Του Νεκτάριου Δαπέργολα
Διδάκτορος Ιστορίας
Εδώ και χρόνια ο τόπος μας βουλιάζει ολοένα και πιο βαθιά μες στην απόγνωση. Δεκάδες κυβερνήσεις ήρθαν και έφυγαν, υποθηκεύοντας υλικά το μέλλον της χώρας και κυρίως υλοποιώντας μεθοδικά το βασικό έργο τους, δηλαδή την πνευματική διάλυση αυτού του λαού, μέσα από το επί δεκαετίες συστηματικό ξεχαρβάλωμα των αξιών του, της πίστης, της γλώσσας και της παιδείας του. Ενός λαού που περνά πια τραγικές στιγμές, όχι μόνο λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά πρωτίστως επειδή με κατεστραμμένη την ιστορική του μνήμη, εθνικά απονευρωμένος και θρησκευτικά αποχρωματισμένος, έχει εν πολλοίς χάσει πια τα πνευματικά του αντισώματα, αυτά που του επέτρεπαν να επιβιώνει και να αναγεννιέται σε οικονομικά ή πολιτικά πολύ χειρότερους από τον σημερινό καιρούς. Κι έχει απομείνει χαμένος μέσα στις αυταπάτες «εκσυγχρονιστικών» ειδώλων και οραμάτων ψευτοευμάρειας (που ακόμη και τώρα τον στοιχειώνουν, παρά την προϊούσα φτωχοποίηση), αποστερημένος από τα πιο ζωτικά δομικά στοιχεία της ίδιας του της ταυτότητας, σε πλήρη αποστασία από τον Θεό, παραζαλισμένος κι αλλοπρόσαλλος, εθισμένος πλέον στο να καταπίνει αμάσητους τόνους από νεοταξίτικα «προοδευτικά» σκουπίδια, βουλιάζοντας καθημερινά στην ανοησία, την ασυναρτησία και τη σύγχυση.
Και ειδικά βέβαια κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα, η επίθεση που δέχεται αυτός ο πάλαι ποτέ ορθόδοξος λαός έχει κλιμακωθεί δραματικά, με αιχμή του δόρατος μία μηδενιστική, εκκλησιομάχο κι ελληνοφοβική δράκα ανθρώπων, που - προφανέστατα ως κάποιο είδος σκληρού πνευματικού κανόνα - επέτρεψε ο Θεός να βρεθεί ξαφνικά (κυριολεκτικά εκ του μη όντος) στη διακυβέρνηση της πατρίδας. Μια πραγματικά εφιαλτική δράκα που επιτάχυνε τον κατήφορο των τελευταίων δεκαετιών και κορύφωσε τη σκληρή δοκιμασία. Κι όλα αυτά μάλιστα την ίδια εποχή που κλιμακώνεται και μία άλλη δοκιμασία (ίσως όχι τόσο ορατή για τα μάτια των πολλών, αλλά εξίσου - ή και περισσότερο - σοβαρή και επικίνδυνη): η σκληρή δοκιμασία της πίστης και του φρονήματός μας, με μια συντονισμένη εκστρατεία που έχει στόχο να νοθεύσει, να μαγαρίσει και να εξουδετερώσει μέσα στον βάλτο της οικουμενιστικής πλάνης και όσους δεν εγκατέλειψαν τον Θεό και κράτησαν μέσα τους ζωντανή τη λάμψη της ορθόδοξης ιδιοπροσωπείας μας. Μια δοκιμασία θανάσιμα επικίνδυνη, όχι μόνο πνευματικά, αλλά και από κάθε άλλη βέβαια άποψη (μια που εμείς τουλάχιστον το ξέρουμε καλά το πώς λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι και ποιες επιπτώσεις μπορούν να έχουν και στις εθνικές και στις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις έως και σ’ αυτές ακόμη τις πλέον υλικές καθημερινές μας δραστηριότητες).
Κανένα όραμα λοιπόν πλέον δεν δείχνει να υπάρχει, κανένα στήριγμα δεν διαφαίνεται από πουθενά - και φυσικά απολύτως τίποτε για να εμπνεύσει πια αυτόν τον λαό και να τον καθοδηγήσει, αφού κι όλες οι λογής ηγεσίες του (πολιτικές, οικονομικές και πνευματικές) βουλιάζουν κι αυτές βαθιά μέσα στον οχετό της διαφθοράς και της εξάρτησης ή στη δυσωδία της εκκοσμίκευσης και της οικουμενιστικής γάγγραινας. Κι απομείναμε να παρακολουθούμε παθητικά τηλεσκουπίδια και να αναμηρυκάζουμε ανοησίες, την ώρα που η ζωή κι ο τόπος μας ξεπουλιούνται ξετσίπωτα, η ορθόδοξη πίστη μας (δηλαδή το μόνο εχέγγυο της σωτηρίας της ψυχής μας) καταδιώκεται και νοθεύεται, οι ελάχιστοι υπερασπιστές της διώκονται κι εξουθενώνονται και ενώ ακόμη η πατρίδα μας διαλύεται κοινωνικά και δημογραφικά και τα αρπακτικά βλέμματα ορκισμένων εχθρών γίνονται ολοένα και πιο απειλητικά στα βόρεια και τα ανατολικά σύνορά μας. Ακόμη όμως κι αν κάτι έχει απομείνει μέσα σε πολλούς από εμάς να αναρριπίζει, κάποια ίχνη φιλοπατρίας κι εθνικής αξιοπρέπειας ζωντανά, κάτι που να μπορεί ακόμη να μας προκαλεί οργή για όσα εκτυλίσσονται ή και τάση αντίδρασης (τα πρόσφατα π.χ. συλλαλητήρια για τη Μακεδονία το έχουν όντως δείξει αυτό), είναι όμως κι αυτό κάτι πρωτόλειο, ασχημάτιστο και συγκεχυμένο, χωρίς πραγματικό στόχο και προσανατολισμό, χωρίς αυτοσυνειδησία και κυρίως χωρίς τη δυνατότητα να οδηγήσει από μόνο του σε πραγματικές οδούς αναδημιουργίας και αναγέννησης.
Υπό τις συνθήκες αυτές, είναι μάλλον φανερό πως η κατάσταση ανθρωπίνως δεν είναι αναστρέψιμη πια. Βρισκόμαστε στο μακράν χειρότερο σημείο της μακραίωνης Ιστορίας μας, στο έσχατο σημείο της πνευματικής παρακμής μας. Και αυτό είναι ξεκάθαρο πως δεν μπορεί να αλλάξει, παρά μόνο με κάποιο μεγάλο θαύμα. Κάποια μεγάλη άνωθεν παρέμβαση που θα ανακόψει την ελεύθερη πτώση μας στην άβυσσο, που θα σταματήσει αυτή την τραγική πορεία του λαού μας προς το ιστορικό του Τέλος. Ζητείται επειγόντως ένα θαύμα λοιπόν…
Αυτό το θαύμα όμως δεν είναι τόσο απλό να γίνει. Όχι ασφαλώς γιατί δεν μπορεί να γίνει, ούτε επειδή δεν το θέλει ο Θεός. Άλλος είναι ο λόγος - και αυτόν τον φανερώνει με ενάργεια το περιστατικό από το Ευαγγέλιο, όπου εμφανίζεται ο Χριστός να επισκέπτεται τη Ναζαρέτ για να κηρύξει. Οι συντοπίτες του όμως δεν τον αποδέχθηκαν, τον αντιμετώπισαν με εχθρική δυσπιστία και γι’ αυτό δεν μπόρεσε εκεί να κάνει κανένα μεγάλο θαύμα, εκτός από τη θεραπεία ελάχιστων αρρώστων, και έφυγε στενοχωρημένος: «καὶ οὐκ ἠδύνατο ἐκεῖ οὐδεμίαν δύναμιν ποιῆσαι, εἰ μὴ ὀλίγοις ἀῤῥώστοις ἐπιθεὶς τὰς χεῖρας ἐθεράπευσε. καὶ ἐθαύμαζε διὰ τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν» (Μαρκ. 6.5-6).
Και αυτό το εύγλωττο συμβάν δεν σημαίνει βέβαια πως ο Χριστός δεν είχε πραγματικά τη δύναμη να θαυματουργήσει. Αποδεικνύει όμως ξεκάθαρα ότι το θαύμα, για να συντελεστεί, απαιτεί όχι μόνο τη θεία ενέργεια, αλλά και την ανθρώπινη συναίνεση, δηλαδή την πίστη και την επιθυμία του ανθρώπου. Γιατί αν ο Θεός θαυματουργούσε χωρίς αυτά, θα παραβίαζε πολύ απλά την ελευθερία του - κι έτσι, ενώ τον έπλασε για να έχει το αυτεξούσιον και εθελότρεπτον, τότε ουσιαστικά θα τον κατέστρεφε.
Σε αυτό λοιπόν το σημείο βρισκόμαστε σήμερα, λίγο μετά την είσοδό μας στη Μεγάλη Σαρακοστή. Το θαύμα που θα σώσει τον λαό μας μπορεί να πραγματοποιηθεί, αλλά μόνο με τη δική του βούληση και συνέργεια. Δεν θα μας σώσουν από μόνες τους ούτε οι προφητείες των αγίων (άδηλο και κρύφιο το πότε και το πώς ακριβώς θα εκπληρωθούν), ούτε η αγιασμένη γη μας (μια γη γεμάτη κόκαλα αγίων και ποτισμένη με το αίμα χιλιάδων μαρτύρων και ηρώων, που όμως πλέον από πνευματικής πλευράς τη βρωμίζουμε και την προδίδουμε καθημερινά), ούτε και το ότι υπήρξαμε κάτι σαν περιούσιος λαός επί αιώνες (γιατί οι βουλές του Θεού μπορούν να αλλάζουν και, πέραν της αγάπης Του, υπάρχει και το ενδεχόμενο της οργής Του - είναι άλλωστε ήδη άξιον απορίας ποια απερινόητη μεγαλοθυμία Του μάς κρατάει ακόμα και δεν μας έχει ήδη καταποντίσει οριστικά μες στ’ αποκαΐδια της αθλιότητάς μας). Το πιο βασικό απ’ όλα είναι να αναρωτηθούμε αν μας αξίζει να σωθούμε, σε αυτές τις εσχατιές της παρακμής που έχουμε καταντήσει, και φυσικά αν θέλουμε να σωθούμε. Η απάντηση και στα δύο αυτά ερωτήματα είναι μία. Και λέγεται μετάνοια. Μετάνοια ειλικρινής και ολοκληρωτική. Αυτή θα είναι η δική μας συνέργεια και συμμετοχή.
Και φυσικά να ξεκαθαρίσουμε ότι μετάνοια δεν σημαίνει ούτε παθητικότητα, ούτε αδράνεια όσον αφορά τις εν τω κόσμω δραστηριότητές μας. Ο Θεός δεν μας θέλει παθητικούς, να τα περιμένουμε όλα άνωθεν - και αυτό που έλεγαν οι αρχαίοι (για το «συν Αθηνά και χείρα κίνει») ισχύει απολύτως και για μας. Θα πολεμήσουμε λοιπόν και μέσα στον κόσμο, με όποιες κοινωνικές, πολιτικές ή άλλες δράσεις μπορούμε, γιατί απλούστατα είναι τέτοια η πολιτική και πνευματική λαίλαπα μέσα στην οποία βρισκόμαστε, που κανείς δεν έχει πλέον το δικαίωμα να παραμένει αδρανής. Όλες όμως οι πράξεις μας, για να έχουν αποτέλεσμα, μπορεί να γίνουν μόνο συν Θεώ. Μόνο με το αυτεπίγνωτον της αθλιότητάς μας, μόνο με την οριστική ταφή του ελεεινού πτώματος μέσα μας, μόνο με το κλάμα της ειλικρινούς επιστροφής μας, μόνο με την επίκληση του ελέους Του. Και βέβαια μόνο με τον αγώνα διαφύλαξης της πίστης μας από τους προβατόσχημους λύκους που μάχονται λυσσαλέα για να βυθίσουν τον λαό μας στην πλάνη της παναίρεσης. Είναι ξεκάθαρο για όσους έχουν οφθαλμούς οράν και νουν συνιέναι ότι μόνο έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε πια. Σε κάθε άλλη περίπτωση, οι καιροί μας τελειώνουν πλέον κάπου εδώ. Και ό,τι επί αιώνες χτίσαμε, κινδυνεύει θανάσιμα να χαθεί σε λίγο οριστικά μαζί μας μες στα συντρίμμια.
Ελλάδα 2018. Τα μαύρα σύννεφα πυκνώνουν συνεχώς πάνω από την καθημαγμένη και καταρρέουσα χώρα, κάνοντας ολοένα και πιο ορατά τα σημεία των καιρών. Μέρες ζοφερές και ταραγμένες ανοίγονται μπροστά μας, με μια και μόνη ελπίδα να αχνοφέγγει μες στον ορυμαγδό. Είναι όμως ελπίδα ζήδωρη και πανσθενής, ικανή να μας ξαναβγάλει στη λιακάδα.
Ο έχων νουν ψηφισάτω…
https://kostasxan.blogspot.com/Διδάκτορος Ιστορίας
Εδώ και χρόνια ο τόπος μας βουλιάζει ολοένα και πιο βαθιά μες στην απόγνωση. Δεκάδες κυβερνήσεις ήρθαν και έφυγαν, υποθηκεύοντας υλικά το μέλλον της χώρας και κυρίως υλοποιώντας μεθοδικά το βασικό έργο τους, δηλαδή την πνευματική διάλυση αυτού του λαού, μέσα από το επί δεκαετίες συστηματικό ξεχαρβάλωμα των αξιών του, της πίστης, της γλώσσας και της παιδείας του. Ενός λαού που περνά πια τραγικές στιγμές, όχι μόνο λόγω της οικονομικής κρίσης, αλλά πρωτίστως επειδή με κατεστραμμένη την ιστορική του μνήμη, εθνικά απονευρωμένος και θρησκευτικά αποχρωματισμένος, έχει εν πολλοίς χάσει πια τα πνευματικά του αντισώματα, αυτά που του επέτρεπαν να επιβιώνει και να αναγεννιέται σε οικονομικά ή πολιτικά πολύ χειρότερους από τον σημερινό καιρούς. Κι έχει απομείνει χαμένος μέσα στις αυταπάτες «εκσυγχρονιστικών» ειδώλων και οραμάτων ψευτοευμάρειας (που ακόμη και τώρα τον στοιχειώνουν, παρά την προϊούσα φτωχοποίηση), αποστερημένος από τα πιο ζωτικά δομικά στοιχεία της ίδιας του της ταυτότητας, σε πλήρη αποστασία από τον Θεό, παραζαλισμένος κι αλλοπρόσαλλος, εθισμένος πλέον στο να καταπίνει αμάσητους τόνους από νεοταξίτικα «προοδευτικά» σκουπίδια, βουλιάζοντας καθημερινά στην ανοησία, την ασυναρτησία και τη σύγχυση.
Και ειδικά βέβαια κατά το τελευταίο χρονικό διάστημα, η επίθεση που δέχεται αυτός ο πάλαι ποτέ ορθόδοξος λαός έχει κλιμακωθεί δραματικά, με αιχμή του δόρατος μία μηδενιστική, εκκλησιομάχο κι ελληνοφοβική δράκα ανθρώπων, που - προφανέστατα ως κάποιο είδος σκληρού πνευματικού κανόνα - επέτρεψε ο Θεός να βρεθεί ξαφνικά (κυριολεκτικά εκ του μη όντος) στη διακυβέρνηση της πατρίδας. Μια πραγματικά εφιαλτική δράκα που επιτάχυνε τον κατήφορο των τελευταίων δεκαετιών και κορύφωσε τη σκληρή δοκιμασία. Κι όλα αυτά μάλιστα την ίδια εποχή που κλιμακώνεται και μία άλλη δοκιμασία (ίσως όχι τόσο ορατή για τα μάτια των πολλών, αλλά εξίσου - ή και περισσότερο - σοβαρή και επικίνδυνη): η σκληρή δοκιμασία της πίστης και του φρονήματός μας, με μια συντονισμένη εκστρατεία που έχει στόχο να νοθεύσει, να μαγαρίσει και να εξουδετερώσει μέσα στον βάλτο της οικουμενιστικής πλάνης και όσους δεν εγκατέλειψαν τον Θεό και κράτησαν μέσα τους ζωντανή τη λάμψη της ορθόδοξης ιδιοπροσωπείας μας. Μια δοκιμασία θανάσιμα επικίνδυνη, όχι μόνο πνευματικά, αλλά και από κάθε άλλη βέβαια άποψη (μια που εμείς τουλάχιστον το ξέρουμε καλά το πώς λειτουργούν οι πνευματικοί νόμοι και ποιες επιπτώσεις μπορούν να έχουν και στις εθνικές και στις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις έως και σ’ αυτές ακόμη τις πλέον υλικές καθημερινές μας δραστηριότητες).
Κανένα όραμα λοιπόν πλέον δεν δείχνει να υπάρχει, κανένα στήριγμα δεν διαφαίνεται από πουθενά - και φυσικά απολύτως τίποτε για να εμπνεύσει πια αυτόν τον λαό και να τον καθοδηγήσει, αφού κι όλες οι λογής ηγεσίες του (πολιτικές, οικονομικές και πνευματικές) βουλιάζουν κι αυτές βαθιά μέσα στον οχετό της διαφθοράς και της εξάρτησης ή στη δυσωδία της εκκοσμίκευσης και της οικουμενιστικής γάγγραινας. Κι απομείναμε να παρακολουθούμε παθητικά τηλεσκουπίδια και να αναμηρυκάζουμε ανοησίες, την ώρα που η ζωή κι ο τόπος μας ξεπουλιούνται ξετσίπωτα, η ορθόδοξη πίστη μας (δηλαδή το μόνο εχέγγυο της σωτηρίας της ψυχής μας) καταδιώκεται και νοθεύεται, οι ελάχιστοι υπερασπιστές της διώκονται κι εξουθενώνονται και ενώ ακόμη η πατρίδα μας διαλύεται κοινωνικά και δημογραφικά και τα αρπακτικά βλέμματα ορκισμένων εχθρών γίνονται ολοένα και πιο απειλητικά στα βόρεια και τα ανατολικά σύνορά μας. Ακόμη όμως κι αν κάτι έχει απομείνει μέσα σε πολλούς από εμάς να αναρριπίζει, κάποια ίχνη φιλοπατρίας κι εθνικής αξιοπρέπειας ζωντανά, κάτι που να μπορεί ακόμη να μας προκαλεί οργή για όσα εκτυλίσσονται ή και τάση αντίδρασης (τα πρόσφατα π.χ. συλλαλητήρια για τη Μακεδονία το έχουν όντως δείξει αυτό), είναι όμως κι αυτό κάτι πρωτόλειο, ασχημάτιστο και συγκεχυμένο, χωρίς πραγματικό στόχο και προσανατολισμό, χωρίς αυτοσυνειδησία και κυρίως χωρίς τη δυνατότητα να οδηγήσει από μόνο του σε πραγματικές οδούς αναδημιουργίας και αναγέννησης.
Υπό τις συνθήκες αυτές, είναι μάλλον φανερό πως η κατάσταση ανθρωπίνως δεν είναι αναστρέψιμη πια. Βρισκόμαστε στο μακράν χειρότερο σημείο της μακραίωνης Ιστορίας μας, στο έσχατο σημείο της πνευματικής παρακμής μας. Και αυτό είναι ξεκάθαρο πως δεν μπορεί να αλλάξει, παρά μόνο με κάποιο μεγάλο θαύμα. Κάποια μεγάλη άνωθεν παρέμβαση που θα ανακόψει την ελεύθερη πτώση μας στην άβυσσο, που θα σταματήσει αυτή την τραγική πορεία του λαού μας προς το ιστορικό του Τέλος. Ζητείται επειγόντως ένα θαύμα λοιπόν…
Αυτό το θαύμα όμως δεν είναι τόσο απλό να γίνει. Όχι ασφαλώς γιατί δεν μπορεί να γίνει, ούτε επειδή δεν το θέλει ο Θεός. Άλλος είναι ο λόγος - και αυτόν τον φανερώνει με ενάργεια το περιστατικό από το Ευαγγέλιο, όπου εμφανίζεται ο Χριστός να επισκέπτεται τη Ναζαρέτ για να κηρύξει. Οι συντοπίτες του όμως δεν τον αποδέχθηκαν, τον αντιμετώπισαν με εχθρική δυσπιστία και γι’ αυτό δεν μπόρεσε εκεί να κάνει κανένα μεγάλο θαύμα, εκτός από τη θεραπεία ελάχιστων αρρώστων, και έφυγε στενοχωρημένος: «καὶ οὐκ ἠδύνατο ἐκεῖ οὐδεμίαν δύναμιν ποιῆσαι, εἰ μὴ ὀλίγοις ἀῤῥώστοις ἐπιθεὶς τὰς χεῖρας ἐθεράπευσε. καὶ ἐθαύμαζε διὰ τὴν ἀπιστίαν αὐτῶν» (Μαρκ. 6.5-6).
Και αυτό το εύγλωττο συμβάν δεν σημαίνει βέβαια πως ο Χριστός δεν είχε πραγματικά τη δύναμη να θαυματουργήσει. Αποδεικνύει όμως ξεκάθαρα ότι το θαύμα, για να συντελεστεί, απαιτεί όχι μόνο τη θεία ενέργεια, αλλά και την ανθρώπινη συναίνεση, δηλαδή την πίστη και την επιθυμία του ανθρώπου. Γιατί αν ο Θεός θαυματουργούσε χωρίς αυτά, θα παραβίαζε πολύ απλά την ελευθερία του - κι έτσι, ενώ τον έπλασε για να έχει το αυτεξούσιον και εθελότρεπτον, τότε ουσιαστικά θα τον κατέστρεφε.
Σε αυτό λοιπόν το σημείο βρισκόμαστε σήμερα, λίγο μετά την είσοδό μας στη Μεγάλη Σαρακοστή. Το θαύμα που θα σώσει τον λαό μας μπορεί να πραγματοποιηθεί, αλλά μόνο με τη δική του βούληση και συνέργεια. Δεν θα μας σώσουν από μόνες τους ούτε οι προφητείες των αγίων (άδηλο και κρύφιο το πότε και το πώς ακριβώς θα εκπληρωθούν), ούτε η αγιασμένη γη μας (μια γη γεμάτη κόκαλα αγίων και ποτισμένη με το αίμα χιλιάδων μαρτύρων και ηρώων, που όμως πλέον από πνευματικής πλευράς τη βρωμίζουμε και την προδίδουμε καθημερινά), ούτε και το ότι υπήρξαμε κάτι σαν περιούσιος λαός επί αιώνες (γιατί οι βουλές του Θεού μπορούν να αλλάζουν και, πέραν της αγάπης Του, υπάρχει και το ενδεχόμενο της οργής Του - είναι άλλωστε ήδη άξιον απορίας ποια απερινόητη μεγαλοθυμία Του μάς κρατάει ακόμα και δεν μας έχει ήδη καταποντίσει οριστικά μες στ’ αποκαΐδια της αθλιότητάς μας). Το πιο βασικό απ’ όλα είναι να αναρωτηθούμε αν μας αξίζει να σωθούμε, σε αυτές τις εσχατιές της παρακμής που έχουμε καταντήσει, και φυσικά αν θέλουμε να σωθούμε. Η απάντηση και στα δύο αυτά ερωτήματα είναι μία. Και λέγεται μετάνοια. Μετάνοια ειλικρινής και ολοκληρωτική. Αυτή θα είναι η δική μας συνέργεια και συμμετοχή.
Και φυσικά να ξεκαθαρίσουμε ότι μετάνοια δεν σημαίνει ούτε παθητικότητα, ούτε αδράνεια όσον αφορά τις εν τω κόσμω δραστηριότητές μας. Ο Θεός δεν μας θέλει παθητικούς, να τα περιμένουμε όλα άνωθεν - και αυτό που έλεγαν οι αρχαίοι (για το «συν Αθηνά και χείρα κίνει») ισχύει απολύτως και για μας. Θα πολεμήσουμε λοιπόν και μέσα στον κόσμο, με όποιες κοινωνικές, πολιτικές ή άλλες δράσεις μπορούμε, γιατί απλούστατα είναι τέτοια η πολιτική και πνευματική λαίλαπα μέσα στην οποία βρισκόμαστε, που κανείς δεν έχει πλέον το δικαίωμα να παραμένει αδρανής. Όλες όμως οι πράξεις μας, για να έχουν αποτέλεσμα, μπορεί να γίνουν μόνο συν Θεώ. Μόνο με το αυτεπίγνωτον της αθλιότητάς μας, μόνο με την οριστική ταφή του ελεεινού πτώματος μέσα μας, μόνο με το κλάμα της ειλικρινούς επιστροφής μας, μόνο με την επίκληση του ελέους Του. Και βέβαια μόνο με τον αγώνα διαφύλαξης της πίστης μας από τους προβατόσχημους λύκους που μάχονται λυσσαλέα για να βυθίσουν τον λαό μας στην πλάνη της παναίρεσης. Είναι ξεκάθαρο για όσους έχουν οφθαλμούς οράν και νουν συνιέναι ότι μόνο έτσι μπορούμε να προχωρήσουμε πια. Σε κάθε άλλη περίπτωση, οι καιροί μας τελειώνουν πλέον κάπου εδώ. Και ό,τι επί αιώνες χτίσαμε, κινδυνεύει θανάσιμα να χαθεί σε λίγο οριστικά μαζί μας μες στα συντρίμμια.
Ελλάδα 2018. Τα μαύρα σύννεφα πυκνώνουν συνεχώς πάνω από την καθημαγμένη και καταρρέουσα χώρα, κάνοντας ολοένα και πιο ορατά τα σημεία των καιρών. Μέρες ζοφερές και ταραγμένες ανοίγονται μπροστά μας, με μια και μόνη ελπίδα να αχνοφέγγει μες στον ορυμαγδό. Είναι όμως ελπίδα ζήδωρη και πανσθενής, ικανή να μας ξαναβγάλει στη λιακάδα.
Ο έχων νουν ψηφισάτω…