«Ψάλλατε συνετώς»
Λέγει ο Απ. Ιάκωβος: «ευθυμεί τις; ψαλλέτω» (Ιακ. ε 13) (Δηλαδή Έχει
κάποιος ευθυμία; ας ψάλλη ψαλμούς και με αυτούς, ας εξαγιάζη την ευθυμία
του). Αλλά και ο Απόστολος Παύλος επισημαίνει:
«αλλά πληρούσθε εν
Πνεύματι λαλούντες εαυτοίς ψαλμοίς και ύμνοις και ωδαίς πνευματικαίς,
άδοντες και ψάλλοντες εν τη καρδία υμών τω Κυρίω» (Εφεσ. ε 18-19).
(Μετάφραση: Αλλά γεμίζετε το εσωτερικό σας με πνεύμα Άγιο και ο θείος
τότε ενθουσιασμός, που θα γεμίζη τις καρδιές σας, θα εξωτερικεύεται με
το να λαλήτε μεταξύ σας με ψαλμούς και με ύμνους και ωδές πνευματικές
και με το να τραγουδάτε και ψάλλετε στον Κύριο όχι μόνον με το στόμα
σας, αλλά και με την καρδία σας, που θα προσέχη τα ψαλλόμενα).
Το να ψάλλη κανείς είναι χαρά, κυρίως πνευματική χαρά, είναι κατάνυξη,
είναι ευχαρίστηση. Γι’ αυτό οι ιερείς, αλλά κυρίως οι ιεροψάλτες φέρουν
μεγάλη ευθύνη για το πως ψάλλουν κατά την διάρκεια των ακολουθιών.
• Τι αναφέρει ο ΟΕ κανόνας της ΣΤ Οἰκουμενικῆς Συνόδου;
Σε μετάφραση: «Η ψαλμωδία που γίνεται στις Εκκλησίες είναι παράκληση
προς τον Θεό, για να εξιλεωθούμε από τις αμαρτίες μας. Όποιος παρακαλεί
και δέεται πρέπει να έχη ήθος ταπεινό, γεμάτο κατάνυξη. Το να φωνάζη
δυνατά, δηλοί ήθος θρασύ και ανευλαβές. Γι’ αυτό προτάσσει ο παρών κανών
ότι αυτοί που ψάλλουν στις Εκκλησίες να μη βιάζουν τους εαυτούς τους,
ώστε να φωνάζουν δυνατά. Αλλά ούτε τίποτε άλλο ανάρμοστο να λέγουν στην
Εκκλησία.
Ποιά δε είναι τα ανάρμοστα στην Εκκλησία; Απαντά ο Ζωναράς, που τα
ερμήνευσε: Ότι ανάρμοστα είναι τα γυναικοπρεπή μέλη και τα μινυρίσματα
(δηλαδή τα πολλά τετερίσματα, η υπερβολική ποικιλία των μελωδιών, η
οποία κλίνει σε πορνικά άσματα)».
Όλα αυτά λοιπόν προστάζει ο παρών Κανόνας να λείψουν από την Εκκλησία,
και όσοι ψέλνουν να προσφέρουν τις ψαλμωδίες με πολύ προσοχή στον Θεό, ο
οποίος βλέπει τα απόκρυφα της καρδίας, δηλ. στην νοερώς μέσα στην
καρδία γινομένη ψαλμωδία και μάλλον προσευχή, παρά στις εξωτερικές
φωνές.
• Λέγει ο Προφ. Δαυίδ, «ψάλλατε συνετώς». Αυτό το ρητό ερμηνεύοντας ο
Μέγας Βασίλειος λέγει: Η σύνεση των λόγων της Αγίας Γραφής παρομοιάζει
με την ποιότητα των φαγητών, όπου τρώγει το στόμα, επειδή κατά τον Ιώβ
«Λάρυγξ μεν σίτα γεύεται• νους δε ρήματα διακρίνει». Αν λοιπόν η ψυχή
κάποιου διακρίνη την δύναμη (νόημα) κάθε λόγου, όπως η γεύση διακρίνει
την ποιότητα κάθε φαγητού, αυτός εφαρμόζει την Δαβιτική εντολή. Όποιος
όμως δεν πηγαίνει με επιθυμία τέτοια να ψάλλη στην Εκκλησία, η να
διορθώνεται η να διώκεται.
• Σχετικά με την εκκοσμίκευση της Λειτουργικής ζωής της Εκκλησίας μας η
Ιερά Σύνοδος του Πατριαρχείου μας εξέδωσε απόφαση, απόσπασμα της οποίας
παραθέτουμε:
«Επ ἐσχάτων, εν τούτοις, παρατηρείται η ολονέν διευρυνομένη εις έκτασιν
προτίμησις των διακόνων των εκκλησιαστικών αναλογίων εις την χρήσιν
ηλεκτρονικών μέσων κατά την διάρκειαν των Ιερών Ακολουθιών, δίκην
“Τυπικού της Εκκλησίας” (ως ηλεκτρονικών υπολογιστών, κινητών τηλεφώνων,
ηλεκτρονικών πινάκων – tablets – κ.λπ.), άτινα τείνουν εις
υποκατάστασιν της χρήσεως των απ αἰώνων ημίν παραδεδομένων λειτουργικών
βιβλίων, ήτοι του Τυπικού, του Ωρολογίου, της Οκτωήχου, των Μηναίων, του
Τριωδίου, του Πεντηκοσταρίου, του Αποστόλου κ.ε., τα οποία διασώζουν
τον πλούτον της μακραίωνος υμνολογικής παραδόσεως της Ορθοδόξου ημών
Εκκλησίας.
Όθεν, προτρεπόμεθα υμάς αδελφικώς όπως ενημερώσητε σχετικώς τούς
κληρικούς της λαχούσης υμίν θεοσώστου Επαρχίας του Θρόνου ότι, αποφάσει
της περί ημάς Αγίας και Ιεράς Συνόδου, η εν τοις εφεξής χρήσις κατά την
διάρκειαν των Ιερών Ακολουθιών εν τοις Εκκλησιαστικοίς Αναλογίοις
ηλεκτρονικών συσκευών, εις υποκατάστασιν των Λειτουργικών Βιβλίων της
Εκκλησίας ημών, κρίνεται ως όλως απάδουσα εις την τάξιν, αποδοκιμαστέα
και σκανδαλισμόν φέρουσα τοις πιστοίς. Δεον κατά ταύτα όπως παντελώς
αποφεύγηται η χρήσις τοιούτων τεχνικών μέσων εν τοις Ιεροίς Ναοίς και τη
Θεία Λατρεία, οδηγούντων εν τέλει εις την εκκοσμίκευσιν της
λειτουργικής ζωής…
,βιη´ Ιουνίου κ´»
• Στο Γεροντικό του Αγίου Όρους διαβάζουμε:
«Από το χωριό «Αγία Παρασκευή» της Χαλκιδικής, πριν από πολλά χρόνια (το
1860) στην ιερά Μονή Δοχειαρίου, μόναζε, ένας περίφημος και πολύ
καλλίφωνος ψάλτης με το όνομα Συνέσιος.
Ο Μοναχός αυτός ιδιαίτερη ευλάβεια είχε στην Αγία Παρασκευή και πάντοτε
μετά από τον καθορισμένο κανόνα της προσευχής του — μετάνοιες και
κομβοσχοίνια — που ήταν υποχρεωμένος να κάνει, απαραίτητα έκανε και
ιδιαίτερη προσευχή στην Αγία Παρασκευή. Στην προσευχή του αυτή
παρακαλούσε την Αγία να τον βοηθήση, για να σώση την ψυχή του, κι αν σαν
άνθρωπος έχη επάνω του κάτι που είναι εμπόδιο για την ψυχική του
σωτηρία, να του το αφαιρέση με όποιο τρόπο γνωρίζει εκείνη.
Πολλά χρόνια συνέχιζε να λέη αυτή την προσευχή και ένα πρωί, μετά την
πανηγυρική ιερή Ακολουθία και τη θεία Λειτουργία, στην μνήμη του
μαρτυρίου της Αγίας Παρασκευής (26 Ιουλίου) αισθάνθηκε λίγο μία μικρή
ενόχληση στο λαρύγγι του, κι από την ενόχληση αυτή λίγο λίγο άρχισε η
φωνή του να γίνεται βραχνή.
Από τότε έκανε πολλές προσπάθειες, για να καθαρίση τη φωνή του, αλλά
βελτίωση και θεραπεία δεν υπήρχε, απεναντίας όσο πήγαινε και χειροτέρευε
η βραχνάδα στη φωνή του.
Επειδή ήταν καλός μουσικός και περίφημος ψάλτης λυπήθηκε ο ίδιος κι όλοι
οι αδελφοί της Μονής αυτής, αλλά και όλοι οι πατέρες που τον γνώριζαν
σ’ ολόκληρο το Άγιον Όρος.
Έκαναν όλοι θερμή προσευχή στο Θεό, για την θεραπεία του αδελφού αυτού
Συνεσίου, οπόταν μετά από ικανό διάστημα, φανερώθηκε στον ύπνο του
ηγουμένου της Μονής η αγία Παρασκευή και του είπε: «Γιατί, πάτερ,
ενοχλείτε τον Κύριο, με τις καθημερινές προσευχές σας, για τον αδελφό
Συνέσιο; Και γιατί παραπονείστε, εφ’ όσον ο ίδιος με παρακαλούσε τώρα
και πολλά χρόνια να του αφαιρέσω εκείνο που είναι εμπόδιο στην ψυχική
του σωτηρία;».
Ο ηγούμενος κάλεσε τον αδελφό Συνέσιο και τον ρώτησε, για ποιό πράγμα
παρακαλούσε την Αγία Παρασκευή; Ο π. Συνέσιος είπε πως παρακαλούσε την
Αγία να του αφαιρέση ό,τι πράγμα εμποδίζει την σωτηρία της ψυχής του και
πρόσθεσε στον ηγούμενο πως, όταν έψαλε, αισθάνονταν μία ιδιαίτερη
ευχαρίστηση και γλυκαίνονταν επάνω στην μελωδική φωνή του τόσο, που
ξεχνιόταν ο νους του και ξέφευγε από την έννοια των θείων λόγων και αντί
να δοξολογή, με τους θείους ύμνους αυτούς τον Ύψιστον, όπως ο Ψαλμός
του Δαυίδ λέγει: «Ηδυνθείη αυτώ η διαλογή μου, εγώ δε ευφρανθήσομαι επί
τω Κυρίω» (Ψαλμ. ΡΓ’ 103) αυτός γλυκαινόταν για την φωνή του που ήταν
γλυκιά και μελωδική, κι έμπαινε μέσα στην ψυχή του, στο λογισμό του ένα
είδος κρυφής υπερηφάνειας και με τον τρόπο αυτόν, κατάφερνε ο δαίμων της
υπερηφάνειας, να χάνη αυτός την επαφή των ψαλλομένων και την ένωση του
νου του με το Θεό, σαν ψάλτης, και έτσι μετατρεπόταν η προσευχή του σε
αμαρτία, όπως και πάλι λέγει το Πνεύμα το Άγιον «και η προσευχή αυτού
γενέσθω εις αμαρτίαν…» (Ψαλμ. ΡΗ 7).
http://orthodoxostypos.gr/