Σουρούπωσε.
Ήλθε η ώρα της δύσης
του βασιλιά της μέρας.
Ο ήλιος ταπεινώνεται
και χαρίζει απλόχερα,
στην αχόρταγη ματιά μου,
την ομορφιά του δειλινού.
Η σκέψη μου ατένισε
το ουράνιο κάλλος
και πέταξε ψηλότερα:
στην ταπείνωση
του Ήλιου της Δικαιοσύνης,
του Κυρίου των πάντων.
Βασιλιάς ων,
δούλος έγινε,
για να γίνουμε εμείς βασιλιάδες.
Κι η πλάση,
αγκάλιασε τον Πλάστη.
Τα άλογα ζώα,
Του χάρισαν τη ζεστή πνοή τους.
Και εμείς οι άνθρωποι,
Τον πικραίνουμε διαρκώς,
με τις αμαρτίες μας.