Ο Απ. Παύλος (Α΄ Κορ. στ , 5-6) τονίζει: «αλλά αδελφός μετά αδελφού
κρίνεται, και τούτο επί απίστων; ήδη μεν ουν όλως ήττημα υμίν εστιν ότι
κρίματα έχετε μεθ’ εαυτών. διατί ουχί μάλλον αδικείσθε; διατί ουχί
μάλλον αποστερείσθε;», δηλαδή: Αλλ’ αφίνετε αδελφός Χριστιανός με άλλο
αδελφό να εμπλέκεται σε δίκη και δικαστήρια, και η εκδίκαση της διαφοράς
τους αυτής να γίνεται ενώπιον δικαστών απίστων; Και μόνον το να έχετε
δικαστικές διαφορές ο ένας με τον άλλο αποτελεί οπωσδήποτε έλλειψή σας
ηθική. Διατί δεν προτιμάτε να αδικήσθε; Διατί δεν προτιμάτε να
αποστερήσθε μάλλον παρά να κινήτε δίκες;».
• Ο Άγιος Παΐσιος μας συμβουλεύει περί της αδικίας: «Όταν όμως ο
άνθρωπος πιστεύει στο Θεό, στο Χριστό, στη μέλλουσα ζωή, οπότε αυτή η
ζωή είναι μάταια, οπότε σ’ αυτή τη ζωή πρέπει επιτέλους να ετοιμάση το
διαβατήριο για την άλλη. Κι αν τον αδικήση ο άλλος, χαίρεται διότι έχει
αποταμιεύσει κάτι στην ουράνιο ζωή. Όσο αδικείται κανείς σ’ αυτή τη ζωή
από ανθρώπους, τόσο αποταμιεύει στην άλλη ζωή. Να χαίρεται κανείς, όταν
τον αδικούν. Όχι να επιδιώκη κανείς, για να τον αδικούν, διότι αυτή η
ενέργεια δεν έχει αγάπη».
• Ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στην ΙΗ΄ Ὁμιλία του «ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΤΑ
ΜΑΤΘΑΙΟΝ» μας επισημαίνει πόσες ωφέλειες έχουμε από την αδικία: «Αν
εξετάση κανείς με προσοχή, θα βρη στις εντολές του Χριστού τον τρόπο να
ανεβαίνη προς τα πάνω. Θα δη πόσα σκαλοπάτια ανεβαίνει προς την ίδια την
κορυφή της αρετής. Πρόσεξε τώρα μετρώντας τα… (Για παράδειγμα) πρώτο
σκαλί, να μη κάνης αρχή στην αδικία. Δεύτερο μετά την αρχή, να μη
ανταποδώσης το ίσο. Τρίτο, να μη προξενήσης ό,τι έπαθες, αλλά να μείνης
ήσυχος. Τέταρτο, να προσφέρης τον εαυτό σου στην αδικία. Πέμπτο, να
προσφερθής για πολύ περισσότερα απ’ όσα θέλει ο αδικητής σου. Έκτο, να
μη μισήσης αυτόν που σε έβλαψε. Έβδομο, να τον αγαπήσης επιπλέον. Όγδοο,
να τον ευεργετήσης κι από πάνω. Ένατο, να παρακαλής ταυτόχρονα προς
χάριν του τον Θεό. Βλέπεις ύψος πνευματικότητας; Για τούτο έχει και
έπαθλο λαμπρό. Γινόμαστε όμοιοι με τον Πατέρα μας στον ουρανό».
• Στο βιβλίο του Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς «ΔΡΟΜΟΣ ΔΙΧΩΣ ΘΕΟ ΔΕΝ
ΑΝΤΕΧΕΤΑΙ» διαβάζουμε: «Λες ότι δεν φταις γι’ αυτό για το οποίο
καταδικάστηκες. Σ’ ένα νυχτερινό καυγά στο δρόμο σκοτώθηκε ένας
άνθρωπος. Οι δολοφόνοι βιαστικά διασκορπίστηκαν, κι εσύ τυχαία βρέθηκες
κοντά στον νεκρό, όταν πέρασε το περιπολικό. Σε συνέλαβαν. Σε
καταδίκασαν. Τώρα παραπονιέσαι για την αδικία των ανθρώπων. Ορκίζεσαι
ότι καταδικάστηκες άδικα. Μετά από το πρώτο σου γράμμα, σε παρακάλεσα να
μου εξομολογηθής όλη σου τη ζωή. Κι εσύ το έκανες. Διαβάζοντας το
δεύτερο γράμμα σου, φώναξα: «Μα το άξιζε»!
Άνθρωπε του Θεού, άξιζες αυτή τη βαριά τιμωρία, εάν όχι για εκείνο το
έγκλημα, τότε σίγουρα για όλα τ’ άλλα εγκλήματά σου. Ο τα πάντα ορών
Δικαστής είδε τα υπόλοιπα εγκλήματά σου σε όλη σου τη ζωή, αλλά κατά το
έλεός Του και κατά τη γνωστή μέθοδό Του τα έκρυψε από τους ανθρώπινους
μάρτυρες, περιμένοντας τη μετάνοιά σου.
Όμως εσύ δεν μετάνιωνες, δεν εξομολογιόσουν, ούτε προσευχόσουν στον Θεό,
ούτε κοινωνούσες. Αντίθετα, συνέχιζες μυστικά να πράττης το κακό και
ήσουν έτοιμος να σκοτώσης τον καθένα που θα σ’εμπόδιζε στις άτιμες
πράξεις σου. Μόνο λόγω της βιαιότητας απέναντι στη γυναίκα σου άξιζες
φυλακή. Εκείνη δε σε μήνυσε στον γήινο δικαστή. Αλλά οι κραυγές της
ακούστηκαν στον αιώνιο Δικαστή.
Για να σε γυρίση απ’ όλους τους κακούς δρόμους και να σε κατευθύνη στον
δρόμο του δικαίου, για να σου θυμίση την ψυχή και να σε προειδοποιήση
για το θάνατο και τη φοβερή δίκη η Πρόνοια του Θεού σε έφερε εκείνη τη
νύχτα στον τόπο του εγκλήματος. Έτσι σ’ έπιασαν οι άνθρωποι και
καταδικάστηκες σε φυλακή.
Η περίπτωσή σου μου θυμίζει ζωηρά ένα μεγάλο χριστιανό άγιο, τον Εφραίμ
της Σύρου. Στα νιάτα του ο Εφραίμ αμάρτανε πολύ, όμως δεν καταδικάστηκε
ούτε για μία αμαρτία. Συνέβη όμως κλέφτες να κλέψουν ένα πρόβατο από τον
γείτονά του. Ο γείτονας κατηγόρησε τον Εφραίμ. Και ο Εφραίμ εντελώς
αθώος γι’αυτή την κλοπή, βρέθηκε φυλακισμένος. Πικραμένος για την
ανθρώπινη αδικία ο Εφραίμ άρχισε να κλαίη και να θρηνή μπροστά στον Θεό.
Όμως περιμένοντας φυλακισμένος με πολλούς άλλους εγκληματίες, άρχισε να
συζητή μαζί τους. Ρωτούσε με τη σειρά τον καθένα τους, γιατί βρέθηκαν
στη φυλακή. Ο ένας του είπε το ένα, ο άλλος το άλλο. Στις αμαρτίες τους ο
Εφραίμ αναγνώρισε τις δικές του αμαρτίες, για τις οποίες ούτε κάποιος
τον κατηγόρησε, ούτε κανείς τον καταδίκασε. Και το πνεύμα του συνήλθε
και αναγνώρισε ότι βρέθηκε στη φυλακή όχι λόγω του κλεμμένου προβάτου,
αλλά λόγω των πολλών άλλων εγκλημάτων του. Και μετάνιωσε ο Εφραίμ
ταπεινά μπροστά στον Θεό για όλα τα εγκλήματά του. Και άρχισε με δάκρυα
να προσεύχεται στον Θεό να του συγχωρήση τις μυστικές αμαρτίες του,
ευγνωμονώντας Τον ταυτόχρονα που τον πέταξαν στη φυλακή για εκείνο που
δεν διέπραξε. Και σύντομα τον ελευθέρωσαν ως αθώο. Όμως τουτο το
γεγονός έκανε ολόκληρη αναστροφή στην ψυχή του Εφραίμ. Η φυλακή τον
δέχτηκε αμαρτωλό, και τον άφησε άγιο.
Ειρήνη σε σένα και υγεία από τον Κύριο».