Εἶναι ἀδύνατο, ὅσο καλοπροαίρετος καὶ νὰ εἶσαι, νὰ μὴ ἀγανακτεῖς μὲ τὶς ὑποχωρήσεις τῶν Ὀρθοδόξων ἔναντι τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν τὰ τελευταῖα χρόνια. Ὁ γράφων παλαιότερα ὑποστήριζε καὶ δικαιολογοῦσε ὅσο μποροῦσε τὶς ἐνέργειες τῶν Πατριαρχικῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ θρόνου. Ἂν ὅμως θὲς νὰ εἶσαι τίμιος ἀπέναντι στὴν ἀλήθεια τῆς Ὀρθοδοξίας – καὶ μιλᾶμε γιὰ τὴν ὕψιστη ἐναπομείνασα ἐπὶ γῆς ἀλήθεια – δὲν μπορεῖς νὰ καταπίνεις ἀμάσητα ὅσα σοῦ πλασάρουν οἱ ἱεράρχες τῶν Ὀρθοδόξων. Καὶ μάλιστα ὅταν βλέπεις νὰ εὐτελίζουν καὶ οἱ ἴδιοι τούς ἑαυτοὺς τους μέσα στὴν παραμόρφωση τῆς Ὀρθοδοξίας ποὺ ἄκοντες ἢ ἑκόντες προωθοῦν.
Καὶ πρῶτα πρῶτα τὸ ἑξῆς διπλὸ παράδοξο ἐκ μέρους μας: εἴμαστε γεμᾶτοι σχίσματα καὶ τὴν ἴδια ὥρα θέλουμε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ ἀλλοδόξους – αἱρετικούς, ἀντὶ νὰ τακτοποιήσουμε πρωτίστως τὰ τοῦ οἴκου μας. Καὶ τὸ δεύτερο ἄκρως ἀντιφατικὸ εἶναι ἡ εἰκόνα ποὺ παρουσιάζει τὸ Φανάρι: ἀπὸ τὴ μία ἡ βυζαντινὴ μεγαλοπρέπεια καὶ ὁ στόμφος τῆς Ὀρθοδοξίας τῆς πάλαι ποτὲ Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ δουλοπρέπεια καὶ ἡ ὑποτέλεια στὸν Πάπα τῆς Ρώμης, τὴν ἴδια ὥρα ποὺ οὐδεὶς λόγος γίνεται γιὰ τὴ δράση τῆς Οὐνίας. Πότε θὰ πάψουμε ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι νὰ ἀδικοῦμε καὶ νὰ ὑποτιμοῦμε ἑαυτούς, ἀσεβώντας ἀπέναντι στὸν ἀρχηγὸ τῆς πίστεώς μας; Ποῦ πῆγε ἡ καλὴ λεβεντιὰ καὶ ἡ ἀρχοντιὰ τοῦ Ρωμιοῦ Ὀρθόδοξου, πού φώτισε τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης μὲ τὴν πίστη στὸν Χριστό;
Ἡ ὀσφυοκαμπτικὴ ἐκκλησιαστικὴ πολιτικὴ καὶ συμπεριφορὰ μπροστὰ στὸν Ποντίφικα ἔχει πιὰ καταστεῖ θεσμός. Σὲ ὅλες τὶς συναντήσεις τῶν χριστιανῶν ἡγετῶν ἀναγνωρίζεται, ἄτυπα ἔστω, ὁ ἀρχηγός. Καὶ αὐτὸς εἶναι ὁ Πάπας τῆς Ρώμης. Εἴτε θὰ στέκεται στὸ κέντρο καὶ θὰ ποζάρει φωτογραφιζόμενος σὲ ἀρχηγικὸ σημεῖο εἴτε θὰ τοῦ φιλᾶνε τὸ χέρι καὶ θὰ κάμπτουν γόνυ ἐνώπιόν του ἐπίσκοποι ἄλλων δογμάτων, μεταξὺ αὐτῶν καὶ οἱ ἡμέτεροι… Αἶσχος. Καὶ ὄχι ἁπλὰ γιὰ λόγους εὐπρέπειας καὶ ἁβρότητος, ἀλλὰ καὶ γιὰ λόγους δογματικοὺς καὶ ἱεροκανονικῆς τάξης. Οἱ ἐπίσκοποι τῆς Ὀρθοδοξίας καταρχὴν δὲν πρέπει νὰ λαμβάνουν εὐλογία ἀπὸ ἕνα κατεγνωσμένο πολλάκις αἱρετικό. Ἂς ποῦμε ὅμως ὅτι στὰ πλαίσια τῶν διαλόγων αὐτὸ τὸ “κάνουμε γαργάρα” κατ’ οἰκονομία. Γιὰ ποιὸν λόγο, λοιπόν, ἀρχηγὸς τῆς χριστιανοσύνης νὰ ἀναγνωρίζεται de facto ὁ ἐπίσκοπος Ρώμης, τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ ἴσο καὶ ἴδιο πρωτεῖο χορηγήθηκε καὶ στὸν Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης ἀπὸ τὴν Τέταρτη ἤδη Οἰκουμενικὴ Σύνοδο; Δὲν γνωρίζει ὁ Οἰκουμενικός μας Πατριάρχης ὅτι ἡ χορήγηση αὐτὴ ἔχει πέρα ἀπὸ ἱστορικὸ καὶ ἱεροκανονικὸ χαρακτῆρα; Γιὰ ποιὸν λόγο ἑπομένως ἵσταται πάντα σὰν ὁ πτωχὸς συγγενὴς δίπλα στὸν Ποντίφικα; Αὐτὸ ὄχι μόνο δὲν λέγεται ταπείνωση, ἀλλὰ καὶ συνιστᾶ προσβολὴ τοῦ ἴδιου τοῦ Κυρίου καὶ ὅλων τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας του. Δὲν μπορεῖ, μὲ βάση αὐτὴ τὴν ἱστορική, ἐκκλησιολογικὴ καὶ θεολογικὴ πραγματικότητα, νὰ θεωρεῖται δεδομένο τὸ “ἱστορικὸ” πρωτεῖο τοῦ Πάπα Ρώμης κατὰ τοὺς διαλόγους καὶ τὶς ὅποιες προσπάθειες ἕνωσης τῶν διισταμένων χριστιανῶν.
Ἄλλο ἀρχοντιά, αὐτοσεβασμὸς καὶ ἀξιοπρέπεια καὶ ἄλλο ψευτοταπείνωση καὶ σύμπλεγμα κατωτερότητας. Ὁ Θεὸς μᾶς θέλει τὸ πρῶτο καὶ ὑγιές, διότι ἐκεῖ μπορεῖ νὰ σταθεῖ καὶ ἡ ἁγιοπνευματικὴ ταπείνωση. Ὁ ἄλλος δρόμος εἶναι ἀρρωστημένος καὶ δαιμονικός. Φοιτητὴς ὤν συνάντησα στὴ Δάφνη τοῦ Ἁγίου Ὄρους τὸν Ἅγιο Παΐσιο. Ὁ ὅσιος μὲ ρώτησε ἂν ἔχω ἐγωισμό. Τοῦ τὸ παραδέχθηκα. Καὶ αὐτός, ἀντὶ νὰ μὲ μαλώσει, μὲ συμβούλεψε αὐτὸ ἀκριβῶς ποὺ θὰ ἀντιπροσφέρω στοὺς ἡγήτορες τῶν Ὀρθοδόξων ἀπὸ ὅποιο μετερίζι καὶ ἂν πολεμᾶνε τὸν διάβολο: “νὰ ἔχετε τὸν καλὸ ἐγωισμό”.
Κ. Νούσης