Ομιλητής π. Γαβριήλ Εμμανουηλίδης
Ας πούμε μερικά θαύματα, γιατί έτσι
φέρεται ο τίτλος της εισηγήσεως μου εν τάχει. Είναι ανάμεσά μας. Είναι στις
τελευταίες θέσεις. Τον βλέπω. Δεν μπορεί να κρυφτεί, είναι και ψηλός.
Ο
Δημήτρης, ο Δραγατσίκας. Η καταγωγή του είναι από την Κοζάνη αλλά, ζει στην
Αμερική πάνω από 20 χρόνια νομίζω. Ε, Δημήτρη; 46. Ωραία. Και κάνει το ταξίδι
Ελλάδα-Αμερική τουλάχιστον 4 φορές το χρόνο. Το 2002, με μια πτήση της
Ολυμπιακής, πηγαίνοντας από Ελλάδα για Αμερική και φτάνοντας προς την Γαλλία,
αν θυμάμαι καλά, εκεί πάνω από τον Ατλαντικό, έπεσε το αεροπλάνο σε μια
καταιγίδα. Κεραυνός έπληξε το αεροπλάνο. Και το παρμπρίζ, εκεί, του πιλοτηρίου
ράγισε. Αμέσως, όσοι ξέρετε απ’ αυτά άρχισε να δημιουργείται αποσυμπίεσις και
το αεροπλάνο ενώ βρισκόταν στα 35.000 ύψος και έτρεχε με 950 χιλιόμετρα
ταχύτητα, άρχισε να χάνει ύψος και να φτάνει στα 15.000 πόδια και η ταχύτητα να
μειώνεται στο μισό. Πινακίδες, λέει, προσδεθείτε. Άρχισαν να αναβοσβήνουν.
Ταραχή επικράτησε.
Προσπαθούσαν, εκεί, οι αρμόδιοι του αεροπλάνου να βάλουν κάτι
χαρτόνια, κάτι αυτά εκεί στη ρωγμή αλλά, το αεροπλάνο συνέχισε να χάνει το ύψος
του. Ο Δημήτρης είχε στην τσέπη του μια εικονίτσα του πατρός Ιακώβου. Την πήρε
στα χέρια του. Την έσφιξε. Τον παρακάλεσε. Κι όπως καθόταν στην αριστερή θέση
του αεροπλάνου, δίπλα στο φινιστρίνι, και κοιτάζοντας προς τα έξω, είδε λέγει,
ολοζώντανο τον γέροντα Ιάκωβο, με τα ράσα του να φουσκώνουν σαν ομπρέλα και το
δεξί του χέρι να είναι τεντωμένο με απλωμένη την παλάμη του, να πηγαίνει κάτω
από το αεροπλάνο και να σταματάει την πτώση του αεροπλάνου. Και στην συνέχεια,
τον είδε κατά τον ίδιο τρόπο να φεύγει και να χάνεται μέσα στα σύννεφα. Το
αεροπλάνο επέστρεψε. Και όταν προσγειώθηκε τους είπαν οι αρμόδιοι ότι «Άγιο είχατε που δεν χαθήκατε 250 επιβάτες.».
Ο Δημήτρης λέγει: «Εγώ ξέρω ποιον Άγιο είχαμε γιατί, επέτρεψε ο Θεός και τον
είδα.».
Και επί του πιεστηρίου, που λένε. Ήρθε
προχθές, μια οικογένεια από την
περιφέρειά σας πάτερ Αλέξιε. Αγγελική Μιχαλοπούλου, λέγεται. Την στείλατε
εσείς. Μου λέγει: «Ήμασταν άτεκνοι με τον άντρα μου. Κι όταν ζούσε ο γέροντας
Ιάκωβος, επειδή είχαμε ακούσει από την κουνιάδα μου που τον επισκέπτονταν, του
στείλαμε ένα γράμμα και τον παρακαλούσαμε να προσευχηθεί για τεκνογονία.
Μάλιστα, αυτό είχε γίνει αιτία η σχέσις του ζευγαριού να χαλάσει. Από την
ημέρα, λέει, που στείλαμε το γράμμα άρχισε να διορθώνεται η σχέση μας και σε
λίγο καιρό και μάλιστα 23 Οκτωβρίου που μάθαμε ότι εκείνη την ημέρα γιόρταζε ο
πατήρ Ιάκωβος, άρχισε μια αγωγή να κάνουμε, που κατά τους γιατρούς, δεν υπήρχε
ελπίδα ότι θα ευδοκιμήσει. Όμως, παρ’ ελπίδα των γιατρών, σε μια εξέταση που
έκανα μεταγενέστερα, έμεινα έγκυος. Και πήρα στην κουνιάδα μου να της το
ανακοινώσω αλλά, πριν τους πω εγώ, μου λέει ο άντρας της κουνιάδας μου, ο
Λευτέρης: «Ξέρεις χθες πήγα στον γέροντα Ιάκωβο και μου είπε: «Γι’ αυτήν την
Αγγελική που μου είπατε να προσευχηθώ, ο Θεός θα της δώσει παιδί και θά ‘ναι
και αγόρι.». Πράγματι, αγόρι ήτανε. Και είναι ένα καλό παλικάρι. Δύο μέτρα
ύψος, που λέει και ο πάτερ Αλέξιος. Νομικός, λαμπρός. Και του άνοιξε και μια καλή
πόρτα στην Αγγλία, τώρα. Και ήρθαν να ευχαριστήσουν τον γέροντα Ιάκωβο. Να
πάρουν την ευλογία του από τον ζωηφορο τάφο του και να συνεχίσουν την ζωή τους.
Κι ένα τελευταίο θα σας πω. Να με
συγχωρείτε που σας κουράζω. Είναι ένα γράμμα που μας έστειλε κάποιος Χριστιανός
από την Κύπρο. Το οποίο συνόδευε ένα άλλο γράμμα του Αγίου Μόρφου. Ανδρέας Βοσκού,
λέγεται αυτός. Αστυνομικός. Είχε βγάλει ένα σπυρί εδώ στο μέτωπο, το οποίο όμως
είχε μολυνθεί και είχε πρηστεί όλη η περιοχή του, με αποτέλεσμα το αριστερό μάτι
του να είχε κλείσει και να μην βλέπει. Είχε ακούσει για τον Άγιο γέροντα
Ιάκωβο. Είχε διαβάσει τα βιβλία του. Και τον παρακάλεσε με όλη του την καρδιά.
Μετά την κοίμηση, ασφαλώς, του Αγίου γέροντος Ιακώβου. «Πάτερ Ιάκωβε, πάρε την
Αγία Κάρα του οσίου Δαυίδ κι έλα σε παρακαλώ να με σταυρώσεις.». Κι όπως το
βράδυ ξάπλωσε, δεν είχε αποκοιμηθεί, μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, βλέπει δίπλα στο
κρεβάτι του ολοζώντανο τον γέροντα Ιάκωβο και με έναν Σταυρό, τον σταύρωνε στο
μέτωπο. Καθώς πήγε όμως να τον σταυρώσει, βλέπει τον διάβολο δίπλα και φωνάζει:
«Μην τον σταυρώνεις. Είναι δικός μας αυτός. Είναι δικός μας.». Ο Άγιος γέροντας
Ιάκωβος αντέταξε: «Δεν είναι δικός σας.». «Είναι δικός μας.» επανέλαβε ο
διάβολος, «Γι’ αυτό και γι’ αυτό και για εκείνο το αμάρτημα.». Και άρχισε να
απαριθμεί αμαρτήματα του ανθρώπου αυτού. Ο πατήρ Ιάκωβος αντέταξε: «Ναι, τα
έκανε αυτά τα αμαρτήματα. Όμως εξομολογήθηκε και ο Θεός τα διέγραψε.». «Ναι,
αυτά τα εξομολογήθηκε αλλά, έχει κι άλλα αμαρτήματα που δεν τα εξομολογήθηκε.».
«Γι’ αυτά, τα έχει εξαργυρώσει με τις καλές πράξεις που έχει κάνει.».
Απευθύνεται στον Ανδρέα και του λέγει: «Ανδρέα, πες στους δαίμονες ότι είμαι
ζωσμένος.».
Εκείνος είχε πάρει τέτοια τρομάρα και φοβία και δειλία που δεν
μπορούσε να ανοίξει το στόμα του. Τον πίεσε στην πλάτη ο γέροντας. «Ανδρέα. Πες
στους δαίμονες ότι είμαι ζωσμένος.». Εκείνος ίσα-ίσα πήγε να πει, δεν τα
κατάφερε. Τρίτη φορά, τον πιέζει με πολύ δύναμη ο γέροντας Ιάκωβος στην πλάτη
και του λέει: «Πες τους, είμαι ζωσμένος.». Από την πίεση αυτή που αισθάνθηκε,
συλλαβιστά κατάφερε ο αστυνομικός να προφέρει τη φράση «Είμαι ζωσμένος.». Με το
άκουσμα αυτής της φράσεως, οι δαίμονες έγιναν άφαντοι. Αποκοιμήθηκε ο Ανδρέας
Βοσκού. Το πρωί σηκώθηκε. Πάει στο μπάνιο και κοιτάζει το μέτωπό του, είχε
ανοίξει και έτρεχε απ’ το σπυρί αυτό πύον, μεγέθους ενός τσιγάρου, όπως είπε.
Πάει στη γυναίκα του που ήταν στην κουζίνα και της λέγει το περιστατικό.
Κοιτάζει η γυναίκα του. Κάνει τον σταυρό της. Και της αφηγήθηκε ότι είχε
συμβεί. Κοιτάζει η γυναίκα πίσω στην πλάτη του και βλέπει αποτυπωμένη την
παλάμη του χεριού του γέροντος Ιακώβου στην πλάτη του, η οποία παρέμεινε επί
τρεις ημέρες. Αυτό το περιστατικό απλά το αφηγήθηκα όμως, περιέχει για μας που
έχουμε ακούσει, έχουμε διαβάσει όλη τη θεολογία της πίστεως μας.
Μια τελευταία φράση, ήθελα να πω αν μου
επιτρέπετε, επειδή είπατε για την Αγία μας Εκκλησία.
Ο Άγιος γέροντας Ιάκωβος, αδελφοί μου,
συνιστούσε σε όλους μας να τρέχουμε στους πατέρες της Εκκλησίας. Εκεί να
καταφεύγομεν. Και ούτε να ζητάμε προγνώστες. Ούτε τίποτε. Στους πατέρες της
Εκκλησίας μας. Η οποία Εκκλησία είναι η κιβωτός της σωτηρίας μας. Και έλεγε,
επειδή και σήμερα βλέπομεν πόλεμο κατά της Εκκλησίας, έλεγε: «Από την ημέρα που
ήρθε ο Χριστός στη γη πολεμείται. Η Αγία μας Εκκλησία πολεμείται. Αλλά, εμείς
έχομεν Θεόν ζωντανό και αληθινό και δεν φοβόμαστε τίποτε.».
Απόσπασμα από την Ημερίδα με θέμα: «Ο Όσιος Γέροντας Ιάκωβος
Τσαλίκης», Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης,
21/11/2016