Παρασκευή 6 Ιουνίου 2025

Μή σιγήσωμεν, ἵνα μή κραυγή Σοδόμων γενώμεθα

Γράφει ὁ κ. Γεώργιος Τραμπούλης, θεολόγος

  Σύμφωνα μέ δημοσιεύματα τοῦ ἠλεκτρονικοῦ καί ἔντυπου Τύπου, ἀναβλήθηκαν οἱ συν­εορτασμοί τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου μέ τόν Πάπα Λέοντα ΙΔ΄ στήν Νίκαια τῆς Βιθυνίας καί «ἴσως ἡ  συνάντηση  νά  πρα­γματοποιηθῆ στά τέλη τοῦ ἐρχομένου Νοεμβρίου», ὅπως δήλωσε ὁ ἴδιος ὁ Πατριάρχης. Ἐπίσης, μέ ἀφορμή τήν ἐκθρόνιση τοῦ Μητροπολίτη Πάφου Τυχικοῦ δημοσιογραφικές πληροφορίες ἀναφέρουν ὅτι γιά τήν ἐκθρόνισή του καθοριστικό ρόλο διαδραμάτισε ὁ Πατριάρχης, καθώς ὁ Μητροπολίτης χαρακτηρίζεται γιά τό παραδοσιακό του πνεῦμα, ἀφοῦ ἀρνήθηκε νά δεχθῆ στήν Μητρόπολη Πάφου τήν κάρα τοῦ ἀποστόλου Παύλου, μέ τό δικαιολογητικό ὅτι ὁ πάπας εἶναι αἱρετικός.

  Τήν στιγμή πού τούς σχεδιασμούς τῶν οἰκουμενιστῶν γιά κοινό ἑορτασμό τοῦ Πάσχα μέ τούς αἱρετικούς τούς ἀκύρωσε ὁ Κύριος μέ τόν θάνατο τοῦ Πάπα Φραγκίσκου, ὅμως, παρ’ ὅτι ὁ Θεός μίλησε σέ ὅ,τι ἔχει σχέση μέ τούς συνεορτασμούς μέ τούς παπικούς καί τούς ἀνέστειλε, ὁ Πατριάρχης Βαρθολομαῖος καί τό Φανάρι ἀρνοῦνται νά πάρουν τό μήνυμα τοῦ Κυρίου καί ἐπιμένουν στήν  πρα­γματοποίηση τῶν σχεδιασμῶν τους. Ἡ ἐμμονή τοῦ Πατριάρχη νά πραγματοποιήση τούς συνεορτασμούς, ἀλλά καί τό γεγονός ὅτι ἐπεμβαίνει στά ἐσωτερικά ζητήματα ἄλλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, ἐπαληθεύει ὅτι λειτουργεῖ ὡς λύκος βαρύς καί λοιμώδης ἐπί τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος δέν ἔχει εἰσέλθει διά τῆς θύρας στήν μάνδρα τοῦ Κυρίου, ἀλλά ἀλλαχόθεν. Ἀφοῦ διαπράττει τήν πλέον βδελυρή πράξη, τήν ὑποταγή δηλαδή τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ στήν αἵρεση, κατασκανδαλίζοντας ἔτσι τούς πιστούς, μέ συνέπεια τήν ἀπώλεια ψυχῶν, ὑπέρ ὧν Χριστός ἀπέθανε.

 Εἶναι γεγονός ὅτι σέ κάθε ἐποχή ὑπάρχει μεγαλύτερος ἤ μικρότερος ἀριθμός ἐπισκόπων,καί προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, οἱ ὁποῖοι οὔτε τόν Θεό φοβοῦνται ἀλλά οὔτε καί τούς πιστούς ντρέπονται καί ὄχι μόνον δέν σέβονται τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τούς Ἱερούς Κανόνες, ἀλλά ἀσύστολα καί προκλητικά τούς παραβιάζουν καί τούς καταφρονοῦν, ὅμως ἡ ἀποστασία τῶν ἐπισκόπων πού παρατηρεῖται στίς ἡμέρες μας εἶναι πρωτόγνωρη. Γιά νά κατανοήσουμε τό μέγεθος τῆς ἀποστασίας πού συντελεῖται, ἀρκεῖ νά ἀναλογισθοῦμε πώς, τήν στιγμή πού ὁ Πατρ. Βαρθολομαῖος κατεργάζεται ἀπροκάλυπτα τήν ἕνωση μέ τήν αἵρεση, τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας παραμένει ἀδιάφορο καί ἀδρανές στίς μεθοδεύσεις του. Πρὸς ἐπιβεβαίωση τῶν λεγομένων μποροῦμε νὰ ἀναφέρουμε ὅτι, ἐνῶ ὁ Πατρ. Βαρθολομαῖος προκάλεσε 2 ψεύτικες συνόδους, μία στὸ Κολυμπάρι, ὅπου ἀναγνώρισε τοὺς αἱρετικοὺς ὡς ἐκκλησία, καὶ ἡ ἄλλη, ποὺ ἀναγνώρισε τοὺς ἀχειροτονήτους στὴν Οὐκρανία καὶ προκάλεσε σχίσμα μὲ τήν Ρωσική Ἐκκλησία, τό σῶμα τῶν ἑλληνόφωνων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν ὄχι μόνον δέν ἀντέδρασε ἀλλά καί ἐπικρότησε τούς χειρισμούς του.

  Ἡ ἐκκλησιαστική ἱστορία μᾶς ἔχει καταδείξει ὅτι ἡ μή τήρηση τῶν Ἱερῶν Κανόνων, τῶν ἀποφάσεων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἡ ἀνατροπή τῆς κανονικῆς τάξεως τῆς Ἐκκλησίας, ἔχουν ὡς ἐπακόλουθο νά προκαλοῦνται στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ περιπέτειες, ἔριδες, ἀντιθέσεις, συγκρούσεις, αἱρέσεις, τά ὁποῖα εἶναι δυνατόν νά ὁδηγήσουν ἀκόμα καί σέ σχίσματα, μέ ὀλέθριες συνέπειες γιά αὐτή τήν ἴδια τήν σωτηρία τῶν μελῶν τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας. Εἶναι φανερό ὅτι ἡ ἐνσυνείδητη, συστηματική ἀλλά καί ἀμετανόητη ἐμμονή στήν ἀνατροπή καί κατάλυση τῶν ὑπό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος θεσπισθέντων κανόνων, πού προκαλοῦν οἱ πράξεις τοῦ Πατριάρχη Βαρθολομαίου, ἀποτελεῖ ἐμπαιγμό αὐτοῦ τοῦ ἰδίου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί προξενεῖ τήν ἀσυγχώρητη κατά αὐτοῦ βλασφημία. Μία βλασφημία, γιά τήν ὁποία ὁ Κύριος ἔχει ὁμολογήσει ὅτι «πᾶσα ἁμαρτία καί βλασφημία ἀφεθήσεται… ὅς δέ ἄν εἴπῃ κατά τοῦ Πνεύματος τοῦ Ἁγίου, οὐκ ἀφεθήσεται αὐτῷ, οὔτε ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, οὔτε ἐν τῷ μέλλοντι», καταδεικνύοντας ἔτσι τό μέγεθος τῆς βλασφημίας πού συντελεῖται μέ τίς πράξεις τοῦ Πατριάρχου σήμερα.

  Στήν Πατριαρχική Ἐγκύκλιο τῆς Συνόδου τῶν Πατριαρχῶν τῆς Ἀνατολῆς τοῦ 1848, στήν ὁποία γινόταν ἀναφορά περί τοῦ Παπισμοῦ καί κάθε Νεωτερισμοῦ, μεταξύ τῶν πολλῶν ἀναφέρονται ὅτι «…παρ’ ἡμῖν οὔτε Πατριάρχαι, οὔτε Σύν­οδοι ἐδυνήθησάν ποτε εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστής τῆς θρησκείας ἐστίν αὐτό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτός ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τό θρήσκευμα αὐτοῦ αἰωνίως ἀμετάβλητον καί ὁμοειδές τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ, ὡς ἔργῳ ἐπειράθησαν καί πολλοί τῶν ἀπό τοῦ σχίσματος Παπῶν τε καί Πατριαρχῶν Λατινοφρόνων μηδέν ἀνύσαντες… …Προσέχετε ἑαυτοῖς καί παντί τῷ ποιμνίῳ, ἐν ᾧ ὑμᾶς τό Πνεῦμα τό ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Θεοῦ, ἥν περιποιήσατο διά τοῦ ἰδίου αἵματος.

  Ἐγώ γάρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετά τήν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς… Δεῦτε οὖν καί ἡμεῖς ἀδελφοί, ἀκούοντες αὐτοῦ νουθετοῦντος ἡμᾶς μετά δακρύων, ἐπιπέσωμεν νοερῶς ὁλοφυρόμενοι ἐπί τόν τράχηλον αὐτοῦ, καί καταφιλοῦντες παρηγορήσομεν αὐτόν τῇ σταθερᾷ ἡμῶν ὑποσχέσει, ὅτι οὐδείς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, οὐδείς ἡμᾶς ἀποπλανήσει τῆς ἀσφαλοῦς ὁδηγίας τῶν Πατέρων ἡμῶν, ὥσπερ κἀκείνους οὐδείς ἠδυνήθη πλανῆσαι σύν πάσῃ τῇ σπουδῇ, ἥν κατέβαλλον κατά καιρούς οἱ ἐπ’ αὐτῷ ἐπεγερθέντες ὑπό τοῦ πειράζοντος… …Ἅπαντες οὖν οἱ νεωτερίζοντες ἤ αἱρέσει ἤ σχίσματι, ἑκουσίως ἐνεδύθησαν, κατά τόν ψαλμωδόν, “κατάραν ὡς ἱμάτιον”, κἄν τε Πάπαι, κἄν τε Πατριάρχαι, κἄν τε Κληρικοί, κἄν τε Λαϊκοί ἔτυχον εἶναι… …Ὁ ἀνενδεής Κύριος καί Θεός ἡμῶν, ὁ τῷ οἰκείῳ αἵματι ἀνακτησάμενος ἡμᾶς, οὐδέν ἕτερον ἀπαιτεῖ ἀφ’ ἡμῶν, εἰ μή τήν ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς καί καρδίας ἡμῶν εἰς τήν ἀμώμητον ἱεράν πίστιν τῶν πατέρων ἡμῶν, τήν ἀγάπην καί τό φίλτρον εἰς τήν ἀναγεννήσασαν ἡμᾶς οὐ ραντίσματι νεωτερικῷ, ἀλλά θείῳ λουτρῷ τοῦ ἀποστολικοῦ βαπτίσματος Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν…. Συν­αισθανθῶμεν εἰς τάς ψυχάς ἡμῶν αὐτῶν τό ἀμοιβαῖον ἀλγεινόν αἴσθημα μητρός φιλοτέκνου καί τέκνων φιλομητόρων, ὅταν λυκόφρονες ἄνδρες καί ψυχοκάπηλοι σπουδάζουσι καί μεθοδεύονται, ἵνα ἤ ἐκείνην ἀπαγάγωσι δούλην, ἤ αὐτά ὡς ἀρνία ἐκ τῶν μητέρων αὐτῶν ἀφαρπάσωσιν…».

  Μέ τά ἀνωτέρω γίνεται κατανοητό ἀφενός τό μέγεθος τῆς ἀποστασίας τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου, ὁ ὁποῖος, σύμφωνα μέ αὐτά πού ὁμολογεῖ ἡ Σύν­οδος τοῦ 1848, χαρακτηρίζεται ὡς “ψυχοκάπηλος”, ἀφετέρου οἱ εὐθύνες στίς ὁποῖες ὑπόκειται τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, τήν στιγμή πού εἶναι “ὁ ὑπερασπιστής τῆς θρησκείας”. Διότι ὡς ὑπερασπιστής τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πολιτεύματος ὀφείλει νά μή ἀδιαφορῆ στούς νεωτερισμούς πού ἐπιβάλλει ὁ Πατριάρχης, ἀλλά νά τούς καταγγέλλη καί νά ἀγωνίζεται γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς ἐκκλησιαστικῆς νομιμότητας. Στήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ τό κάθε ἀξίωμα, ὅταν συμβάλη πρός δόξαν τῆς Ἐκκλησίας καί προάσπιση τῆς Ἀληθείας, συντελεῖ πρός σωτηρίαν καί κλέος τοῦ κατέχοντος αὐτοῦ, ὅταν ὅμως εἶναι ἀνενεργό ἤ γίνεται κακή χρήση του, τότε λειτουργεῖ πρός καταδίκη καί ἀπόρριψή του.

  Στά Ἀμφιλόχια Α΄ τοῦ Μεγάλου Φωτίου, ἀναφερόμενος ὁ ἅγιος Φώτιος σέ ποιούς πειρασμούς ὁ πιστός ὀφείλει νά σωπαίνει καί σέ ποιούς νά ὀρθώνη λόγο ἀναφέρει ὅτι «Ἐπιβουλεύεται κάποιος τά χρήματά μας, τά χωράφια μας, ἤ σηκώνει τό χέρι του νά μᾶς κτυπήση στό σῶμα; Πρέπει νά ὑποφέρουμε μέ ἀνεξικακία, μέ τήν μακροθυμία νά καταπραΰνουμε τήν φωτιά τῆς ὀργῆς καί τῆς φιλαργυρίας, καί μέ τήν ἀδιαφορία γιά τήν ζημιά νά ὑποβαθμίζουμε τήν ἀχόρταγη πεῖνα. Ἀλλά  ἀντίθετα ἀπό αὐτόν, ποὺ καταγγέλει αἱρετικὲς δοξασίες, δέν  θά  δε­χθοῦμε τήν προσβολή σωπαίνοντας, ἀλλά θά δείξουμε παρρησία μέ τήν γνώμη καί τήν γλώσσα, ἐπειδή πάσχουμε ἄδικα, ἐνῶ εἴμαστε εὐσεβεῖς καί ὑποφέρει ἄδικα ἡ πίστη καί τό δόγμα. Στήν πρώτη περίπτωση ἡ σιωπή εἶναι ὑποδήλωση θαυμάσιας ἀρετῆς, ἐνῶ ἐδῶ ἡ σιωπή προκαλεῖ μᾶλλον τήν ἀσέβεια νά ἀποθρασύνεται ἐναντίον τοῦ λόγου».

  Ἐπίσης ὁ Μέγας Φώτιος ἀναφερόμενος στούς λόγους, γιά τούς ὁποίους ὁ Θεός ἐπιτρέπει νά δοκιμάζωνται οἱ πιστοί ἀπό τήν αἵρεση, γράφει σέ ἐπιστολή του πρός τόν μοναχό Θεοφάνη «Ἀλλά αὐτούς (τούς αἱρετικούς καί μᾶλλον στήν πραγματικότητα βλάσφημους κατά τοῦ Θεοῦ) ἡ Τριάδα μέ ἔνθεα στόματα θά τούς πετάξη μακριά ἀπό ἐσένα καί ἀπό τούς ἐκεῖ ὑπέρμαχους τῆς ἀλήθειας, ἐσένα ὅμως καί τόν σάν κι ἐσένα νά μή σᾶς παραξενεύη καθόλου ἡ αἵρεση πού ἀκόμα φέρεται σάν λυσσασμένη. Γιατί δέν ἔσβησε ἀκόμα τό κακό οὔτε δοκιμάσθηκε ἀρκετά ἡ ἀγάπη τῶν πιστῶν πρός τόν Θεό· καί τρίτον, δέν εἴμαστε ἱκανοί νά εἰσέλθουμε στήν ἄβυσσο τῶν σκέψεων τοῦ Θεοῦ, μέ ποιούς τρόπους ἀνέχεται ἀκόμα νά κλυδωνίζεται ὁ λαός του ἀπό τόν σάλο τῆς ἀπιστίας. Τό συμπέρασμα βέβαια αὐτοῦ πού λέχθηκε εἶναι, γιά νά γίνουν φανεροί οἱ δοκιμασμένοι στήν ἀρετή, ὅπως ἔχει πεῖ ὁ ταμίας τῆς σοφίας Παῦλος, ὅτι δηλαδή “δεῖ γάρ καί αἱρέσεις ἐν ὑμῖν εἶναι, ἵνα οἱ δόκιμοι φανεροί γένωνται ἐν ὑμῖν”».

  Τήν στιγμή πού λύκοι βαρεῖς, οἱ οἰκουμενιστὲς ἐπίσκοποι καὶ ὁ Πατρ. Βαρθολομαῖος, ἔχουν εἰσέλθει στήν μάνδρα τοῦ Κυρίου, οἱ ὁποῖοι παρ’ ὅτι φέρουν τήν λεοντή τοῦ ποιμένος καί τοῦ ἐπισκόπου, εἰσέρχονται ἀνίπτοις χερσί εἰς τά ἅγια τῶν ἁγίων, κυριευμένοι ἀπό τά πάθη τῆς ἀτιμίας καί ἐμπίπτουν ἐπί τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας, διαπράττοντας τίς πλέον βδελυρές πράξεις· τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, κλῆρος καί λαός, στήν πλειοψηφία του παραμένει ἀδιάφορο στίς ἀσέβειες τους μέ ἐπακόλουθο νά ἀποθρασύνωνται ἀκόμα περισσότερο.

  Καί ἐνῶ ἡ αἵρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ φέρεται ὡς “λυσσασμένη”, σύμφωνα μέ τόν Μέγα Φώτιο, κλῆρος καί λαός, χαρακτηρίζονται γιά τήν χλιαρότητα περί τήν πίστη, γιά τήν ἀδιαφορία καί τήν ἐλλιπῆ γνώση τόσο γιά τά ἐκκλησιαστικά ζητήματα ὅσο καί γιά τά δόγματα. Στήν πλειοψηφία του κλῆρος καί λαός στήν ἐποχή μας παρουσιάζουν μία ἀλλοτριωμένη καί ἐκκοσμικευμένη ἀντίληψη, ἀφοῦ ἡ ἐκκοσμικευμένη ζωή πού ζεῖ ἔχει ἀλλοιώσει τόσο βαθειά τήν συν­είδησή τους, σέ σημεῖο πού νά θεωρεῖται ἀνθρωπίνως ἀδύνατον νά ἀνατραπῆ ἡ προτεσταντοποίηση πού ἔχει ὑποστῆ ἡ ζωή καί ἡ συνείδηση τῶν σύγχρονων χριστιανῶν.

  Τήν στιγμή πού ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας, οἱ Ἱεροί κανόνες καί  τά  δό­γματα ἔχουν ἐπισφραγισθῆ μέ τούς ἀγῶνες καί τό αἷμα τῶν ἁγίων, ὁ παραδοσιακός κλῆρος καί οἱ παραδοσιακοί ἐπίσκοποι διακρίνονται γιά μία ἀνεπίτρεπτη καί ἀπαράδεκτη χλιαρότητα. Γιά μετάθεση εὐθυνῶν, ἀρνούμενοι νά ὑπερ­ασπισθοῦν τήν Ἀλήθεια καί τήν εὐσέβεια. Ἀρνοῦνται νά ἐπωμισθοῦν τίς εὐθύνες τους ὡς ποιμένες τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖες ἀπαιτοῦν καί προσωπικές θυσίες, ὅταν διακυβεύεται ἡ πίστη καί ἡ ἀλήθεια. Κυριαρχοῦνται ἀπό ἐφησυχασμό καί ἀδράνεια, ἔχοντας ὡς κύριο μέλημα νά διατηροῦν τίς θέσεις, τά ἀξιώματά τους καί τούς μισθούς, νά μή καταγγέλλουν καί νά μή ἀπομακρύνωνται ἀπό τήν αἵρεση, ἀλλά νά συμφύρωνται μέ αὐτήν καί τούς ἀνθρώπους της, φοβούμενοι τό ὅποιο κόστος. Θέτοντας ὡς μόνον τρόπο ἐπίλυση τῶν ἐκκλησιαστικῶν προβλημάτων τήν προσευχή, τήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ καί τήν ἐναπόθεσή τους στούς ἔχοντας τά ἀνώτατα ἀξιώματα. Ὅμως, ὅταν οἱ ἔχοντες τά ἀνώτατα ἀξιώματα σφάλλουν ὡς πρός τήν πίστη, ὅπως συμβαίνει σήμερα, δέν ὀφείλουν κλῆρος καί λαός νά σταθοῦν φύλακες τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πολιτεύματος; Γιά αὐτό ἄλλωστε ὁ θεῖος Παῦλος μᾶς λέγει, “δεῖ γάρ καί αἱρέσεις ἐν ὑμῖν εἶναι, ἵνα οἱ δόκιμοι φανεροί γένωνται ἐν ὑμῖν”»; Ἐάν κλῆρος καί λαός δέν ἀγωνίζονται, πῶς θά ἀποδείξουν ὅτι εἶναι μέ τόν Χριστό καί ὄχι μέ τόν διάβολο, ἡ ἀρετή μᾶς λέγουν οἱ Πατέρες θέλει κόπο καί αἷμα, γιά νά ἀποκτηθῆ. Ἔτσι τίθεται τὸ ἐρώτημα, μποροῦμε νὰ κάνουμε χρήση τοῦ ὅρου «παραδοσιακοὶ» ἐπίσκοποι, ὅταν αὐτοὶ ἔχουν ἀφήσει συστηματικὰ τὸ ποίμνιο ἀκατήχητο καὶ σιωποῦν στίς παράνομες πράξεις τῶν Οἰκουμενιστῶν καὶ στίς διώξεις τῶν ἄξιων κληρικῶν;

  Εἶναι γεγονός ὅτι ἡ σύγχυση καί ὁ ἀποπροσανατολισμός πού ἔχει ὑποστῆ ὁ λαός τοῦ Θεοῦ στήν καθημερινότητά του δέν τοῦ ἐπιτρέπουν τήν συνειδητοποίηση, τήν ἀναγκαιότητα ἀλλά καί τήν σημασία πού ἔχει ὁ ἀγώνας, τόν ὁποῖο ὀφείλουμε νά κάνουμε ὡς σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὅμως αὐτό δέν δικαιολογεῖ τήν ὅποια ἀδράνεια, ἀφοῦ τό ζητούμενο ἔχει νά κάνη μέ τήν σωτηρία τοῦ πιστοῦ. Ἡ ἔννοια τῆς προσωπικῆς εὐθύνης γιά ὅσα συμβαίνουν στήν Ἐκκλησία στήν σύγχρονη ἐκκλησιαστική ζωή ἔχει σχεδόν ἐκλείψει καί κυριαρχεῖ πλέον ὁ ἐφησυχασμός καί ὁ ὠχαδελφισμός στούς πιστούς. Στήν ἐποχή μας τό παράδει­γμα τοῦ μαρτυρίου, τό ὁποῖο καθημερινά προβάλλει ἡ Ἐκκλησία μέσα ἀπό τά συναξάρια, εἶναι γιά τούς σύγχρονους χριστιανούς ἀκατανόητο καί ἐξωπραγματικό καί θά μποροῦσε κάποιος νά πῆ ὅτι τά συναξάρια ἀκούονται ἀπό τούς σύγχρονους πιστούς ὡς «παραμύθια», γιά αὐτό ἄλλωστε καί δέν παραδειγματίζονται ἀπό τούς ἀγῶνες τῶν ἁγίων. Σέ ἀντίθεση μέ ἄλλες ἐποχές τό μαρτύριο τῶν ἁγίων λειτουργοῦσε ὡς παράδειγμα γιά τούς πιστούς, τό ὁποῖο θέλει, ὅταν διώκεται ἡ πίστη, οἱ πιστοί νά ὑπερασπίζωνται τήν Ἀλήθεια καί νά ἀγωνίζωνται γιά αὐτήν, νά εἶναι ἀποκομμένοι ἀπό τούς αἱρετικούς καί ἔτσι νά ἐπιβεβαιώνουν ὅτι εἶναι φύλακες τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ πολιτεύματος.

  Ὀφείλουμε νά κατανοήσουμε ὅτι, ὅταν πολεμῆται ἡ πίστη καί ἡ ἀλήθεια καί γίνεται προσπάθεια νά ἐπιβληθῆ ἡ πλάνη καί ἡ αἵρεση ἀπό τόν διάβολο καί τά ὄργανά του, οὐσιαστικά αὐτό τό ὁποῖο διακυβεύεται εἶναι ἡ ἴδια ἡ σωτηρία τοῦ πιστοῦ. Ὅταν οἱ ποιμένες καί ὁ λαός εἴτε ὑπηρετοῦν τήν πλάνη καί τήν αἵρεση εἴτε σιωποῦν ἀνεχόμενοι τό ψεῦδος, θέτουν τόν ἑαυτό τους ἐκτός Ἐκκλησίας καί ἔτσι γίνονται ἐχθροί τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων του. Ὁ ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ὁ ὁποῖος ἔπαθε πολλά, γιά νά ἀρέση στόν Κύριο καί στούς ἁγίους του, λέγει ὅτι “Διό ὑπομιμνήσκω ὡς ἐλάχιστος ἀδελφός καί τέκνον μή σιγήσωμεν, ἵνα μή κραυγή Σοδόμων γενώμεθα, μή φεισώμεθα τῶν κάτω, ἵνα μή ἀπολέσωμεν τά ἄνω, μή θῶμεν σκάνδαλον τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ Θεοῦ, ἥτις ἐστί καί ἐν τρισίν ὀρθοδόξοις ὁριζομένη κατά τούς ἁγίους, ἵνα μή τῇ ἀποφάσει τοῦ Κυρίου καταδικασθῶμεν».

https://orthodoxostypos.gr