Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2018

Η έπαρση και η υπερηφάνειά μας, η σαρκική ανηθικότητα και διαστροφή κάνει τους αγίους αόρατους και δυσπρόσιτους.

Ἀγαπητοί μου ἐνορίτες,
             Τό μήνα Νοέμβριο ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τό γεγονός τῆς Εἰσόδου τῆς Θεοτόκου Μαρίας στόν λαμπρό Ναό τοῦ Σολομῶντος, ἐνῶ ἦταν πολύ μικρή στήν ἡλικία, μόλις τριῶν ἐτῶν.
          Ἡ Θεοτόκος εἰσάγεται στά Ἅγια τῶν Ἁγίων, στόν πιό Ἱερό χῶρο τοῦ Ναοῦ καί ὁλόκληρης τῆς γῆς. Ἐκεῖ, σ’ αὐτόν τόν ἅγιο χῶρο, δέν εἰσερχόταν κανένας, παρά μόνον ὁ Ἀρχιερέας, καί αὐτός μόνο μία φορά τό ἔτος. Ἡ Θεοτόκος ἔμεινε ἐκεῖ δώδεκα ὁλόκληρα χρόνια, τρεφόμενη ἀπό τόν Ἀρχάγγελο Γαβριήλ μέ τροφή οὐράνια.

            Γιά τόν κάθε Ἀρχιερέα, ἡ εἴσοδός του αὐτή στό Ναό, ἦταν ἡ μεγαλύτερη τιμή πού θά μποροῦσε νά λάβει. Ἡ Θεοτόκος Μαρία, ὅμως, δέν λαμβάνει τιμή ἀπό τήν εἴσοδό της στά Ἅγια τῶν Ἁγίων, ἀλλά αὐτή φέρει τιμή στόν χῶρο αὐτό, ἐπειδή αὐτή εἶναι ἁγιότερη ἀπό αὐτόν. Ἡ Θεοτόκος εἶναι ὁ ζωντανός Ναός, ὅπου θά εἰσέλθει ὁλόκληρος ὁ Θεός Λόγος. Ἡ Θεοτόκος εἶναι ἁγιότερη ἀπό ἐκεῖνα τά Ἅγια τῶν Ἅγιων, ἐπειδή σ’ αὐτήν κατοίκησε σωματικῶς ὁ ἁγιότατος Θεός Λόγος.
          Σέ κάθε Θεία Λειτουργία ἀκοῦμε μία ἐκφώνηση τοῦ Ἱερέως: «Πρόσχωμεν! Τά Ἅγια τοῖς ἁγίοις», Προσέξτε! τά Ἅγια θά προσφερθοῦν στούς εὐσεβεῖς πιστούς. Καί ὅλος ὁ λαός ἀπαντᾶ: «Εἷς Ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός».
          Ποιά εἶναι αὐτά τά «Ἅγια»; Εἶναι τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Ποιοί εἶναι αὐτοί οἱ ἅγιοι; Εἶναι τό πλῆθος τῶν πιστῶν, πού θά κοινωνήσουν.
          Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ μόνος Ἅγιος, τό ἀληθινό ἀρχέτυπο τοῦ Ἀδάμ, ἀπό τόν ὁποῖο προέρχεται ὅλη ἡ ἁγιότητα.
          Τί εἶναι ἡ ἁγιότητα; Εἶναι τό ἄκρως καθαρό, τό ἄκρως τέλειο, τό ἄκρως ἁγνό, τό ἄκρως δίκαιο, πού δέν ἔχει καμμία πρόσμιξη μέ κάτι τό ἀτελές καί ἀκάθαρτο. Ἅγιος εἶναι ὁ ξεχωρισμένος ἀπό κάθε βέβηλο καί μιαρό.
          Ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος εἶναι Ἀγάπη καί τό μόνο πού κάνει εἶναι νά ἀγαπᾶ, ἀπό ἀγάπη δημιούργησε τόν ἄνθρωπο, γιά νά μετέχει τῆς ἁγιότητάς του καί τῆς μακαριότητάς του. Ὅμως οἱ πρωτόπλαστοι δέν φύλαξαν τό «κατ’ εἰκόνα Θεοῦ», αὐτήν τήν καθαρότητα, ἀλλά τήν προσέμιξαν μέ τήν δαιμονική συμβουλή, καί ὡς ἀποτέλεσμα ἦλθε ἡ διακοπή τῆς σχέσεώς τους μέ τόν Θεό. Εἰσῆλθε στήν ἀνθρώπινη φύση ἡ ἁμαρτία, ἡ φθορά καί ὁ θάνατος. Ὁ Θεός, ὅμως, τούς ἀνθρώπους τούς ἔπλασε κατά τήν εἰκόνα του καί δεκτικούς τῆς ἁγιότητας, μέ σκοπό τήν κατά χάριν ὁμοίωσή τους μέ τόν Θεό. Ἀκούοντας, ὅμως,  τήν δαιμονική συμβουλή καί παρακούοντας στόν Θεό ἀπέτυχαν τοῦ σκοποῦ τους.
          Ἄν ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὕα ἔμεναν στήν κατά φύσιν λειτουργία τοῦ εἶναι τους, ἀγαπώντας καί ὑπακούοντας στόν Πλάστη καί Θεό τους, θά μποροῦσαν νά φθάσουν στό «καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ», καί ἡ ἀνθρωπότητα καί τό σύμπαν ὁλόκληρο θά γλύτωνε ἀπό ὅλη αὐτή τήν περιπέτεια καί ταλαιπωρία. Θέλησαν νά αὐτονομήσουν ἀπό τόν Δημιουργό τους καί τελικά κέρδισαν τόν θάνατο. 
           Ὁ Θεός, ὅμως, ὁ Πανάγαθος καί Φιλάνθρωπος, εὐδοκεῖ καί οἰκονομεῖ τήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου μέ τήν σάρκωση τοῦ ἀγαπητοῦ του Υἱοῦ, ἐκ Πνεύματος Ἁγίου καί Μαρίας τῆς Παρθένου. Καί ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ γίνεται ἄνθρωπος, ὁ Θεάνθρωπος Ἰησοῦς Χριστός, καί φανερώνει τόν χῶρο ὅπου ὑπάρχει ἡ ἁγιότητα καί ὅπου μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νά γίνουν μέτοχοι αὐτῆς τῆς ἁγιότητας. Καί ὁ χῶρος αὐτός εἶναι τό Σῶμα του, εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ὅπου μποροῦν οἱ ἄνθρωποι νά εἰσέλθουν καί νά φυλαχθοῦν ἀπό τόν ὑπόλοιπο βέβηλο καί δαιμονικό κοσμικό χῶρο.
          Καί ὄχι μόνο αὐτό ἀλλά ἐγκεντριζόμενοι στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, γινόμενοι καί αὐτοί ἅγιοι, ὅπως ὁ Κύριος, γίνονται «φῶς» μέσα στόν κόσμο καί φωτίζουν τόν κόσμο, γίνονται «ἅλας» καί νοστιμίζουν καί συντηροῦν τόν κόσμο, γίνονται «δύναμις Θεοῦ» καί νικοῦν τόν κόσμο, γίνονται «ἰατροί» καί γιατρεύουν τόν κόσμο. Γίνονται «ἅγιοι» καί «τέκνα Θεοῦ» καί «διδάσκαλοι», καί ὁδηγοῦν τόν κόσμο πρός τόν ἀληθινό Θεό, ὁδηγοῦν τούς ἀνθρώπους «τέκνα Θεοῦ γενέσθαι», ἐκκλησιαστικοποιοῦν τόν κόσμο καί τόν ὁδηγοῦν πρός τήν θέωση. Αὐτοί εἶναι οἱ ἅγιοι καί αὐτό εἶναι τό ἔργο τους.
            Οἱ ἅγιοι, εἴτε ζῶντες εἴτε κεκοιμημένοι, δέν εἶναι μακριά μας, εἶναι παρόντες, εἶναι δίπλα μας, εἶναι ζωντανοί, εἶναι περισσότερο ζωντανοί ἀπό αὐτούς πού ζοῦν κοντά μας. Δέν ἐμποδίζονται ἀπό τοπικές ἤ χρονικές ἀποστάσεις ὥστε νά μᾶς πλησιάσουν καί νά μᾶς παράσχουν κάθε εἴδους βοήθεια. Λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σύρος: «Ἀπόντες, ὡς παρόντες συναναστρέφονται, μή ὀρώμενοι ὑπό τινος». 
          Οἱ ἅγιοι γίνονται ἀφορμή θεοφανείας, ἐπειδή «δέν ζοῦν αὐτοί ἀλλά ζεῖ ἐν αὐτοῖς ὁ Χριστός», καί κάνουν παρόντα τόν Κύριο, σέ κάθε ἐποχή καί σέ κάθε τόπο, «ἐν ἑτέρα μορφή», καί ἔτσι μᾶς φέρνουν σέ ἄμεση ἐπαφή μέ τήν πηγή τοῦ ἁγιασμοῦ, τόν Ἰησοῦ Χριστό. Οἱ ἅγιοι εἶναι ὁ Χριστός παρατεινόμενος εἰς τούς αἰώνας.
          Ὅσο ζοῦν ἐδῶ στόν κόσμο οἱ ἅγιοι, εἶναι γεμάτοι μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα, εἶναι δοχεῖα καί φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀκόμη καί μετά τόν θάνατό τους, ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι σ’ αὐτούς πάλι. Εἶναι στίς ψυχές τους, στά σώματά τους, στούς τάφους τους, στά ἐνδύματά τους, στά συγγράμματά τους, στίς εἰκόνες ὅπου τούς εἰκονίζουμε, ὄχι κατ’ οὐσίαν ἀλλά μέ τή χάρη καί τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
          Ὁ Ἰησοῦς Χριστός εἶναι ὁ μόνος Ἅγιος καί ὁ ἐν ἁγίοις ἀναπαυόμενος. Οἱ ἅγιοι εἶναι ἐκεῖνοι πού νέκρωσαν τόν ἑαυτό τους καί ζεῖ μέσα τους ὁ Χριστός. Ἀναπαύεται σ’ αὐτούς ὁ Χριστός. Οἱ ἅγιοι εἶναι τό ἀρχέτυπο τῆς πίστεώς μας, πού μποροῦμε σέ κάθε ἐποχή καί σέ κάθε τόπο νά τό πλησιάσουμε, καί νά πάρουμε κάτι ἀπό τή θεϊκή τους δύναμη. Τό θέμα εἶναι, ποῦ μποροῦμε νά τούς βροῦμε, καί πῶς μποροῦμε νά τούς ἀναγνωρίσουμε καί νά ἀπολαύσουμε τήν εὐεργετική καί σωτήρια δύναμή τους. Διότι καί ὅταν ζοῦσε ὁ Χριστός, πολλοί «συνωθοῦντο καί συνέθλιβον αὐτόν» ἀλλά λίγοι ἐθεραπεύοντο. Καί σήμερα πολλοί συνωθοῦνται πέριξ συγχρόνων ἁγίων ἀλλά δέν ἀντιλαμβάνονται τήν ἁγιότητά τους. Τί ἄραγε εἶναι αὐτό, πού ἀποτρέπει νά ἰδοῦμε καί νά ἀκούσουμε καί νά ἀπολαύσουμε τούς ἁγίους; Μήπως οἱ ἅγιοι εἶναι ἀόρατοι καί μουγκοί ἤ ἐμεῖς εἴμαστε τυφλοί καί κουφοί;
          Πάντοτε καί σήμερα ὑπάρχουν ἅγιοι! Κυκλοφοροῦν ἀνάμεσά μας, ζοῦν μεταξύ μας, εἴμαστε δίπλα τους, ἀλλά δέν τούς βλέπουμε οὔτε τούς ἀντιλαμβανόμαστε. Ἡ ἔπαρση καί ἡ ὑπερηφάνειά μας, ἡ σαρκική ἀνηθικότητα καί διαστροφή τούς κάνει ἀόρατους καί δυσπρόσιτους. Ἄν ὅμως ἀποκτήσουμε πνεῦμα ταπεινώσεως καί συντριβῆς, πνεῦμα μετανοίας καί καθαρότητα καρδιᾶς, τότε θά ἀνοίξουν τά μάτια μας, θά τούς δοῦμε, θά τούς πλησιάσουμε, θά τούς γνωρίσουμε καί θά πάρουμε ἀπ’ αὐτούς ὅ, τι θεϊκό ἀπορρέει ἀπό τήν ἁγιότητά τους. Ὁ Κύριος εἶπε στήν ἐπί τοῦ ὅρους ὁμιλία, «μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ, ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται». (Ματθ. Ε΄ 8)
         Ἄν τόν Θεό μποροῦμε νά δοῦμε, πολύ περισσότερο μποροῦμε νά δοῦμε τούς ἁγίους τοῦ Θεοῦ γύρω μας, νά χαροῦμε, νά βοηθηθοῦμε, νά τούς ἀπολαύσουμε καί νά τούς μιμηθοῦμε!
Μέ τήν εὐχή διάπυρη νά γίνουμε ἅγιοι
Ὁ πρωτοπρεσβύτερος Βασίλειος Λ. Βασιλείου