“Υἱούς ἐγέννησα καί ὕψωσα, αὐτοί δέ μέ ἠθέτησαν”
Ησ. 1,2
Δυστυχώς όμως, οι θεϊκές προσδοκίες ανεκόπησαν απρόσμενα, καθότι εξανέστη μέσα στο ανθρώπινο είναι η εικονοκλαστική δύναμη του ΕΓΩ, προσβάλλοντας βάναυσα την αβρότητα του “ποιήσωμεν” και εγείροντας παράλληλα αξιώσεις θεϊκής πρωτοκαθεδρίας. Αλήθεια, πόση δύναμη εγκλείει αυτή η απλή αντωνυμία, ώστε ξεπηδώντας βλάσφημα από την ανθρώπινη σαρκική καταχνιά, να αποτελέσει την αιτία της διακοπής των αγαθών σχέσεων Θεού και ανθρώπου και να χαράξει μία πελώρια συνισταμένη επί γης, όλων των μετέπειτα για την ανθρωπότητα δεινών;
Αλλά αιτία της ανωτέρω εμπόλεμης κατάστασης, στάθηκε ένας άλλος λόγος, που δρομολόγησε και τον μιασμό των αγνών ιδεών. Ο λόγος “ἔσεσθε ὡς θεοί”, που έσπειρε ο σπορέας της διαβολής και του θανάτου. Κάπως έτσι ξεκίνησε η ανθρώπινη οδοιπορία μέσα στο σκοτάδι, αψηφώντας τις προειδοποιήσεις του Θεού. Παρομοίως, πάμπολλες φορές ο άνθρωπος επανέλαβε το προπατορικό αμάρτημα. Κορυφαία επανάληψη ήταν ο πύργος της Βαβέλ. Στην περίπτωση αυτή ο άνθρωπος υπέστη μία μέθη, προκαλούμενη από την κατάχρηση του νοθευμένου κρασιού της υπεροψίας. Η εμφάνιση πολλών γλωσσών και η μη δυνατότητα επικοινωνίας των ανθρώπων ήταν η νέα παιδαγωγία του Θεού.
Πριν τον πύργο της Βαβέλ συνέβη ο κατακλυσμός του Νώε, για να αποπλύνει την ράτσα που προέκυψε από την συνεύρεση των υιών (απογόνων) του Σηθ με τις θυγατέρες (απογόνων) του Κάιν. Οι «υιοί του Θεού» είδαν τις «θυγατέρες των ανθρώπων» ότι είναι όμορφες σαρκικά και, αδιαφορώντας για την κληρονομική καταγωγή τους και την πνευματική εξαχρείωσή τους, τις πήραν για γυναίκες. Φοβερή προσβολή για τον Θεό και ένδειξη πλήρους εξαχρειώσεως και αχαριστίας οι λεγόμενοι μικτοί γάμοι, των οποίων η πρώτη εμφάνιση γίνεται στην εποχή του Νώε. Οι γάμοι που προέχει το σαρκικό στοιχείο και αδιαφορούν οι νυμφευόμενοι για το θρήσκευμα και την αρετή του νυμφίου ή της νύμφης. Ο κατακλυσμός και ο πνιγμός της ανθρωπότητας, ανθρώπων και ζώων, πλην των καταφυγόντων στην Κιβωτό, ήταν το αποτέλεσμα που οι άνθρωποι έγιναν «σάρκες».
Σύντομα όμως ένα ουράνιο τόξο χαράσσεται στον ορίζοντα, για να επικυρώσει ξανά το έλεος του Θεού και την μακροθυμία του. Κι όμως ο φτηνός, τιποτένιος και ματαιόδοξος διαβάτης, που ακούει στο όνομα άνθρωπος, μόλις πατήσουν τα πόδια του στο έδαφος, την ώρα που αποσύρονται τα ύδατα, αντί να συναισθανθεί ευγνωμοσύνη για το έλεος του Θεού, ρίχνεται πιο βαθειά στον βούρκο των παρά φύση αμαρτημάτων, προκαλώντας εκ νέου τον υβρεοδόχο Θεό.
Τότε επιστρατεύονται η φωτιά και το θειάφι, να αποστειρώσουν το έλκος της μεγάλης αμαρτίας, επαναφέροντας το ανθρώπινο πνεύμα στην τροχιά της αγαθής σκέψης. Μία Νεκρά θάλασσα θυμίζει το γεγονός, προς παραδειγματισμό των επιδόξων σοδομιστών.
Παρ' όλα αυτά, ο Θεός πατέρας συνεχίζει και χαμογελά στα παιδιά του, που του δείχνουν συνεχώς την γροθιά τους.
Ύστερα όμως απ' όλα τα πρότερα και έτερα παρόμοια συμβάντα, έσκυψε ο Θεός πάνω στον κόσμο που έχει πλάσει και όταν είδε το σύμπαν νεκρό πνευματικά και στείρο, έπεσε σε βαθειά περίσκεψη... Κάποια στιγμή σκέφθηκε, πως για να σώσει τον κόσμο, έπρεπε να κατεβεί ο ένας της Αγίας Τριάδος, οπότε φώναξε στον Υιό του: –Πήγαινε, παιδί μου! Και εκείνο υπάκουσε...
Κάπως έτσι οροθετείται η αθόρυβη είσοδος στην ανθρώπινη κοινωνία του Υιού του Θεού. Κάπως έτσι αυτός γεννήθηκε στην πνευματική κόπρο της χοιρώδους κοινωνίας, κυνηγημένος από τους μισθοφόρους παιδοκτόνους. Για την ακρίβεια θεοκτόνους. Τελικά ο Ηρώδης δεν πέτυχε τον σκοπό του και ο Χριστός γκρέμισε το βάθρο που στήριζε τον ανδριάντα... του μηδενός, προσφέροντας παράλληλα τον εαυτό του ως λίθον, προς αναδόμηση της κοινωνίας. “Καί ἦν οὗτος μέγας σφόδρα”.
Κάπως έτσι ανεδείχθη μέγας διασώστης ανθρωπίνων ψυχών, κάτω από τα ερείπια της αμαρτίας. Αγρύπνησε για όλα τα μάτια, έκλαψε για όλα τα δάκρυα, βασανίστηκε για όλες τις πληγές και κατόπιν ανέβηκε στο σταυρό, δείχνοντας με το ένα χέρι του τη νύχτα και το άλλο την ημέρα.
Ύστερα απ΄ αυτόν ήλθαν οι απόστολοι, «εις τόπον και τύπον Χριστού». Οι άγιοι μάρτυρες, που ρίχτηκαν τροφή στα θηρία. Παρθένες που υμνούσαν τον Ιησού μέσα στον τρισκότεινο τάφο, έγκυες γυναίκες που έψελναν τη στιγμή που ο δήμιος ξερρίζωνε απάνθρωπα τα παιδιά τους από τις κοιλιές τους, και οι πατέρες των δασών και οι σοφοί μελετητές των σπηλαίων και οι φανοί των ερήμων και των μοναστηριών... Όλοι αυτοί φώναζαν στον άνθρωπο που βρισκόταν μέσα στη “παγερή νυχτιά”: - Ανατολή! Ανατολή!
Αυτήν από όπου πρόβαλλαν οι μάγοι, ατενίζοντες ψηλά τον αστέρα και ως ανταμοιβή αντίκρυσαν το ΦΩΣ!
Όλα τα πρότερα αποτελούν μία συνοπτική αναφορά στην μοναδική πορεία του Θεανθρώπου, αλλά και των υιών που εγέννησε και ύψωσε και τον ακολούθησαν. Τον ακολούθησαν, μέσα στην καταιγίδα, στην ανεμοζάλη, στην δίψα, στη θλίψη, στο φόβο, στη μπόρα... από την Βηθλεέμ ως στον Γολγοθά! Όλοι αυτοί, μόλις γεννήθηκαν στην φτωχή Βηθλεέμ τους, πήραν το μονοπάτι της ανηφοριάς. Πήραν το στρατί το ματόβρεχτο που φτάνει στο μαρτυρικό στεφάνι και ως το Γολγοθά κρατεί...
Ας γυρίσουμε όμως τα φύλλα του βιβλίου που λέγεται κόσμος και ζωή και ας σταθούμε στη σελίδα του σήμερα.
Αλήθεια, ποιά έννοια προσδίδει η σύγχρονη ημιθανής καταρρέουσα κοινωνία στον όρο γέννηση; Γέννηση είναι το συνώνυμο του θανάτου, αφού αποτελεί το θύμα που προσφέρεται στον βωμό της κοιλιάς και της σαρκικής ηδονής. Γέννηση είναι η εξάπλωση του κακού: οι αρπαγές, οι στραγγαλισμοί, τα σφαγεία, οι φόνοι. Τόσο οι σωματικοί, όσο πολύ περαιτέρω οι πνευματικοί... Ο Θεός σπέρνει την ζωή και ο άνθρωπος “οικοδομεί” τον θάνατο. Δομικά στοιχεία: οι στυγερές δολοφονίες, οι φθόνοι, το ατελείωτο αίμα, ειδικά το βρεφικό! Γέννηση είναι ο θάνατος σου η ζωή μου! Υπεξαιρεί τα γεννήματα της φύσης, ο λήσταρχος άνθρωπος και τα διαφθείρει, χρησιμοποιώντας τα προς ικανοποίηση των ζωωδών ενστίκτων του. Ξυλεύεται το γεννημένο δέντρο από το δάσος της μάνας φύσης και το σύρει βιαίως σε ένα ιδιόρρυθμο “παιδομάζωμα”, προσδίδοντάς το γενιτσαρικά στοιχεία: το μετατρέπει σε αγχόνη, σταυρό, παλούκι, πάσσαλο του μαρτυρίου...
Πριν ακόμη αντικρύσουν την ανατολή οι κυοφορούμενες εικόνες του Θεού, τα έμβρυα, τα πολτοποιούν οι Ηρωδιάδες στον βωμό των χυδαίων ερώτων τους, των αρπακτικών ενστίκτων τους και των λοιπών ακορέστων παθών τους. Επιχείρημά τους: Το σώμα μας, μας ανήκει!
Αυτές τις θυσίες λατρεύει και επιδιώκει ο σύγχρονος άνθρωπος. Κάποιες άλλες θυσίες που προτάσσει ο Θεός για να βρεθεί ο άνθρωπος κοντά του, αν και αναίμακτες, τις απορρίπτει ο τελευταίος, γιατί απαιτούν την θανάτωση του ΕΓΩ και αυτό δεν βολεύει στον συμφεροντολόγο θνητό. Είναι τελικά μισητός ο τοκετός του καλού, καθότι εμπεριέχει ιδιόρρυθμους σπασμούς και πόνους. Ενώ το κακό έρχεται από μόνο του, γιατί “κλειστές οι πόρτες της ψυχής μας κι εμείς βουβοί και λυπημένοι. Σαν τι κακό μας περιμένει;” (Βερίτης).
Έτσι λοιπόν στις μέρες μας η γέννηση, μεταλλαγμένη απόλυτα, χαρακτηρίζει την “γένεση” κάθετι σάπιου και αφύσικου, οπότε ο ανόητος δρομέας άνθρωπος, αναλίσκεται σε πορείες αθλιότητος υπό την σκέπη γελοίων ξοάνων, εμπορευόμενος αγρίως τους προδομένους Χριστούς και τους πουλημένους Ιωσήφ. Το δουλεμπόριο σε έξαρση, αν και δεν έπαυσε ποτέ. Οι δούλοι στο σφυρί. Η Μαύρη Παρασκευή, μια άθλια ενθύμιση του παρελθόντος εμπορίας της “μαύρης” σαρκός, διαφημίζεται πληθωρικά στις μέρες μας στους αδαείς ανθρώπους ως ήπια εισαγωγή της επερχόμενης εκμετάλλευσης της “μαύρης ψυχής” των “λευκών” υπάρξεων.
Τώρα όσον αφορά τον Θεό, που αποτελεί την πηγή της ζωής, καθότι χαλάει την πιάτσα, αρκεί ένα φίλημα για να τον κατονομάσουμε, ξεμπροστιάζοντάς τον. Οδηγώντας τον στον θάνατο. Το “χαῖρε Ραββί” αποτελεί την λεκτική συνέχεια μιας επαναλαμβανόμενης προδοσίας. Όλα αυτά όμως αποτελούν χαρακτηριστικά γνωρίσματα των “φίλων” του Χριστού. Γιατί πάντοτε τον Χριστό τον παραδίδουν στους εχθρούς του, οι προδότες φίλοι του. Άνθρωποι που έζησαν μαζί του και μπορούν να τον διακρίνουν ακόμη και μέσα στο σκοτάδι.
Οι εχθροί του απλά εκτελούν το έργο της σταύρωσης. Εκείνοι όμως που τον προδίδουν είναι οι αποστάτες φίλοι του. Οι εχθροί, εμφανέστατοι στις μέρες μας, και γιατί να κρυβούν άλλωστε, προΐστανται στα έδρανα της ντροπής, αποστέλλοντας την ηθική στην λαιμητόμο.
Κι όμως οι πραγματικοί δήμιοι είναι οι φίλοι του Χριστού, οι κεκαλυμμένοι κάτω από μεγαλοπρεπείς ενδυμασίες και βασιλικά διαδήματα. Οι σιγώντες... δια τον φόβου των Ιουδαίων. Αλλά και όταν αναγκασθούν να μιλήσουν, προφέροντας το ύψιστο όνομα του Θεού, κατ'ουσίαν τα ξερά εγκώμια τους αποτελούν μορφή βλασφημίας, καθότι βλάσφημη είναι η ίδια η ζωή τους, που είναι δομημένη πάνω στο “ὄνομα ἔχεις ὅτι ζῆς, καί νεκρός εἶ” (Αποκ. 3,1).
Κάπως έτσι φτάσαμε στις μέρες μας να ακολουθούμε κάθετι καλοντυμένο και απαστράπτον εξωτερικά ορατό, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι κάτω και πίσω απ' αυτό κρύβεται η νύχτα, που εκκολάπτει μία άθεη λάμψη προκειμένου να μας τυφλώσει.
Κι όμως μέσα σε αυτόν τον λήθαργο και στην πένθιμη συμπύκνωση του σκότους, που ολοένα μεγαλώνει στις μέρες μας, η φάτνη προβάλλει μέσα από την ρωγμή του ορίζοντος του απείρου σαν ένα μοναδικό φως. Μη μας τρομοκρατεί η σύνδεση της με τον Γολγοθά. Ακολουθεί η Ανάσταση σαν μόνιμο και μοναδικό γεγονός. Αν πραγματικά ποθούμε να ζήσουμε, ας στραφούμε προς την Ανατολή.
Αρίσταρχος