Διηγείται
ο π. Νικόλαος για τη γνωριμία του με τον Γέροντα: «Εγώ τον π. Γαβριήλ
δεν τον γνώρισα τώρα. Από τα παιδικά μου χρόνια με ακολουθεί χωρίς να το
καταλαβαίνω. Θυμάμαι πως στο Μπατούμι, εκεί που μεγάλωσα, τριγύριζε
ένας ζητιάνος. Ήταν πολύ παράξενος. Τα παιδιά τρέχαμε από πίσω του και
τον φωνάζαμε "Άγγελο". Μια φορά τον είδα μπροστά στο σπίτι μου και μου
είπε ότι εγώ δεν θα παντρευτώ. Τότε θύμωσα. "Αλλιώς γυναίκα σου θα είναι
η τάδε", και μου είπε το όνομα μιας συμμαθήτριας μου που ήταν πολύ
άσχημη. Έπειτα, το καλοκαίρι, που ήμουν μόνος στο σπίτι του θείου μου
στο Τσαγβέρι, ήρθε ένας ζητιάνος και μου ζήτησε την εικόνα που είχε ο
θείος μου κρεμασμένη στον τοίχο. Του την έδωσα. Αργότερα, όταν έγινα
μοναχός, είδα αυτή την εικόνα κρεμασμένη στο κελί του π. Γαβριήλ