Πέμπτη 30 Μαΐου 2024

ΠΟΙΟ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΩΝ ΜΕΤΑΝΟΙΩΝ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΟΥ ΝΑΟΥ;

«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Ὅταν μεταξύ δύο ἀνθρώπων ὑπάρχει μία ψυχρότης ἤ ἔχει προηγηθῆ ἕνας διαπληκτισμός μέ λεκτικούς διαξιφισμούς, πρίν δύσει ὁ ἥλιος θά πρέπει νά ἔχουν συμφιλιωθῆ. Αὐτή εἶναι ἀποστολική ἐντολή καί πατερική συμβουλή, οὕτως ὥστε νά μήν ἀναχωροῦμεν διά τήν οἰκίαν μας ἔχοντες κάποιαν κακίαν ἤ ἐμπάθειαν μέ τόν συνάνθρωπόν μας.

Καί ἔχει παρατηρηθῆ ἀπό τήν προσωπικήν ὅλων μας ἐμπειρίαν ὅτι αὐτό τό «εὐλόγησον», πού συνήθως λέγομεν ἐμεῖς οἱ μοναχοί ἤ τό «συγχώρησόν μοι», πού λέγουν οἱ Χριστιανοί μας μεταξύ τους ἐπιφέρει μίαν πλήρη ἀποκατάστασι τῶν διαρρηγμένων σχέσεών μας. Χωρίς ὁ ἄνθρωπος νά χρησιμοποιήσει κάποια τεχνικά μέσα, χωρίς νά πιῆ χάπια, χωρίς νά πληρώσει χρήματα, χωρίς νά ταξιδεύσει κἄπου, ἄν εἴπει μέσα ἀπό τήν καρδιά του τό «συγχώρησόν με ἀδελφέ», ἀμέσως εἰρηνεύει ὅλος ὁ ἐσωτερικός του κόσμος. Τά σύννεφα τῆς ὀργῆς διαλύονται, οἱ λογισμοί διά ἐκδικητικές πράξεις ἐξαφανίζονται, τά ἀπειλητικά λόγια χάνονται καί δέν ἐνοχλοῦν τούς διαπληκτισθέντες. Μόνον καί μόνον ἐπειδή εἶπεν ὁ ἕνας στόν ἄλλον «συγχώρησόν μοι ἀδελφέ, τό πταῖσμα μου».

Αὐτή ἡ ἐπαναπόκτησις τῆς εἰρήνης εἶναι μέγα δῶρον τοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖον προσφέρεται στόν ἄνθρωπον, ἄν ἀπό καρδίας ταπεινωθῆ. Μέσα στήν λέξι πού λέγομεν «συγχώρησόν με», περικλείεται μυστικά τό θαῦμα τῆς ἐπαναφορᾶς τῆς εἰρήνης μέσα μας. Πῶς γίνεται αὐτό;  Ὁ ἄνθρωπος, λόγω τῆς ἀδαμικῆς του πτώσεως ζητεῖ νά ἀπαγκιστρωθῆ ἀπό τήν παρουσία καί τήν ἐπιστασία τοῦ Θεοῦ. Ἐπιδιώκει αὐτός νά κυβερνᾶ τήν ζωή του, ὅπως τοῦ ἀρέσει. Δέν θέλει συμβούλους καί δικηγόρους, ὅπως συνήθως λέγουν μερικοί. Καί τί περισσότερα ξέρουν οἱ ἄλλοι ἀπ᾿ αὐτόν; Ὅπως μοῦ εἶπε προχθές κάποιος ἡλικιωμένος μοναχός, μετρίας μουσικῆς γνώσεως καί ἐπιδόσεως διά κάποιον νέον μοναχόν, ἄριστον γνώστην καί ἐκτελεστήν τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς. Καί ἰδού τί μοῦ εἶπε: «Καί ποιός εἶναι αὐτός, πού μᾶς προβάλλει τό μουσικό του τάλαντο. Τί νομίζει ὅτι μόνον αὐτός ξέρει μουσικά; Καί ἐμεῖς ξέρουμε πού εἴμεθα τόσα χρόνια ἐδῶ, νά ψάλλομεν…».

Ὁ ἄνθρωπος ὅταν δέν γνωρίζει τόν ἑαυτόν του γίνεται ἐνοχλητικός ὄχι μόνον στόν ἑαυτόν του, δηλαδή προσβάλλει καί ἐνίοτε ἐκδιώκει τήν Θεία Χάρι, ἀλλά προκαλεῖ καί τούς γύρω του μέ τίς ἐγωϊστικές καί ἀλαζονικές παραξενιές του.

Καί δέν εἶναι καθόλου εὔκολον ὁ ἄνθρωπος νά γνωρίσει τόν ἑαυτόν του. Ἡ ἀρετή τῆς ταπεινώσεως εἶναι θεϊκή καί οὐράνια χάρις, ἡ ὁποία δέν ἠμπορεῖ νά ἐπισκιάσει τόν νοῦν καί τήν καρδίαν τοῦ ὑπερηφάνου ἀνθρώπου, μέ τεχνικές μεθόδους οὔτε μέ ἀφηρημένην πνευματικήν ἀπασχόλησιν. Μερικοί παραμένουν χριστιανοί, ἀλλά χωρίς σταδιακήν πρόοδον στίς ἀρετές. Τούς δίνει ὁ Θεός καθημερινά πολλές εὐκαιρίες νά ἀσκήσουν τήν ἀρετήν τῆς ὑπακοῆς, τῆς ταπεινώσεως, τῆς ὑπομονῆς, τῆς φιλαδελφίας, τῆς ἐλεημοσύνης καί ὅμως δέν προκόπτουν. Ἡ ψυχή τους εἶναι σκληρότερη καί ἀπό τόν γρανίτη. Δέν ταπεινώνονται, ὁπότε καί δέν ζοῦν μέσα τους αὐτές τίς συνταρακτικές θεῖες ἐπισκέψεις, πού ἀλλοιώνουν τόν ἄνθρωπον πρῶτα ἐσωτερικά καί μετά τοῦ ὡραιοποιοῦν καί τό πρόσωπόν του.

Ὅταν πρό δύο ἐτῶν ἔστειλα σέ κάποιον χριστιανόν ἐν τῶ κόσμω, τά τρία νεοεκτυπωθέντα βιβλία τοῦ μακαριστοῦ Γέροντός μας μέ σειρές ὁμιλιῶν, τοῦ ἔβαλα μέσα καί ἕνα γράμμα. Τοῦ ἔγραψα ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἄν ἀφεθῆ ἐλεύθερος μέσα στήν δίνη τῶν πειρασμῶν τοῦ κόσμου, σιγά σιγά ἀγριεύει ἡ ψυχή του καί κυριεύεται ἀπό ἀντίθετες σκοτεινές δυνάμεις. Ἡ ἐπιστροφή μας ὅμως στόν Χριστό, μᾶς ἀπαλλάσει ἀπ᾿ αὐτές τίς ἐπάρατες ἐνοχλήσεις τῶν κακῶν πνευμάτων καί γινόμεθα καινούργιοι ἄνθρωποι διά τῆς χάριτος τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Αὐτά περίπου τοῦ ἔγραψα. Καί ὅταν μετά ἀπό λίγους μῆνες συναντηθήκαμε, ὄχι μόνον ἀπέρριψε τό γράμμα μέ τίς συμβουλές μου, ἀλλά ἀνέλαβε νά γίνει καί δικηγόρος τοῦ σατανᾶ. Καί ἀκοῦστε νά φρίξετε τί μοῦ εἶπε, ἀφοῦ μέ ὕβρισε πυρεττωδῶς: «Νά τό γράμμα σου. Τό ἔχω μαζί μου. Ἐδῶ γράφεις ὅτι ἔχω δαιμόνια! Ἐγώ εἶμαι δαιμονισμένος; Ἐσύ εἶσαι καί ὄχι ἐγώ. Γι’αὐτό ἐπῆγες καί στό μοναστήρι σου νά βγάλεις τά δαιμόνια! Ἄν ὅμως ἔχεις ἐσύ δαιμόνια, ἐγώ δέν ἔχω…ὁρίστε μας, καλόγερος ἀδιάντροπος. Νά μοῦ γράφει ὅτι ἔχω ἐγώ δαιμόνια…».

Καί ἐδῶ στό παράδειγμα αὐτό βλέπομεν ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι τόσο βυθισμένος στά πάθη καί στόν ἐγωϊσμό του πού τολμᾶ νά ὑβρίζει ἀσύστολα αὐτόν πού τόν ἀγαπᾶ καί τόν συμβουλεύει γιά τήν σωτηρία του.

Νά μή διστάζομεν ὅλοι μας, ὁσάκις, ἐσφάλλομεν πρός τόν συνάνθρωπόν μας νά τοῦ ζητήσωμεν συγγνώμην. Διά τήν ἀκρίβειαν τῆς μοναχικῆ ζωῆς δέν θά πρέπει ὁ μοναχός οὔτε μέ τό τίναγμα τῶν βλεφάρων του νά πληγώσει τόν ἄλλον μοναχόν. Ὄχι μόνον δέν πρέπει νά τόν ἀγριοκοιτάξει, ἀλλά οὔτε καί τά τσίνορά του νά μή τά σηκώσει εἰς ἔνδειξιν ὀργῆς καί κακίας.

Βέβαια στήν ἐκκλησία, ὑπάρχει ἡ παράδοσις, πρίν ἀπό τήν Θεία κοινωνία, νά βάζουν, ὅπως λέγεται, μετάνοιες οἱ Πατέρες καί νά ζητοῦν συγχώρησιν.

Ἔτσι, μέ τήν σειρά κουρᾶς μπαίνουν στήν σειρά καί κάτω ἀπό τόν πολυέλεον βάζουν στά τέσσερα σημεῖα τοῦ ὁρίζοντος ἀπό μία μετάνοια, διά νά ζητοῦν συγχώρησιν ἀπό ὅλους τούς παρισταμένους, μοναχούς καί λαϊκούς.

Αὐτό εἶναι μία παράδοσις, ἡ ὁποία εἶναι δυνατόν πολύ εὔκολα νά χάσει τήν βασικήν της ἀποστολήν. Δι᾿ αὐτό βλέπουμε πολλούς τῶν Ἀδελφῶν μας νά βάζουν πανομοιοτύπως τίς μετάνοιές τους, τίς κινήσεις τῶν χεριῶν τους ἐνίοτε μέχρις ἐδάφους, ἀλλά δέν φαίνεται ἀπ᾿ αὐτές τίς κινήσεις τό ἐσωτερικό βίωμα τῆς μετανοίας τους. Δέν φαίνεται ὅτι οἱ Ψυχές εἶναι συντετριμμένες, ὅτι εἶναι ἔνοχες διά τά τυχόν λάθη τους πρός τούς ἄλλους, ὅτι ἔχουν ἀποδεχθῆ μέσα τους τήν παρουσία τῶν σφαλμάτων τους καί ἰδού τώρα ζητοῦν ἐν μετανοία συγχώρησιν.

Ἐπιβάλλει σοῦ λέγουν τό τυπικό τῆς Μονῆς νά βάζουμε μετάνοιες. Ἀλλιῶς οὐδείς ἠμπορεῖ νά κοινωνήσει. Ἔτσι, καί ἡ προσέλευσις στήν Θεία Κοινωνία κινδυνεύει νά μπῆ σέ νομικιστικούς κανόνες, τούς ὁποίους ἄν δέν τούς ἐφαρμόσουμε εἴμεθα ἀμετανόητοι καί ἀνάξιοι τῶν Ἀχράντων  Μυστηρίων! Γι᾿ αὐτό λέγει ὁ ἕνας στόν ἄλλον: ‘Ἕβαλες μετάνοια; Πῶς θά κοινωνήσεις, χωρίς μετάνοιες». Ὁπότε οἱ «μετάνοιες» αὐτές μᾶς χορηγοῦν τήν ἄφεσιν καί τήν δικαίωσιν καί τρέχομεν διά τά Ἅγιά Μυστήρια. Ὅτι ἐπετελέσαμεν πλέον τό καθῆκον μας καί εἴμεθα ἕτοιμοι καί ἄξιοι τῆς Θείας Μεταλήψεως!

Ἐδῶ ἡ προετοιμασία γιά τήν Θεία Κοινωνία φαίνεται ὅτι εἶναι πολύ εὔκολη. Μάλιστα σέ 2-3 λεπτά δικαιώθηκε ὁ ἄνθρωπος, ἀφοῦ ἔβαλε τίς μετάνοιές του ἐνώπιον τῶν ἄλλων.

Ὅμως, γνωρίζουμε, ὑπάρχει ἀληθινή μετάνοια, ὅταν γιά κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα δύο ἀδελφοί ἦλθαν σέ λογομαχία καί διαφωνία. Κατόπιν προσκαλοῦνται εἴτε ἀπό τόν Γέροντα, εἴτε ἀπό τήν Θεία Χάρι, ὁμολογοῦν ὅτι ἔσφαλαν καί οἱ δύο καί ζητοῦν συγχώρησι μεταξύ τους. Τότε ἐνεργεῖ ἡ Θεία Χάρις καί ἐπέρχεται ἀποκατάστασις τῶν σχέσεών τους.

Διά νά εἶναι γνήσιες καί εἰλικρινεῖς οἱ μετάνοιες πού βάζουν στήν ἐκκλησία οἱ μοναχοί, σπανίως καί οἱ λαϊκοί, θά πρέπει ἀπό τό προηγούμενο βράδυ νά ἔχει γίνει μία ἐργασία. Δηλαδή, ὁ μοναχός σκεπτόμενος ὅτι αὔριον θά λάβη τόν Θεῖον Μαργαρίτην Χριστόν, συναισθάνεται τήν ἀναξιότητά του καί μέ λόγια αὐτομεμψίας καί αὐτοκαταδίκης του, ἐλεινολογεῖ τόν ἑαυτόν του καί τόν θεωρεῖ ἀνάξιον μιᾶς τοιαύτης Δωρεᾶς. Ἐάν μέσα ἀπ᾿ αὐτή τήν πνευματική ἐργασία, ἀξιωθῆ ὁ μοναχός καί λάβει ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα, ἔστω καί ἕνα δάκρυο τῆς μετανοίας, τότε ἠμπορεῖ νά κοινωνήσει. Ἀφοῦ τά δάκρυα, κατά τούς Ἁγίους Πατέρας εἶναι ἐπίσκεψις τῆς Θείας Χάριτος καί ὁμοιάζουν μέ τά δάκρυα τῆς μετανοίας τοῦ ἀσώτου υἱοῦ τῆς παραβολῆς. Τότε ὁ Οἰκοδεσπότης Χριστός, θά δεχθῆ τό πλάσμα του μέ πολλή πατρική στοργή. Θά ξεχάσει, ὅσα πταίσματα ἔγιναν αἰτία νά ἐπέλθη μία διάρηξις τῶν σχέσεων μεταξύ τῆς Ψυχῆς καί τοῦ Θεοῦ καί ἡ συμφιλίωσις πλέον εἶναι μία πραγματικότης.

Τότε οἱ πρωϊνές μετάνοιες στήν ἐκκλησία, διατηροῦν τήν τυπική τους διάταξι, ἀλλά θά ἠμπορεῖ ὁ μοναχός νά λέγει, καθώς σκυφτός στέκεται ἐνώπιον τῶν ἄλλων. Βάζοντας μετάνοια πρός τό Ἱερόν Βῆμα, ἠμπορεῖ νά λέγει μέ τόν ἐσωτερικό του λογισμό: «Βασιλεῦ οὐράνιε, συγχώρησόν με τόν ἄσωτον καί παλιάνθρωπον καί χειρότερον τῶν ἄλλων ἀνθρώπων…». Καί ὅ, τι ἄλλα κοσμητικά ἐπίθετα ἠμπορεῖ νά ἐφεύρει ἐκείνη τήν στιγμή ἡ ταπεινή του καρδία. Βάζοντας τίς μετάνοιες δεξιά καί ἀριστερά τῶν χορῶν ἄς ἔχει τήν αἴσθησιν  ὅτι ἵσταται ἐνώπιον τῶν ἐντειχισμένων ὁλοσώμων ἁγίων, κάτωθεν τῶν ὅποίων ἵστανται οἱ μοναχοί ἤ λαϊκοί. Καλόν λοιπόν εἶναι νά λέγει μέ συναίσθησιν: «Ἅγιοι τοῦ Θεοῦ, ἀδελφοί καί Πατέρες, συγχωρέστε με καί εὔχεσθε διά τήν σωτηρίαν μου». Τά ἴδια θά λέγει καί πρός τόν ἀριστερόν χορόν καί πρός δυσμάς. Τότε μέσα του δημιουργεῖται ἕνα βαθύ συναίσθημα συντριβῆς καί καταδίκης τοῦ ἑαυτοῦ του. Δέν ἐλέγχεται ὅτι ὑποκριτικά ἔβαλε ἐκεῖ τίς μετάνοιες. Αἰσθάνεται συγκλονισμένος διότι ἔχει πιστεύσει ὅτι εἶναι πράγματι ἁμαρτωλός καί χειρότερος τῶν ἄλλων. Κατόπιν στέκεται μέ πλήρη στροφή τοῦ ἑαυτοῦ του μέσα στήν καρδιά του. Μελετᾶ μέσα του ὅτι σέ ὀλίγα λεπτά, θά τολμήσει νά ἀνοίξει τό δυσῶδες στόμα του διά νά λάβη Αὐτόν πού Τόν τρέμουν τά σύμπαντα, Αὐτόν πού δοξολογοῦν οἱ οὐρανοί καί Τόν ἀνυμνοῦν τά ἀγγελικά τάγματα. Πλησιάζει νά λάβη Αὐτόν πού εἶναι τό πλήρωμα τῆς χαρᾶς, τῆς ἀγάπης, τῆς ταπεινώσεως, τῆς ἁγιωσύνης, τοῦ θείου Φωτός.

Ἔτσι, μέ αὐτά τά ὡραῖα ἐσωτερικά συναισθήματα, δέν εἶναι πλέον ἡ παραμονή μας μέσα στήν ἐκκλησία χαμένος χρόνος, τόν ὁποῖον πρέπει νά τόν ἐκμεταλλευθοῦμε διαφορετικά. Καί ὅταν μερικοί μοναχοί, ἐκτός τῶν ἐχόντων κάποιο νυκτερινό διακόνημα, π.χ. μαγειρεῖο, τραπεζαρία γηροκομεῖο, κλπ. δέν  συμμετέχουν στήν λατρεία τοῦ Θεοῦ, αὐτό θά ἔχει συνέπειες στήν πνευματική τους πορεία. Αὐτά εἴδαμεν καί αὐτά διδαχθήκαμεν ἀπό τήν πεῖρα τῶν 45 περίπου ἐτῶν πού φοροῦμε τό μοναχικό μας ἔνδυμα ἐδῶ, ἔστω ἀναξίως.

Μον. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης.  17-1-2019

 Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου