Κυριακή 27 Ιανουαρίου 2019

Όταν αναζητούμε τον Θεό και κατέβουμε με την προσευχή στην καρδιά μας, τότε η καρδιά γίνεται τόπος συνάντησής μας

Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς
Η μετάνοια του Ζακχαίου
Όποιος θέλει να δει το Χριστό, πρέπει να σκαρφαλώσει πνευματικά, να υπερβεί τη φύση, γιατί ο Χριστός είναι ανώτερος απ’ αυτήν. Εκείνος που θέλει να πλησιάσει το Χριστό πρέπει να εξαγνιστεί, γιατί θα συναντήσει τον Άγιο των αγίων, τον Ιερό των ιερών.

Πώς όμως μπορεί να μετανοήσει ένας αμαρτωλός αν η καρδιά του δε συναντήσει το Χριστό και δεν αναγνωρίσει την αμαρτωλότητά του; Προτού ο κοντόσωμος Ζακχαίος δει τον Κύριο με τα σωματικά μάτια του, τον συνάντησε εσωτερικά, με την καρδιά του, και μετανόησε για όλες τις πράξεις του.

Μετάνοια είναι η ξαφνική διαπίστωση της λέπρας του ανθρώπου, μια κραυγή στον Θεραπευτή για θεραπεία… Πώς θα μπορούσε να δει τη λέπρα της ψυχής του αν δεν είχε κοιταχτεί σ’ έναν καθρέφτη; Καθρέφτης είναι ο Χριστός. Σ’ Αυτόν βλέπει ο καθένας μας καθαρά πως είναι. Ο μοναδικός αυτός καθρέφτης δόθηκε στους ανθρώπους για να βλέπουν μέσα του και να διαπιστώνουν την πνευματική τους κατάσταση. Μπροστά στο Χριστό βλέπει κάθε άνθρωπος, σαν σε πεντακάθαρο καθρέφτη, τον εαυτό του άρρωστο και άσχημο. Βλέπει όμως και την πρωταρχική εικόνα του – πώς ήταν κάποτε και πώς πρέπει να ξαναγίνει. Ο αμαρτωλός Ζακχαίος εξωτερικά ήταν υγιής, όμορφος. Όταν πήγε να γνωρίσει τον Κύριο Ιησού είδε τη φοβερή λέπρα του κι ένιωσε τον τρομερό πόνο, που δεν μπορεί να γιατρέψει κανένας επίγειος γιατρός, παρά μόνο ο Χριστός.

Το παράδειγμα του Ζακχαίου δείχνει τη λέπρα της πλεονεξίας και τη θεραπεία της.

Γεννήθηκε μέσα του η ανυποχώρητη επιθυμία να τον δει. Έσπρωξε τους ανθρώπους που ήταν ψηλότεροι από εκείνον για ν’ ανοίξει δρόμο, μα δεν μπόρεσε και τελικά σκαρφάλωσε σ’ ένα δέντρο για να εκπληρώσει την επιθυμία του.
Οι τελώνες λογαριάζονταν αμαρτωλοί άνθρωποι, ακάθαρτοι. Μαζεύοντας τους φόρους του κράτους, γέμιζαν και τις δικές τους τσέπες. Γι’ αυτό και τους τοποθετούσαν κοντά στους ειδωλολάτρες (βλ. Ματθ. ιη’ 17). Ο κοντόσωμος Ζακχαίος ήταν ένας απ’ αυτούς. Ήταν αρχιτελώνης, επομένως ήταν και πλούσιος. Γι’ αυτό λοιπόν τον περιφρονούσαν και τον φθονούσαν.

«Και ως ήλθεν επί τον τόπον, αναβλέψας ο Ιησούς είδεν αυτόν και είπε προς αυτόν• Ζακχαίε, σπεύσας κατάβηθι• σήμερον γαρ εν τω οίκω σου δει με μείναι» (Λουκ. ιθ’ 5). Από τα λόγια αυτά φαίνεται πως ως τη στιγμή εκείνη ο Ζακχαίος δεν είχε δει τον Κύριο. Ο Κύριος τον είδε πρώτος.

Πόσο διακριτικός είναι ο Κύριος και Θεός μας! Εκείνος μας βλέπει, ενώ εμείς δεν καταλαβαίνουμε τίποτα. Όταν τον αναζητούμε και κάνουμε πολλές προσπάθειες για να τον βρούμε και να τον δούμε, Εκείνος μας έχει ήδη δει. Όταν κατευθύνουμε την πνευματική μας ματιά προς Αυτόν αναζητώντας Τον, τότε θα εμφανιστεί και θα μας καλέσει με τ’ όνομά μας, να κατεβούμε από τα υψηλά και επικίνδυνα βράχια της λογικής και να διεισδύσουμε με την προσευχή στις καρδιές μας, στον αληθινό μας τόπο. Και τότε θα μας πει ο Κύριος: σήμερον εν τω οίκω σου δει με μείναι. Όταν ο νους του ανθρώπου κατεβεί στην καρδιά του κι εκεί βαπτιστεί στα δάκρυά του, προσπαθώντας να προσεγγίσει το Θεό, τότε η καρδιά γίνεται τόπος συνάντησης του Θεού με τον άνθρωπο. Αυτό είναι το πνευματικό νόημα της διήγησης του Ζακχαίου.

«Και σπεύσας κατέβη, και υπεδέξατο αυτόν χαίρων» (Λουκ. ιθ’ 6). Πώς να μη βιαστεί ο Ζακχαίος και να τρέξει προς τη φωνή που ανάσταινε νεκρούς, ηρεμούσε τους ανέμους, θεράπευε τους δαιμονισμένους και λύτρωνε τις καρδιές των αμαρτωλών που δάκρυζαν; Πώς να μην υποδεχτεί Εκείνον που επιθυμούσε έστω να τον δει λίγο από μακριά;

 

Έτσι αγαπάει ο Κύριος. Έτσι δίνει τα δώρα Του. Γέμισε ασφυχτικά τα δίχτυα των απογοητευμένων ψαράδων με ψάρια. Έθρεψε χιλιάδες πεινασμένους ανθρώπους στην έρημο, ώστε περίσσεψαν και πολλά κοφίνια με ψωμιά. Δεν έδινε μόνο τη σωματική υγεία, αλλά και την πνευματική, στους αρρώστους που του ζητούσαν να τους βοηθήσει. Δε συγχωρούσε κάποιες από τις αμαρτίες των αμαρτωλών, αλλά όλες. Έκανε από κάθε άποψη έργα βασιλικά, χορηγούσε βασιλική ευσπλαχνία, τά ‘δινε όλα με βασιλική αφθονία.
Το ίδιο έκανε και στην περίπτωση του Ζακχαίου. Ο αρχιτελώνης ήθελε μόνο να τον δει. Ο Κύριος όμως δεν τον περιόρισε εκεί. Τον κάλεσε πρώτος και μετά τον επισκέφτηκε στο σπίτι του. Έτσι συμπεριφερόταν ο Κύριος.

Προσέξτε τώρα τη συμπεριφορά των συνηθισμένων αμαρτωλών ανθρώπων, εκείνων που κομπάζουν με αυτοθαυμασμό και αυτοεκτίμηση: «Και ιδόντες πάντες διεγόγγυζον λέγοντες ότι παρά αμαρτωλώ ανδρί εισήλθε καταλύσαι» (Λουκ. ιθ’ 7). Είναι ανυπολόγιστη δυστυχία το γεγονός ότι η γλώσσα του ανθρώπου «προτρέχει της διανοίας του». Οι άνθρωποι αυτοί, που η ψυχή τους είχε κλίση προς την κακία κι ο νους τους ήταν αδύναμος, διαμαρτύρονταν, γόγγυζαν και παραπονούνταν, χωρίς να γνωρίζουν τις διαθέσεις του Κυρίου Ιησού, ούτε και την πιθανότητα να είχε αλλάξει ο αμαρτωλός Ζακχαίος, να είχε μετανοήσει.

Έτσι έκριναν τότε, έτσι κρίνουν και σήμερα όσοι έχουν σαρκική αντίληψη, αυτοί που κρίνουν από τα εξωτερικά σημεία και δε γνωρίζουν τα βάθη της ευσπλαχνίας του Θεού ή της καρδιάς του ανθρώπου. Ο Χριστός είπε αρκετές φορές πως στον κόσμο ήρθε για χάρη των αμαρτωλών, ιδιαίτερα μάλιστα των μεγάλων αμαρτωλών. Όπως ο γιατρός δεν επισκέπτεται τους υγιείς αλλά τους αρρώστους, έτσι κι ο Κύριος επισκέπτεται εκείνους που έχουν προσβληθεί από την αμαρτία, όχι τους δίκαιους. Στο ευαγγέλιο δεν αναφέρεται για την περίπτωση αυτή πώς ο Κύριος επισκέφτηκε στην Ιεριχώ κάποιον δίκαιο άνθρωπο, αλλά πώς βιάστηκε να επισκεφτεί το σπίτι του αμαρτωλού Ζακχαίου. Έτσι συμπεριφέρεται κάθε συνειδητός γιατρός στο νοσοκομείο. Επισκέπτεται αμέσως το κρεβάτι του πιο βαριά άρρωστου.

Ο κόσμος ολόκληρος αντιπροσωπεύει ένα μεγάλο νοσοκομείο, όπου νοσηλεύονται άρρωστοι άντρες και γυναίκες που τους έχει μολύνει η αμαρτία. Σε σύγκριση τώρα με το Χριστό, όλοι οι άνθρωποι είναι άρρωστοι. Είναι αδύναμοι σε σχέση με τη δύναμή Του· άσχημοι σε σύγκριση με το κάλλος Του. Ανάμεσα στους ανθρώπους όμως υπάρχουν οι άρρωστοι κι οι βαριά άρρωστοι, οι αδύνατοι κι οι πιο αδύνατοι, οι άσχημοι κι οι πιο άσχημοι. Οι πρώτοι λογαριάζονται υγιείς, οι τελευταίοι, αμαρτωλοί. Ο ουράνιος Ιατρός δεν ήρθε στον κόσμο για δική Του ικανοποίηση, αλλά για τη θεραπεία και τη σωτηρία των αρρώστων. Έτσι έτρεξε αμέσως σ’ εκείνον που είχε μολυνθεί περισσότερο. Γι’ αυτό το λόγο συνέτρωγε και συνέπινε με αμαρτωλούς, άφησε τους αμαρτωλούς να δακρύζουν στα πόδια Του και μπήκε στο σπίτι του Ζακχαίου.

Ο Ζακχαίος, τη στιγμή που ο Χριστός μπήκε στο σπίτι του, Η καρδιά του είχε αλλάξει σε μια στιγμή.

Είχε μετανοήσει για όλες τις αμαρτίες του κι η καρδιά του είχε αλλοιωθεί. Κι η αλλοίωση αυτή της καρδιάς του φαίνεται από τα παρακάτω λόγια του:

«Σταθείς δε Ζακχαίος είπε προς τον Κύριον· ιδού τα ήμιση των υπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοις πτωχοίς, και εί τινος εσυκοφάντησα, αποδίδωμι τετραπλούν» (Λουκ. ιθ’ 8). Του το ζήτησε αυτό κανείς; Όχι, κανένας. Ποιoς τoν κατηγόρησε πως είχε αδικήσει άλλους; Κανένας. Μπροστά στην παρουσία του πάναγνου κι αναμάρτητου Κυρίου, ο Ζακχαίος ένιωσε μόνος του την αμαρτία του. Η παρουσία αυτή τον διέγειρε και χωρίς λόγια κι εξηγήσεις προχώρησε σ’ αυτό το βήμα. Η καρδιά που μετανόησε δεν έχει ανάγκη από λόγια για να προσεγγίσει το Θεό. Ο Θεός αποκαλύπτει άμεσα στο μετανοημένο αμαρτωλό αυτό που πρέπει να κάνει. Φτάνει ο άνθρωπος να μετανοήσει για τις αμαρτίες του με την καρδιά του. Κι αμέσως τότε ο Θεός θα τον σηκώσει με τη δύναμή Του για να παρουσιάσει καρπούς μετανοίας. Ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος έδειξε στους ανθρώπους ολόκληρο το δρόμο της αληθινής μετάνοιας: «Μετανοείτε!» Κι αμέσως συνέχισε: «ποιήσατε ουν καρπόν άξιον μετανοίας» (Ματθ. γ΄ 2,8). Μπροστά μας τώρα έχουμε έναν αμαρτωλό που βαδίζει γρήγορα το δρόμο αυτό κι εφαρμόζει την εντολή.

Ο άνθρωπος δεν μπορεί να σωθεί από το πάθος αυτό από μόνος του, με τις δικές του προσπάθειες. Μόνο η παρουσία του Θεού, που προκαλεί ντροπή και φόβο στην καρδιά του ανθρώπου, και μαζί της η γνώση κάποιας αξίας μεγαλύτερης από το ασήμι και το χρυσό, μπορεί να το ξεπεράσει. Χωρίς την παρουσία του Χριστού ο Ζακχαίος θα είχε περάσει όλη τη ζωή του με τον ίδιο τρόπο, όπως όλοι οι τελώνες. Και θα είχε πεθάνει περιφρονημένος, καταραμένος και ξεχασμένος. Το όνομά του δε θα το βρίσκαμε γραμμένο στο ευαγγέλιο στη γη, ούτε και στη Βίβλο της Ζωής στον ουρανό. Η παρουσία του Κυρίου όμως διέγειρε την ψυχή του, που ως τότε την είχε νεκρώσει το πάθος της φιλαργυρίας, και τον έκανε καινούργιο άνθρωπο, αναγεννημένο κι αναστημένο. Αυτό είναι ένα αθάνατο μάθημα για όλους τους ανθρώπους, πως κανένας θνητός δεν μπορεί να σωθεί από την αμαρτία χωρίς τη βοήθεια του Κυρίου Ιησού.

Προσέξτε με ποιο τρόπο εξομολογήθηκε την αμαρτία του ο Ζακχαίος. Δεν είπε, «Κύριε, είμαι αμαρτωλός!» ή «αμαρτία μου είναι η φιλαργυρία!». Έδειξε πρώτα τους καρπούς της μετάνοιάς του κι έπειτα ομολόγησε την αμαρτία του: ιδού τα ήμιση των υπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοις πτωχοίς. Δεν είναι μια καθαρή ομολογία αυτή πως τα πλούτη ήταν το πάθος του; και εί τινος εσυκοφάντησα, αποδίδωμι τετραπλούν. Δεν είναι μια καθαρή ομολογία αυτή πως είχε αποκτήσει τα πλούτη του με άδικο τρόπο; Δεν είπε πριν απ’ αυτό πως «είμαι αμαρτωλός, Κύριε, μετανοώ». Αυτό το ομολόγησε στον Κύριο μυστικά, με την καρδιά του. Κι ο Κύριος δέχτηκε μυστικά την εξομολόγηση και τη μετάνοιά του. Για τον Κύριο αξίζει περισσότερο ν’ αναγνωρίσει ο άνθρωπος και να εξομολογηθεί την αμαρτία του και να ζητήσει βοήθεια με την καρδιά του, παρά να το πει αυτό με τη γλώσσα του. Η γλώσσα μπορεί και να ξεγελάσει, ν’ απατήσει, η καρδιά όμως όχι.

Μοίρασε αμέσως τη μισή περιουσία του στους φτωχούς. . Κατέβαλε κάθε προσπάθεια για ν’ αποδώσει δικαιοσύνη, να κάνει καλό στους άλλους και προσφέρθηκε ν’ αποζημιώσει στο τετραπλάσιο όλους εκείνους που αδίκησε. Έτσι είναι όλοι όσοι μετανοούν. Εύσπλαχνοι προς τους άλλους κι αυστηροί με τον εαυτό τους.
«Είπε δε προς αυτόν ο Ιησούς ότι σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο, καθότι και αυτός υιός Αβραάμ εστιν» (Λουκ. ιθ’ 9). Αυτή ήταν η απάντηση του Κυρίου Ιησού στο Ζακχαίο, σε ανταπόκριση της καρδιακής μετάνοιάς του, ως ανταπόδοση στην πνευματική χαρά και τους καρπούς μετανοίας που επέδειξε. Τα τελευταία λόγια,«ήλθε γαρ ο υιός του ανθρώπου ζητήσαι και σώσαι το απολωλός» (Λουκ. ιθ’ 10), ήταν η απάντηση του Χριστού στους σοφούς επικριτές που οργίστηκαν μαζί Του επειδή πήγε στο σπίτι του αμαρτωλού. Ενώ βάδιζαν το δρόμο προς το σπίτι του Ζακχαίου, ενώ γόγγυζαν και θρηνούσαν για την ακαταλληλότητα της επίσκεψης αυτής, ο Κύριος κρατούσε σιωπή, δε μιλούσε, απλά περίμενε. Τι περίμενε; Να δει τις καρδιές των ανθρώπων που γόγγιζαν και μεμψιμοιρούσαν με μίσος για τους ανθρώπους, καθώς και κείνην του μετανιωμένου Ζακχαίου, να εκτεθούν πλήρως στο φως της μέρας. Έδωσε τα ηνία στους δαίμονες της κακίας να φτάσουν στα όριά τους, ώστε η απώλειά τους να είναι καθαρή και προφανής.

 

Αυτός είναι ο δρόμος της νίκης του Θεού. Ο Θεός δε βιάζεται να δείξει την αδυναμία του πονηρού και τη δική Του δύναμη στην πρώτη αντίθεσή Του με τον πονηρό. Περιμένει να δει τον πονηρό να επαίρεται στους ουρανούς κι έπειτα να σκορπίζεται η δύναμή του στη στιγμή.

Τόσο αδύναμος είναι μπροστά στον παντοδύναμο ο πονηρός, ώστε αν ο Θεός δεν του επέτρεπε να ενεργεί σε κάποιο βαθμό κι έπειτα να περιορίζεται πάλι, οι άνθρωποι δε θ’ αποκτούσαν ποτέ καθαρή εικόνα για τη μεγαλοσύνη Του. Ο Θεός άφησε τις δυνάμεις της κόλασης και της γης να ενεργήσουν στο Γολγοθά, ώστε ν’ αποδείξει μετά και στις δυο αυτές δυνάμεις την ακατανίκητη δύναμή Του.

Την ίδια μέθοδο χρησιμοποίησε και στην περίπτωση του Ζακχαίου ο Κύριος. Αρχικά πήγε στο σπίτι του. Οι θορυβοποιοί ξέσπασαν σε φωνές, οι γογγυστές γόγγυζαν, οι εμπαίζοντες ενέπαιξαν. Εκείνος όμως έμεινε ήρεμος κι ατάραχος κι ακολούθησε το δρόμο Του. Μπήκε στο σπίτι του Ζακχαίου. Οι αυτοθεωρούμενοι δίκαιοι έμειναν έξω από το κατώφλι του σπιτιού του αμαρτωλού, από φόβο μη μιανθούν. Οι θορυβοποιοί εξακολούθησαν να θορυβούν όλο και πιο δυνατά, οι γογγυστές να γογγύζουν κι οι περιπαίζοντες να περιπαίζουν. Ο θρίαμβος της κακίας έφτασε στο απόγαιό του. Όλοι οι εναντίοι είχαν πειστεί πως είχαν απόλυτα δικαιωθεί, πως ο Χριστός είχε νικηθεί. Εκείνοι γνώριζαν το Ζακχαίο, ενώ ο Χριστός δεν τον ήξερε. Εκείνοι τηρούσαν πιστά το Νόμο, ενώ ο Χριστός τον αθετούσε, αφού πέρασε το κατώφλι του σπιτιού του αμαρτωλού. Εκείνοι δεν μπορούσαν ν’ απατηθούν, ενώ ο Χριστός μπορούσε. Και απατήθηκε.

Οι εχθροί Του έφτασαν έτσι αβίαστα και λογικά στο συμπέρασμα, πως ο Χριστός ούτε αληθινός διδάσκαλος ήταν, ούτε προφήτης, ούτε Μεσσίας… Αυτό που πέτυχαν οι εχθροί Του ήταν ν’ ανυψώσουν την κακία τους στον ουρανό. Ο Χριστός πρόσεχε λιγότερο αυτή την ετερογενή και μοχθηρή μάζα και περισσότερο την ανανεωμένη καρδιά του Ζακχαίου. Περίμενε να τελειώσουν όλ’ αυτά και μετά θα μιλούσε. Όταν η μοχθηρία είχε φτάσει στον ουρανό κι η σκληρή κρούστα της μούχλας είχε ξεφύγει από τις φθαρμένες καρδιές των αμαρτωλών, τότε ο Ζακχαίος άνοιξε το στόμα του κι είπε λόγια, που μόνο από το Χριστό θα περίμενε κανείς ν’ ακούσει: ιδού τα ημίση των υπαρχόντων μου, Κύριε, δίδωμι τοις πτωχοίς. Αυτός ήταν ένας ξαφνικός κεραυνός που ξέσκισε τα σύννεφα.

Πόσο ταπεινός και πράος είναι ο Κύριος! Όπως σε προηγούμενες περιπτώσεις, έτσι και τώρα στέκεται σαν το άκακο αρνί μπροστά σε ανθρώπους που αόρατοι λύκοι τους έχουν κάνει πονηρούς. Πόσο σίγουρος, πόσο ήρεμος είναι στη νίκη Του, τώρα όπως και πάντα. Περιμένει πολύ ειρηνικά την κατάλληλη στιγμή. Κι όταν αυτή έρθει, στρέφεται στον άρρωστο άνθρωπο, που για χάρη του άλλαξε δρόμο και πήγε στο σπίτι του. Σήμερον σωτηρία τω οίκω τούτω εγένετο.
Με τα λόγια αυτά ο ουράνιος Θεραπευτής βεβαιώνει τον άρρωστο πως η υγεία του αποκαταστάθηκε.

Τώρα μπορεί να βαδίζει ελεύθερα στο δρόμο της δικαιοσύνης και του ελέους. Για να πείσει καθαρότερα όμως και τους άλλους που παρευρίσκονταν εκεί, ο Κύριος πρόσθεσε: καθότι και αυτός υιός Αβραάμ εστιν. Αληθινός υιός Αβραάμ κατά πνεύμα και κατ’ αλήθεια, όχι μόνο στο όνομα και το αίμα, σαν τους άλλους που περηφανεύονταν ότι ήταν υιοί Αβραάμ μόνο κατ’ όνομα, επειδή προέρχονταν από εκείνον.

Ο Αβραάμ αγαπούσε το συνάνθρωπό του κι είχε φόβο Θεού. Ήταν φιλόξενος, πιστός, δεν ήταν φιλάργυρος, αναπαυόταν στο πνεύμα του Θεού. Κι ο Ζακχαίος έγινε ένας άλλος Αβραάμ. Με τα μεγάλα και καλά έργα του ο Αβραάμ, έγινε προπάτορας όλων των δικαίων. Με τη μετάνοιά του ο Ζακχαίος έγινε γνήσιος απόγονός του, πνευματικός γιός του. Αυτό το αποκάλυψε ο Κύριος για να παρηγορήσει το Ζακχαίο και να προβληματίσει τους εχθρούς του.

Στα τελευταία αυτά λόγια Του πρόσθεσε ο Κύριος: ήλθε γαρ ο υιός του ανθρώπου ζητήσαι και σώσαι το απολωλός. Ήρθε για ν’ αναζητήσει τους αμαρτωλούς εκείνους που δεν τους αναζητεί κανένας, που όλοι τους απορρίπτουν. Ήρθε να σώσει αυτούς που τόσο ο κόσμος όσο κι οι ίδιοι λογαριάζουν χαμένους. Ο Μεγάλος Ήρωας δεν κατέβηκε από τον ουρανό για να θεραπεύσει εκείνους που υποφέρουν από κάποιο κρυοματάκι, αλλά για να σώσει τους λεπρούς και τους τυφλούς, τους δαιμονισμένους και τους παράλυτους, ν’ αναστήσει νεκρούς από τους τάφους τους. Είχε πει σε μια άλλη περίπτωση ο Κύριος: «Ου γαρ ήλθον καλέσαι δικαίους, αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν» (Ματθ. θ’ 13).

***

Αδελφοί μου! Συνειδητοποιείτε ότι τα παραπάνω λόγια εφαρμόζονται σε μας; Προσέξτε τον κοντόσωμο Ζακχαίο. Στη μεγάλη του επιθυμία για να δει τον Κύριο, έγινε μέγας. Ο Χριστός προσεγγίζει κι εμάς τώρα όπως τότε το Ζακχαίο, περιτριγυρισμένος από πλήθη λαού, εν’ αμέτρητο πλήθος από δίκαιους και κατήγορους. Ολόκληρη η ιστορία του ανθρώπου τα τελευταία δύο χιλιάδες χρόνια ορύεται εναντίον Του, γύρω Του, μας κατακλύζει. Δεν ακούτε το μούγκρισμα, το βρυχηθμό της; Σέρνει πάνω της ολόκληρο το παρελθόν και το ακουμπάει δίπλα σου. Κι ανάμεσα στο πλήθος των πολλών εκατομμυρίων, βαδίζει ο ταπεινός Κύριος και Σωτήρας μας. Ας σπεύσουμε λοιπόν, ας ανεβούμε ψηλά για να δούμε τον Κύριο. Τίποτ’ άλλο απ’ όσα έχουν υπάρξει ή υπάρχουν, δεν είναι άξια προσοχής. Ας σηκωθούμε από τη λάσπη του δρόμου που βαδίζαμε ως τώρα. Ας σκαρφαλώσουμε σ’ ένα ψηλό δέντρο. Εκείνος θα έρθει να μας συναντήσει. Μακάριος είναι αυτός που θα τον καλέσει η γλυκύτατη φωνή Του. Η φωνή που τη γλυκύτητά της απολαμβάνουν οι άγγελοι μέχρι πλησμονής.

Η μετάνοια είναι πραγματικά το πρώτο σκαλί της κλίμακας που μας οδηγεί στη βασιλεία, του Θεού, είναι ο πρώτος και μοναδικός τρόπος για να κρούσει κανείς την πόρτα του ουρανού. Χτύπα την πόρτα όμως και θα σου ανοίξει. Σ’ όλους αυτούς που μετανοούν κι αγωνίζονται να δουν τον Κύριο, φανερώνεται. Και σ’ εκείνους που φανερώνεται, αποκαλύπτει όλα τα μυστήρια του ουρανού και της γης, όλες τις αμέτρητες και σταθερές ευλογίες που παρέχει ο Θεός, αυτές που έχει προετοιμάσει από καταβολής κόσμου γι’ αυτούς που τον αγαπούν.

(Αποσπάσματα από το βιβλίο «ΚΥΡΙΑΚΟΔΡΟΜΙΟ Γ’ – ΟΜΙΛΙΕΣ ΣΤ’ Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς», Επιμέλεια – Μετάφραση: Πέτρος Μπότσης, Αθήνα 2014)

https://iconandlight.wordpress.com