Υπάρχουν άνθρωποι στην ιστορία του κόσμου, που ζουν χωρίς δισταγμούς. Έτσι όταν προτείνει ο Χριστός στους μαθητές Του να περιμαζέψουν τον ξένο, η κ. Θεανώ Μουσδελεκίδου από την Έδεσσα, ενενηντάχρονη γερόντισσα σήμερα, δεν περιμάζεψε απλά τον Ξένο, αλλά πήγε η ίδια να τον συναντήσει. Πήρε την απόφαση πριν από τριάντα χρόνια να ταξιδέψει σε Ιεραποστολικό κλιμάκιο της Αφρικής, το οποίο είχε επανδρώσει με ελάχιστους συνεργάτες ένας ιερομόναχος από τη Μονή Γρηγορίου, ο παπα-Κοσμάς. Η κ. Θεανώ, μετά τον θάνατο του συζύγου της αφιέρωσε τον εαυτό της στη βοήθεια των Ιεραποστόλων να γνωρίσουν την Ορθοδοξία στους Κονγκολέζους Ιθαγενείς.
«Εγώ
κόρη μου, στην Ελλάδα εργαζόμουν στο μπακάλικο του συζύγου μου και άλλες
σπουδές δεν είχα κάνει. Όμως πήγαινα στην Εκκλησία και την αγαπούσα. Όταν
συγχωρέθηκε ο μακαρίτης ο άντρας μου ήρθε στην πόλη μας ο μακαριστός παπα-Κοσμάς
και μας μίλησε για τους Αφρικανούς, τη φτώχεια τους, τις βαπτίσεις που τελούσε
στα ποτάμια... Μας είπε για το πέτρινο σχολείο που τους έχτιζε για να γίνουν τα
παιδιά τους άνθρωποι μορφωμένοι, να προοδεύσει ο λαός τους. ‘Οταν τον πλησίασα
να πάρω την ευχή του με κοίταξε με προσοχή και μου είπε σταθερά “Έλα κάτω να
μας γνωρίσεις, σε χρειάζομαι συνεργάτιδα!”. Εμένα, δεν μου έδωσε ο Θεός παιδιά
και δεν είχα υποχρεώσεις».
Απαρνήθηκε
τη βολική ζωή της Δύσης κι έφυγε για το ωραίο ταξίδι. Οι ιθαγενείς στη μακρινή
πόλη Κολουέζι, που βρίσκεται στο νότιο Κονγκό, την καλοδέχτηκαν. Όταν πρωτοπήγε
στο κλιμάκιο της προσέφεραν λουλούδια και της τραγουδούσαν στα Σουαχίλι το
καλώς όρισες. Ένα αφρικανόπουλο την πρωτοείπε «μάμα», που σημαίνει στη γλώσσα του «μητέρα».
Από τότε, όπως συγκινημένη μας αναφέρει, όλα τα παιδιά, αλλά και οι μεγαλύτεροι
θα την αποκαλούσαν «μάμα» κι έτσι έγινε η μητέρα όλων, κι ενώ δεν απέκτησε δικά
της παιδιά, θα γινόταν η μητέρα της Ιεραποστολής.
Ανάμεσα
σε άλλα καθήκοντα, φρόντιζε τα μικρά του οικοτροφείου, που πριν έρθουν στο κλιμάκιο
ζούσαν τρώγοντας μια φορά στις δύο ή τρεις μέρες ελάχιστο «μπουκάρι», δηλαδή
καλαμποκάλευρο μαγειρεμένο με νερό κι αυτό αποτελούσε την μοναδική τροφή τους. Πολλά
δεν είχαν γονείς και άλλα δεν μπορούσαν να τα συντηρήσουν οι φτωχές οικογένειές
τους. Δεν είχαν ελπίδα να ζήσουν μια καλύτερη ζωή, έστω κι αν επιβίωναν.
Η
ανατολή του ήλιου τούς έβρισκε μαζί στην εκκλησία του αγ. Γεωργίου με τα παιδιά
του οικοτροφείου να ψάλλουν στα Σουαχίλι και στα Ελληνικά τον όρθρο, στη
συνέχεια εκείνη ετοίμαζε σε καζάνι το γάλα τους ή το τσάι στις ημέρες της
νηστείας. Το συνόδευε με ψωμάκια κι αυτό αποτελούσε το πλούσιο πρωινό. Αργότερα
θα τα ξεπροβόδιζε ως το σχολείο της «Μισσιόνας» που το ονόμαζαν «Φως Χριστού».
Φρόντιζε
να είναι καθαρά ντυμένα με το μπλε παντελονάκι και το άσπρο πουκάμισο, στολή με
την οποία πήγαιναν τα παιδιά στο σχολείο τους και στέκονταν να πουν στη γραμμή
το «Πάτερ ημών» και τον εθνικό ύμνο της πατρίδας τους και τέλος έμπαιναν στις
τάξεις.
Η
ίδια αναρωτιέται:
«Μυστήριο, πώς
μια μικρή χώρα σαν την Ελλάδα βοηθούσε μια αχανή χώρα όπως το Κονγκό.
Μας έστελναν οι Έλληνες που μάθαιναν για την ιεραποστολική μας προσπάθεια, ρούχα,
παπούτσια, τρόφιμα, τα ξεδιαλέγαμε και ντύναμε τα ρακένδυτα παιδιά μας.
Έστελναν φάρμακα και όταν αρρώσταιναν από την ελονοσία τα περιέθαλπε η μοναχή
Ξένη που ήταν νοσοκόμα σ’ ένα μικρό ιατρείο-παράπηγμα. Να ήξερες πόσες φορές μάς χτύπησε κι
εμάς η ελονοσία! Αφού όμως ο Θεός είναι διαρκώς παρών δεν ανησυχούσα. Δόξα τω
Θεώ πάντων ένεκεν».
Εντωμεταξύ,
η «μάμα» Θεανώ συγκέντρωνε τις γυναίκες στην αυλή της «Μισσιόνας» και τους
δίδασκε πώς να φροντίζουν το σπιτικό τους ακόμη κι αν αυτό ήταν μια
αχυροκαλύβα. Τις δυνάμωνε στην πίστη διηγούμενη βίους αγίων.
Έτσι
οι γυναίκες αυτές, που άλλοτε κατέφευγαν σαν αλλοπαρμένες στους μάγους της φυλής
για να λύσουν τα βάσανά τους, τώρα κάθονταν ειρηνικά και άκουγαν τον
παρηγορητικό λόγο μιας μάνας που αφοσιώθηκε από αγάπη στον αναγκεμένο λαό τους.
Η
ζωή επιφυλάσσει μυστήρια και εκπλήξεις. Έτσι ο παπα-Κοσμάς, που την ενέπνευσε προσκαλώντας
την στην Αφρική, σκοτώθηκε το 1989 σε αυτοκινητιστικό ατύχημα στους επικίνδυνους
δρόμους της επαρχίας του Κονγκό. Μάρτυρας, άγιος στη συνείδηση των εκεί
χριστιανών άφησε την τελευταία του πνοή στο Ιεραποστολικό μετερίζι βυθίζοντας
όλους στη θλίψη. Τον έθαψαν με τιμές και παρευρέθηκαν μαζί με εκατοντάδες
ντόπιους και οι άρχοντες της πόλης. Ο τάφος του θα αποτελέσει λαικό προσκύνημα.
Πέρασαν
σχεδόν τριάντα χρόνια από τότε και η «μάμα» Θεανώ διακονεί ακόμη στην εσχατιά
της γης, απ’ όπου μπορεί ν’ατενίζει τον Σταυρό του Νότου, τον αστερισμό που
εμφανίζεται στον ουρανό στις χώρες κάτω από τον Ισημερινό.
Ηλικιωμένη
τώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν χάνει το χιούμορ της: «Ευτυχώς που εδώ
στο Κονγκό είναι ίσιωμα και μπορώ να περπατώ»... Δεν ξεχνά για πολύ τον αγώνα
της και φανερώνει τον καημό της:
«Πολύ λυπάμαι
τους φυλακισμένους κόρη μου - δεν έχουν φαγητό και είναι αδύνατοι και εγκαταλειμμένοι-
αγοράζουμε σαπούνια, λίγο κρέας, αλεύρι και τους τα προσφέρουμε. Όσο βαστούν τα
πόδια μου θα πηγαίνω, με περιμένουν. ΄Εχω και μια υποχρέωση ακόμη, ν’ ανάβω
κάθε βράδυ το καντηλάκι στο τάφο του παπα-Κοσμά. Δόξα τω Θεώ
πάντων ένεκεν».
Ηρωική
μορφή η «μάμα» Θεανώ, δίνει μάχες ως γνήσια μητέρα, δίχως να φοβάται αν θα νικηθεί
ή θα νικήσει στον σκληρό τόπο. Αναζήτησε μόνο τον δρόμο της ενεργής αγάπης και
τον βρήκε.
________________
Σοφία Χατζή
δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα
ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΑΛΗΘΕΙΑ, 14.02.2018http://apantaortodoxias.blogspot.com