Σάββατο 16 Νοεμβρίου 2024

ΓΙ’ ΑΥΤΟ ΚΑΙ ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΜΑΣ ΠΑΡΕΤΕΙΝΑΝ ΤΟ ΣΤΑΔΙΟ ΤΗΣ ΝΗΣΤΕΙΑΣ…

 

Πατερικά

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

    Αυτό κάνουν και τα Σεραφείμ καί γι’ αυτό ο ένας κραυγάζει στον άλλο, «άγιος, άγιος, άγιος». Αναγνωρίσατε άραγε τη φωνή αυτή; Είναι άραγε δική μας ή των Σεραφείμ; Και δική μας και των Σεραφείμ, για τον Χριστό ο οποίος κατάργησε το μεσότοιχο του φράχτη και ειρήνευσε τα επουράνια και τα επίγεια, για εκείνον ο οποίος έκανε και τα δύο ένα. Γιατί προηγου­μένως αυτός ο ύμνος ψαλλόταν μόνο στους ουρανούς, όταν όμως ο Κύ­ριος καταδέχτηκε να έρθει στη γη, κατέβασε κι αυτή τη μελωδία σε μας.

Γι’ αυτό και ο μεγάλος αυτός Αρχιερέας, όταν στέκεται στην αγία τράπεζα, προσφέροντας τη λογική λατρεία, την αναίμακτη θυσία, δεν μας προτρέπει απλώς σ’ αυτή την επευφημία, αλλά, αφού πρώτα αναφέρει τα Χερουβείμ και υπενθυμίσει και τα Σεραφείμ, τότε προτρέπει όλους να αναπέμψουν την τόσο φρικτή φωνή, αποσπώντας, με την ανάμνηση αυτών που συμψάλλουν, τη σκέψη μας από τη γη, και είναι σα να φωνάζει στον καθένα από μας λέγοντας: μαζί με τα Σεραφείμ ψάλλεις, μαζί με τα Σεραφείμ στάσου, μαζί μ’ αυτά άνοιξε τα φτερά σου και μαζί μ’ εκείνα να πετάς γύρω από τον βασιλικό θρόνο.

Και τι το παράδοξο είναι εάν στέκεσαι μαζί με τα Σεραφείμ, όταν ακριβώς αυτά που δεν τολμούν να αγγίσουν τα Σεραφείμ, αυτά σου έδωσε πλουσιοπάροχα ο Θεός; Γιατί λέει, «στάλθηκε σε μένα ένα από τα Σεραφείμ, και είχε κάρβουνο αναμμένο, που το πήρε με τη λαβίδα από το θυσιαστήριο».

 Το θυσιαστήριο εκείνο είναι τύπος και εικόνα αυτού του θυσιαστηρίου· εκείνη η φωτιά είναι τύπος αυτής της πνευ­ματικής φωτιάς. Όμως δεν τόλμησαν τα Σεραφείμ να την πιάσουν με το χέρι, αλλά με τη λαβίδα, ενώ εσύ την παίρνεις με το χέρι.

 Αν λοι­πόν αποβλέψεις στην αξία των παρόντων, είναι ανώτερα από το κάρ­βουνο των Σεραφείμ· αν όμως σκεφθείς τη φιλανθρωπία του Δεσπότη σου, η χάρη των παρόντων δεν ντρέπεται να κατεβεί στη δική μας μηδαμινότητα.

Κατανοώντας λοιπόν αυτά, άνθρωπέ μου, και σκεπτόμενος το μέ­γεθος της δωρεάς, σήκω κάποτε και, αφού αποχωρισθείς τη γη, ανέβα στον ουρανό.

Όμως σε τραβάει το σώμα και σε αναγκάζει να μείνεις κάτω; Αλλά να, πλησιάζουν νηστείες, οι οποίες κάνουν ελαφρά τα φτερά της ψυχής, αλλά κάνουν ελαφρό και το βάρος της σάρκας, έστω και αν παραλάβουν σώμα βαρύτερο και από μολύβι.

Αλλά ο λόγος της νηστείας ας περιμένει, ο λόγος των μυστηρίων όμως, για τα οποία γί­νονται και οι νηστείες, ας κινηθεί από τώρα. Γιατί, όπως στους ολυ­μπιακούς αγώνες σκοπός των αγωνισμάτων είναι το στεφάνι, έτσι και της νηστείας σκοπός είναι να κοινωνήσουμε καθαροί ώστε, εάν δεν το κατορθώσουμε αυτό όλες αυτές τις μέρες, αφού καταπονήσαμε τους εαυτούς μας άσκοπα και μάταια, θα αναχωρήσουμε από το σκάμμα της νηστείας αστεφάνωτοι και χωρίς βραβεία.

Γι’ αυτό και οι πατέρες μας παρέτειναν το στάδιο της νηστείας, δίνοντάς μας προθεσμία να μετανοήσουμε, ώστε να προσερχόμαστε, αφού καθαρίσουμε και αποπλύνουμε τους εαυτούς μας.

Γι’ αυτό και εγώ από εδώ ήδη φωνάζω με δυ­νατή φωνή και διαμαρτύρομαι και ικετεύω και παρακαλώ, να μη προσέρχεσθε στην ιερή αυτή τράπεζα με λεκέδες, ούτε με συνείδηση πονηρή γιατί αυτό δεν μπορεί να είναι όφελος ούτε κοινωνία, έστω και αν μύριες φορές δεχθούμε το άγιο εκείνο σώμα, αλλά καταδίκη και κό­λαση κι αύξηση της τιμωρίας.

Κανένας λοιπόν αμαρτωλός να μη προσ­έρχεται, ή καλύτερα δεν λέω, κανένας αμαρτωλός, γιατί πρώτα τον εαυτό μου αποκλείω από τη θεία τράπεζα, αλλά κανένας που μένει αμαρτωλός να μη προσέρχεται.

Γι’ αυτό από τώρα ήδη το προλέγω, ώστε, όταν μας έρθουν τα βα­σιλικά δείπνα και φθάσει η ιερή εκείνη βραδυά, να μη μπορεί κανείς να πει, ‘ήρθα απροετοίμαστος και έρημος και ότι αυτά έπρεπε να τα πεις πριν από καιρό. Γιατί, αν τα άκουα από νωρίς, οπωσδήποτε θα άλ­λαζα, οπωσδήποτε θα προσερχόμουν, αφού πρώτα καθάριζα τον εαυτό μου’.

Για να μη μπορεί λοιπόν κανείς να προφασίζεται, διαμαρτύρομαι από τώρα και παρακαλώ να δείξετε πολλή μετάνοια. Γνωρίζω ότι όλοι βρισκόμαστε σε επιτίμια και ότι κανείς δε θα καυχηθεί ότι έχει αγνή καρδιά. Δεν είναι όμως αυτό το φοβερό, ότι δηλαδή δεν έχουμε αγνή καρδιά, αλλά το ότι, ενώ δεν έχουμε αγνή καρδιά, δεν πλησιάζουμε αυτόν που μπορεί να την κάνει αγνή.

Γιατί μπορεί, εάν θέλει, ή καλύ­τερα και περισσότερο από μας θέλει να είμαστε καθαροί, αλλά περιμέ­νει να πάρει μικρή έστω αφορμή από μας, για να μας στεφανώσει με παρρησία. Ποιος υπήρξε πιο αμαρτωλός από τον τελώνη; Αλλά και μόνο με το να πει «ο Θεός, ελέησέ με τον αμαρτωλό», κατέβηκε δι­καιωμένος περισσότερο από τον Φαρισαίο. Αν και πόση δύναμη είχε εκείνη η λέξη; Αλλά δεν τον καθάρισε η λέξη, αλλά η διάθεση με την οποία είπε τη λέξη εκείνη, ή καλύτερα ούτε μόνο η διάθεση, αλλά πριν από αυτήν η φιλανθρωπία του Θεού.

Γιατί πες μου, ποιο κατόρθωμα, ποιος ιδρώτας χρειάζεται στον αμαρτωλό, για να πείσει τον εαυτό του να πει ότι είναι αμαρτωλός, και να το πει αυτό στον Θεό; Βλέπεις ότι δεν έλεγα άδικα, ότι μικρή αφορμή από μας ζητά να πάρει και αμέσως αυτός προσφέρει το παν για τη σωτηρία μας;

   Ας μετανοήσουμε λοιπόν, ας κλάψουμε, ας θρηνήσου­με. Όταν κανείς χάσει μια θυγατέρα, πολλές φορές περνάει τον πε­ρισσότερο χρόνο της ζωής του μέσα με θρήνους και οδυρμούς, εμείς χάσαμε ψυχή και δεν κλαίμε;

Εκπέσαμε από τη σωτηρία, και δε χτυ­πάμε το στήθος μας; Αλλά γιατί λέω ψυχή και σωτηρία; Εξοργίσαμε Δεσπότη τόσο πράο και ήρεμο και δεν παραχώνουμε τους εαυτούς μας στη γη; Γιατί με τη φροντίδα του για μας ξεπερνάει κάθε εύνοια όχι μόνο δεσπότη που ενδιαφέρεται, αλλά και φιλόστοργου πατέρα και μητέρας που αγαπά τα παιδιά της.

«Μήπως είναι δυνατό», λέει, «να λησμονήσει η γυναίκα το παιδί της, ή να μη λυπηθεί τα παιδιά της κοι­λιάς της; Αλλά και αν ακόμα η γυναίκα τα ξεχάσει, εγώ δε θα σε λησμονήσω, λέει ο Κύριος». (…)

   Αυτόν λοι­πόν, πες μου, θα εξοργίσουμε; Και πως αυτό δεν είναι πιο φοβερό από τη γέεννα του πυρός και από το σκουλήκι που δε πεθαίνει και από τη φωτιά που δεν σβήνει;

Όταν λοιπόν πρόκειται να πλησιάσεις την ιερή τράπεζα, να πι­στεύεις ότι εκεί είναι παρών και ο βασιλιάς των όλων γιατί πραγματι­κά παρευρίσκεται, εξετάζοντας με προσοχή την πρόθεση του καθενός, και βλέποντας ποιος προσέρχεται με την αγιωσύνη που πρέπει και ποιος με πονηρή συνείδηση, με ακάθαρτους και βρωμερούς λογι­σμούς, με πράξεις μιαρές.

Και αν βρει κανένα τέτοιον, αμέσως τον πα­ραδίνει στο δικαστήριο της συνειδήσεως, έπειτα, εάν τον παραλάβει η συνείδηση και τον μαστιγώσει με τους λογισμούς και τον κάνει καλύ­τερον, τον δέχεται πάλι εάν όμως μείνει αδιόρθωτος, τότε πλέον πέ­φτει στα χέρια του ως αχάριστος και αγνώμων.

Πόσο φοβερό είναι αυτό, άκουσε τον Παύλο που λέει: «είναι φοβερό να πέσεις στα χέρια του ζωντανού Θεού». Γνωρίζω ότι πληγώνουν τα λόγια μου, αλλά τι να κάνω; Εάν δεν βάλω πικρά φάρμακα, τα τραύματα δε θεραπεύονταν αν πάλι βάλω πικρά, εσείς δε ανέχεσθε τον πόνο. Είναι για μένα στενά από παντού· πλην όμως είναι ανάγκη να συγκρατήσω το χέρι μου, γιατί είναι αρκετά όσα είπα για να διορθώσουν εκείνους που προσέχουν.

 

 

ΤΟ ΑΦΘΑΡΤΟ ΔΕΞΙΟ ΧΕΡΙ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ.
Φυλάσσεται στην Ιερά Μονή Φιλοθέου του Αγίου Όρους

 

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ – ΑΠΑΝΤΑ ΤΑ ΕΡΓΑ – 8Α – (σελ. 433-439 ) – ΕΙΣ ΤΟ «ΕΙΔΟΝ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΚΑΘΗΜΕΝΟΝ ..,», ΟΜΙΛΙΑ ΣΤ’. – ΕΙΣΑΓΩΓΗ – ΚΕΙΜΕΝΟ – ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ – ΣΧΟΛΙΑ: Από τον ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΠΑΠΑΕΥΑΓΓΕΛΟΥ, Διδάκτορα θεολογίας – ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΙΚΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΜΕΡΕΤΑΚΗ «ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟΝ» ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο ΠΑΛΑΜΑΣ» ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 1990 – ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ : Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ

https://www.entaksis.gr/nhsteia-xrysostomou/