«Ζητείτε δε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν» (Ματθ. ΣΤ 33).
Το “πρώτον” και το ΠΡΩΤΟΝ
Εάν προσπαθούσαμε να μάθωμεν ποιές είναι οι
“προτιμήσεις” του κάθε ανθρώπου εις τον κόσμον τούτον, θα συγκλίναμεν
εις την κοινήν προτίμησιν, – εκτός, βεβαίως, ελαχίστων εξαιρέσεων – των
υλικών αγαθών. Η εξασφάλισις μιας “άνετης ζωής”, η οποία δεν θα στερήται
του οιουδήποτε υλικού αγαθού. Δια τούτο ο άνθρωπος αγωνίζεται και
εργάζεται και στερείται και πονεί και αγρυπνεί και διακινδυνεύει
πολλάκις και αδικεί άλλους και κλέπτει και παραβιάζει κανόνας και αρχάς,
και εγκληματεί και πατεί “επί πτωμάτων”…! Ο απώτερος σκοπός του είναι, η
άνετη διαβίωσίς του εις την ζωήν αυτήν και η παράτασίς της μέχρι – ει
δυνατόν, – της… συντελείας των αιώνων! Τούτο δε, συμβαίνει, επειδή έχασε
την ελπίδα και εμπιστοσύνη του εις τον Κύριον, και ήλπισε, κατά τον
θείον Παύλον, “επί πλούτου αδηλότητι” (Α΄ Τιμόθ. ΣΤ 17).
Αυτήν ακριβώς, την απάτην του πλούτου, μας δείχνει εις την σημερινήν Ευαγγελικήν περικοπήν, ο Κύριος και αφού, πρώτον, μας ετόνισε την ματαιότητα όλων των υλικών πραγμάτων και επιδιώξεων, εν συνεχεία μας επισημαίνει, ποίον είναι εκείνο που θα πρέπη να προηγήται εις την προτίμησιν του χριστιανού. Τούτο δε είναι, το ενδιαφέρον μας, μόνον, δια την Βασιλείαν του Θεού και δια τον Θείον Του νόμον. “Ζητείτε δε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού” (Ματθ. ΣΤ΄ 33). Είναι δε ακόμα πιο χαρακτηριστικόν, ότι ο Χριστός μας ο οποίος δεν “φείδεται” της αληθείας, μας λέγει απεριφράστως˙ “λέγω υμίν, μη μεριμνάτε τη ψυχή υμών τι φάγητε και τι πίητε, μηδέ τω σώματι υμών τι ενδύσησθε• ουχί η ψυχή πλείόν εστι της τροφής και το σώμα του ενδύματος;” (Ματθ. ΣΤ΄ 25). Ακόμη και για εκείνα που θεωρούνται τόσον αυτονόητα και απαραίτητα εις την ζωήν μας, μεριμνά ο Ίδιος και μάλιστα με κάθε λεπτομέρεια. Ποίος άραγε θα τολμούσε να διαπραγματευθή τους λόγους τούτους ή, πολύ περισσότερον, να συγκριθή με αυτούς; Όταν όμως ομιλή ο Θεός, ο άνθρωπος οφείλει να ακούη και να… υπακούη!
Αυτήν ακριβώς, την απάτην του πλούτου, μας δείχνει εις την σημερινήν Ευαγγελικήν περικοπήν, ο Κύριος και αφού, πρώτον, μας ετόνισε την ματαιότητα όλων των υλικών πραγμάτων και επιδιώξεων, εν συνεχεία μας επισημαίνει, ποίον είναι εκείνο που θα πρέπη να προηγήται εις την προτίμησιν του χριστιανού. Τούτο δε είναι, το ενδιαφέρον μας, μόνον, δια την Βασιλείαν του Θεού και δια τον Θείον Του νόμον. “Ζητείτε δε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού” (Ματθ. ΣΤ΄ 33). Είναι δε ακόμα πιο χαρακτηριστικόν, ότι ο Χριστός μας ο οποίος δεν “φείδεται” της αληθείας, μας λέγει απεριφράστως˙ “λέγω υμίν, μη μεριμνάτε τη ψυχή υμών τι φάγητε και τι πίητε, μηδέ τω σώματι υμών τι ενδύσησθε• ουχί η ψυχή πλείόν εστι της τροφής και το σώμα του ενδύματος;” (Ματθ. ΣΤ΄ 25). Ακόμη και για εκείνα που θεωρούνται τόσον αυτονόητα και απαραίτητα εις την ζωήν μας, μεριμνά ο Ίδιος και μάλιστα με κάθε λεπτομέρεια. Ποίος άραγε θα τολμούσε να διαπραγματευθή τους λόγους τούτους ή, πολύ περισσότερον, να συγκριθή με αυτούς; Όταν όμως ομιλή ο Θεός, ο άνθρωπος οφείλει να ακούη και να… υπακούη!
Η μέριμνα του Θεού δι’ εμάς
Όταν ο Κύριος απέστειλε τους μαθητές Του,
δια να κηρύξουν, εν όσω Αυτός ήταν ακόμη εδώ εις τον κόσμον, τους
απέστειλε χωρίς καν τα στοιχειώδη. Ενθυμούμεθα τους λόγους Του ολίγον
προ του πάθους Του, προς αυτούς: “ότε απέστειλα υμάς άτερ βαλλαντίου και
πήρας και υποδημάτων, μη τινος υστερήθητε; οι δε είπον• ουθενός” (Λουκ.
ΚΒ΄ 35). Αλλά και όταν τους πληροφορεί ότι μετά την Πεντηκοστήν
καλούνται να κηρύξουν εις τα έθνη, και πάλιν τους δίδει σαφεστάτην
εντολήν˙ “Μη κτήσησθε χρυσόν μηδέ άργυρον μηδέ χαλκόν εις τας ζώνας
υμών, μη πήραν εις οδόν μηδέ δύο χιτώνας μηδέ υποδήματα μηδέ ράβδον•”
(Ματθ. Ι΄ 9-10). Αυτές όλες οι στερήσεις … διατί; Ασφαλώς διότι έχει
αναλάβει ο Ίδιος ο Κύριος την κάλυψιν όλων αυτών των αναγκών τους.
Κάποτε, πλησίασε τον Ιησού, κάποιος νεαρός πλούσιος και του ζητά να μάθη τι πρέπει να πράξη “ίνα ζωήν αιώνιον” κληρονομήση. Ο Κύριος αφού του υπέδειξεν εν πρώτοις την τήρησιν των εντολών και εκείνος δηλώνει ότι εφαρμόζει τις εντολές, τον προσκαλεί εν συνεχεία, “ει θέλεις τέλειος είναι, ύπαγε πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι” (Ματθ. ΙΘ΄ 21).
Ας ανατρέξωμεν όμως και εις την προ του Κυρίου, περίοδον της Παλαιάς Διαθήκης. Υπό την καθοδήγησιν του Μωϋσέως, “ξεσηκώνει” ένα ολόκληρον λαόν και τον φέρει από την Αίγυπτον εις την Γην της επαγγελίας. Εις διάστημα περισσότερον των τεσσαράκοντα ετών ευρίσκονται και οδοιπορούν μέσα εις την αχανή έρημον του Σινά και με θαυμαστόν τρόπον δεν βρίσκονται στην παραμικρή ανάγκη. Ο Κύριος τους στέλνει εξ ουρανού, καθημερινή τροφή και κρέας, τους δίνει νερό καθαρότατο, το οποίον το πηγάζει θαυματουργικά από τα βράχια της ερήμου, τους διατηρεί χωρίς σωματικές ασθένειες, διατηρεί ακόμη και τα ρούχα τους και τα υποδήματά τους αναλλοίωτα μέσα σ’ όλα αυτά τα χρόνια και γενικά τους περιβάλλει με ένα διαρκές ενδιαφέρον, πολύ ανώτερον από εκείνο και του πλέον φιλοτέκνου πατρός.
Την πατρικήν αυτήν μέριμναν την βλέπομεν εκεί εις το όγδοον κεφάλαιον του Δευτερονομίου, όπου ο Μωυσής αναφέρει με λεπτομέρειες το ανύστακτον τούτο ενδιαφέρον του Κυρίου. “και μνησθήση πάσαν την οδόν, ην ήγαγέ σε Κυριος ο Θεός σου εν τη ερήμω, όπως αν κακώση σε και πειράση σε και διαγνωσθή τα εν τη καρδία σου, ει φυλάξη τας εντολάς αυτού ή ου. και εκάκωσέ σε και ελιμαγχόνησέ σε και εψώμισέ σε το μάννα, ο ουκ ήδεισαν οι πατέρες σου, ίνα αναγγείλη σοι, ότι ουκ επ ἄρτῳ μόνω ζήσεται ο άνθρωπος, αλλ ἐπὶ παντί ρήματι τω εκπορευομένω δια στόματος Θεού ζήσεται ο άνθρωπος. τα ιμάτιά σου ουκ επαλαιώθη από σου, τα υποδήματά σου ου κατετρίβη από σου, οι πόδες σου ουκ ετυλώθησαν, ιδού τεσσαράκοντα έτη. και γνώση τη καρδία σου ότι ως ει τις άνθρωπος παιδεύση τον υιόν αυτού, ούτω Κυριος ο Θεός σου παιδεύσει σε” (Δευτερον. Η΄ 2-5). Δεν έχομεν την άνεσιν να δώσωμεν και την ερμηνείαν του ιερού τούτου κειμένου κατά λέξιν, αλλά ήδη προεγράψαμεν το γενικόν αυτού νόημα.
Κάποτε, πλησίασε τον Ιησού, κάποιος νεαρός πλούσιος και του ζητά να μάθη τι πρέπει να πράξη “ίνα ζωήν αιώνιον” κληρονομήση. Ο Κύριος αφού του υπέδειξεν εν πρώτοις την τήρησιν των εντολών και εκείνος δηλώνει ότι εφαρμόζει τις εντολές, τον προσκαλεί εν συνεχεία, “ει θέλεις τέλειος είναι, ύπαγε πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς, και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ, και δεύρο ακολούθει μοι” (Ματθ. ΙΘ΄ 21).
Ας ανατρέξωμεν όμως και εις την προ του Κυρίου, περίοδον της Παλαιάς Διαθήκης. Υπό την καθοδήγησιν του Μωϋσέως, “ξεσηκώνει” ένα ολόκληρον λαόν και τον φέρει από την Αίγυπτον εις την Γην της επαγγελίας. Εις διάστημα περισσότερον των τεσσαράκοντα ετών ευρίσκονται και οδοιπορούν μέσα εις την αχανή έρημον του Σινά και με θαυμαστόν τρόπον δεν βρίσκονται στην παραμικρή ανάγκη. Ο Κύριος τους στέλνει εξ ουρανού, καθημερινή τροφή και κρέας, τους δίνει νερό καθαρότατο, το οποίον το πηγάζει θαυματουργικά από τα βράχια της ερήμου, τους διατηρεί χωρίς σωματικές ασθένειες, διατηρεί ακόμη και τα ρούχα τους και τα υποδήματά τους αναλλοίωτα μέσα σ’ όλα αυτά τα χρόνια και γενικά τους περιβάλλει με ένα διαρκές ενδιαφέρον, πολύ ανώτερον από εκείνο και του πλέον φιλοτέκνου πατρός.
Την πατρικήν αυτήν μέριμναν την βλέπομεν εκεί εις το όγδοον κεφάλαιον του Δευτερονομίου, όπου ο Μωυσής αναφέρει με λεπτομέρειες το ανύστακτον τούτο ενδιαφέρον του Κυρίου. “και μνησθήση πάσαν την οδόν, ην ήγαγέ σε Κυριος ο Θεός σου εν τη ερήμω, όπως αν κακώση σε και πειράση σε και διαγνωσθή τα εν τη καρδία σου, ει φυλάξη τας εντολάς αυτού ή ου. και εκάκωσέ σε και ελιμαγχόνησέ σε και εψώμισέ σε το μάννα, ο ουκ ήδεισαν οι πατέρες σου, ίνα αναγγείλη σοι, ότι ουκ επ ἄρτῳ μόνω ζήσεται ο άνθρωπος, αλλ ἐπὶ παντί ρήματι τω εκπορευομένω δια στόματος Θεού ζήσεται ο άνθρωπος. τα ιμάτιά σου ουκ επαλαιώθη από σου, τα υποδήματά σου ου κατετρίβη από σου, οι πόδες σου ουκ ετυλώθησαν, ιδού τεσσαράκοντα έτη. και γνώση τη καρδία σου ότι ως ει τις άνθρωπος παιδεύση τον υιόν αυτού, ούτω Κυριος ο Θεός σου παιδεύσει σε” (Δευτερον. Η΄ 2-5). Δεν έχομεν την άνεσιν να δώσωμεν και την ερμηνείαν του ιερού τούτου κειμένου κατά λέξιν, αλλά ήδη προεγράψαμεν το γενικόν αυτού νόημα.
Σκοπός μας, η Βασιλεία του Θεού και ο Νόμος Του
Ίσως είναι “αφελές” και “ουτοπικόν” δια την
δήθεν, κοινήν λογικήν, να ερωτήσωμεν, εάν όντως ισχύη κάτι τέτοιο ακόμη
και δι’ εκείνους που θέλουν να λέγωνται συνειδητοί χριστιανοί. Πέραν
κάποιων ελαχίστων εξαιρέσεων, η πλειονότης των ανθρώπων, … “αλλού
κοιτάζουν”, κατά το κοινώς λεγόμενον! Παρ’ ότι η καθημερινή πείρα μάς
διδάσκει ότι “ου γαρ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν, αλλά την μέλλουσαν
επιζητούμεν” (Εβρ. ΙΓ΄ 14), ημείς άλλους στόχους έχομεν και άλλες
προσδοκίες επιδιώκομεν.
Είθε να καταλάβωμεν εγκαίρως τούτο, πριν μας προλάβη… ο θάνατος!
Είθε να καταλάβωμεν εγκαίρως τούτο, πριν μας προλάβη… ο θάνατος!
Αρχιμ. Τιμόθεος Γ. Παπασταύρου, Ιεροκήρυξ Ι. Μ. Πατρών