να πάρει το θρόνο του Νόβγκοροντ».
Ο ηγούμενος Νίκων όμως ήταν επιφυλακτικός και περίμενε…
Διαπίστωσε σύντομα ότι, ενώ ο Νικήτας γνώριζε απ’ έξω ολόκληρη σχεδόν την Παλαιά Διαθήκη και τη χρησιμοποιούσε μ’ εκπληκτική ευχέρεια στις συζητήσεις του, δεν ήξερε καθόλου την Καινή Διαθήκη. Δεν τη μελετούσε ποτέ και δεν ήθελε να γίνεται ούτε λόγος γι’ αυτήν! Απ’ αυτή τη συμπεριφορά του οι γέροντες της μονής πείστηκαν ότι είχε πλανηθεί από το διάβολο. Και μια ομάδα επίλεκτων μοναχών, μεταξύ των οποίων ο ηγούμενος Νίκων, ο κατοπινός ηγούμενος Ιωάννης, ο Ποιμένας ο Νηστευτής, ο Ησαΐας, κατοπινός επίσκοπος Ροστώφ, ο Ισαάκιος ο Έγκλειστος, ο Αγαπητός ο Ιαματικός, ο Γρηγόριος ο Θαυματουργός και άλλοι, πήγαν στο κελί του και τον έσυραν διά της βίας στη μονή, ενώ εκείνος, εκτός εαυτού, ωρυόταν, απειλούσε και ούρλιαζε σαν πληγωμένο θηρίο.
Χρειάστηκαν εξορκισμοί και πολυετής προσευχή για να επανέλθει ο Νικήτας στην αρχική του πνευματική καθαρότητα. Η μετάνοιά του τον βοήθησε να καλλιεργήσει την «υψοποιό ταπείνωση» και τελικά αξιώθηκε να γίνει επίσκοπος του Νόβγκοροντ και άγιος. Κοιμήθηκε το 1096.
Ιστορίες πλάνης Του Θεόδωρου Ι. Ρηγινιώτη
ΠΗΓΗ: ΚΛΙΚ