Παν. Δ. Παπαδημητρίου, αʹ ἔκδοσις, 22/4/2025
(γιὰ καλύτερη ἐμπειρία ἀνάγνωσης δεῖτε τό PDF στό τέλος)
Εἴθισται ἐνιαχοῦ, ἀπὸ τὸν προηγούμενο αἰῶνα, ἀρχικὰ στοὺς Μητροπολιτικοὺς Ναούς, στὸν Μεγάλο Ἑσπερινὸ τοῦ Πάσχα (τὸν καλούμενο καὶ «Ἀγάπη»), νὰ ἀναγινώσκεται τὸ Εὐαγγέλιον Οὔσης ὀψίας ἀπὸ τοὺς Κληρικούς σὲ διάφορες γλῶσσες.
Ὅμως πέραν τῶν Μητροπολιτικῶν Ναῶν, διαβάζεται σὺν τῷ χρόνῳ καὶ σὲ ἐνορίες, καὶ Κληρικοὶ δυστυχῶς δίνουν τὸ Εὐαγγέλιον νὰ τὸ ἀναγνώσουν Ἱεροψάλτες, καὶ λαϊκοί, ἄνδρες καὶ γυναῖκες.[1] Ὅτι διαβάζουν λαϊκοὶ τὸ Εὐαγγέλιον, δὲν εἶναι νεωτερισμός τοῦ 2024, ἀλλὰ τὸν ἀναφέρει καὶ ὁ Φουντούλης ἤδη τό 1994 στὴν ἐρώτηση #444,[2] καί στήν #579,[3] ἀλλὰ καὶ στὸ ἐξωτερικό ὑπάρχει.
Στὴν Ἀμερικὴ ἐνορίες βάζουν μέχρι καὶ ἀγγελίες: «Agape vespers readers needed. Can you read another language? We need you!», δηλ. «Χρειάζονται διαβαστὲς γιὰ τὸν ἑσπερινὸ τῆς ἀγάπης. Μπορεῖς νὰ διαβάσεις ξένη γλώσσα; Σὲ χρειαζόμαστε!». Ἄλλη ἐνορία: «Χρειαζόμαστε ἐθελοντές νὰ διαβάσουν τὸ Εὐαγγέλιο σὲ διαφορετικὲς γλώσσες γιά τόν Ἑσπερινό τῆς Ἀγάπης!». Ἄλλος περιγράφει τὴν ἀκολουθία αὐτή ὡς τὴν ἀκολουθία ὅπου ἐμφανίζονται οἱ “language geeks”.[4]
Κατὰ τὴν Τάξιν τῆς Ἐκκλησίας μας, καὶ τὴν Ἱερὰ Παράδοση, τὸ Εὐαγγέλιον στὴν Ἐκκλησία δὲν ἐπιτρέπεται νὰ ἀναγνωσθεῖ ἀπὸ κανέναν ποὺ δὲν ἔχει Ἱερωσύνη (οὔτε φυσικὰ καὶ ἀπὸ τὸν Ἱεροψάλτην, πολλῷ δὲ μᾶλλον ἀπὸ οἰονδήποτε Αἱρετικό).[5] Αὐτὸ εἶναι προτεσταντισμός. Γιὰ αὐτὸ καὶ ὁ π. Κων/νος Παπαγιάννης στό Σύστημα Τυπικοῦ (2012) ἀναφέρει μόνον Κληρικούς: «ὁ προεξάρχων ἀναγινώσκει τὸ Εὐαγγέλιον Οὔσης ὀψίας μέχρι τοῦ οὐ μὴ πιστεύσω κατὰ περιόδους ἐπαναλαμβανομένας ὑπὸ τῶν λοιπῶν ἱερέων καὶ διακόνων εἰς διαφόρους γλώσσας, ὅπου τοῦτο εἶναι δυνατόν5» (σ. 660). Καὶ ὁ Φουντούλης, στό #444 λέει: «Τό Εὐαγγέλιο διαβάζεται πάντοτε ἀπό τόν ἀρχιερέα, τόν ἱερέα ἤ τό διάκονο. Ποτέ από κατωτέρους κληρικούς (ὑποδιακόνους, ἀναγνώστες, ψάλτες κ.λπ.) ἢ ἀπό λαϊκούς. Αὐτό πού γίνεται σε μερικούς ναούς κατά τόν ἐσπερινό τῆς ἀγάπης, να διαβάζεται δηλαδή ἡ εὐαγγελική περικοπή «Οὔσης ὀψίας...» σὲ διάφορες γλώσσες ἀπό λαϊκούς, δέν εἶναι παράδειγμα πρός μίμηση».2
Πόθεν καὶ πότε εἰσῆλθεν στὴν Ἐκκλησία μας αὐτὴ ἡ πρακτικὴ τῶν διαφόρων γλωσσῶν;
Στό #579 ὁ Φουντούλης λέει ὅτι φαίνεται ὅτι ἀρχικὰ ξεκίνησε τὸ ἔθος αὐτό γιὰ νὰ ἀκοῦνε οἱ ξένοι ποὺ δὲν καταλαβαίνουν ἑλληνικά τὸ Εὐαγγέλιον στὴν μητρική τους γλῶσσα «ἔτσι φαίνεται ὅτι ἀρχικά ξεκίνησε τὸ ἔθος αὐτό - καί δέν γίνεται ἡ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου σὲ πολλές γλώσσες ἁπλά για λόγους πανηγυρισμοῦ καί γιά τήν δημιουργία μιᾶς ἑορταστικῆς ἀτμόσφαιρας».3
Ὁ μακαριστός γέρων Δοσίθεος, ἡγούμενος τῆς Ἱ.Μ. Παναγίας Τατάρνης, λέει: «Τὸ ἀναγινώσκειν τὸ παρὸν [Οὔσης ὀψίας] Εὐαγγέλιον καὶ εἰς ἄλλας γλώσσας πλὴν τῆς ἑλληνικῆς ἀγνοεῖται ὑπὸ τῶν παλαιῶν τυπικῶν», [ΤΑΣ[6] 2010, σ. 433].
Βλ. [ΤΚΠ (1838),[7] σ. 193], [ΤΚΠ (1842),[8] σ. 161], [ΤΜΕ (1888),[9] σ. 389], [ΤΓΡ (1908),[10] σ. 832].
Ἂς δοῦμε τὴν σύγχρονη Τάξη τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ Κων/πόλεως·
Τό ἀρχαιότερο ἔντυπον Τυπικόν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τοῦ 1838 [ΤΚΠ (1838), σ. 193], δὲν ἀναφέρει οὔτε «διαφόρους γλώσσας», οὔτε καὶ «περιόδους ἐπαναλαμβανομένας», ἀλλὰ γράφει μόνον: «Εἶτα ἀναγινώσκεται κατὰ τὸ σύνηθες τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον, Οὔσης ὀψίας· τέλος, οὐ μὴ πιστεύσω». Δηλαδή τό Εὐαγγέλιον ἀναγινωσκόταν ὡς συνήθως.
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Τυπικόν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας (Κωνσταντίνου) τοῦ 1838.
Τό ἴδιο μὲ τοῦ 1838 καί τό [ΤΚΠ (1842),8 σ. 161].
Ὅμως τό Τυπικόν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τοῦ 1851 [ΤΚΠ (1851), σ. 264], φαίνεται εἰσάγει πρώτη φορά τοὺς νεωτερισμοὺς τῶν διαφόρων γλωσσῶν καὶ τῶν περικοπῶν/τμημάτων ἀνάγνωσης· «Εἶτα ἀναγινώσκεται τὸ Ἅγιον Εὐαγγέλιον ὑπὸ τοῦ Πατρ. καὶ ὑπὸ τῶν Ἁγίων Ἀρχιερέων [οὔτε ἀπὸ Ἱερεῖς, οὔτε ἀπὸ Διακόνους], (Περιοδικῶς εἰς διαφόρους διαλέκτους ὡς εἴθισται.) Οὔσης ὀψίας, Τέλος οὐ μὴ πιστεύσω.»
Τό ἴδιο μὲ τοῦ 1851 καί τό [ΤΚΠ (1862), σ. 242].
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Τυπικόν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας (Κωνσταντίνου) τοῦ 1862.
Τό ἰσχῦον Τυπικόν τῆς Ἐκκλησίας9 (1888) δὲν ἀναφέρει «διαφόρους γλώσσας», ἀλλὰ γράφει: «ἀναγινώσκεται τὸ Εὐαγγέλιον Οὔσης ὀψίας μέχρι τοῦ Οὐ μὴ πιστεύσω, κατὰ περιόδους ἐπαναλαμβανομένας καὶ ὑπὸ τῶν Ἀρχιερέων, τῶν Ἱερέων καὶ τῶν Διακόνων», [ΤΜΕ9 1888, σ. 389]. Στὶς ἐνορίες φυσικὰ διαβαζόταν ὁλόκληρο μόνον ἀπὸ τὸν Ἱερέα.
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Τυπικόν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας (Βιολάκη) τοῦ 1888.
Ἄρα στὸν Πατριαρχικό Ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στό Φανάρι, ἡ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου στὸ Ἑσπερινό τῆς Ἀναστάσεως σὲ «διάφορες γλῶσσες», ἀλλὰ καὶ «σὲ περιόδους» φαίνεται (μὲ τὰ μέχρι στιγμῆς δεδομένα μας), ὅτι ξεκίνησε περίπου στά 1850, ἐνῷ πρὶν τὸ Εὐαγγέλιον ἀναγινωσκόταν παραδοσιακώτερα, «κατὰ τὸ σύνηθες».
Ἄλλη σχετικὴ ἀναφορὰ βρήκαμε στὸ μουσικὸ βιβλίο «Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάς»[11] (1884) τοῦ Γεωργίου Ῥαιδεστηνοῦ, πρώην Πρωτοψάλτου τῆς τοῦ Χριστοῦ Μ. Ἐκκλησίας, ὅπου ἀναφέρεται στήν σ. 428: «Καὶ ἄρχεται ἡ ἀνάγνωσις τοῦ Εὐαγγελίου περιοδικῶς εἰς διαφόρους γλώσσας. Μετὰ δὲ τὸ τέλος ὁ Δευτερεύων [Διάκονος] τὸ Εἴπωμεν πάντες ...», προφανῶς περιγράφων τὴν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου πράξιν (δὲν ἔχουν ὅλοι Δευτερεύων καὶ Τριτεύων διακόνους).
Συνεπῶς μετά περίπου τό 1850, στὸν Πατριαρχικὸ Ναό, ἴσως λόγῳ καὶ τῆς πολυπολιτισμικότητάς του, δηλ. τοῦ γεγονότος ὅτι ὑπῆρχαν/ὑπάρχουν διαφόρων γλωσσῶν Ὀρθόδοξοι ποὺ ἐκκλησιάζονταν/αι ἐκεῖ, καὶ λόγῳ τῆς ἡμέρας, ἔκαναν αὐτὴν τὴν οἰκονομία στὸν Ἑσπερινὸ τῆς Ἀναστάσεως.[12] Καὶ γιὰ αὐτό, τὸ Τυπικόν (ΤΜΕ, Βιολάκη) δὲν ἀναφέρει «διάφορες γλῶσσες». Φυσικά μόνον οἱ Κληρικοί ἀνεγίνωσκαν τὸ Εὐαγγέλιον, καὶ ἀρχικὰ μόνον οἱ Ἀρχιερεῖς [ΤΚΠ (1851), σ. 264].
Ἐπίσης, καὶ τὸ λειτουργικὸ βιβλίον «Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάς» τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου, 1906, ἀναφέρει:[13] «Ἐν τῇ Μ. Ἐκκλησίᾳ τὸ Εὐαγγέλιον τοῦτο ἀναγινώσκεται κατὰ περιόδους ἐπαναλαμβανομένας ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου, ἱσταμένου ἐν τῷ συνθρόνῳ, τῶν ἀρχιερέων, τῶν ἱερέων καὶ τῶν διακόνων εἰς διαφόρους γλώσσας», ἐνισχύει τὴν περὶ τοπικῆς συνηθείας ὑπόθεσιν.
Ἡ Τάξη τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος·
Ἡ Ἀποστολική Διακονία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, στό λειτουργικό της βιβλίο «Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάς» ἔτους 1953, «κατὰ τὴν ἔκδοσιν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου», ἔχει κρατήσει ἀκριβῶς τὴν ἴδια ὑποσημείωση «Ἐν τῇ Μ. Ἐκκλησίᾳ ....», σ. 298, ὅπως καὶ τὸ ἀντίστοιχο βιβλίο τοῦ Οἰκ. Πατριαρχείου, σ. 324.
Στὴν Ἑλλάδα αὐτὸς ὁ νεωτερισμὸς ἴσως ξεκίνησε «ἐπίσημα» στὶς ἀρχὲς τοῦ 20οῦ αἰῶνα, μετά τό 1930 ἀπὸ τὸν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Χρυσόστομο Παπαδόπουλο (1923-1938), μετ’ ἐξαιρέσεων ἴσως π.χ. μερικῶν Μικρασιατῶν Ἱερέων ποὺ διάβαζαν τὸ Εὐαγγέλιον καὶ στὰ τούρκικα,[14] ἀλλὰ φυσικὰ τότε ὑπῆρχαν καὶ πολλοὶ τουρκόφωνοι Ἕλληνες Ὀρθόδοξοι.
Τό 1930 φαίνεται τὸ «ἔθος» τῶν διαφόρων γλωσσῶν τοῦ Εὐαγγελίου δὲν εἶχε ἔρθει «ἐπίσημα» στὴν Ἑλλάδα, οὔτε κἂν σὲ αὐτὴν τὴν Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν, καθότι ὁ Ἐμμ. Ἰ. Φαρλέκας δὲν ἀναφέρει τίποτε.[15]
Ὅμως τὰ πράγματα ἄλλαξαν ἀργότερα καθότι τό 1933 ὁ Ἐμμ. Ἰ. Φαρλέκας γράφει: «Μετά μεσημβρίαν ὁ Μέγας Ἑσπερινὸς τοῦ Πάσχα (Ἀγάπη), καθ' ὅν ἀναγινώσκεται εἰς διαφόρους γλώσσας τὸ Εὐαγγέλιον»,[16] χωρὶς νὰ ἀναφέρει «κατὰ περιόδους/τμήματα».
Τό 1935, γιὰ μεγαλύτερη διαφήμιση (καὶ ἐδραίωση) τοῦ νεωτερισμοῦ πρὸς τοὺς Ἀρχιερεῖς κυρίως ἀλλὰ καὶ Κληρικοὺς τῆς Ἑλλάδος μέσῳ τῶν τότε «Διπτύχων», προβάλλεται ἰδιαιτέρα τοπικὴ τάξις: «Ἐν τῷ Μητροπολιτικῷ ναῷ Ἀθηνῶν «ἡ Ἀγάπη» τελεῖται ὥρᾳ 11 πρὸ μεσημβρίας, τελεταρχοῦντος τοῦ Μακ. Ἀρχιεπισκόπου μετὰ τῶν ἐνδημούντων ἁγίων Ἀρχιερέων καὶ τοῦ Ἱ. Κλήρου τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς ἐν συρροῇ πλήθους εὐσεβῶν. Τῆς Τελετῆς προηγεῖται Λιτανεία ἐκ τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς εἰς τὸν Μητροπολιτικὸν Ναόν,[17] ψάλλει δὲ πολυμελὴς χορὸς ψαλτῶν καὶ ἀναγινώσκεται τὸ Εὐαγγέλιον [ἐν ἔτει 1935] εἰς 15 [!] γλώσσας[18]».[19]
Ἡ αὐτὴ σημείωσις τοῦ 1935, ὑπάρχει ἀκόμη καί τό 1955[20] ἀλλὰ μὲ πολλὴ τὴν λεπτομέρεια.
Ἐν συνεχείᾳ, ἡ Τάξις τοῦ Γεωργίου Γ. Μπεκατώρου, γράφει τό 1957: «ἀναγινώσκεται ἐκ τῶν Βημοθύρων τὸ Εὐαγγέλιον τοῦ ἑσπέρας τῆς Κυρ. τοῦ Πάσχα Οὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ (Ἰωάν. κʹ 19-25), ὅπερ ἐπαναλαμβάνεται κατὰ περιόδους[21] καὶ εἰς ξένας γλώσσας παρ’ ἄλλων,[22] ἐὰν τοῦτο καθίσταται δυνατόν·5 εἶθ’ οὕτως ἡ ἐκτενής, ...».[23]
Ἐδώ στό 1957, προστέθηκε τό «κατὰ περιόδους» στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος.
Τό 1968 τά τότε ἐπίσημα Δίπτυχα (Ἡμερολόγιον) τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος (ἐκδόσεως τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας), σ. 94, στὴν γενικὴ Τάξη δὲν ὁμιλοῦν καθόλου γιὰ «διαφόρους γλώσσας», λένε ἁπλά: «... Τὸ Εὐαγγέλιον καὶ τὸ Εἴπωμεν πάντες ...».
Ὅμως μετὰ τὴν γενικὴ Τάξη, στὴν ἰδιαίτερη Τάξη μόνον τοῦ Καθεδρικοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῶν Ἀθηνῶν, ἔχουν τὸ νέο «ἔθος» μόνον στὸν Καθεδρικό «τελεῖται ὁ Μέγας Ἑσπερινὸς τοῦ Πάσχα καὶ ἀναγινώσκεται εἰς πολλὰς γλώσσας τὸ Εὐαγγέλιον Οὔσης ὀψίας...».
Ἄρα τό 1968 μᾶλλον προσπάθησαν νὰ σταματήσουν τὸν νεωτερισμό (θὰ εἶχε ξεφύγει εἰς διαφόρους «κατευθύνσεις»), καὶ νὰ τὸν ἀφήσουν μόνον (τοπικά) στὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῶν Ἀθηνῶν (καὶ στοὺς Μητροπολιτικοὺς Ναοὺς) ἀπὸ ὅπου καὶ μᾶλλον ξεκίνησε ἐπίσημα.
Μέσῳ ὅμως αὐτοῦ τοῦ νεωτερισμοῦ, βρῆκαν τινές (καὶ πολλοὶ παρασυρθέντες ἐν τῷ ἐνθουσιασμῷ των), πρόσφορο ἔδαφος νὰ βάλουν ἀκόμη καὶ λαϊκούς, ἄνδρες καὶ γυναῖκες[24] νὰ διαβάζουν Εὐαγγέλιο στὴν Ἐκκλησία ἐν ὥρᾳ Ἀκολουθίας.
Μάλιστα, φαίνεται προσδώσανε στὸν νεωτερισμὸ καὶ διάφορα «εὐσεβιστικά» συμβολικὰ νοήματα, γιὰ νὰ τὸν «ἐδραιώσουν».
Σήμερα, 2025, στὰ Δίπτυχα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ὑπάρχει περίπου ἡ ἴδια σημείωση μὲ τὴν Τάξιν τοῦ Μπεκατώρου τοῦ 1957.
Ἂς δοῦμε τώρα τὰ μοναστικά Τυπικά·
Ἡ ἀρχαία Ὑποτύπωσις τοῦ Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου (759-826), Τυπικόν τῆς Μονῆς Στουδίου στὴν Κωνσταντινούπολη,[25] ἔχει χωρὶς νὰ προσδιορίζει τὸ τέλος, καὶ χωρὶς καμία ἰδιαίτερη τάξη:
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Ὑποτύπωσις Ὁσίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου (τυπικόν Μονῆς Στουδίου, Κων/πολη).
Τό ἀρχαίο Τυπικόν τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Μονῆς τῆς Εὐεργέτιδος,[26] ἔχει ὁμοίως πρός τῆς Μονῆς Στουδίου, ἀλλὰ μὲ τὴν σαφὴ καὶ ἔγγραφη διευκρίνιση ὅτι εἶναι τὸ Εὐαγγέλιον Θʹ (Ἑωθινόν Θʹ, μέχρι τοῦ Οὐ μὴ πιστεύσω) καὶ διευκρινίζει περαιτέρω ὅτι ἀναγινώσκεται ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τραπέζῃ, δηλαδὴ ἔνδον τοῦ Βήματος (ὡς Ἑωθινόν) καὶ ὄχι ὅπως σήμερα ἐκ τῶν Βημοθύρων (ἐκ τῆς Ὠραίας Πύλης):
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Τυπικόν τῆς Μονῆς τῆς Εὐεργέτιδος.
Γιατὶ προσδιορίζεται τὸ τέλος; Διότι εἶναι τό Ἑωθινόν Θʹ Εὐαγγέλιον, καὶ εἰσάγεται αὐτὸς ὁ προσδιορισμὸς γιὰ νὰ μὴν διαβαστεῖ ὁλόκληρο ὡς συνήθως, ἀλλὰ μέχρι τοῦ οὐ μὴ πιστεύσω.
Τό κυριώτερο Τυπικόν συνόλου τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεώς μας ἰδιαίτερα μετὰ τὴν νίκη τῆς Ὀρθοδοξίας ἐπὶ τοῦ προτεσταντισμοῦ τῆς Εἰκονομαχίας, καὶ μέχρι τὶς ἡμέρες μας, εἶναι τό Τυπικὸν τῆς ἐν Ἱεροσολύμοις Λαύρας τοῦ Ὁσίου Σάββα (Τυπικόν τοῦ Ἁγίου Σάββα, ΤΑΣ),[27] τὸ ὁποῖον ὅπως εἶπε ὁ Ἅγιος Συμεών Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης (+1429): «Ἐν ταύταις δὲ ταῖς ἱεραῖς μοναῖς καὶ σχεδὸν πάσαις ταῖς ἐκκλησίαις, ἡ τοῦ ἀπὸ τῶν Ἱεροσολύμων Τυπικοῦ τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα τελεῖται τάξις».[28]
Τά ΤΑΣ τῶν ἐτῶν 1545, 1685, 2010, 2012 ποὺ εἴδαμε, δὲν ἀναφέρουν οὔτε διάφορες γλῶσσες, οὔτε καμία ἰδιαίτερη τάξη, ἁπλά ἔχουν τὴν συνήθη ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου: «Εὐαγγέλιον κατὰ Ἰωάννην. Οὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ. Τέλος· Οὐ μὴ πιστεύσω».
(βλ. την εικόνα στο PDF)
ΤΑΣ 1545, κεφ. μστʹ, σ. 226.
(βλ. την εικόνα στο PDF)
ΤΑΣ 1685, κεφ. μστʹ, φ. ρμ.ʹ
Τὰ Ἁγιορείτικα μοναστικὰ Τυπικά·
Τό χειρόγραφο Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Παντελεήμονος[29] (1841)[30] – φαίνεται ἦταν ἀντίγραφο Τυπικοῦ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Διονυσίου [δὲν γνωρίζουμε ποίου] - ὁμοίως πρός τό ΤΑΣ28 ἀναφέρει, χωρὶς κανέναν νεωτερισμό: «... Εὐαγγέλιον κατὰ Ἰωάννην· Οὔσης ὀψίας, τέλος· Οὐ μὴ πιστεύσω, εἶτα ἐκτενής· ...».
Σὲ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο ὑπάρχει ἡ ὑποσημείωσις #5 τοῦ Δημητριέφσκι, σ. 632·30 «Τὸ τοῦ Διονυσίου· Ἔνδον τοῦ βήματος λέγει ὁ Ἱερεὺς τὸ Εὐαγγέλιον (ὡς Ἑωθινὸν φαίνεται) οὐδὲ ἀναφέρει, ὅτι τὸ λέγουσι πάντες οἱ Ἱερεῖς».
Αὐτὸς πάντως φαίνεται, ἀπὸ τὴν ὑποσημείωση, ὅτι ἦταν ὁ καϋμὸς[31] τοῦ Δημητριέφσκι (1856-1929), ὁ νεωτερισμὸς νὰ τὸ λένε (ταυτόχρονα) ὅλοι οἱ Ἱερεῖς, τὸ ὁποῖον τὸ βλέπουμε παρακάτω νὰ γίνεται στὴν Μονὴ Ἁγίου Παύλου (1850).
Τό χειρόγραφο Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Παύλου, (1850),[32] νεωτερίζει γράφοντας: «... λέγεται δὲ τὸ Εὐαγγέλιον παρ’ ὅλων τῶν Ἱερέων καὶ Διακόνων, κατὰ στιγμὴν τελείαν ἀντιφώνως, καὶ κρουομένου κώδωνος[33] ἐν ἑκάστω στίχῳ, ἐν δὲ τῷ τέλει τοῦ Εὐαγγελίου κρούουσιν ὅλα τὰ σήμαντρα καὶ οἱ κώδωνες». Βλ. ἀργότερα ὑποσ. 47 καί 48.
Αὐτὸ ποὺ καταλαβαίνουμε εἶναι ὅτι ὅλοι οἱ Ἱερεῖς καὶ οἱ Διάκονοι ἔχουν κάνει δύο χορούς (ἀντιφώνως) καὶ ἕκαστος χορός ἀναγινώσκει ἀνὰ ἕνα στίχον καὶ σὲ τέλεια ὁμοφωνία (ταυτόχρονα). Φυσικά ὅλο τὸ Εὐαγγέλιον σὲ μία γλῶσσα διαβαζόταν.
Ἐδὼ βλέπουμε πρώτη φορὰ τὸν νεωτερισμὸ τῆς ἀναγνώσεως τοῦ Εὐαγγελίου ἀπὸ ὅλους τοὺς Ἱερεῖς καὶ Διακόνους, καὶ μετὰ κώδωνος ἑν ἑκάστω μάλιστα στίχῳ, ἐνῷ δηλαδή ἐξακολουθεῖ οὐσιαστικὰ ἡ ἀνάγνωσις τοῦ Εὐαγγελίου!
Τό χειρόγραφο Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ 1851,[34], [35] φέρει ἐπικεφαλίδα·
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ 1851.
«Τυπικόν Ἱερόν ἐκ τε τοῦ Ἱεροσολυμικοῦ καὶ Στουδιτῶν καὶ Ἁγίου Ὄρους Ἄθω, συλλεχθέν, καὶ πλουτισθέν κατὰ τὴν νῦν Τάξιν τῶν εὐαγῶν Μονῶν.28
Αἰτήσει καὶ προμηθείᾳ τοῦ πανοσιωτάτου Ἁγίου Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Κοινοβιακῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, κυρίου κυρίου Δανιήλ Ζαγωραίου, καὶ καθιερωθέν τῇ αὐτῇ Ἱερὰ Μονή, ἵνα μένῃ διαιωνίζον ἀναπόσπαστον, ἐνεργούμενον ἀείποτε παρὰ τοῦ κατά καιρὸν Ἐκκλησιάρχου, εἰς εὐταξίαν και ρύθμησιν τῆς καθεκάστην ἐν ἐκκλησία ψαλλομένης ἡμερινῆς, καὶ νυκτερινῆς ἀκολουθίας. καὶ εἰς ἀΐδιον αὐτοῦ μνημόσυνον.
Διὰ πόνου δέ, σπουδῆς καὶ ὅσης ἐπιμελείας τοῦ ἐν Μοναχοῖς ἐλαχίστου Ἰακώβου Ἁγιορείτου.
... ἐν ἔτει σωτηρίῳ 1851 ἐν τῷ Ἁγιωνύμῳ ὄρει τοῦ Ἄθω».
Αὐτὸ λοιπὸν τὸ Τυπικὸν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου, ἔχει τὸ Εὐαγγέλιον παραδοσιακά, χωρὶς νεωτερισμούς· δὲν ἀναφέρει οὔτε διάφορες γλῶσσες, οὔτε περιόδους, οὔτε κώδωνες, οὔτε ὅλοι οἱ Κληρικοί νὰ ἀναγινώσκουν, οὔτε καμία ἰδιαίτερη τάξη, ὁμοίως πρός τό ΤΑΣ· «Καὶ ὑπὲρ τοῦ καταξιωθῆναι, Εὐαγγέλιον κατὰ Ἰωάννην· Οὔσης ὀψίας, εἶτα ἐκτενή, ...».34, 35
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου τοῦ 1851.
Τό χειρόγραφο Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Κωνσταμονίτου, (1854),[36] ἀναφέρει τὴν τελετὴν τῆς Τραπέζης, ἀλλὰ δὲν ἀναφέρει καθόλου τὸ ἑσπέρας τῆς Κυριακῆς τῆς Ἀναστάσεως.
Τό χειρόγραφο Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μεγίστης Μονῆς Βατοπαιδίου, γραφὲν διὰ χειρὸς Γέροντος Ἰακώβου (1869),[37] δὲν ἀναφέρει καθόλου τὸ Εὐαγγέλιον.
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μεγίστης Μονῆς Βατοπαιδίου 1869.
Τό χειρόγραφο Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ 1917,[38] ἐπίσης δὲν ἔχει κανέναν νεωτερισμό· «καὶ λέγεται τὸ Εὐαγγέλιον παρὰ τοῦ διακόνου μόνον».
Γιατὶ ὅμως διευκρινίζει παρὰ τοῦ «διακόνου μόνον» (ὡς δηλαδή εἶναι τό σύνηθες τῆς Παραδόσεως);
Ἐπειδὴ ἐκείνη τὴν ἐποχὴ καὶ ἀπὸ τὰ μέσα τοῦ 19ου αἰ. ἤδη σὲ μερικὲς Ἁγιορείτικες μονὲς ἄρχισαν νὰ ἐπικρατοῦν νέα «ἔθιμα», ὅπως εἴδαμε καὶ θὰ δοῦμε παρακάτω, κοιτάζει νὰ «στερεώσει» τὴν παραδοσιακὴ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου.
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Τυπικόν τῆς Μεγίστης Λαύρας τοῦ 1917.
Τό χειρόγραφο Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παντοκράτορος τοῦ 1918[39] κι αὐτὸ δὲν ἀναφέρει καμία ἰδιαίτερη τάξη, ὁμοίως πρός τό ΤΑΣ:28 «τὸ Εὐαγγέλιον κατὰ Ἰωάννην. Οὔσης ὀψίας. τέλος· οὐ μὴ πιστεύσω».
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παντοκράτορος τοῦ 1918.
Τὸ χειρόγραφο Τυπικὸν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Διονυσίου, πρό τοῦ 1841, ποὺ ἀναφέρει ὁ Δημιτριέφσκι στὸ Τυπικὸν τῆς Παντελεήμονος (1841), ἔχει τὸ Εὐαγγέλιον νὰ ἀναγινώσκεται κατὰ τὴν ἀρχαίαν παράδοσιν ἔνδον τοῦ βήματος ἀπὸ μόνον τὸν Ἱερέα: «Ἔνδον τοῦ βήματος λέγει ὁ Ἱερεὺς τὸ Εὐαγγέλιον», ἄνευ τινὸς νεωτερισμοῦ.30
Ἡ ἀνάγνωση ἔνδον τοῦ Βήματος εἶναι ἐπίσης στὸ ἀρχαίο Τυπικόν τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει Μονῆς τῆς Εὐεργέτιδος,26 καὶ μᾶλλον αὐτὴ εἶναι ἡ παραδοσιακὴ τάξις.
Τὸ νεώτερο ὅμως χειρόγραφο Τυπικὸν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Διονυσίου (1909),[40] σ. 498, βλέπουμε φεύγει - στὸ θέμα μας - ἀπὸ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἁπλότητα καὶ παράδοση τῶν προηγούμενων Τυπικῶν. Δὲν ὁμιλεῖ γιὰ διάφορες γλῶσσες, ἀλλὰ ἔχει ἕναν νεωτερισμό τῶν περικοπῶν (τοῦ Ἁγίου Παύλου 185032 εἶχε ἀνὰ στίχον), καὶ ἕναν ἄλλον νεωτερισμό, ὅπου ἔχουμε τὸν Προεστῶτα στὰ Βημόθυρα (ἐν τῷ Ἁγίῳ Βήματι), καὶ 2-3 Ἱερεῖς διεσπαρμένους στὸν κυρίως Ναό, 1-2 στήν Λιτή, καί ἕναν στόν Νάρθηκα (μὲ ἀντίστοιχα δισκέλια), καὶ ἀναγινώσκουν τὸ Εὐαγγέλιον κατὰ τάξιν καὶ κατὰ περικοπές (περιόδους), (καὶ ἐν ἑκάστῃ περικοπή κρούεται ὁ κώδων μία φορά). Καὶ ἐδὼ πάντως δὲν ἀναφέρεται ξένη γλώσσα.
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Τυπικὸν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Διονυσίου τοῦ 19ου – 20οῦ αἰ. (2004).
Τό χειρόγραφο Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας τοῦ 1890,[41] διαφοροποιεῖται ἔτι περαιτέρω καὶ εἰσαγάγει τὶς «διάφορες γλῶσσες»: «τὸ εὐαγγέλιον Οὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ, κατὰ διακοπὰς καὶ εἰς διαφόρους γλώσσας (οἱ ἀδελφοὶ ῥῶσοι λέγουσι καὶ τὸ τῆς λειτουργίας τοῦ Πάσχα εὐαγγέλιον οὕτω), εἶτα αἱ συνήθεις αἰτήσεις ...», καὶ εἰσάγει «διακοπές» καί «διαφόρους γλώσσας».
Εἶναι τὸ πρῶτο μοναστικὸν Τυπικόν ποὺ βλέπουμε (μὲ τὰ ἐδὼ δεδομένα μας) νὰ εἰσάγει «διάφορες γλῶσσες»,18 ἀπό τό 1890 (εἴδαμε νωρίτερα ὅτι στὸν Πατριαρχικὸ Ναὸ ὁ νεωτερισμὸς τῶν διαφόρων γλωσσῶν εἰσήχθη περίπου τό 1850 [ΤΚΠ (1851), σ. 264]).
Μᾶς πληροφορεῖ ἐπίσης (γιὰ νὰ δικαιολογήσει τὸν νεωτερισμὸ) ὅτι καὶ οἱ Ρῶσσοι κάνουν τὸ ἴδιο καὶ στὴν Λειτουργία τῆς Ἀναστάσεως (ἄρα καὶ στὸν Ἑσπερινὸ τοῦ Πάσχα).
Εὐτυχῶς δὲν ἀναφέρονται κώδωνες.
Ἐνδιαφέρουσα εἶναι ἡ ὑποσημείωση #23 στό Ὁδηγό Ἐφημερίου, ὅπου ἀναφέρεται σὲ μία (ἄλλη) ἐπίδραση στὴν Σιμωνόπετρα ἐκ τῆς ρωσσικῆς συνηθείας, ποὺ πιθανὸν νὰ ὀφείλεται στὸ ταξίδι ποὺ πραγματοποίησε στὴ Ρωσσία ὁ ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας Νεόφυτος (Μολάκας, 1828-1907), ἢ γενικώτερον εἰς τὴν ἔντονον ρωσσικὴν παρουσίαν ἐν Ἁγίῳ Ὄρει κατὰ τὴν περίοδον τῆς ἡγουμενείας τοῦ Νεοφύτου.[42]
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας τοῦ 1890.
Ἡ σύγχρονη τάξη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου (2021), φαίνεται δὲν ἀκολουθεῖ - στὸ θέμα μας - τὸ Τυπικὸν τοῦ 1851 (βλ. παραπάνω), ἀλλὰ ἔχει ἀλλάξει. Δηλ. πλέον, (ὑπάρχουν ξενόγλωσσα Χριστός ἀνέστη) τὸ Εὐαγγέλιον διαβάζεται κατά 3 τμήματα, ἀπὸ πολλοὺς Ἱερεῖς μὲ τοποθέτηση ἀντίστοιχων δισκελίων,[43] καὶ μετὰ τὴν τελευταίαν ἀπαγγελίαν ἑκάστου τμήματος γίνεται σύντομος καμπανοκρουσία (5’’-10’’).[44]
Ὅμως ἐδὼ πρώτη φορὰ βλέπουμε ὅτι ἀντὶ τοῦ κώδωνος τῶν ἄλλων Τυπικῶν, σημαίνουν οἱ μεγάλες καμπάνες (γιὰ 10 δευτ.) μόλις τελειώνει κάθε στάση «ὅλων τῶν Εὐαγγελίων», ἀφοῦ ἐνεργοποιοῦνται 2 βοηθοὶ διακονητές ἕνας γιὰ τὶς καμπάνες, καὶ ἕνας νὰ εἰδοποιεῖ μέσῳ κτύπου στὸ «σιδεράκι» γιὰ τὴν καμπανοκρουσία.43
Παρομοίως, καί ἡ σύγχρονη τάξη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παντοκράτορος (2006), δὲν ἀκολουθεῖ - στὸ θέμα μας - τὸ Τυπικὸν τοῦ 1918 (βλ. παραπάνω), ἀλλὰ ἔχει ἐπίσης ἀλλάξει. Δηλ. ἀκολουθεῖται ἡ τάξη ποὺ περιγράφεται στὸ τυπικὸν τῆς Μονῆς Διονυσίου40 ὅπου οἱ Ἱερεῖς διασπείρονται στὸν Ναὸ γιὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου, τὸ ὁποῖον ἀναγινώσκεται «σὲ διάφορες γλῶσσες, σὲ τρεῖς στάσεις». Καὶ ἐδὼ ὑπάρχει κωδωνοκρουσία ἀλλά περαιτέρω ἐξειδικευμένη: 3 φορὲς γιὰ τὸν Καθηγούμενο, 2 γιὰ κάθε Ἱερέα, καί μία γιὰ κάθε Διάκονο, καὶ στὸ τέλος ἀφοῦ δοθεῖ «σύνθημα», ὑπάρχει «γενικὴ κωδωνωκρουσία».[45]
Βλέπουμε ἐπίσης καὶ ἕνα ἄλλο «ἔθιμο» στὴν Μονὴ Παντοκράτορος, ὅτι «Καθόλη τὴν Διακαινήσιμο Ἑβδομάδα οἱ πατέρες μποροῦν ἐλεύθερα νὰ ἀνεβαίνουν στὸ Καμπαναριὸ καὶ σημαίνουν χαρμόσυνα τὶς καμπάνες, πλὴν τῶν ὡρῶν τῶν ἀκολουθιῶν καὶ τῆς νύκτας.»[46] Αὐτὸ φαίνεται νὰ εἶναι ρωσικὸ ἔθιμο ἤδη ἀπὸ τόν 18ον αἰ.: «στὴν Διακαινήσιμο Ἑβδομάδα ὁ ὁποιοσδήποτε θέλει μπορεῖ νὰ χτυπήσει τὶς καμπάνες. Σὲ μερικὰ μέρη τὰ καμπαναριά εἶναι ἀνοιχτά, ...»,[47] «σὲ ἀφήνουν νὰ χτυπᾶς τὶς καμπάνες σὲ ἄσχετες ὥρες ποὺ δὲν συμπίπτει ἐκκλησιαστικὴ ἀκολουθία, καὶ δὲν ἐνοχλεῖς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ προσεύχονται στὴν Ἐκκλησία».[48]
Ὁ Οἰκονόμος π. Γεώργιος Ρῆγας [ΤΓΡ (1908),10 σ. 832] (Σκιαθίτικη «Κολλυβαδικὴ» Παράδοση, προερχομένη ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος) ὁμοίως πρός τό ΤΑΣ, δὲν ἔχει διάφορες γλῶσσες, ἀλλὰ προφανῶς ἡ «νεωτέρα» τάξις ποὺ κατέγραψε εἶχε τὸν νεωτερισμὸ τὸ Εὐαγγέλιον νὰ ἀναγινώσκεται κατὰ περιόδους ἐκ περιτροπῆς, ἀλλὰ μόνον ἀπὸ τὸν Ἱερέα στὰ Βημόθυρα (Ἅγιες θύρες, σημερινή Ὠραία Πύλη), καὶ ἀπὸ τὸν Διάκονο στὸν Ἄμβωνα, ὅπου ὁ Διάκονος ἐπαναλαμβάνει τὰ ὑπὸ τοῦ Ἱερέως ἀναγινωσκόμενα.[49] Δὲν κάνει ἀναφορές οὔτε σὲ κώδωνες/ καμπάνες, οὔτε σὲ διάφορες γλῶσσες, οὔτε ἔχει πολλοὺς Ἱερεῖς νὰ ἀναγινώσκουν.
Ἡ σύγχρονη Τάξη τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως τῶν Ἱεροσολύμων·
Κατόπιν τῶν ἀνωτέρω, εἴδαμε τό βίντεο τῆς ἀκολουθίας τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ἀναστάσεως («Ἀγάπη») στὸν Πατριαρχικὸ Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως τῶν Ἱεροσολύμων, ποὺ ἔγινε στὶς 1.00μ.μ. τῆς 22ας Ἀπριλίου/5ης Μαΐου 2013,[50] καὶ ἐκπλαγήκαμε ἀρνητικά. Διεσπαρμένοι Ἱερεῖς καὶ Ἀρχιερεῖς στὸν Ναὸ νὰ ἀναγινώσκουν μᾶλλον ἕνα τμῆμα τοῦ Εὐαγγελίου σὲ διάφορες γλώσσες,18 ἕναν Ἐπίσκοπο μὲ κώδωνα ἐντὸς τῶν Βημοθύρων νὰ χτυπάει τετράκις τὸν κώδωνα μετὰ ἀπὸ κάθε ἀνάγνωση, καὶ κατόπιν ἡ μεγάλη καμπάνα νὰ κρούεται τετράκις, ἐνῷ τὸ Εὐαγγέλιον δὲν ἔχει ὁλοκληρωθεῖ.
Πόθεν καὶ πότε ξεκίνησαν αὐτοὶ οἱ νεωτερισμοὶ καὶ στὸ Πατριαρχεῖον Ἱεροσολύμων; Βέβαια, σωστά, τὸ Εὐαγγέλιον ἀναγινώσκεται μόνον ἀπὸ Κληρικούς.
Ἡ Τάξη τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως τῶν Ἱεροσολύμων (1911)·
Στὸ βιβλίο «Ἁγία Σιών»[51] τοῦ 1911, ἀναφέρεται γιὰ τὴν συγκέντρωση τοῦ Κλήρου στὴν Πατριαρχικὴ αἴθουσα,[52] καὶ κατόπιν διαφόρων ξένων ἐπισήμων,[53] καὶ κατόπιν γίνεται πομπὴ ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖον στὸ Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως.
Κατόπιν ἀναφέρει: «... ἄρχεται ἡ ἀνάγνωσις τοῦ Εὐαγγελίου κατὰ διαφόρους γλώσσας καὶ διαλέκτους. Πρῶτον ἀναγινώσκεται ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου ἑλληνιστί, κατόπιν ῥωσιστί, γαλλιστί, τουρκιστί, ἀραβιστί, ἀρμενιστί, ῥουμανιστί, λατινιστί, ἀλβανιστί καὶ τέλος πάλιν ἑλληνιστὶ ὑπὸ τοῦ διακόνου».
Οὐδεμία ἀναφορά φαίνεται νὰ γίνεται ἐν ἔτει 1911, σὲ διεσπαρμένους Ἱερεῖς, κώδωνες, καμπάνες μεσούσης τῆς ἀναγνώσεως τοῦ Εὐαγγελίου, καὶ τὸ Εὐαγγέλιον διαβαζόταν ὁλόκληρο χωρὶς περικοπές ὅπως σήμερα.50
Ἂς δοῦμε καὶ τὸ ἀρχαῖον Ἱεροσολυμίτικον Τυπικόν τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως (1122)·
«Τῇ Κυριακῇ ἑσπέρας γίνεται ἡ σύναξις εἰς τὴν ἁγίαν Σιών. [...] Καὶ ὁ διάκονος· Καὶ ὑπὲρ τοῦ καταξιωθῆναι ἡμᾶς τῆς ἀκροάσεως. Καὶ ὁ πρωτοπαπᾶς τὸ Εὐαγγέλιον ἐκ τοῦ κατὰ Ἰωάννην (κʹ 19-25) Οὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνη. Τέλος· οὐ μὴ πιστεύσω. Καὶ ὁ Διάκονος τὴν αἴτησιν καὶ ἀπολύει»,[54] σὲ πλήρη συμφωνία μὲ τὰ ἀρχαία Τυπικά τοῦ Ἁγίου Σάββα, τῆς Μονῆς Στουδίου, τῆς Μονῆς Εὐεργέτιδος, καὶ τῶν ἀρχαιοτέρων Ἁγιορείτικων Τυπικῶν, ποὺ εἴδαμε προηγουμένως.
Οὔτε περικοπές, οὔτε πολλοὶ Ἱερεῖς νὰ τὸ λένε, μόνος ὁ πρωτοπαπᾶς τὸ ἀναγινώσκει, οὔτε διάφορες γλῶσσες, οὔτε διεσπαρμένοι Ἱερεῖς, οὔτε κώδωνες, οὔτε καμπάνες. Ἁπλά καὶ σοβαρά, ἤτοι ἐκκλησιαστικά.
Τὸ αὐτὸ Τυπικόν, ἀναφέρει ἀνήμερα τοῦ Πάσχα, εἰς τὴν Ἀνάστασιν, εἰς τὸν λόγον τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου μόνον, ὅτι ἀφοῦ τὸν ἀναγνώσει ὁ Πατριάρχης «μεγάλῃ φωνῇ», τότε «εἶθ’ οὕτως» μεταφράσει αὐτὸν τὸν λόγον ὁ βʹ τῶν διακόνων εἰς ἀραβικὴν γλῶσσαν (σ. 200).54
Τελευταῖο ἀφήσαμε τὴν ἀρχαίαν τάξιν τοῦ «Μεγάλου Μοναστηριοῦ», τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, ἤτοι τῆς Ἁγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 10ου αἰῶνος·[55]
(βλ. την εικόνα στο PDF)
Τυπικόν τῆς Ἁγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως τοῦ 10ου αἰῶνος.
Στὴν τάξη τῆς Ἁγίας Σοφίας στὸν Ἑσπερινὸ τῆς Ἀναστάσεως (τῇ Κυριακῇ τοῦ Πάσχα ἑσπέρας) πρό τοῦ 10ου αἰ. βλέπουμε ὅτι δὲν ἀναγινωσκόταν Εὐαγγέλιον.[56] Μετὰ τὸ τέλος τοῦ Λυχνικοῦ (δηλ. τοῦ Ἑσπερινοῦ), ὄχι στὴν Ἁγία Σοφία, ἀλλὰ ἐν τοῖς εὐκτηρίοις (δηλ. σὲ κάποιο παρεκκλήσι) τοῦ Πατριαρχείου (οὐσιαστικά «ἰδιωτικά») ὁ Διάκονος ἔλεγε τὴν μεγάλη ἐκτενή («τὸ μέγα Κύριε ἐλέησον»),56 καὶ ὁ Πατριάρχης ἀνεγίνωσκε τὸ Εὐαγγέλιον «τὸ ἀναστάσιμον [Ἑωθινόν] τῆς πλευρᾶς» ἕως «ἄν τινων κρατῆτε κεκράτηνται».
Τόν 10ον αἰ., «νῦν», παρόντων λέει τοῦ Πατριάρχου καὶ τοῦ Διακόνου στὸ θυσιαστήριον (Βῆμα) τῆς Ἁγίας Σοφίας (Μεγάλης Ἐκκλησίας), ἀναγινώσκεται ἅπαξ τὸ Εὐαγγέλιον ὑπὸ μόνου τοῦ αʹ Πρεσβυτέρου ἐπὶ τοῦ Ἄμβωνος! Ὁμοίως δηλ. μὲ τό Ἱεροσολυμίτικον Τυπικόν τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως τοῦ 1122, ποὺ ἔχει μόνον τὸν πρωτοπαπᾶ νὰ τὸ ἀναγινώσκει.
Αὐτὰ γιὰ τὸ ἑσπέρας τῆς Μεγάλης Κυριακῆς τῆς Ἀναστάσεως. Ἐπειδὴ ὅμως τινὲς γνωσιμαχοῦντες θὰ μᾶς παραπέμψουν παραπλεύρως ἀνήμερα τῆς Ἀναστάσεως στὴν Ἁγία Σοφία (καὶ ὄχι εἰς τὸ Ἑσπέρας τῆς Κυριακῆς ποὺ εἴδαμε παραπάνω), ἐκεῖ εἶχαμε τὴν ἑξῆς τοπικὴ Πατριαρχική τάξη· Διάβαζε μόνος ὁ Διάκονος πρώτα τὸ Εὐαγγέλιον τῆς Ἀναστάσεως στὰ Λατινικά «τὸ ῥωμαῖον εὐαγγέλιον»,[57] προφανῶς λόγῳ τοπικῆς παραδόσεως τῆς Μητροπόλεως τῆς Βασιλεύουσας, ἄλλωστε ἡ Κων/πολη ἦταν ἡ νέα Ῥώμη (ἡ χρήση τῆς Λατινικῆς γλώσσας ὡς ἐπίσημης στὸ Βυζάντιο καταργήθηκε ὑπὲρ τῆς Ἑλληνικῆς μόλις ἀπὸ τὸν Αὐτοκράτορα Ἡράκλειο (610-641), ἀλλὰ συνέχισε νὰ χρησιμοποιεῖται). Κατόπιν (ἀφοῦ εἰρηνεύσει ὁ Πατριάρχης καὶ ὁ Διάκονος πεῖ Σοφία, πρόσχωμεν) ἀναγινώσκει τὸ Εὐαγγέλιον στὰ Ἑλληνικὰ ὁ Πατριάρχης (μᾶλλον ἀπὸ τῆς Ὠραίας Πύλης), μὲ τὴν ἰδιαιτερότητα ὅτι «Ὁ διάκονος, ἑστὼς ἐν τῷ ἄμβωνι, προσυπακούων λέγει τρανότερον τὰ ὑπὸ τοῦ πατριάρχου ἀναγινωσκόμενα μέχρι συμπληρώσεως».[58] Καμία ἄλλη γλῶσσα ἀνήμερα τοῦ Πάσχα, στὴν πρωτεύουσα τῆς Αὐτοκρατορίας! Ἡ ἐπανάληψις ἦταν τοπικὴ Πατριαρχικὴ τάξις στὸν τεράστιο Ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας ἀνήμερα τῆς Ἑορτῆς τῆς Ἀναστάσεως, καὶ γινόταν προφανῶς πρόταση πρὸς πρόταση, καὶ ὄχι παράγραφο πρὸς παράγραφο, γιὰ νὰ ἀκουστεῖ ἀνήμερα εὐκρινῶς τὸ Εὐαγγέλιον σὲ ὅλη τὴν Ἐκκλησία (ἀπὸ τὸν Ἄμβωνα) ἐλλείψει ...μικροφώνων, ἀφοῦ ὁ Πατριάρχης ἦταν μᾶλλον στὰ Βημόθυρα. Ἂν (ὑποθέσουμε ὅτι) ὁ Πατριάρχης ἀνέβαινε στὸν Ἄμβωνα δὲν θὰ χρειαζόταν καμία ἐπανάληψη (τὸ ἑσπέρας ποὺ τὸ ἀνεγίνωσκε ἅπαξ τὸ Εὐαγγέλιον ἀπὸ τοῦ ἄμβωνος ὁ Πρεσβύτερος δὲν ὑπῆρχε ἐπανάληψη). Ὁ Ἄμβωνας στὴν ἀρχαιότητα ἦταν ψηλός, ἐπιβλητικός ὀγκόλιθος, στὸ κέντρον τοῦ Σολέα, μπροστὰ ἀπὸ τὰ Βημόθυρα (Ὠραία Πύλη), ὅπου ἦσαν καὶ οἱ Χοροὶ τῶν Ψαλτῶν, ἦταν τότε τὸ «μεγάφωνο» τῆς Ἐκκλησίας.[59] Ἐπίσης καὶ αὐτὸ ἦταν τοπικὴ συνήθεια τῆς Ἁγίας Σοφίας· διαπιστώνεται εὔκολα ἀπὸ τὸ ὅτι τὰ ἕτερα Κωνσταντινουπολίτικα Τυπικὰ τῆς Μονῆς Στουδίου καὶ τῆς Μονῆς Εὐεργέτιδος οὐδένα νεωτερισμὸ ἔχουν, ἴσα ἴσα ποὺ τῆς Εὐεργέτιδος διευκρινίζει ὅτι ἀναγινώσκεται ἐν τῇ Ἁγίᾳ Τραπέζῃ ἤτοι ἔνδον τοῦ Βήματος.
Στὴν σλαβόφωνη Ὀρθοδοξία, δὲν γνωρίζουμε κατ’ ἀκρίβειαν πότε εἰσῆλθε ἐκεῖ, ἀλλά βρήκαμε ὅτι καὶ ἐκεῖ διαβάζεται σὲ διάφορες γλῶσσες, ἀλλὰ ἐνῷ στὴν ἑλληνόφωνη Ὀρθοδοξία διαβάζεται (σύμφωνα μὲ τὸν νεωτερισμὸ) τὸ Εὐαγγέλιον σὲ 3 περιόδους: Ἰωάν. κʹ 19-20, 21-23, 24-25, στὴν Σλαβονικὴ παράδοση διαβάζεται (σωστότερα) ὁλόκληρο τὸ Εὐαγγέλιον (ὄχι σὲ περιόδους/τμήματα) ἀρχόμενο ἀπό ἐνωρίτερον ἀπό τόν στίχο 10, δηλ. Ἰωάν. κʹ 10-25.[60]
Ὁ Μητροπολίτης Πισιδίας Ἰώβ (κατὰ κόσμον, Igor Vladimirovich Getcha), στό Τυπικόν του ἀναφέρει: «Μετὰ τὸ Προκείμενον ἀναγινώσκεται τὸ κατὰ Ἰωάννην Εὐαγγέλιον (κʹ 19-25). Στὴν Ἑλληνόφωνη πρακτική, εἶναι σύνηθες νὰ ἀναγινώσκεται τὸ Εὐαγγέλιον σὲ διάφορες γλῶσσες. Ἡ ἐκτενὴς ἀκολουθεῖ ...».[61] Δὲν ἀναφέρεται ὅμως ποιὰ εἶναι ἡ σλαβόφωνη πρακτική.
Τί νὰ ποῦμε γενικὰ γιὰ τὶς σύγχρονες νεωτεριστικὲς τάξεις ποὺ εἴδαμε. Ἡ σημερινὴ τάξις τῶν διαφόρων γλωσσῶν (ἄνευ τινὸς ποιμαντικοῦ λόγου, νὰ διαβάζεται τὸ Εὐαγγέλιον σὲ ἑτέρα γλῶσσα γιὰ ἐπίδειξη) καὶ τῶν λοιπῶν νεωτερισμῶν (ἤτοι τῆς ἀναγνώσεως μετὰ περικοπῶν, νὰ διαβάζεται ἀπὸ ὅλους τοὺς Κληρικούς, τῶν διεσπαρμένων στὸν Ναὸν Κληρικῶν, τῶν κωδώνων καὶ τῶν μεγάλων καμπάνων, ἐνῷ τὸ Εὐαγγέλιον ἀκόμη δὲν ἔχει τελειώσει), μὲ βάση τὶς ἀναφορὲς ποὺ ἐξετέθησαν, δὲν ἔχει ἔρεισμα οὔτε στὴν ἀρχαιότητα, οὔτε στὴν Ἁγία Σοφία, οὔτε στὰ ἀρχαία Τυπικά τοῦ Ἁγίου Σάββα, τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως Ἱεροσολύμων, τῆς Μονῆς Στουδίου, καὶ τῆς Μονῆς τῆς Εὐεργέτιδος τῆς Κωνσταντινουπόλεως, οὔτε καὶ στὰ ἀρχαιότερα ἁγιορείτικα Τυπικά.
Στὴν ἀνάλυση, εἴδαμε πῶς (ἀντίστοιχα μὲ τὴν ἁμαρτία) ἀπὸ μικροὺς νεωτερισμοὺς συνεχῶς πηγαίνουμε σὲ μεγαλύτερους, χωρὶς σταματημό καὶ φραγμό, πρὸς δημιουργία καλυτέρας; καὶ καλυτέρας; «εὐσεβιστικῆς ἀτμόσφαιρας», διάσπαση τοῦ νοὸς καὶ ἔξωση τῆς προσευχῆς ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία.[62]
Γνωρίζουμε τὸν Μ. Ἀντώνιο καὶ τὸν κυνηγὸ ποὺ σκανδαλίστηκε ὅταν τὸν εἶδε νὰ ἀστειεύεται μὲ τοὺς ὑποτακτικούς μοναχούς του θέλοντας νὰ τοὺς δώσει μιὰ ἀνάπαυση καὶ ἀναψυχή. Ὅμως μὴ μᾶς διαφεύγει ὅτι ὁ Ἅγιος τοὺς ἀνέπαυσε ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας, ἐκτὸς τῆς προσευχῆς.
Ἴσως ποῦν μερικοί, εἶναι κακὸ νὰ ἀναγινώσκεται τὸ Εὐαγγέλιον π.χ. στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ στὰ Ἀραβικά; Ὄχι φυσικά, καθόλου, ὅταν γίνεται ἐκκλησιαστικῷ τῷ τρόπῳ καὶ μὲ πνευματικὴ διάκριση, καὶ ὑπάρχει (ὅπως ἐκεῖ) ποιμαντικὸς λόγος.
Γενικά, τό θέμα εἶναι νὰ ὑπάρχει ὅντως ποιμαντικὸς λόγος γιὰ νὰ διαβαστεῖ στὴν ξένη γλῶσσα, νὰ διαβαστεῖ ὁλόκληρο φυσικά ἀπὸ ἕναν Κληρικό, χωρὶς περικοπές, καὶ χωρὶς κουδούνια καὶ καμπανοκρουσίες, μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ἁπλότητα καὶ σοβαρότητα, καὶ χωρὶς ἐνοριακὲς ἀγγελίες γιὰ ...ἐθελοντές γλωσσολάλους, λαϊκοὺς ἀναγνώστες, καὶ οἱ λοιποὶ νεωτερισμοὶ ποὺ ἐξετέθησαν.
Νὰ τελειώσει ἡ Ἀκολουθία, νὰ πάρουμε τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, νὰ βγοῦμε ἔξω ἀπὸ τὸν Ναὸν τοῦ Κυρίου, καὶ μετὰ ἂς κάνει ὁ καθένας ὅτι εἶναι ψυχωφέλιμο γιὰ αὐτόν.
«Γέγραπται, ὁ οἶκός μου οἶκος προσευχῆς κληθήσεται» (Ματθ. καʹ 13).
Ἐν κατακλείδι·
Τὸ Εὐαγγέλιον στὴν Ἐκκλησία ἀναγινώσκεται μόνον ἀπὸ Ὀρθόδοξο Κληρικό.24
Σὲ ἑλληνικὸ ἐκκλησίασμα, καὶ ἰδίως στὰ χωριά, ποιὸν (ποιμαντικὸ) σκοπὸ πέραν τοῦ ἐντυπωσιασμοῦ (εἰς βάρος τῆς Προσευχῆς, καὶ τῆς Τάξεως) ἔχει ἡ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου σὲ ξένη γλῶσσα;21
Ἡ γνώμη μας εἶναι, νὰ σταματήσει γενικὰ αὐτὸς ὁ νεωτερισμός στὶς ἐνορίες (ἀφοῦ δὲν ὑπάρχει σεβασμὸς στὴν Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ δίνουν αὐθαιρέτως ἀνάγνωση Εὐαγγελίου σὲ λαϊκούς24 – καὶ δὲν θὰ σταματήσουν ἐκεῖ, ἀλλὰ τινὲς πιὸ προοδευτικοὶ θὰ βάλουν καὶ αἱρετικούς νὰ διαβάζουν τὸ Εὐαγγέλιον), νὰ ἐπιστρέψουμε στὴν ἀρχαία παράδοση τῆς ἁπλῆς ἀνάγνωσης. Νὰ παραμείνει μόνον στοὺς Μητροπολιτικοὺς Ναούς, ὅπως ἦταν παλαιότερα, ἀλλὰ νὰ διαβάζεται ὁλόκληρο τὸ Εὐαγγέλιον (ἑλληνικά, καὶ μόνο ἀγγλικά18), καὶ φυσικὰ ὑπὸ προϋποθέσεις ὑπάρξεως στὸ ἐκκλησίασμα ξένων Ὀρθοδόξων. Ἂν ἐξαιρετέως ὑπάρχουν ἐνιαχοῦ ἰδιαίτεροι ποιμαντικοὶ λόγοι σὲ ἐνορίες, π.χ. ἂν εἶναι σὲ μιὰ ἐνορία ξένοι Ὀρθόδοξοι, τότε θὰ μποροῦσε κατόπιν προηγουμένης εὐλογίας ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπό του νὰ κάνει οἰκονομία ὁ Ἱερεὺς διαβάζοντας φυσικὰ ὁλόκληρο τὸ Εὐαγγέλιον καὶ στὴν ξένη γλῶσσα ἐφόσον τὴν κατέχει, ἀλλιῶς δὲν θὰ ἀναγνωσθεῖ σὲ ξένη γλῶσσα.5, [63] Ὅσοι προτάσσουν τὸ μαθητεύσατε πάντα τὰ ἔθνη, ἂς κάνουν δεύτερη κανονικὴ ἀκολουθία στὰ ἀγγλικὰ ἢ στὴν ξένη γλῶσσα, γιὰ τοὺς ξένους Ὀρθοδόξους (ὄχι γιὰ αἱρετικούς) κατόπιν εὐλογίας φυσικά.
Ὡς πρὸς τὴν ἀκριβὴ προέλευση τῶν ξένων γλωσσῶν καὶ τῶν διαφόρων νεωτερισμῶν, χρειάζεται περισσοτέρα ἔρευνα, ἀλλὰ φαίνεται ἐπίσης νὰ ἦταν καὶ μιὰ ἐξελικτικὴ διαδικασία πρὸς τὰ χείρω. Ἴσως δὲν ἔχει ὅμως σημασία, σημασία ἔχει νὰ φύγουν οἱ ἐκκοσμικεύσεις, καὶ νὰ δυναμώσει ἡ προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας. Εἴδαμε πάντως ὅτι ὑπάρχουν ὁμοιότητες στὴ τάξη τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ Κων/πόλεως (ἀπό τό 1838, 1851), στὴ τάξη τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως Ἱεροσολύμων (ἀπό τό 1911),51 καὶ στὸν Μητροπολιτικὸ Ναὸ τῶν Ἀθηνῶν (ἀπό τό 1933),16, 19 μέχρι καὶ τῶν ἀντίστοιχων πομπῶν ἀπὸ τὰ Ἐπισκοπικὰ κτίρια στὸν Ναό.17 Ἐκπληκτικὴ ὁμοιότητα ὑπάρχει ἐπίσης μεταξὺ τοῦ Τυπικοῦ τῆς Μονῆς Διονυσίου (1909) καὶ παρομοίων σύγχρονων Ἁγιορείτικων τάξεων (Γρηγορίου, Παντοκράτορος), μὲ τὴν σύγχρονη τάξη τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως Ἱεροσολύμων, μὲ τὴν διασπορὰ τῶν Κληρικῶν, καὶ τὸν πρὸς ἀποφυγὴ νεωτερισμὸ τῶν κωδωνο-καμπανο-κρουσιῶν, ἐνῷ ἀκόμη δὲν ἔχει ὁλοκληρωθεῖ τὸ Εὐαγγέλιον. Τὴν σλαβόφωνη Τάξη κατ’ ἀκρίβειαν δὲν γνωρίζουμε, πέραν τῶν ὅσων στοιχείων παρουσιάσαμε στὸ ἄρθρο. Κατ’ ἐξοχὴν «ἔμπειρος» τεσσάρων ἐκ τῶν ἀνωτέρω τάξεων φαίνεται νὰ ἦταν ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Χρυσόστομος Παπαδόπουλος (1923-1938). Καταγόμενος ἀπὸ τὴν Μάδυτο τῆς Θράκης (1968) σπούδασε, μεταξὺ ἄλλων, στὴν Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολὴ (Κων/πολη, 1884-1887), στὴν Σχολὴ τοῦ Σταυροῦ (Ἱερουσαλήμ, 1887-1888), στὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν (1889-1891), μέχρι καὶ στὶς θεολογικὲς ἀκαδημίες τοῦ Κιέβου καὶ τῆς Ἁγίας Πετρούπολης (1891-1895), καὶ κατόπιν ἔγινε Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, καὶ ἴσως αὐτὸς ἔφερε «ἐπίσημα» τοὺς νεωτερισμοὺς στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ τῶν Ἀθηνῶν, καὶ κατόπιν διεδόθησαν σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα μέσῳ τοῦ Ἡμερολογίου τοῦ Φαρλέκα.
Σήμερα ὅμως, καὶ στὸν Πατριαρχικὸ Ναὸ φαίνεται ἔχουν ἀλλάξει περαιτέρω τὰ πράγματα. Ὁ νεωτερισμὸς τῶν ξένων γλωσσῶν δὲν ἔμεινε ἐκεῖ στό 1851,[64] ἀλλὰ μετεξελίχθηκε ἐπὶ τὰ χείρω, καὶ ἔγινε ἀφορμὴ ὥστε καὶ Αἱρετικοὶ νὰ διαβάζουν ἐκεῖ τὸ Ἱερὸν Εὐαγγέλιον (εἰδικά τό 2021).[65], [66], 18
Χριστὸς ἀνέστη!
Σχετικά μας ἄρθρα
(διαθέσιμα εἰς τό Ἀναλόγιον[67], καὶ εἰς τό Academia[68]):
[ΠΠ1] Πῶς ἐτέλεσε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστὸς τὴν «θείαν Εὐχαριστίαν» εἰς τὸν Μυστικὸν Δείπνον, μυστικῶς ἢ εἰς ἐπήκοον;, [PDF], [PDF], 2/12/2020.
[ΠΠ2] Τὰ τρία Ἀμήν (Ἀμήν, ἀμήν, ἀμήν) εἰς τὴν μυστικὴν στιγμὴν τῆς εὐλογήσεως τοῦ Ἁγίου Ἄρτου καὶ τοῦ Ἁγίου Ποτηρίου, [PDF], [PDF], 8/11/2020 (27/10/20).
[ΠΠ3] Διάταξις τῆς Θείας Λειτουργίας 1334, Ἁγίου Φιλοθέου, V.480 [ΔΘΛ], [PDF], [PDF], πρόχειρον, 23/11/2020.
[ΠΠ4] Διάταξις τῆς Πατριαρχικῆς Λειτουργίας 1386 (Ἁγία Σοφία), παρὰ τοῦ πρωτονοταρίου τῆς Ἁγίας Σοφίας, διακ. Δημητρίου Γεμιστοῦ, V.135 [ΔΘΛ], [PDF], [PDF], πρόχειρον, 22/11/2020.
[ΠΠ5] Σύγχρονοι (Ἅγιοι) Γέροντες καὶ οἱ Μυστικὲς Εὐχές, [PDF], [PDF], 8/2/2022.
[ΠΠ6] Ὁ ΙΘʹ Κανὼν τῆς Συνόδου τῆς Λαοδικείας (364), καὶ ἡ ἀνάγνωσις τῶν Λειτουργικῶν Εὐχῶν, [PDF], [PDF], 3/4/2022.
[ΠΠ7] Ποιοῦντος τοῦ Διακόνου τὴν Εὐχήν, ὁ Ἱερεὺς ἐπεύχεται τὴν Εὐχήν, [PDF], [PDF], 30/10/2022.
[ΠΠ8] Εὐχή διά Προσφωνήσεως (Διακονικά), [PDF], [PDF], 5/12/ 2022.
[ΠΠ9] Ἱερατικόν Συλλείτουργον - σύγκρισις διατάξεων, Ἱερατικῶν, καὶ σχόλια, [PDF], [PDF], 21/12/2022.
[ΠΠ10] Τὸ ἀθέατον τῆς Ἁγίας Τράπεζας, στὴν Κωνσταντινούπολη, στὴν Ἑλλάδα, καὶ ἀπό Ἀνατολή σὲ Δύση, τὴν ὥρα τῆς Ἀναφορᾶς — Τὰς θύρας, τάς θύρας· Ποιὲς θύρες; Τό Ἱερόν Κιβώριον, τά Καταπετάσματα-Παραπετάσματα-Βῆλα, τὸ Φράγμα τοῦ Ἱεροῦ Βήματος, τὸ Φράγμα τοῦ Πρεσβυτερίου (Σολέα), τὸ Σύνθρονον, [PDF], β' ἔκδ. 23/4/2024 (α' ἔκδ. 5/2/2024). Στὴν ἐργασία αὐτὴ ἀναλύουμε ἐκτενῶς καὶ πολλὰ ἐπιμέρους σχετικά θέματα, π.χ.:
i. Κεφ. 5ον, Ὁ διαχωρισμὸς τῶν Φύλων στὸν Ναόν.
ii. Κεφ. 18ον, Τὸ κλείσιμο τῆς Ὡραίας Πύλης τοῦ Ἱεροῦ (τὰ Βημόθυρα καὶ τὸ Καταπέτασμα) στὴν Θεία Λειτουργία στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος.
iii. Κεφ. 19ον, Τό κλείσιμο τῆς Ὡραίας Πύλης τοῦ Ἱεροῦ (τά Βημόθυρα καί τό Καταπέτασμα) στά Ἱερατικά τῆς Ἀποστολικῆς Διακονίας — Σύγκριση, σχόλια.
iv. Κεφ. 77ον, 95ον, Τὸ Καταπέτασμα στὸν Ἅγιο Συμεὼν Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης (+1429).
v. κλπ.
[ΠΠ11] Ἡ ἐξέλιξη τοῦ Καταπετάσματος (Τέμπλου, Εἰκονοστασίου, Φράγματος τοῦ Βήματος) [Βίντεο], 30/4/2024.
[ΠΠ12] Ὅτι τό χαμηλό Τέμπλο κυρίως, καὶ ἡ ἀνοιχτή Ὡραία Πύλη, ἐμποδίζουν τόν πιστόν Λαόν νὰ προσευχηθεῖ, καὶ πόσο κακὸ κάνει στοὺς Ἱερεῖς, [PDF], αʹ ἔκδοσις (v.1.1), 31-30/5/2024.
[ΠΠ13] Εὐχές τῶν Κατηχουμένων (Εὐχή διά Προσφωνήσεως, Συναπτή)· Πόσοι προσεύχονται παράλληλα καί ταυτόχρονα; Ἀναφορές Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, καί περί Προσευχῆς στήν Λειτουργία, [PDF], αʹ ἔκδοσις, 22/7/2024.
[ΠΠ14] Ὁ Διάκονος τό «Δεηθῶμεν» τό λέει πρῶτα γιά τόν Ἱερέα, καί φυσικά γιά τόν Λαόν — «Τό γάρ, ∆εηθῶμεν, οὐ τοῖς Ἱερεῦσι λέγεται μόνον, ἀλλά καί τοῖς εἰς τόν Λαόν συντελοῦσιν», Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, [PDF], αʹ ἔκδοσις, 22/7/2024.
[ΠΠ15] Ὁ Ζωοποιός Σταυρός τοῦ Χριστοῦ ἀνέκαθεν δέσποζε στό Ἱερόν Βῆμα, στήν Ἁγία Τράπεζα, καί διέλαμπε ὅταν ἦταν ἀνοιχτὴ ἡ Ὠραία Πύλη, τό Καταπέτασμα – Καί περί τοῦ Συνθρόνου, καί περί τῆς Ἐγκυκλίου γιά τόν Σταυρό καί τήν θέση τοῦ Ἐσταυρωμένου Χριστοῦ στήν Ἐκκλησία τοῦ Μητροπολίτου Περιστερίου Γρηγορίου Παπαθωμᾶ, [PDF] αʹ ἔκδοσις, 4/11/2024.
[ΠΠ16] Ἡ Θεολογία τοῦ Σταυροῦ μέ τόν Ἐσταυρωμένο στήν Ἁγία Τράπεζα, [PDF], αʹ ἔκδοσις, 6/12/2024.
[ΠΠ17] Ἡ Προτεσταντική «θεολογία» καί ἡ «θεολογία» τοῦ Μητρ. Περιστερίου Γρηγορίου γιά τόν Ἐσταυρωμένο, [PDF], δημοσιεύτηκε στόν Ὀρθόδοξο Τύπο, 20/12/2024, ἀρ. φύλλου 2523, σσ. 1, 5, μέ τίτλο: “Προτεσταντικὴ ἡ «θεολογία» τοῦ Μητρ. Περιστερίου”.
[ΠΠ18] Ἐπόμενοι τῶν Αἱρετικῶν, οἱ ἀφαιροῦντες τόν Ἐσταυρωμένον, [PDF], Ὀρθόδοξος Τύπος, 10/1/2025, ἀρ. φύλλου 2525, σσ. 1, 4. Ἀναλυτικός τίτλος ἄρθρου: «Ἐπόμενοι τῶν Λατίνων καί Προτεσταντῶν, οἱ ἀφαιροῦντες τόν Σταυρό καί τόν Ἐσταυρωμένο ἀπό τήν Ἁγία Τράπεζα».
[ΠΠ19] Οἱ Λατινογενεῖς Νεωτερισμοί τῆς Λειτουργικῆς Ἀναγεννήσεως στήν Θεία Λατρεία καί Λειτουργία, Ὀρθόδοξος Τύπος, 4/11/2025 - , ἀρ. φύλλων 2537 - , (συνεχίζεται).
Σχετικά Περιληπτικά μας ἄρθρα
(διαθέσιμα εἰς τό Ἀναλόγιον67):
1. Σταματεῖστε τούς Πειραματισμούς στήν Θεία Λατρεία, στήν Θεία Λειτουργία, στό Τυπικόν, αʹ ἔκδοσις, 29/5/2024.
2. Ἀπάντησις στὸν π. Δανιήλ Γ. Αεράκη, γιὰ τὸ «Οὔτε μυστικά, οὔτε ψιθυριστά, οὔτε... ἀνύπαρκτα», αʹ ἔκδοσις, 11/6/2024.
Οι διάφοροι νεωτερισμοί στην ανάγνωση του Ευαγγελίου Ούσης οψίας, τη Κυριακή του Πάσχα εσπέρας («Αγάπη»)
Τέλος, καὶ τῶ Θεῷ,
Δόξα πάντων ἕνεκεν
[1] Γεωργίου Λουκάκη, «Ἀναγνώστριες» τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ἀγάπης, Ὀρθόδοξος Τύπος, 24/4/2024· Τάς θύρας, 10/4/2025 (πρόσβαση 10/4/2025).
[2] Ἰωάννου Μ. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικὰς Ἀπορίας, τ. Δʹ 1994.
[3] Ἰωάννου Μ. Φουντούλη, Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικὰς Ἀπορίας, τ. Εʹ 2003.
[4] Προσωπικὲς σημειώσεις.
[5] Ἂν δὲν ὑπάρχει ξενομαθὴς Κληρικὸς ἁπλὰ δὲν θὰ διαβαστεῖ σὲ ξένη γλῶσσα.
[6] Τυπικόν τοῦ Ὁσίου καὶ Θεοφόρου Πατρὸς ἡμῶν Σάββα τοῦ Ἡγιασμένου (ΤΑΣ), ὑπὸ Ἀρχιμ. Δοσιθέου Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Παναγίας Τατάρνης, 2010.
[7] Τυπικόν Ἐκκλησιαστικόν κατὰ τὸ ὕφος τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, παρά Κωνσταντίνου Πρωτοψάλτου τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, Ἐν Κωνσταντινουπόλει 1838.
[8] Τυπικόν Ἐκκλησιαστικόν κατὰ τὸ ὕφος τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, παρά Κωνσταντίνου Πρωτοψάλτου τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, Ἐν Ἀθήναις 1842.
[9] Τυπικόν κατά τήν τάξιν τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας (ΤΜΕ), ὑπὸ τοῦ πρωτοψάλτου Γεωργίου Βιολάκη, ἐν Κωνσταντινουπόλει 1888, ἐκ τοῦ Πατριαρχικοῦ Τυπογραφείου.
[10] Οἰκονόμου Γεωργίου Ῥῆγα (1884-1961), Τυπικόν, Πατριαρχικόν Ἴδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, 1994 (1908).
[11] Γεωργίου Ῥαιδεστηνοῦ, Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάς, ἐν Κωνσταντινουπόλει 1884.
[12] Σύμφωνα μὲ μιὰ μαρτυρία, βλ. Ψαλτολόγιον #48465, Ἑσπερινὸς τῆς ἀγάπης καὶ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου σὲ ἄλλες γλῶσσες, σὲ αὐτὴ τὴν ἀκολουθία προσέρχονταν οἱ ἐπίσημοι ἐκπρόσωποι τῶν ὁμοδόξων Ἐκκλησιῶν καὶ διάφοροι ἄλλοι πολιτικοὶ ἐκπρόσωποι.
[13] «Ἡ Ἁγία καὶ Μεγάλη Ἑβδομάς» κελεύσει τοῦ Οἰκ. Πατριάρχου Ἰωακείμ τοῦ Γ' ἐκ τοῦ Πατριαρχικοῦ Τυπογραφείου, 1906, σ. 324.
[14] Προσωπική σημείωση.
[15] Ἐγκόλπιον Ἐκκλησιαστικόν Ἡμερολόγιον 1930, ἔτος 7ον, ὑπό Ἐμμ. Ἰ. Φαρλέκα, 20 Ἀπριλίου 1930.
[16] Ἐγκόλπιον Ἐκκλησιαστικόν Ἡμερολόγιον 1933, ἔτος 10ον, ὑπό Ἐμμ. Ἰ. Φαρλέκα, 16 Ἀπριλίου 1933.
[17] Ἀντιγραφὴ τῆς «σύγχρονης» Τάξεως τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως (βλ. ἀργότερα), ἢ τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ Κων/πόλεως, ὅπου: «Περὶ δὲ ὥραν γʹ. τῆς ἡμέρας, ἐνδύεται ὁ Πατριάρχης ἅπασαν τὴν Ἀρχιερατικὴν αὐτοῦ στολὴν μετὰ τῶν ἁγίων Ἀρχιερέων εἰς τὸ μέγα Συνοδικόν, καὶ προπορευομένου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ μετὰ τῶν Ἑξαπτερύγων, καὶ τῶν Ψαλτῶν ψαλλόντων τό, Χριστὸς ἀνέστη, κατέρχονται εἰς τὴν Ἐκκλησίαν», [ΤΚΠ (1838), σ. 192].
[18] 2.5 λεπτά ἐπί 15 = 37.5 λεπτά ἡ σύνολη ἀνάγνωσις ἑνὸς καὶ μόνου Εὐαγγελίου. Σήμερα, σχεδὸν ὅλοι γνωρίζουν ἀγγλικά. Δὲν εἶναι προτιμότερο νὰ γίνει ἡ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου στὰ ἑλληνικά, καὶ μετὰ μία μόνο φορὰ στὰ ἀγγλικὰ γιὰ ὅλους τοὺς ξένους Ὀρθοδόξους (ἂν ὑπάρχουν); Στὸν Πατριαρχικὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου στὸ Φανάρι, ἡ σύνολη ἀνάγνωσις τό 2025 κράτησε 32.5 λεπτά.
[19] Ἐγκόλπιον Ἐκκλησιαστικόν Ἡμερολόγιον 1935, ἔτος 12ον, ὑπό Ἐμμ. Ἰ. Φαρλέκα, σ. 46.
[20] Ἐγκόλπιον Ἐκκλησιαστικόν Ἡμερολόγιον 1955, ἔτος 32ον, ὑπό Ἐμμ. Ἰ. Φαρλέκα, σ. 78.
[21] Ἐδὼ φαίνεται ὅτι ὁ νεωτερισμὸς γίνεται γιὰ τὸν ἐντυπωσιασμό καὶ τὸ θεαθῆναι, καὶ ὄχι ἀπὸ ποιμαντική τινα ἀνάγκη. «Κατὰ περιόδους», δηλ. δὲν διαβάζεται ὅλο τὸ Εὐαγγέλιον σὲ μία ξένη γλῶσσα ἢ σὲ κάθε γλῶσσα, ἀλλά ἄλλος διαβάζει ἕνα τμῆμα σὲ μιὰ γλῶσσα, ἄλλος ἄλλο σὲ ἄλλη γλῶσσα (καὶ ἂς μὴν ὑπάρχει κανεὶς ξένος στὸ ἐκκλησίασμα)· ἀλλὰ καὶ τὸ τραγικὸ εἶναι ὅτι διαβάζεται ἀπὸ «τοὺς ἀναγνῶστες τῶν στάσεων σὲ ξένες γλῶσσες ἄλλη ἀντ’ ἄλλης στάση», ἄλλα ἀντ’ ἄλλων δηλαδή, ὅπως λέει ὁ Φουντούλης #579, σ. 313, Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικὰς Ἀπορίας, τ. Εʹ 2003.
[22] Ποιοὶ εἶναι οἱ ἄλλοι, γιατὶ δὲν διευκρινίζεται ὅτι πρέπει νὰ εἶναι μόνον (Ὀρθόδοξοι) Κληρικοί; Διευκρινίσαμε Ὀρθόδοξους τοὺς Κληρικοὺς γιατὶ σήμερα ἀμφισβητοῦνται ὅτι θεωρούσαμε δεδομένα στὴν Ὀρθοδοξία μας· ἀλλοῦ βάζουν καὶ Αἱρετικοὺς νὰ διαβάζουν τὸ Εὐαγγέλιον.
[23] Γεώργιος Γ. Μπεκατώρος, Τάξις τῶν Ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, 1957.
[24] Ἡ ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου στὴν Ἐκκλησία εἶναι αὐστηρὸ καθῆκον μόνον τοῦ Κληρικοῦ, μόνον δηλ. ὅσων ἔχουν Ἱερωσύνη (βλ. ἐπίσης Φουντούλη, #444). Ὅσοι Κληρικοὶ δίνουν ἀνάγνωση Εὐαγγελίου σὲ λαϊκούς, κατ’ ἀκρίβειαν προτεσταντίζουν. Οἱ λαϊκοί ὅμως πρέπει νὰ ἀρνοῦνται νὰ ἀναγνώσουν τὸ Εὐαγγέλιον, πρῶτα γιὰ τὴν Ἱερά Παράδοση, καὶ δεύτερον, μήπως καὶ συνετιστοῦν οἱ νεωτεριστές ποὺ δίνουν τὸ Εὐαγγέλιον σὲ λαϊκούς.
[25] Aleksej Dmitrievskij, Opisanie liturgitseskich rukopisej, 1895- 1917. Τόμος 1ος, σ. 228.
[26] Aleksej Dmitrievskij, Opisanie liturgitseskich rukopisej, 1895- 1917. Τόμος 1ος, σ. 560.
[27] Τυπικὸν τῆς ἐν Ἱεροσολύμοις Λαύρας τοῦ Ὁσίου Σάββα, ΤΑΣ.
[28] [PG 155, 556].
[29] Τό 1744 ὁ Ῥῶσσος μοναχός Βασίλειος Μπάρσκι (Vasil Grigorovich Barsky), γράφει μὲ κάποιο παράπονο ὅτι ἡ Μονὴ εἶναι Ρωσσικὴ μόνο κατ’ ὄνομα, ἐνῷ σ’ αὐτὴν κατοικοῦν Ἕλληνες, Σέρβοι καὶ Βούλγαροι, ἐκεῖ ποὺ πρὶν ἀρχίσει τὸ ξέσπασμα τῶν Ῥωσσοτουρκικῶν πολέμων (1736) ἀσκήτευαν Ρῶσσοι μοναχοί. Ἀναφέρει ὁ Μπάρσκι ὅτι ἡ Μονή ἦταν φτωχή καὶ ἐρειπωμένη, ἀλλὰ καὶ ἰδιόρρυθμη. Τό 1835 ἔρχονται οἱ πρώτοι Ρῶσσοι. Τό 1875 κοιμήθηκε ὁ ἀπὸ Δράμας ἡγούμενος Γεράσιμος (ἤδη ἡ Μονὴ εἶχε δεκαπλάσιους Ῥώσους μοναχούς), καὶ ἀναδείχθηκε ἡγούμενος ὁ Μακάριος Σόουσκιν ἀπὸ τὴν Τοῦλα. Τό 1895 οἱ Ρῶσσοι μοναχοὶ ἔφτασαν τούς 1000. Μὲ σιγίλλιο τοῦ Πατριάρχου Ἰωακείμ Βʹ τοῦ ἔτους 1875 ὁρίστηκε οἱ Ἱερὲς Ἀκολουθίες νὰ ψάλλονται καὶ στὶς δύο γλῶσσες, στὴν ἑλληνική καὶ στὴ ρωσσικὴ ἐναλλακτικά. Πρβλ. Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίου Παντελεήμονα, Χώρα τοῦ Ἀχωρήτου (πρόσβαση 15/4/2025), Δωροθέου Μοναχοῦ, Τό Ἅγιο Ὄρος – Μύηση στὴν ἰστορία του καὶ τὴ ζωή του, ἐκδ. Τέρτιος, 2010, Ἰσιδώρου Μοναχοῦ, Ἀπάντησις εἰς τόν κ. Δημητριέβσκην [Δημητριέφσκι, Dmitrievsky] ἢ περὶ διεθνοποιήσεως τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἐν Σμύρνῃ 1913, σ.9.
[30] Aleksej Dmitrievskij, Opisanie liturgitseskich rukopisej, 1895- 1917. Τόμος 3ος, σ. 632.
[31] Ἢ μήπως ἦταν ἡ οἰκεῖα παράδοση ποὺ γνώριζε;
[32] Aleksej Dmitrievskij, Opisanie liturgitseskich rukopisej, 1895- 1917. Τόμος 3ος, σ. 654.
[33] Παλαιά, ἀκόμη καὶ στὶς ἡμέρες μας στὶς Ἐνορίες (καὶ ἀκόμη καλῶς ὑπάρχει ἐνιαχοῦ), ὑπῆρχε διακριτικὸς κωδωνίσκος χειρός, ποὺ σήμαινε ἀπὸ τὸν Ἱερέα σὲ διάφορες στιγμές τῆς Ἀκολουθίας, ἀλλὰ φυσικὰ δὲν χρησιμοποιοῦνταν στὸ Εὐαγγέλιον!
[34] Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου (1851), χφ. 250, φ. 125β, σ. 232 (Ἀθωνική Ψηφ. Κιβωτός).
[35] Aleksej Dmitrievskij, Opisanie liturgitseskich rukopisej, 1895- 1917. Τόμος 3ος, σ. 680.
[36] Aleksej Dmitrievskij, Opisanie liturgitseskich rukopisej, 1895- 1917. Τόμος 3ος, σ. 709.
[37] Aleksej Dmitrievskij, Opisanie liturgitseskich rukopisej, 1895- 1917. Τόμος 3ος, σ. 715.
[38] Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεγίστης Λαύρας 1917, χφ. Παντοκράτορος 312, σ. 284 (Ἀθ. Ψηφ. Κιβωτός).
[39] Τυπικόν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παντοκράτορος (1918), σ. 169 (Ἀθωνική Ψηφιακή Κιβωτός).
[40] Τυπικόν τῆς ἐν Ἄθῳ Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Διονυσίου, 2004 (1909), σ. 498.
[41] Τυπικόν ὑπό Μεθοδίου Ἱερομονάχου Σιμωνοπετρίτου τοῦ Ἡλιοπολίτου 2016 (1890), σ. 375.
[42] Ἱερομ. Ἱερωνύμου Σιμωνοπετρίτου, «Ὁδηγὸς ἐφημερίου – Τὸ χειρόγραφον 160 τῆς Σιμωνόπετρας», εἰς τό Γηθόσυνον σέβασμα, Τόμος Αʹ ἐκδ. Κυριακίδη 2013, σ. 729.
[44] Ἱερὰ Μονὴ Ὁσίου Γρηγορίου, Στοιχεῖα Τυπικῆς Διατάξεως Τριῳδίου καὶ Πεντηκοσταρίου, Ἅγιον Ὄρος Ἄθω, 2021, σσ. 34-35 (Ψαλτολόγιον).
[45] Ἱ.Μ. Παντοκράτορος Ἄθῳ, Τυπικόν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ (π. Βησσαρίων Κύπριος), μετά τό 2006, σσ. 149-150 (Ψαλτολόγιον).
[46] Ἱ.Μ. Παντοκράτορος Ἄθῳ, Τυπικόν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ, ὅ.π., σ. 148.
[47] Где позвонить в колокола на Пасху? (Ποὺ νὰ χτυπήσεις τὶς Καμπάνες τὸ Πάσχα;) 16 Ἀπριλίου 2012 (πρόσβαση 19/4/2025).
[48] Где позвонить в колокола на Пасху? (Ποὺ νὰ χτυπήσεις τὶς Καμπάνες τὸ Πάσχα;) 16 Ἀπριλίου 2012 (πρόσβαση 19/4/2025).
[49] Αὐτὸ θὰ τὸ δοῦμε ἀργότερα μόνον ἀνήμερα τοῦ Πάσχα στὴν Ἁγία Σοφία, καὶ δὲς ἐκεῖ τὰ σχόλια.
[50] youtube.com/watch?v=1c_5AJ7W0H8 (πρόσβαση 19/4/2025).
[51] Ἀρχιμ. Δωροθέου Ν. Δουκάκη, Ἁγία Σιών ἤτοι Περιγραφὴ ἁπάντων τῶν ἐν τῇ Ἁγίᾳ Γῇ σεβασμίων καὶ ἱερῶν προσκυνημάτων μεθ’ ἐρμηνείας καὶ συνοπτικῆς αὐτῶς ἰστορίας καὶ Ἀναπαράστασις τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Ἑβδομάδος καὶ συνοπτικαὶ Βιογραφίαι τῶν τῆς ἁγίας πόλεως Ἱερουσαλὴμ ἐνδοξοτέρων Πατριαρχῶν, ἐν Σμύρνει 1911, σσ. 208-209.
[52] Πρβλ. ὑποσ. 17, καί τό [ΤΚΠ (1838), σ. 192].
[53] Πρβλ. ὑποσ. 12, γιὰ τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο.
[54] Τυπικόν τοῦ Ναοῦ τῆς Ἀναστάσεως (1122), εἰς τό· Ἀ. Παπαδοπούλου – Κεραμέως, Ἀνάλεκτα Ἱεροσολυμιτικής Σταχυολογίας, τόμος Βʹ, ἐν Πετρουπόλει, 1894, σσ. 203-205.
[55] Τυπικόν τῆς Μεγάλης Εκκλησίας, Le Typicon de la Grande Eglise, Ms. Sainte-Croix no. 40 (945-959 μ.Χ.), OCA 166, τόμος II, ὑπό J. Mateos S. I., Roma 1963, σ. 96.
[56] Πρβλ. Aleksej Dmitrievskij, Opisanie liturgitseskich rukopisej, 1895- 1917. Τόμος 1ος, σ. 137.
[57] Δὲν τὸ ἔδιναν σὲ Λατίνο τοῦ Πάπα νὰ τὸ διαβάσει.
[58] Τυπικόν τῆς Μεγάλης Εκκλησίας (945-959 μ.Χ.), ὅ.π., σ. 94.
[59] Βλ. Τὸ ἀθέατον τῆς Ἁγίας Τράπεζας, στὴν Κωνσταντινούπολη, στὴν Ἑλλάδα, καὶ ἀπό Ἀνατολή σὲ Δύση, τὴν ὥρα τῆς Ἀναφορᾶς — Τὰς θύρας, τάς θύρας· Ποιὲς θύρες; Τό Ἱερόν Κιβώριον, τά Καταπετάσματα-Παραπετάσματα-Βῆλα, τὸ Φράγμα τοῦ Ἱεροῦ Βήματος, τὸ Φράγμα τοῦ Πρεσβυτερίου (Σολέα), τὸ Σύνθρονον, κεφ. 9, σσ. 95-101.
[60] St. Nicholas Orthodox Church, McKinney, TX (πρόσβαση 14/4/2025).
[61] Archbishop Job Getcha, The Typikon Decoded, SVS 2012 (2009), σ. 237.
[62] Βλ. ἐπίσης, Οἱ λατινογενεῖς νεωτερισμοί εἰς τήν Θείαν Λειτουργίαν καί Λατρείαν (31/3/2025), Ὀρθόδοξος Τύπος, ἀρ. φφ. 2537-, 4/4/2025- (συνεχίζεται).
[63] Μετανάστες Ἕλληνες, π.χ. στὴν Φινλανδία, στὴν Σουηδία, ἀκοῦνε τὴν Λειτουργία στὰ ἄγνωστα γιὰ αὐτοὺς Φινλανδικά, Σλαβονικά, καὶ ...Σέρβικα (ἀφοῦ στὴν νότια Σουηδία, πρέπει νὰ πᾶς δίπλα στὴν ...Δανία γιὰ νὰ βρεῖς τὴν πλησιέστερη Ἑλληνική Θεία Λειτουργία ἅπαξ τοῦ μηνός), προσευχόμενοι, καὶ γεμίζουν χάρη ἀπὸ τὸν Θεό, χωρὶς ποτὲ νὰ διαμαρτυρηθοῦν γιὰ τὴν γλῶσσα. Τὸ ἴδιο καὶ οἱ Ἀμερικάνοι ποὺ ἔχουν γεμίσει τὰ μοναστήρια τοῦ μακαριστοῦ γέροντος Ἐφραῖμ τοῦ Φιλοθεΐτου καὶ Ἀριζονίτου, ὅπου οἱ Ἀκολουθίες γίνονται στὰ Ἑλληνικά.
[64] [ΤΚΠ (1851), σ. 264].
[65] youtube.com/watch?v=kNVKrnNztdI , 2 Μαΐου 2021 (πρόσβαση 12/4/2025).
[66] youtube.com/watch?v=dS5Xff5tqdY , 20 Ἀπριλίου 2025 (πρόσβαση 21/4/2025).
- [PDF, Academia] Οι διάφοροι νεωτερισμοί στην ανάγνωση του Ευαγγελίου Ούσης οψίας, τη Κυριακή του Πάσχα εσπέρας (Αγάπη)
- [PDF, Αναλόγιον] Οἱ διάφοροι νεωτερισμοί στήν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου Οὔσης ὀψίας, τῇ Κυριακῇ τοῦ Πάσχα ἑσπέρας (Ἀγάπη)
- [ΤΧΤ, Αναλόγιον] Οἱ διάφοροι νεωτερισμοί στήν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου Οὔσης ὀψίας, τῇ Κυριακῇ τοῦ Πάσχα ἑσπέρας (Ἀγάπη)