Τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2024

ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΙΚΑ

Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου (+)

    ΦAINETAI πως ο δυστυχής Καζαντζάκης θα απασχολεί για πολύ ακόμα τους χρηστευομένους και, τους αχρειουμένους νόας. Τους πρώτους, για να υποδείξουν τον κίνδυνο και τους δεύτερους, για να ρουφήξουν με ηδυπάθεια το δύσοσμο τέναγος μιας δαιμονισμένης ψυχής.

Η στάση μας απέναντι σε πρόσωπα και πράγμα­τα δίνει το μέτρο της ποιότητάς μας. Δηλαδή οι «αντιδράσεις» μας από ό,τι προσπίπτει στην αίσθησή μας, είναι ανάλογες με την εσωτερικότητά μας.

Και οι μεν χριστιανοί ή απλώς οι σώφρονες άνθρωποι, αφού έμαθαν «άκραις μέσαις» τι έχει γράψει ο σκοτεινός αυτός άνθρωπος, αντιδρούν εμετικά και ανατριχιαστικά στο άκουσμα του ονόμα­τός του, σε ποικίλο βαθμό, οι δε τρεφόμενοι με βόρβορο ή οι μη φωτισμένοι από το φως του Χριστού αισθάνονται ευχαρίστηση πάλι σε ποικίλο βαθμό.

Οι ανθρώπινες ψυχές κινούνται σε δύο κλίμακες κυρίως· στη θεϊκή και τη δαιμονική ή, σπανιώτερα και, σε μια ουδέτερη, «φυσική» – αν και είναι πολύ συζητήσιμη η τρίτη εκδοχή. Κλίμακες λέγοντες, φανταζόμαστε αμέσως αναβαθμούς – σκαλοπάτια. Αισθανόμαστε λοιπόν τα θεία ή τα δαιμονικά ανάλο­γα με τον αναβαθμό που βρισκόμαστε και που αντιπροσωπεύει το βαθμό «συγγένειας» της ψυχής με τα πρόσωπα, και τα πράγματα. Η ένταση «συγκινήσεως» εκφράζει το βαθμό ευαισθησίας.

Στους χριστιανούς, λοιπόν, ο Καζαντζάκης προκαλεί αποστροφή σε ποικίλο βαθμό για τους λόγους που είπαμε. Γιατί δεν είναι ένας αιρετικός, δηλαδή μια αποπλανημένη ψυχή από την αλήθεια, αλλά ένας ασεβής, ένας υβριστής, ένας κολυμβητής μέσα στο βούρκο της φιληδονίας και που, από τη δαιμονική έπαρσή του, αλλά και από ένα ακρότατο βλακισμό και αναισχυντία της ψυχής του, αποδίδει τα πάθη του στον «επέκεινα πάσης καθαρότητος»: Ιησούν Χριστόν και Θεόν μας και την Παναγία Μητέρα Του.

Η βάρβαρης μορφής αποδέσμευσή του από κάθε θεσμό, αμιλλάται την ακόλαστη δίψα του. Και σε μια γλώσσα βρώμικη αποκαλύπτει τη σκοτεινή άβυσσο μέσα στην οποία παραδέρνει. Ας μη μας εντυπωσιάζουν κάποια στοιχεία, που φαίνονται θετι­κά. Δεν πρέπει να λησμονάμε, ότι και ο Κ. ήταν πλασμένος «κατ’ εικόνα Θεού και ομοίωσιν». Και μέσα από το κύκλωμα το σατανικό, που βρισκότανε, ξεπεταγότανε κανένα, συμπνιγμένο στο κυρίαρχο κακό, φυσικό στοιχείο, σαν σωστός λόγος και σαν σωστή έφεση, αλλά κι’ αυτά ανάμικτα με δαιμονική ύλη.

Παρασύρθηκα στις σκέψεις μου αυτές, ενώ σκοπός του σχολίου ήταν να παρουσιάσω τις προσπά­θειες αδελφών χριστιανών να διαφωτίσουν το λαό μας για τον αξιοθρήνητο Κ., που άνδρες με «κεκαυτηριασμένην την συνείδησιν» θέλουν να τον επιβάλλουν στην Ορθόδοξη Ελλάδα.

Έχουν γραφεί βέβαια αρκετές μελέτες για τον Κ. αυτόν. Ύστερα από το βιβλίο του μοναχού Ιωάννου Βράνου – και ένα άλλο του ίδιου που ήδη βρίσκεται στα πιεστήρια – δεν γνωρίζω άλλα εκτός από ένα του κ. Ι. Κορδορούμπα υπό τον τίτλο «Ο Καζαντζάκης ως διανοούμενος και συγγραφεύς» και το άλλο του δικηγόρου και λογοτέχνη κ. Διον. Πόθου (Κλωνάρη) με τίτλο «Πεζογράφοι της εποχής μας, Ν. Καζαντζάκης».

Το πρώτο αποτελεί μια διάλεξη, που έγινε στη Μυτιλήνη το 1974 και μέχρι σήμερα γνώρισε τρεις εκδόσεις. Ο σ. ευσεβής χριστιανός εξέδωσε τη διάλεξή του με σκοπό να διαφωτίσει τον πνευματικό ορίζοντα του τόπου μας, «γιατί η μονόπλευρη – κατά κανόνα – παρουσίασις του Καζαντζάκη από θαυμα­στάς του έχει δημιουργήσει τέτοια σύγχυσι, ώστε να ακούη κανείς περί αυτού τα πλέον απίθανα πράγμα­τα».

Ο σ. συνέλεξε απ’ όλα τα έργα του Κ. και από επιστολές του τα πιο εκφραστικά αποσπάσματα για να συγκροτηθεί απ’ αυτά ένα ανθρωπόμορφον τέρας, ένας τραγικός άγγελος του σκότους. Όσοι επηρε­άζονται από τις χρηστοφανείς ιδέες του Κ. ας διαβάσουν αυτό το βιβλιαράκι.

Το δεύτερο βιβλίο σελ. 127, που εξεδόθη στην Αθήνα εφέτος, εξετάζει τον Κ. σαν πεζογράφο της εποχής μας. Αλλά το βιβλίο του κ. Πόθου έχει μείζονες αξιώσεις παρουσιάσεως. Γι’ αυτό θα το αφήσουμε να πάρει μια θέση στις βιβλιοκρισίες του επομένου τεύχους.

Επειδή τα σχόλια αυτά αναφέρονται στον Κ., θα ήταν αδικαιολόγητο να μη αναφέρουμε με την ευκαιρία αυτή ευφήμως τη θαυμάσια απάντηση του μοναχού Δαμασκηνού από τη Σκήτη της Αγίας Άννας του Αγίου Όρους σε κάποιο άρθρο συνεργάτη της εφημ. «ΝΕΑ». Με ένα πεντασέλιδο πολυγραφημένο ο μοναχός, με τη ζωντάνια της γλώσσας και την παρρησία της ψυχής, που αντλεί από τη μέθεξή της στον Κύριο, στηλίτευσε όπως έπρεπε τον βλάσφημο υπερασπιστή κάποιας βλάσφημης δασκάλας του Άργους, που θέλησε να παρουσιάσει, η δυστυχής, ανωτερότητα πνεύματος με διάλεξή της για τον Καζαντζάκη και δεν κατώρθωσε, παρά να αποδείξει ότι είναι μια μηδενίστρια με αρρωστημένη ψυχή. Εμάθαμε με χαρά, ότι η Μητρόπολη του Ναυπλίου εξετύπωσε τον πολυγραφημένο έλεγχο του αδελφού μοναχού, ώστε να χρησιμεύσει για αντίδοτο στο δηλητήριο της πλανηθείσης άφρονος δασκάλας, υπέρ ανανήψεως της οποίας εύχονται οι φιλάδελφοι μοναχοί και μοναχές των μοναστηριών της περιοχής.

 

 

O KΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

ΞΑΦΝΙΑΖΟΜΕΘΑ κυριολεκτικώς, όταν πληροφορούμεθα, ότι καλοί Χριστιανοί, θεολόγοι και κληρικοί έχουν ασαφή αντίληψιν περί του δυστυχούς Καζαντζάκη. Ήρκεσεν η κυκλοφορία ενός βιβλίου του εν ΧΩ αδελφού Μοναχού Ιωάννου αγιογράφου, περί του Καζαντζάκη, δια να «αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών οι διαλογισμοί».

Εις το εν λόγω βιβλίον υπάρχουν τόσα αποκα­λυπτικά στοιχεία της νοσηρότητος της φαντασίας του λογοτέχνου αυτού και τόσος δαιμονισμός αναδύεται από τα έργα του, ώστε, το ολιγώτερον, να εκπληττώμεθα πως υπάρχουν Χριστιανοί και φιλοσοφούντες να μη αντιλαμβάνονται, ότι ο Καζαντζάκης δεν έχει τον όμοιόν του εν Ελλάδι εις ασέβειαν και θεομαχίαν.

Το φαινόμενον αυτό της συγχύσεως, περί το αποτρόπαιον πρόσωπον του Καζαντζάκη, δημιουργεί την ευθύνην όπως, επί τέλους, κάποιος που διατηρεί υγειά τα πνευματικά αισθητήρια, αναλάβη να παρουσιάση την ειδεχθή «φιλοσοφίαν» του ανθρώπου αυτού. Βεβαίως το μνημονευθέν βιβλίον του π. Ιωάννου έχει πολλάς αρετάς και έσχε καλήν απήχησιν εις ωρισμένον κύκλον Χριστιανών. Αλλά χρειά­ζεται μία συστηματική μελέτη όλου του έργου του Καζαντζάκη, ώστε δια μεθοδικής κριτικής, ν’ αναδειχθή δι’ αναντιρρήτων τεκμηρίων το πολύπλευρον πολυπλεύρως σαθρόν λογοτεχνικόν έργον του και δια να πείση περί τούτου τους καλή τη πίστει παρασυρομένους από την γοητείαν του Καζαντζάκη νέους και όλας τας ηλικίας. Αυτού του έργου έχομεν ανάγκην.

Βεβαίως η εκτεταμένη επίδρασις του Καζαντζά­κη δεν δύναται να ανασταλή με ένα αντικαζαντζακικόν βιβλίον, διότι αυτός «ψαρεύει στα θολά». Δηλαδή η επίδρασίς του οφείλεται εις την περιοχήν του «εν τω πονηρώ κειμένου κόσμου» όπου υπάρχουν αναρίθμη­τα πλήθη, ιδικών μας και ξένων, που έχουν συγγένειαν με το αβυσσαλέον ψυχικόν χάος και τον θλιβερόν αισθησιασμόν του δυστυχούς Καζαντζάκη και επόμενον είναι να έλκωνται από τα γραπτά του. Δια την κατηγορίαν αυτήν, είναι αμφίβολον εάν θα βοηθήση το βιβλίον, περί του οποίου γράφομεν, εκτός και αν η διαστροφή τινών δεν είναι απελπιστική, αν και είναι αδύνατον να γνωρίσωμεν πως και πότε και δια τίνος μέσου ενεργεί η χάρις προς μετάνοιαν και ανάνηψιν.

Όπως όμως ήδη επεσημάναμεν, φαίνεται ότι όχι μόνον αηδίαν δεν προκαλεί ο Καζ. και σε πολλούς πιστούς ποικίλων τάξεων, αλλά μάλλον τον αποδέ­χονται και τον θαυμάζουν, ίσως διότι τα «γνωστικά» των όργανα πάσχουν, ίσως και να μη εδιάβασαν με προσοχήν τα βιβλία του. Δι’ αυτούς, λοιπόν, αλλά και δι’ εκείνους που απειλεί να αφομοιώση ο «κόσμος», είναι απαραίτητον να γραφή ένα βιβλίον, όσον και αν το έργον θα είναι άχαρο, αφού ο σ. θα είναι υποχρεωμένος να έρχεται εις επαφήν με την αφόρη­ταν δυσοσμίαν, που αναδίδει ο βόρβορος του θλιβερού αυτού ανθρώπου και να «σουφιλιάζεται» με την αίσθησιν της απεράντου δυστυχίας του. Ένα βιβλίον μεθοδικόν, που να απευθύνεται εις αναγνώστας όπου αξιούν τεκμήρια, νηφάλιον σκέψιν, λογικά επιχειρήματα, θεολογικές προτάσεις, πνευματικά κριτήρια, φιλοσοφημένον στοχασμόν, ψυχολογικήν ανάλυσιν και προ παντός να μεταδίδη την αίσθησιν του ειρηνικού και φωτισμένου διαλόγου μεταξύ γράφοντος και αναγινώσκοντος. Λοιπόν: «Ζητείται…».

 

Αθωνικά Άνθη Τόμος Η’ – σελ.182-184

ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ – ΜΟΡΦΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ

ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ