Ὁ Μωάμεθ (570-632) ὑπῆρξε θρησκευτικὸς ἀλλὰ συγχρόνως καὶ κοσμικός, πολιτικὸς καὶ στρατιωτικὸς ἡγέτης. Τὸ 610, ὅταν εἶχε ἀποσυρθεῖ σὲ σπήλαιο τοῦ ὅρους Ἐρὰτ κοντὰ στὴ Μέκκα, εἶχε ἐμπειρία, σύμφωνα μὲ τὴ μουσουλμανικὴ παράδοση, θείας ὀπτασίας μὲ τὴν ὁποίαν ἀπέκτησε συνείδηση τῆς θρησκευτικῆς του ἀποστολῆς.
Ὅταν ὅμως ἄρχισε μὲ κηρύγματα νὰ διαδίδει, τὶς κατ’ αὐτὸν θεῖες ἀποκαλύψεις, οἱ Ἄραβες ἀντέδρασαν ἔντονα καὶ βίαια γιὰ δέκα ὁλόκληρα χρόνια. Ἔτσι ἀναγκάσθηκε νὰ στραφεῖ πρὸς μερικοὺς κατοίκους τῆς Μεδίνας, τοὺς ὁποίους κατόρθωσε νὰ προσηλυτίσει στὶς ἰδέες του. Τὸ ἔτος 611, ἑβδομῆντα δυὸ Μεδιναίοι ὑπέγραψαν ὁμολογία, μὲ τὴν ὁποία τὸν ἀναγνώριζαν ὄχι μόνο ὡς θρησκευτικὸ ἀλλὰ καὶ ὡς πολιτικὸ καὶ στρατιωτικὸ ἀρχηγό. Ἔτσι ἀποφάσισε νὰ μεταφέρει τὸ κέντρο δράσεώς του στὴ Μεδίνα καὶ κάλεσε τοὺς ὀπαδούς του νὰ μεταναστεύσουν ἐκεῖ. Ἀφοῦ δημιούργησε ἔτσι ἰσχυρὸ προγεφύρωμα, τὸ 622 ἔφυγε ἀπὸ τὴν ἐχθρικὴ γι’ αὐτὸν Μέκκα καὶ πῆγε στὴ Μεδίνα, ὡς θριαμβευτὴς καὶ βασιλιάς. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ εἶναι κοσμοϊστορικὸ διὰ τοὺς μουσουλμάνους καὶ ὀνομάσθηκε Ἐγίρα, ποὺ σημαίνει μετανάστευση, καὶ ἔγινε ἡ ἀρχὴ τῆς ἰσλαμικῆς χρονολογίας. Ὅταν ἔγινε ἀρκετὰ δυνατός, πῆρε στὰ χέρια τοῦ τὸ ξίφος καὶ ἔγινε ἡγέτης στρατοῦ. Ἄρχισαν οἱ μάχες ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη καὶ μετὰ ὀκτὼ χρόνια συγκρούσεων, μετὰ τὴ φυγή του στὴ Μεδίνα, μπαίνει στὴ Μέκκα νικητής. Ὁλόκληρη ἡ ἀραβικὴ χερσόνησος πέφτει σὲ λίγο στὰ χέρια του. Κατέστη ἔτσι θρησκευτικὸς ἡγέτης, ἱδρυτὴς θρησκείας καὶ νομοθέτης, ἀφοῦ νίκησε καὶ ἐπιβλήθηκε διὰ τῆς βίας. Μάλιστα καὶ τὴν διάδοση τῆς θρησκείας ποὺ ἵδρυσε, νομοθέτησε νὰ τὴν πραγματοποιοῦν διὰ πυρὸς καὶ σιδήρου καὶ σφαγῶν. Εἶναι ὁ ἐπινοητὴς τοῦ ἱεροῦ πολέμου κατὰ τῶν διαφωνούντων μὲ τὸ Ἰσλὰμ καὶ ἀνακήρυξε τοὺς φονευθέντες στὸν ἱερὸ πόλεμο ὡς μάρτυρες τῆς πίστεως. Ὅταν τὸ 624 πέτυχε τὴν πρώτη του νίκη ἐναντίον τῶν Μεκκιανῶν στὸ Badr, κατέσφαξε μὲ ὠμότητα ὅλους τους αἰχμαλώτους. Ὅταν κάποιος αἰχμάλωτος φώναξε· «ποιὸς θὰ φροντίσει γιὰ τὰ παιδιά μου»; ὁ Μωάμεθ ἔξαλλός του ἀπάντησε· «τὸ πῦρ τῆς κολάσεως». Ἐπίσης ἐξόντωσε διαδοχικὰ τρεῖς φυλὲς Ἰουδαίων, διότι δὲν τὸν ὑπεστήριξαν στὸν ἀγῶνα του καὶ διότι συμμάχησαν μερικοὶ ἐξ αὐτῶν μὲ τοὺς ἐχθρούς του.
Ἃς τὰ συγκρίνουμε αὐτά, μὲ τὴν ἀρνητικὴ ἀπάντηση τοῦ Χριστοῦ στὸ ἐρώτημα τῶν μαθητῶν τοῦ «Κύριε, εἰ πατάξομεν ἐν μαχαίρᾳ;» (Λούκ. 22,50), ὅταν πῆγε ὁ Ἰούδας νὰ τὸν συλλάβει, καὶ μὲ τὴν ἐπίπληξη ποὺ ἔκανε ὁ Χριστὸς στὸν Πέτρο, ὅταν ἀπέκοψε τὸ ἀφτὶ τοῦ δούλου τοῦ ἀρχιερέα (Μάτθ. 26,51-53), καὶ θὰ καταλάβουμε τί χάσμα ὑπάρχει μεταξὺ χριστιανισμοῦ καὶ μουσουλμανισμοῦ.
* * * * * *
Ὁ Ἰησοῦς δὲν εἶχε καμμία σχέση μὲ κοσμικὴ ἢ στρατιωτικὴ διοίκηση. «Ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστι ἐκ τοῦ κόσμου τούτου» (Ἰω.18,36) διεκήρυξε πρὸς τὸν Πιλᾶτο, ὅταν ἐκεῖνος τὸν ρώτησε ἂν εἶναι βασιλιάς. Ἡ μόνη του πράξη «βίας» ὑπῆρξε ἡ ἐκδίωξη τῶν ἐμπόρων ἀπὸ τὸ ναὸ δυὸ φορές. Πάνω στὸ σταυρὸ εὑρισκόμενος καὶ προπηλακιζόμενος καὶ λοιδορούμενος ὑπὸ τῶν Ἰουδαίων δὲν ἀντέδρασε καθόλου οὔτε καταράστηκε κανένα· ἀντίθετα εἶπε τὸ περίφημο· «Πάτερ, ἅφες αὐτοίς· οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιούσι» (Λούκ. 23,34). «Ὁ Ἰησοῦς νικήθηκε χωρὶς νὰ προσέξει κανένας λαὸς τὴν ἧττα του, γιατί δὲν εἶχε εὐθύνη τῆς ἱστορικῆς ζωῆς τοῦ λαοῦ του, ἀφοῦ δὲν ἦταν κοσμικὸς ἡγέτης» (Π. Κανελλόπουλος). Οὔτε καὶ θέλησε αὐτὸ τὸ ρόλο ὁσάκις οἱ Ἰουδαῖοι τοῦ τὸν προσέφεραν. Μάλιστα, ὅταν κάποτε τὸν ὑποδέχθηκαν σὰν βασιλιὰ καὶ ἑτοιμάστηκαν νὰ τὸν ἐγκαταστήσουν σὰν ἀνώτατο ἄρχοντά τους στὰ Ἱεροσόλυμα, ἐκεῖνος κονιορτοποίησε τοὺς πόθους καὶ τὰ ὄνειρά τους ἀνεβαίνοντας σ’ ἕνα γαϊδοῦρι. Ποιὸς βασιλιὰς ἀνέβηκε σὲ γαϊδοῦρι; Ὅποτε τοὺς χόρτασε ὑλικὰ καὶ ἱκανοποίησε τὶς ζωτικὲς τὶς ζωτικές τους ἀνάγκες, δὲν θέλησε νὰ ἐκμεταλλευθεῖ τὴν δημοτικότητά του καὶ νὰ γίνει ἡγεμόνας τοὺς ἀλλὰ ἔφευγε στὴν ἔρημο. Κι ὅταν ἔκανε θαῦμα ἔλεγε νὰ μὴ τὸ διαδώσουν. Ἀκόμη καὶ τὴν ἐμπειρικὴ ἀποκάλυψη τῆς θεότητάς του στὸ Θαβὼρ τὴν ἔκανε μόνο σὲ τρεῖς μαθητές του· οὔτε κὰν στοὺς δώδεκα. «Ἦταν πραγματικὰ ἀσύλληπτα ἀπόμερη καὶ ἱστορικὰ οὐδέτερη ἡ ζωὴ τοῦ Ἰησοῦ». Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ Ἑβραῖοι, ὅταν εἶδαν ὅτι δὲν πρόκειται νὰ ἔχουν ἕνα ἰσχυρὸ βασιλιὰ σὰν τὸν Δαυΐδ, ποὺ θὰ ἔδιωχνε τοὺς Ρωμαίους καὶ θὰ τοὺς ἀποκαθιστοῦσε ἐθνικά, τὸν παράτησαν ἀλλὰ καὶ τὸν σταύρωσαν, γιὰ νὰ μὴ χαλᾷ τὶς μεσσιανικὲς προσδοκίες τους καὶ τορπιλίζει τὰ ἐθνικὰ τοὺς ὄνειρα.
Κι ὅμως ὁ χριστιανισμὸς ἐπιβλήθηκε, ἂν καὶ ἡττημένος, διὰ τοῦ κηρύγματος, τῆς πειθοῦς, τῶν σημείων ποὺ κάνανε οἱ ἀπόστολοι, καὶ διὰ τῆς ἁγίας ζωῆς τῶν τότε χριστιανῶν. Νικήθηκε ἐγκόσμια, ὅμως νίκησε πνευματικὰ τοὺς διῶκτες του. Ἀργότερα ἔγινε καὶ ἡ ἐπίσημη καὶ «νόμω κρατοῦσα» θρησκεία καὶ ἔτσι μπῆκε στὴ διοίκηση, στὴ κοσμικὴ νομοθεσία, στὸ πολιτισμὸ καὶ τὶς τέχνες, στὰ ἤθη καὶ στὰ ἔθιμα, τῶν λαῶν ποὺ τὸν δεχθήκανε καὶ τὸν ἀσπαστήκανε. Ἡ ἐπικράτηση τοῦ μουσουλμανισμοῦ ὑπῆρξε ἕνα ἱστορικὸ κατόρθωμα. Ἡ ἐπικράτηση τοῦ χριστιανισμοῦ ἕνα θαῦμα. Τὸ μόνο ἀναντίρρητο θαῦμα.
Κι ὅμως ὁ χριστιανισμὸς ἐπιβλήθηκε, ἂν καὶ ἡττημένος, διὰ τοῦ κηρύγματος, τῆς πειθοῦς, τῶν σημείων ποὺ κάνανε οἱ ἀπόστολοι, καὶ διὰ τῆς ἁγίας ζωῆς τῶν τότε χριστιανῶν. Νικήθηκε ἐγκόσμια, ὅμως νίκησε πνευματικὰ τοὺς διῶκτες του. Ἀργότερα ἔγινε καὶ ἡ ἐπίσημη καὶ «νόμω κρατοῦσα» θρησκεία καὶ ἔτσι μπῆκε στὴ διοίκηση, στὴ κοσμικὴ νομοθεσία, στὸ πολιτισμὸ καὶ τὶς τέχνες, στὰ ἤθη καὶ στὰ ἔθιμα, τῶν λαῶν ποὺ τὸν δεχθήκανε καὶ τὸν ἀσπαστήκανε. Ἡ ἐπικράτηση τοῦ μουσουλμανισμοῦ ὑπῆρξε ἕνα ἱστορικὸ κατόρθωμα. Ἡ ἐπικράτηση τοῦ χριστιανισμοῦ ἕνα θαῦμα. Τὸ μόνο ἀναντίρρητο θαῦμα.
* * * * * *
Ὁ Μωάμεθ πρὶν γίνει θρησκευτικός, πολιτικὸς καὶ στρατιωτικὸς ἡγέτης, ἦταν ἔμπορος μὲ περιουσίες καὶ χρηματικὰ ἀποθέματα. Παντρεύτηκε πολλὲς φορές, ἔκανε πολλὰ παιδιά, γεύτηκε τὶς κοσμικὲς χαρὲς καὶ τὶς ἐπίγειες ἡδονὲς κατὰ κόρο. Στὸ 33κεφ. τοῦ κορανῖου, ἐδάφιο 49, ἀναφέρει ὅτι ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε στὸν προφήτη του νὰ λαμβάνει ὡς σύζυγο ὁποιαδήποτε γυναῖκα ἐπιθυμοῦσε. Ὁ Μωάμεθ εἶχε ἐννέα νόμιμες γυναῖκες καὶ δοῦλες αἰχμάλωτες ὅσες ἤθελε. Καὶ ὁ παράδεισός του στὸ κοράνι εἶναι ὑλικός· μὲ βουνὰ ἀπὸ ρύζι, ποτάμια ἀπὸ μέλι, καὶ τὰ περίφημα οὐρί…
Ὁ Ἰησοῦς δὲν ἦταν ἔμπορος κι ἔδιωξε τοὺς ἐμπόρους ἀπὸ τὸ ναό. «Μὴ ποιεῖτε τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου οἶκον ἐμπορίου» (Ἰω. 2,16) διεμήνυσε πρὸς ὅλες τὶς κατευθύνσεις. Ἦταν ἀκτήμων, ἄγαμος, λιτός, ἀσκητής, ταπεινός. Εἶπε· «εἰ τὶς θέλει ὀπίσω μου ἐλθείν…» (Μάτθ. 16,24). Δὲν δέχθηκε ὁ χριστιανισμὸς νὰ ἐπιβληθεῖ διὰ τῆς βίας ἢ μὲ κοσμικὰ μέσα. Δὲν νομοθέτησε ἱεροὺς πολέμους καὶ σφαγὴ τῶν ἀντιτιθεμένων. Δὲν ἔκανε ὑποχωρήσεις στὴ διδασκαλία του οὔτε χάιδεψε τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες. Δὲν ὑποσχέθηκε ὑλικοὺς παραδείσους καὶ ἐδῶ καὶ τώρα ἀπολαύσεις. Δὲν συμμάχησε μὲ τὸ πολιτικὸ καὶ θρησκευτικὸ κατεστημένο τῆς ἐποχῆς τοῦ· ἀντίθετα τὸ ἤλεγξε ἀνελέητα καὶ μὲ σκληρότητα. Ὅταν ᾖρθε ἡ ὥρα τοῦ κινδύνου, δὲν ἔφυγε ἀπὸ τὰ Ἱεροσόλυμα, ἀλλὰ παραδόθηκε μόνος του στοὺς ἐχθρούς του καὶ σταυρώθηκε. Τὸ μεγάλο γεγονὸς τοῦ χριστιανισμοῦ δὲν εἶναι ἡ φυγὴ καὶ ἡ σωτηρία· ἀλλὰ ἡ παράδοση καὶ ὁ μαρτυρικὸς θάνατος.
* * * * * *
Ὁ Μωάμεθ λόγω τῆς δικῆς του πορείας καὶ ἐξελίξεως, ποὺ συγκέντρωσε στὸ πρόσωπό του τὴν θρησκευτικὴ καὶ πολιτικὴ ἐξουσία, ὑπῆρξε ὁ ἐπινοητὴς τοῦ θεσμοῦ τοῦ χαλιφάτου. Ἡ πολιτικὴ καὶ θρησκευτικὴ ἐξουσία ὑπῆρχε στὸ ἴδιο πρόσωπο. Ὅταν ἐπικράτησαν οἱ Τοῦρκοι, εἴτε ὡς Σελτζούκοι εἴτε ὡς Ὀθωμανοί, καὶ ὑπέταξαν τοὺς Ἄραβες, τότε χαλίφης ἦταν ὁ ἑκάστοτε σουλτάνος, ὁ ὁποῖος ἐκτὸς ἀπὸ τὸ κράτος καὶ τοὺς κρατικοὺς λειτουργούς, ἐξουσίαζε τὸ Ἰσλὰμ σὰν θρησκεία. Ἦταν ὁ οἰκουμενικὸς πατριάρχης τους θὰ λέγαμε. Τὸ θεσμὸ κατάργησε ὁ Κεμὰλ καὶ τώρα βρίσκεται ἐν παρακμῇ.
Στὸ χῶρο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης βλέπουμε τὸν Ἄβελ, τὸν Νῶε, τὸν Ἀβραάμ, τὸν Ἰσαάκ, τὸν Ἰακώβ, γιὰ ν’ ἀναφέρουμε τοὺς κυριωτέρους, νὰ προσφέρουν θυσίες στὸ Θεό. Μόλις ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι συγκροτοῦν ἔθνος ἐπὶ Μωυσέως, ἂν καὶ ὁ Μωυσῆς καταγόταν ἀπὸ τὴν φυλὴ Λευὶ ποὺ ἦταν ἱερατική, ἐν τούτοις δὲν κρατᾷ τὴ θρησκευτικὴ ἐξουσία, ἀλλὰ διορίζει τὸν ἀδελφό του Ἀαρῶν ἀρχιερέα. Ἔκτοτε ἡ ἱερατικὴ ἐξουσία εἶναι σαφῶς διακριτὴ ἀπὸ τὴν κοσμική.
Στὸ χῶρο τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ τῆς Ἐκκλησίας ἰσχύει τὸ ἴδιο. «Οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν· οὒχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμίν, ἀλλ’ ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμὶν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος. Καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμὶν εἶναι πρῶτος, ἔσται ὑμῶν δοῦλος» (Μάτθ.20,25-27) εἶπε ὁ Χριστὸς στοὺς διαδόχους του. Ὁ πγ΄ ἀποστολικὸς κανὼν λέγει· «Ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος στρατεία σχολάζων, καὶ βουλόμενος ἀμφότερα κατέχειν, ρωμαϊκὴν καὶ ἱερατικὴν διοίκησιν καθαιρείσθω». Ὁ ἑρμηνευτὴς τῶν κανόνων τοῦ Πηδαλίου τῆς Ἐκκλησίας ἅγιος Νικόδημος χαρακτηρίζει τὴ σύζευξη τῆς ἐκκλησιαστικῆς καὶ κοσμικῆς ἐξουσίας ὡς «μῖξιν ἄμικτον καὶ τέρας ἀλλόκοτον».
Περιέργως τὸν θεσμὸ τοῦ χαλιφάτου τὸν καθιέρωσε στὸ χῶρο τοῦ χριστιανισμοῦ ὁ παπισμός. Οἱ πάπες μὲ τὴν ψευδοκωνσταντίνειο δωρεὰ ποὺ περιέχεται στὶς ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις, καὶ ποὺ δῆθεν παρουσιάζει τὸν Μ. Κωνσταντῖνο νὰ παραχωρεῖ, ὅταν ἀναχώρησε γιὰ τὴν Κων/πολη, τὴν κοσμικὴ διοίκηση τοῦ δυτικοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους στὸν πάπα, προσπάθησαν ν’ ἀποκαταστήσουν τὸ κῦρος τους ποὺ εἶχε θιγεῖ ἀπὸ τὴν μεταφορὰ τῆς πρωτεύουσας τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους στὴν Κων/πολη, ὁπότε μοιραία πῆρε τὸ προβάδισμα ὁ Κων/πόλεως, ὡς ἰσότιμος στὴν ἀρχή, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ κυρίαρχος στὴ πράξη. Εἶναι χαρακτηριστικὸ τὸ πόσο δυσαρέστησε τοὺς δυτικοὺς ὁ 28ος κανὼν τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς συνόδου (451μ.Χ.), ποῦ ἀπένειμε στὸν Κων/πόλεως ἴσα πρεσβεῖα τιμῆς πρὸς τὸν Ρώμης, ἀπὸ τὸ ὅτι διαμαρτυρήθηκαν ἐντόνως ὅταν θεσπίσθηκε καὶ μετὰ ὁ πάπας Λέων ὁ Α΄ τὸν ἀπέρριψε, ἐρχόμενος ἔτσι σὲ σύγκρουση μὲ τὴν Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία. Ἔτσι τὸ complex τῶν παπῶν γιὰ νὰ ξεπερασθεῖ ἄρχισε νὰ προσπαθεῖ νὰ δημιουργήσει ξεχωριστὸ παπικὸ κράτος. Ἐμπόδιο στὴν ἵδρυση τέτοιου κράτους ἦταν οἱ Βυζαντινοὶ ποὺ κατεῖχαν τὴν μέση καὶ νότιο Ἰταλία καὶ οἱ Λογγοβάρδοι ποὺ κατεῖχαν τὴν βόρειο. Ἀργότερα ὅμως μὲ τὴ βοήθεια τῶν Φράγκων (Πιπίνος ὁ Βραχὺς καὶ ὁ υἱὸς τοῦ Κάρολος ὁ Μέγας) τὸ 754 οἱ πάπες δημιούργησαν τὸ παπικὸ κράτος, τὸ ὁποῖο διατηρῆσαν μέχρι τὸ 1808. Τὸ κράτος αὐτό, τὸ 1808, τὸ κατάργησε ὁ Ναπολέων, τὸ ἐπανίδρυσε τὸ 1814 τὸ συνέδριο τῆς Βιέννης, τὸ ξανακατάργησε ἡ Ἰταλία τὸ 1848, καὶ μετὰ ἀπὸ ποικίλες μεταβολὲς καὶ διαπραγματεύσεις, τὸ ἐπανίδρυσε περιωρισμένο σὲ ἔκταση καὶ δύναμη ὁ Μουσολίνι το1929. Εἶναι τὸ σημερινὸ κράτος τοῦ Βατικανοῦ.
Εἶναι πολὺ χαρακτηριστικό του πόσο μιμηθήκανε τὸν Μουσουλμανισμὸ -ἐκτὸς ἀπὸ τὸ θεσμὸ τοῦ χαλιφάτου- οἱ παπικοί, ἀφοῦ δημιουργήσανε μοναχικὰ ἰπποτικὰ τάγματα, τῶν Ναϊτῶν καὶ τῶν ἱπποτῶν τοῦ ἁγίου Ἰωάννου, κατὰ τὴν περίοδο τῶν σταυροφοριῶν, καὶ διεκήρυξαν ὅτι τὸ νὰ φονευθεῖ κάποιος ἀγωνιζόμενος κατὰ τῶν ἀπίστων ἢ νὰ μετάσχει τοῦ ἀγῶνος ἐναντίον τους, αὐτὸ τοῦ προσφέρει ἄφεση ἁμαρτιῶν καὶ φυσικὰ ἁγιοποίηση! Πλήρη υἱοθέτηση, δηλαδή, τοῦ ἱεροῦ πολέμου τῶν μουσουλμάνων καὶ πλήρη διαστρέβλωση τοῦ χριστιανισμοῦ.
Τὴ βία καὶ τὴν κοσμικὴ ἰσχὺ χρησιμοποίησαν καὶ ἐν πολλοὶς θεσμοποίησαν καὶ οἱ προτεστάντες, ποὺ ἐπεχείρησαν νὰ διορθώσουν τ’ ἀτοπήματα τοῦ παπισμοῦ. Χρόνια ὁλόκληρα ταρασσόταν ἡ Εὐρώπη ἀπὸ τοὺς πολέμους παπικῶν καὶ προτεσταντῶν. Ὁ Ζβίγγλιος, ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς τρεῖς μεγάλους ἀρχηγοὺς τῶν προτεσταντῶν, ποὺ ἔδρασε στὴν Ἐλβετία, πέθανε σὲ μάχη ἐναντίον τῶν παπικῶν. Ὁ διάδοχός του στὴν Ἐλβετία καὶ τρίτος μεγάλος μεταρρυθμιστῆς, ὁ Ἰωάννης Καλβίνος, σκοπὸ ἔθεσε τὴν ἵδρυση χριστιανικοῦ κράτους καὶ ὡς μέσα γιὰ τὴν ἐπιτυχία αὐτοῦ τοῦ σκοποῦ χρησιμοποίησε τὴν φυλάκιση, τὴν ἐξορία, τὰ βασανιστήρια, τὶς θανατικὲς καταδίκες. Ἀνέπτυξε εἰς τὸ ἔπακρον τὴν παρακολούθηση καὶ τὴν κατασκοπεία τοῦ προσωπικοῦ βίου τῶν προτεσταντῶν, τὸν βιασμὸ τῆς προσωπικῆς τους ζωῆς, καὶ τὴν τρομοκρατία τῆς προσωπικότητάς τους μὲ ἀπάνθρωπες μεθόδους, ποὺ χρησιμοποιοῦν μόνο τὰ ὁλοκληρωτικὰ καθεστῶτα.
Τὸ θεσμὸ τοῦ χαλιφάτου στηρίζει καὶ ὁ ἀγγλικανισμός, ὅπως ὀργανώθηκε ἀπὸ τὸν Ἐρρίκο τὸν Η΄, βασιλέα τῆς Ἀγγλίας, τὸ 1534, ὁ ὁποῖος γιὰ νὰ ἐκδικηθεῖ τὸν παπισμὸ ποὺ δὲν τοῦ ἔδινε διαζύγια γιὰ τοὺς πολλοὺς γάμους ποὺ ἔκανε, ἀνεξαρτοποίησε τὴν ἐκκλησία τῆς Ἀγγλίας καὶ ἔκανε ἀρχηγὸ κράτους καὶ ἐκκλησίας τὸν βασιλιά. Δηλαδὴ ἔχουμε χαλιφάτο καισαροπαπικό, ἀντίθετό του παποκαισαρικοῦ τοῦ Βατικανοῦ, τὸ ὁποῖο ὑφίσταται μέχρι σήμερα.
Στὸ χῶρο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης βλέπουμε τὸν Ἄβελ, τὸν Νῶε, τὸν Ἀβραάμ, τὸν Ἰσαάκ, τὸν Ἰακώβ, γιὰ ν’ ἀναφέρουμε τοὺς κυριωτέρους, νὰ προσφέρουν θυσίες στὸ Θεό. Μόλις ὅμως οἱ Ἰουδαῖοι συγκροτοῦν ἔθνος ἐπὶ Μωυσέως, ἂν καὶ ὁ Μωυσῆς καταγόταν ἀπὸ τὴν φυλὴ Λευὶ ποὺ ἦταν ἱερατική, ἐν τούτοις δὲν κρατᾷ τὴ θρησκευτικὴ ἐξουσία, ἀλλὰ διορίζει τὸν ἀδελφό του Ἀαρῶν ἀρχιερέα. Ἔκτοτε ἡ ἱερατικὴ ἐξουσία εἶναι σαφῶς διακριτὴ ἀπὸ τὴν κοσμική.
Στὸ χῶρο τῆς Καινῆς Διαθήκης καὶ τῆς Ἐκκλησίας ἰσχύει τὸ ἴδιο. «Οἱ ἄρχοντες τῶν ἐθνῶν κατακυριεύουσιν αὐτῶν καὶ οἱ μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αὐτῶν· οὒχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμίν, ἀλλ’ ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμὶν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος. Καὶ ὃς ἐὰν θέλῃ ἐν ὑμὶν εἶναι πρῶτος, ἔσται ὑμῶν δοῦλος» (Μάτθ.20,25-27) εἶπε ὁ Χριστὸς στοὺς διαδόχους του. Ὁ πγ΄ ἀποστολικὸς κανὼν λέγει· «Ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος στρατεία σχολάζων, καὶ βουλόμενος ἀμφότερα κατέχειν, ρωμαϊκὴν καὶ ἱερατικὴν διοίκησιν καθαιρείσθω». Ὁ ἑρμηνευτὴς τῶν κανόνων τοῦ Πηδαλίου τῆς Ἐκκλησίας ἅγιος Νικόδημος χαρακτηρίζει τὴ σύζευξη τῆς ἐκκλησιαστικῆς καὶ κοσμικῆς ἐξουσίας ὡς «μῖξιν ἄμικτον καὶ τέρας ἀλλόκοτον».
Περιέργως τὸν θεσμὸ τοῦ χαλιφάτου τὸν καθιέρωσε στὸ χῶρο τοῦ χριστιανισμοῦ ὁ παπισμός. Οἱ πάπες μὲ τὴν ψευδοκωνσταντίνειο δωρεὰ ποὺ περιέχεται στὶς ψευδοϊσιδώρειες διατάξεις, καὶ ποὺ δῆθεν παρουσιάζει τὸν Μ. Κωνσταντῖνο νὰ παραχωρεῖ, ὅταν ἀναχώρησε γιὰ τὴν Κων/πολη, τὴν κοσμικὴ διοίκηση τοῦ δυτικοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους στὸν πάπα, προσπάθησαν ν’ ἀποκαταστήσουν τὸ κῦρος τους ποὺ εἶχε θιγεῖ ἀπὸ τὴν μεταφορὰ τῆς πρωτεύουσας τοῦ ρωμαϊκοῦ κράτους στὴν Κων/πολη, ὁπότε μοιραία πῆρε τὸ προβάδισμα ὁ Κων/πόλεως, ὡς ἰσότιμος στὴν ἀρχή, ἀλλὰ οὐσιαστικὰ κυρίαρχος στὴ πράξη. Εἶναι χαρακτηριστικὸ τὸ πόσο δυσαρέστησε τοὺς δυτικοὺς ὁ 28ος κανὼν τῆς Δ΄ Οἰκουμενικῆς συνόδου (451μ.Χ.), ποῦ ἀπένειμε στὸν Κων/πόλεως ἴσα πρεσβεῖα τιμῆς πρὸς τὸν Ρώμης, ἀπὸ τὸ ὅτι διαμαρτυρήθηκαν ἐντόνως ὅταν θεσπίσθηκε καὶ μετὰ ὁ πάπας Λέων ὁ Α΄ τὸν ἀπέρριψε, ἐρχόμενος ἔτσι σὲ σύγκρουση μὲ τὴν Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία. Ἔτσι τὸ complex τῶν παπῶν γιὰ νὰ ξεπερασθεῖ ἄρχισε νὰ προσπαθεῖ νὰ δημιουργήσει ξεχωριστὸ παπικὸ κράτος. Ἐμπόδιο στὴν ἵδρυση τέτοιου κράτους ἦταν οἱ Βυζαντινοὶ ποὺ κατεῖχαν τὴν μέση καὶ νότιο Ἰταλία καὶ οἱ Λογγοβάρδοι ποὺ κατεῖχαν τὴν βόρειο. Ἀργότερα ὅμως μὲ τὴ βοήθεια τῶν Φράγκων (Πιπίνος ὁ Βραχὺς καὶ ὁ υἱὸς τοῦ Κάρολος ὁ Μέγας) τὸ 754 οἱ πάπες δημιούργησαν τὸ παπικὸ κράτος, τὸ ὁποῖο διατηρῆσαν μέχρι τὸ 1808. Τὸ κράτος αὐτό, τὸ 1808, τὸ κατάργησε ὁ Ναπολέων, τὸ ἐπανίδρυσε τὸ 1814 τὸ συνέδριο τῆς Βιέννης, τὸ ξανακατάργησε ἡ Ἰταλία τὸ 1848, καὶ μετὰ ἀπὸ ποικίλες μεταβολὲς καὶ διαπραγματεύσεις, τὸ ἐπανίδρυσε περιωρισμένο σὲ ἔκταση καὶ δύναμη ὁ Μουσολίνι το1929. Εἶναι τὸ σημερινὸ κράτος τοῦ Βατικανοῦ.
Εἶναι πολὺ χαρακτηριστικό του πόσο μιμηθήκανε τὸν Μουσουλμανισμὸ -ἐκτὸς ἀπὸ τὸ θεσμὸ τοῦ χαλιφάτου- οἱ παπικοί, ἀφοῦ δημιουργήσανε μοναχικὰ ἰπποτικὰ τάγματα, τῶν Ναϊτῶν καὶ τῶν ἱπποτῶν τοῦ ἁγίου Ἰωάννου, κατὰ τὴν περίοδο τῶν σταυροφοριῶν, καὶ διεκήρυξαν ὅτι τὸ νὰ φονευθεῖ κάποιος ἀγωνιζόμενος κατὰ τῶν ἀπίστων ἢ νὰ μετάσχει τοῦ ἀγῶνος ἐναντίον τους, αὐτὸ τοῦ προσφέρει ἄφεση ἁμαρτιῶν καὶ φυσικὰ ἁγιοποίηση! Πλήρη υἱοθέτηση, δηλαδή, τοῦ ἱεροῦ πολέμου τῶν μουσουλμάνων καὶ πλήρη διαστρέβλωση τοῦ χριστιανισμοῦ.
Τὴ βία καὶ τὴν κοσμικὴ ἰσχὺ χρησιμοποίησαν καὶ ἐν πολλοὶς θεσμοποίησαν καὶ οἱ προτεστάντες, ποὺ ἐπεχείρησαν νὰ διορθώσουν τ’ ἀτοπήματα τοῦ παπισμοῦ. Χρόνια ὁλόκληρα ταρασσόταν ἡ Εὐρώπη ἀπὸ τοὺς πολέμους παπικῶν καὶ προτεσταντῶν. Ὁ Ζβίγγλιος, ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς τρεῖς μεγάλους ἀρχηγοὺς τῶν προτεσταντῶν, ποὺ ἔδρασε στὴν Ἐλβετία, πέθανε σὲ μάχη ἐναντίον τῶν παπικῶν. Ὁ διάδοχός του στὴν Ἐλβετία καὶ τρίτος μεγάλος μεταρρυθμιστῆς, ὁ Ἰωάννης Καλβίνος, σκοπὸ ἔθεσε τὴν ἵδρυση χριστιανικοῦ κράτους καὶ ὡς μέσα γιὰ τὴν ἐπιτυχία αὐτοῦ τοῦ σκοποῦ χρησιμοποίησε τὴν φυλάκιση, τὴν ἐξορία, τὰ βασανιστήρια, τὶς θανατικὲς καταδίκες. Ἀνέπτυξε εἰς τὸ ἔπακρον τὴν παρακολούθηση καὶ τὴν κατασκοπεία τοῦ προσωπικοῦ βίου τῶν προτεσταντῶν, τὸν βιασμὸ τῆς προσωπικῆς τους ζωῆς, καὶ τὴν τρομοκρατία τῆς προσωπικότητάς τους μὲ ἀπάνθρωπες μεθόδους, ποὺ χρησιμοποιοῦν μόνο τὰ ὁλοκληρωτικὰ καθεστῶτα.
Τὸ θεσμὸ τοῦ χαλιφάτου στηρίζει καὶ ὁ ἀγγλικανισμός, ὅπως ὀργανώθηκε ἀπὸ τὸν Ἐρρίκο τὸν Η΄, βασιλέα τῆς Ἀγγλίας, τὸ 1534, ὁ ὁποῖος γιὰ νὰ ἐκδικηθεῖ τὸν παπισμὸ ποὺ δὲν τοῦ ἔδινε διαζύγια γιὰ τοὺς πολλοὺς γάμους ποὺ ἔκανε, ἀνεξαρτοποίησε τὴν ἐκκλησία τῆς Ἀγγλίας καὶ ἔκανε ἀρχηγὸ κράτους καὶ ἐκκλησίας τὸν βασιλιά. Δηλαδὴ ἔχουμε χαλιφάτο καισαροπαπικό, ἀντίθετό του παποκαισαρικοῦ τοῦ Βατικανοῦ, τὸ ὁποῖο ὑφίσταται μέχρι σήμερα.
* * * * * *
Ἄλλο σημεῖο ποὺ ὁ προτεσταντισμὸς ἀντιγράφει τὸν μουσουλμανισμό, ἀλλὰ καὶ τὶς ἀρχαῖες εἰδωλολατρικὲς θρησκεῖες, εἶναι ἡ θεωρία τοῦ ἀπολύτου προορισμοῦ. Ἡ εἱμαρμένη τῶν ἀρχαίων ἔγινε τὸ κισμὲτ τῶν μουσουλμάνων καὶ ἐν τέλει παρουσιάσθηκε μὲ χριστιανικὸ ἔνδυμα στὸν ἀπόλυτο προορισμὸ τῶν προτεσταντῶν. Γιὰ τοὺς ὀρθοδόξους δὲν ὑφίσταται προορισμὸς καὶ εἱμαρμένη ἀλλὰ πρόγνωση τοῦ Θεοῦ. Δὲν μιλᾶμε γιὰ προορισμένο ἀλλὰ γιὰ προγνωσμένο ὑπὸ τοῦ Θεοῦ.
Κι ἐνῷ αὐτὰ παρουσιάζει ἡ ἱστορία, στὴν ἐποχή μας, κάποιοι μὲν ἰσχυρίζονται ὅτι πρέπει νὰ συνεργασθοῦμε μὲ παπικούς, ἀγγλικανούς, προτεστάντες, γιὰ ν’ ἀποκρούσουμε τὸν κίνδυνο τοῦ μουσουλμανισμοῦ, ἄλλοι δὲ διαμαρτύρονται γιατί ἡ Ἑνωμένη Εὐρώπη δὲν ἔβαλε στὸ προσχέδιο τοῦ συντάγματός της ὅτι ὁ χριστιανισμὸς εἶναι ἀπὸ τὰ θεμέλια τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ!!!
Κι ἐνῷ αὐτὰ παρουσιάζει ἡ ἱστορία, στὴν ἐποχή μας, κάποιοι μὲν ἰσχυρίζονται ὅτι πρέπει νὰ συνεργασθοῦμε μὲ παπικούς, ἀγγλικανούς, προτεστάντες, γιὰ ν’ ἀποκρούσουμε τὸν κίνδυνο τοῦ μουσουλμανισμοῦ, ἄλλοι δὲ διαμαρτύρονται γιατί ἡ Ἑνωμένη Εὐρώπη δὲν ἔβαλε στὸ προσχέδιο τοῦ συντάγματός της ὅτι ὁ χριστιανισμὸς εἶναι ἀπὸ τὰ θεμέλια τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ!!!
Πὼς ὅμως θ’ ἀποκρούσουμε τὸ μουσουλμανισμὸ μὲ χριστώνυμους ὀργανισμούς, ποὺ ἔχουν θεσμοὺς καὶ δομὲς παρομοίους μὲ τοὺς θεσμοὺς καὶ τὶς δομὲς τοῦ μουσουλμανισμοῦ, καὶ πὼς ὁ χριστιανισμὸς εἶναι τὸ θεμέλιο τῆς Εὐρώπης, ἀφοῦ ὁ παπισμός, ὁ ἀγγλικανισμὸς καὶ ὁ προτεσταντισμὸς ἀποτελοῦν ἄρνηση καὶ διαστροφὴ τοῦ χριστιανισμοῦ σύμφωνα μὲ τὰ ἱστορικὰ δεδομένα; Εἶναι τυχαῖο ὅτι ἡ ἀθεΐα παρουσιάσθηκε καὶ ἄνθησε στὸ χῶρο τοῦ δυτικοῦ χριστιανισμοῦ; Καὶ ἐμεῖς λέμε σὺν τοὶς ἄλλοις νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὸν ἀποχριστιανισμὸ τῆς Εὐρώπης συνεργαζόμενοι μ’ αὐτοὺς ποὺ τὸν προκάλεσαν!!!
http://pmeletios.com/ar_meletios/xristianismos_thriskeies/xristianismos_mousoulmanismos.html
http://pmeletios.com/ar_meletios/xristianismos_thriskeies/xristianismos_mousoulmanismos.html