Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2024

ΔΙΑΛΟΓΟΙ ΜΕ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΕΣ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΥΠΕΡ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ

«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

Ὑπό Γέροντος Κλεόπα Ἠλίε.

Σπουδαστής: Σέ τί μποροῦν νά βοηθήσουν οί προσευ­χές ὑπέρ τῶν νεκρῶν, ἐάν αὐτοί ἔχουν κριθῆ καί εἶναι ἀποφασισμένη ἡ τύχη τοῦ καθενός;

Ἱερεύς: Τό πρῶτο πρᾶγμα πού συναντᾶ ἡ ψυχή μετά τόν θάνατο τοῦ σώματος  εἶναι ἡ κρίσις. ὑπάρχει μερικὴ καί γενική κρίσις, ἡ ὁποία θά γίνη στό τέλος τοῦ κόσμου μέ τήν κοινἡ ἀνάστασι ὅλων. Στήν μερική κρίσι ἐξετάζε­ται ἡ κατάστασις τοῦ ἀνθρώπου στήν παροῦσα ζωή. ἐάν μέν ἦταν καλή, ἡ ψυχή συνοδεύεται ἀπό ἀγγέλους στήν θεία εὐφροσύνη, ἐνῶ, ἐάν ἦταν κακή, ἁρπάζεται ἀπό τά ἀκάθαρτα Πνεύματα γιά τά βάσανα τῆς κολάσεως. Ἡ πνευματική εὐφροσύνη στήν ὁποία πηγαίνουν οἱ ἄξιοι ὀνομάζεται στήν Γραφή «κόλπος τοῦ Ἀβραάμ» (Λουκ. 16,22), «Παράδεισος» (Λουκ. 13,43). ἐνῶ τά βάσανα στά ὁποῖα στενάζουν οἱ ἁμαρτωλοί ὀνομάζονται «κόλασις» (Λουκ. 16,23). "ὅτι γίνεται ἀμέσως αὐτή ἡ μερική κρίσις, μετά τόν θάνατο μας, τό βλέπουμε στά λόγια τοῦ Σωτῆρος πού εἶπε στόν ληστή: «Σήμερον έση μετ' έμοῦ έν τφ παραδείσω» (Λουκ. 23,43) καί τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «Καί καθ' ὅσον ἀπόκειται τοις ἄνθρώποις άπαξ ἀποθανεῖν, μετά δέ τοῦτο κρίσις» (Έβρ. 9,27). ὁ ἴδιος ἄλλού λέγει: «Έμοί γάρ τό ζῆν Χριστός καί τό ἀποθανεῖν κέρ­δος» (Φιλ. 1,21). ἀπό τούς παλαιούς Ἐκκλησιαστικούς συγγραφείς μνημονεύουμε τόν Τερτυλλιανό, ὁ ὁποῖος ώμίλησε περί μερικής καί γενικής κρίσεως: «ἡ ψυχή (με­τά θάνατον) πρῶτα - πρῶτα πρέπει νά δοκιμᾶςη τήν κρί­σι τού Θεοῦ, διότι Αὐτός θυσιάσθηκε γιά ὅλους τούς άνθρώπους πού ἐδημιούργησε, ἀλλά θά περιμένη καί τήν ἀνάστασι τῶν σωμάτων γιά νά προσφέρη τήν άνταμοιβή γιά ὅσα καλά ἔκανε ἡ ψυχή μέ τήν βοήθεια του σῶματος καί αν ύπήκουσε στίς ἐντολές Του». ἀκόμη πρέπει νά γνωρίζουμε καί τοῦτο: ἐάν κάποιος στήν μερική κρίσι προωρισθῆ γιά τά αἰώνια βάσανα καί ἦταν χριστιανός καί δοῦλος τοῦ Χριστοῦ, ἔχει μία ελπίδα. Αὐτή  εἶναι ἡ μεσολάβησις τῶν ζώντων χριστιανῶν, οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά προσεύχωνται στόν Θεό γιά νά γλυτώση ἀπό τά βάσανα τῆς κολάσεως ή τουλάχιστον νά ανακουφίζεται άπ' αὐτά.

Σπουδαστής: Ή δυνατότης έπεμβάσεως τῶν ζώντων ὑπέρ τῶν νεκρῶν ἀποκλείεται τελείως, διότι εἶναι γνωστό ὅτι ὁ Θεός θά κρίνη τόν καθένα κατά τά ἔργα του μέ δικαιοσύνη ἀποδίδοντας τήν πρέπουσα άμοιβή. Μία δικαιοσύνη πού γίνεται μέ βάσι τήν έπέμβασι ἄλλων, δέν πρέπει νά εἶναι ἀληθινή. ὁ ἀπόστολος Παῦλος τό λέγει καθαρά: «Τούς γάρ πάντας ήμᾶς φανερωθῆναι δει έμπρο­σθεν τού βήματος τοῦ Χριστοῦ, ἵνα κομίσηται ἕκαστος τά διά τοῦ σώματος πρός ά έπραξεν, εἴτε ἀγαθόν εἴτε κα­κόν» (Β' Κορ. 5,10). Παρόμοια χωρία εὑρίσκουμε καί σ' ἄλλα σημεῖα τῆς Γραφῆς καί μάλιστα στά κείμενα τά άναφερόμενα στήν μέλλουσα κρίσι.

Ἱερεύς: "ὅτι ὁ Θεός θά ἀνταμείψη τόν καθένα κατά τά ἔργα του εἶναι ἀναμφισβήτητο γεγονός (Ψαλμ. 61,11). Ἀλλ' ὅτι ἀποκλείεται ἡ δυνατότης βοηθείας τῶν νεκρῶν διά τῶν προσευχῶν τῶν ζώντων χριστιανῶν αὐτό εἶναι ξέ­νο πρός τήν ἀλήθεια. άν ἡ προσευχή γιά τούς ἄλλους δέν ἔχη καμμία ὠφέλεια, ὁ ἀπόστολος Παῦλος δέν θά προέτρεπε παρακλητικά τόν μαθητή του Τιμόθεο, νά προσεύχεται γιά τούς ἄλλους: «Παρακαλῶ οὖν πρῶτον πάντων ποιεσθαι δεήσεις, προσευχάς, ντεύξεις, εὐχαριστίας ὑπέρ πάντων ἀνθρώπων» (Α' Τιμ. 2,1). νῶ ὁ ἀπό­στολος Ἰάκωβος λέγει: «ἐξομολογεσθε λλήλοις τά παραπτώματα καί εχεσθε ὑπέρ λλήλων, ὅπως ίαθῆτε' πολύ ἰσχύει δέησις δικαίου ενεργούμενη» (Ίακ. 5,16). ἴδιος ἀπόστολος Παῦλος ζητεῖ νά κάνουν προσευχή γι' αὐτόν (Έφεσ. 6,19).

Ἑπομένως ἐάν οί προσευχές μας μποροῦν νά ὠφελοῦν τούς ζώντας, γιά ποιό λόγο δέν μποροῦν νά ὠφελοῦν καί τούς νεκρούς, δεδομένου ὅτι καί αὐτοί ζουν μέ τήν ψυχή τους. ὁ Θεός εἶναι πανταχοῦ παρών καί άκούει τούς μέν καί τούς δέ. Στήν Παλαιά Διαθήκη (βιβλίο Β' Μακκαβαίων 12, 42-45) ὑπάρχει σαφής μαρτυρία περί προσευχής ὑπέρ τῶν νεκρῶν: «ὁσία καί εύσεβής ἡ ἐπίνοια' θεν περί τῶν τεθνηκότων τόν έξιλασμόν έποιήσατο τῆς ἁμαρτίας ἀπολυθῆναι». ἐνῶ ὁ ἅγιος προφήτης Βαροὐχ λέγει τά ἑξῆς: «Κύριε παντοκράτωρ ὁ Θεός Ἰσραήλ, ἄκουσον δή τῆς προσευχής τῶν τεθνηκότων Ἰσραήλ... μή μνησθῆς αδικιών πατέρων ἡμῶν...» (Βαροὐχ 3, 4-5).

Σαφέστερα μᾶς ὁμιλοῦν οί εὐχές τῆς Ἱερᾶς Παραδό­σεως πού ὑπάρχουν ἀπό τούς πρῶτους αιώνας τῆς Ἐκκλησίας, ὅπως μᾶς φανερώνει καί τό περιεχόμενο τῶν ἱερῶν Λειτουργιών. ὁ "ἱερός Χρυσόστομος λέγει ὅτι οἱ Ἀπόστολοι επέβαλαν νά γίνεται στήν Λειτουργία μνημόνευσις τῶν νεκρῶν: «Δέν έθέσπισαν άσκοπα ο Ἀπόστολοι νά γίνεται ἐπί τῶν φρικτῶν Μυστηρίων ή μνημόνευσις τῶν απελθόντων χριστιανῶν. Εἶναι γνωστό ὅτι πολύ ωφε­λεί ή προσφερόμενη εύεργεσία αὐτούς. "ὅταν στέκεται ὁ λαός καί τό πλῆθος τῶν ἱερέων μέ τά χέρια ύψωμένα ἐνώπιον τῆς φοβέρας θυσίας, Πῶς εἶναι δυνατόν νά μή καταπείσουν τόν Θεό γιά τούς κεκοιμημένους;» (3η ὁμιλία πρός Φιλιππησίους).

Σπουδαστής: Παρ' ὅλα αὐτά ὑπάρχει ἕνα χωρίο, διά τοῦ ὁποίου ὁμιλεῖ ὁ Κύριος καί διαφωνεῖ μέ τά ἀνωτέρω. Εἶναι τό ἑξῆς: «Έπικατάρατος ὁ ἄνθρωπος, ς τήν ελπί­δα ἔχει έπ' ἄνθρωπον καί στηρίσει σάρκα βραχίονος αὐτού έπ' αὐτόν καί ἀπό Κυρίου ἀποστή ή καρδία αὐτοῦ» (Ίερεμ. 17,5).

Ἱερεύς: Αὐτό τό χωρίο σημαίνει ὅτι εἶναι καταραμέ­νοι καί ἄξιοι τιμωρίας οι ἄνθρωποι πού στηρίζουν τήν ελ­πίδα τῆς σωτηρίας τους ἀποκλειστικά στήν βοήθεια τῶν ἀνθρώπων καί ὄχι τοῦ Θεοῦ. Αὐτοί ἀποχωριζόμενοι τόν Θεό μέ τήν καρδιά τους εἶναι ἑπόμενο νά τύχουν κάθε τι­μωρίας καί κολάσεως, καί ὄχι αὐτοί πού ἔχουν τήν ἐλπίδα τους καί στήν μεσιτεία ἀνθρώπων ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Διαφορετικά, θά πρέπει νά θεωρήσουμε ἄξιο τιμωρίας καί τόν ἀπόστολο Παῦλο, ὁ ὁποῖος ἐζήτησε ἀπό τούς πι­στούς προσευχή στόν Θεό γιά τόν ἑαυτό του, ὅπως ἔκανε καί ὁ ἴδιος γιά τούς ἄλλους καί ἡλπιζε στήν ὠφέλεια ατῶν τῶν δεήσεων. Συνεπῶς εἶναι ἀδύνατον στό χωρίο πού ἐπικαλεσαι νά ἀρνηθῆς τήν δυνατότητα καί ἀναγκαιότητα τῆς προσευχής μας ὑπέρ τῶν νεκρῶν, δεδομένου μάλι­στα ὅτι αὐτό τό κείμενο ἀναφέρεται γιά ἄλλον.

Σπουδαστής: Μερικοί λέγουν ὅτι οι προσευχές ὑπέρ τῶν νεκρῶν εἶναι περιττές καί ἀνώφελες, ὅπως λέγει κα­θαρά ὁ λόγος τῆς Γραφῆς: «Τάδε λέγει Κύριος: Μή είσέλθης εις θίασον αὐτῶν καί μή πορευθῆς τοῦ κόψασθαι καί μή πενθήσης αὐτούς... ού μή κόψονται αὐτούς ούδέ έντομίδας ού μή ποιήσουσι καί ού ξυρηθήσονται, καί ού μή κλασθῆ άρτος έν πένθει αὐτῶν εις παράκλησιν επί τεθνηκότι, ού ποτιοϋσιν αὐτόν ποτήριον εις παράκλησιν ἐπί πατρί καί μητρί αὐτοῦ» (Ίερεμ. 16, 5-7).

Ἱερεύς: Ἐδῶ γίνεται λόγος γιά τούς ἁμαρτωλούς πού βαρύνονται ἀπό βαρειά ἁμαρτήματα, πρᾶγμα τό ὁποῖον σημαίνει ὅτι γιά τούς νεκρούς πού εἶχαν λίγα άμαρτήματα μπορεῖ νά γίνεται διανομἡ τοῦ άρτου γιά τό μνη­μόσυνο τους. Διότι ἐάν τό χωρίο εννοοῦσε κάτι ἄλλο, τό­τε οί νεκροί δέν θά ἔπρεπε οὔτε νά θάπτῶνται.

Σπουδαστής: Πῶς μπορεῖ ὁ Ἱερεύς νά βγάλη κάποιον ἀπό τήν κόλασι μέ τήν μνημόνευσι, ἀφοῦ εἶναι γραμμένο, «ὅτι οὐκ έστιν ἐν τῶ θανάτω ὁ μνημονεύων σου' έν δέ τω ἅδη τίς ἐξομολογήσεταί σοι;» (Ψαλμ. 6,6).

Ἱερεύς: Ναί μπορεῖ κάποιος νά λυτρωθῆ ἀπό τήν κόλασι, ἀλλά ὄχι μέ τό καθαρτήριο πῦρ πού λέγουν οί Καθο­λικοί, παρά μέ τήν θυσία τῆς έξαγοράς, ἡ ὁποία προσφέρ­θηκε γιά ζώντας καί νεκρούς. ὁ Κύριος, ὡς άρχων οὐρανίων, έπιγείων καί καταχθόνιων, ἔχει τήν δύναμι νά βγάλη ψυχή ἀπό τόν ἅδη, ὅπως λέγει ή Γραφή: «Κύριος θανατοῖ καί ζωογονεί, κατάγει εις άδου καί άνάγει» (Α' Βασ. 2,6. Βλέπε καί τά χωρία Ματθ. 12,32" Ρωμ. 14,9 καί Α' Κορ. 15,19).

Ή δύναμις καί θυσία τοῦ Χριστοῦ, πού προσφέρεται σ' ὁποῖον τήν ζητῆς (Μάρκ. 11,24) εἶναι ἄπειρος καί ἡ γαθότης Του τόσο μεγάλη, ὥστε μόνος Αὐτός μπορεῖ νά καταργήση τήν αἰώνιο τιμωρία τοῦ ἀνθρώπου. ἐμεῖς γνωρίζουμε ὅτι ὁ Θεός ζητεῖ νά ἀγαποῦμε τούς συνανθρώ­πους μας καί προσβλέπει μέ εύαρέσκεια σ' αὐτή τήν άγάπη μας. Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερο πρᾶγμα ἀπό τήν ἀγάπη, ὅταν μάλιστα προσευχώμεθα γιά τούς ἄλλους. προσευχή τῆς Ἐκκλησίας εἰσακούεται πάρα πολύ ἀπό τόν Θεό, ἰδιαίτερα δέ, ὅταν μέ τίς προσευχές τῶν χριστιανῶν ἐπί τῆς γης συνενώνονται καί οί ἱκετευτικές φωνές τῶν ἀγγέλων τοῦ οὐρανοῦ καί τῆς Κυρίας Θεοτόκου. ἡ Ἐκκλησία ἐπιτελεῖ μία άτερμάτιστη προσευχή γιά τά μέλη της. Γιά ὅλους μας προσεύχονται οί ἄγγελοι καί Ἀπόστολοι, οί μάρτυρες καί πατριάρχαι καί περισσότερο ἀπό ὅλους ή Κυρία Θεοτόκος. Καί αὐτή ἡ Ἁγία ἕνωσις  εἶναι ἡ ζωή τῆς Ἐκκλησίας. ὁ ἴδιος ὁ Σωτήρ μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι δέν θά περάσουν άπαρατήρητες οί προσευχές μας, προπαντός έκεινες πού κάνουμε ἀπό ἀγάπη γιά τόν πλη­σίον μας. ἴδιος μᾶς λέγει: «πάντα ὅσα αν προσευχόμενοι αίτείσθε, πιστεύετε ὅτι λαμβάνετε, καί έσται ὑμῖν» (Μάρκ. 11,24). Ἑπομένως ἡ προσευχή γιά τούς νεκρούς εἶναι ὄχι μόνο ἕνα σημεῖο καί μία ἐνίσχυσις τῆς μεταξύ μας ἀγάπης, ἀλλά καί μία ἀπόδειξις τῆς πίστεώς μας.

Διότι λέγει πάλι ὁ Σωτήρ: «ει δύνασαι πιστεσαι, πάντα δυνατά τ πιστεύοντι» (Μάρκ. 9,23).

Σπουδαστής: Ἡ Ἁγία Γραφή λέγει ἐπίσης ὅτι μεταξύ τοῦ άδου καί τοῦ παραδείσου ὑπάρχει ἕνα άδιαπέραστο χάσμα, κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου, ἀπό τήν παραβολἡ τοῦ άνελεήμονος πλουσίου καί τοῦ πτωχοῦ Λαζάρου: «Καί επί πάσι τούτοις μεταξύ ἡμῶν καί ὑμῶν χάσμα μέγα έστήρικται, ὅπως οί θέλοντες διαβήναι ένθεν πρός ύμᾶς μή δύνωνται, μηδέ οί έκείθεν πρός ήμᾶς διαπερὡςιν» (Λουκ. 16,26). ἐάν πράγματι συμβαίνει αὐτό, τότε Πῶς μπορεῖ νά λέγη ὅτι ἐμεῖς εἶναι δυνατόν νά μετακινοῦμεθα ἀπό τό ἕνα μέρος στό ἄλλο, ἀπό τό κακό πρός τό καλό; Εἶναι ἄραγε δυνατόν αὐτό τό πρᾶγμα;

Ἱερεύς: Μεταξύ άδου καί παραδείσου ὑπάρχει πράγματι ἕνα μέγιστο χάσμα, ἔτσι ὅπως μᾶς τό λέγει ὁ Σωτήρ μας. ἀλλά αὐτό τό χάσμα δέν ἔχει τήν δύναμι νά εμπόδι­ση τό έλεος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος άκούει τίς προσευχές μας πού γίνονται γιά τούς νεκρούς. ἐμεῖς δέν ὑποθέτουμε, ὅπως οί καθολικοί, ὅτι ὑπάρχει ἕνα πουργκατόριο (καθαρτήριο πρ), ἀλλά λέγομεν ὅτι μόνο γι' αὐτούς πού ἁμάρτησαν θανάσιμα καί δέν ξωμολογήθηκαν, τό πέρα­σμα ἀπό τόν ἅδη στόν παράδεισο εἶναι ἀδύνατο. Γι᾿  αὐτούς πού ἁμάρτησαν ἐλαφρότερα, αὐτή ἡ ὁδός δέν εἶναι ὁριστικά κλειστή, δεδομένου ὅτι στήν μέλλουσα κρίσι θά ἀποφασισθῆ ὁριστικά γιά τόν καθένα ποιός εἶναι γιά τόν παράδεισο καί ποιός εἶναι γιά τήν κόλασι, ὄντας εκολονόητο ὅτι μετά άπ' αὐτή τήν κρίσι ἕνας πού προωρίσθηκε γιά τόν ἅδη δέν θά μπορεῖ πλέον νά περάση στόν παρά­δεισο. Γι' αὐτούς πού ἁμάρτησαν θανάσιμα, οί προσευχές μας εἶναι τελείως ἀνώφελες: «έστιν ἁμαρτία πρός θάνατον" ού περί ἐκείνης λέγω ἵνα έρωτῆση» (Α' Ίωάν. 5,16), ἀλλά δέν εἶναι ἔτσι ἀκριβῶς ή κατάστασις γιά τίς ἄλλες ψυχές, γιά τίς ὁποῖες ἐμεῖς προσευχόμεθα καί μάλιστα ἀπό καθῆκον. Συνεπῶς ή μνημόνευσις τῶν νεκρῶν εἶναι καθῆκον τῆς αγάπης, ὅπως καί κάθε προσευχή γιά τούς ἄλλους. ἐμεῖς εἴμεθα «συμπολΐται τῶν ἁγίων καί οικείοι τοῦ Θεοῦ, έποικοδομηθέντες ἐπί τω θεμελίω τῶν Ἀποστόλων καί προφητῶν, ὁντος άκρογωνιαίου αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ» (Έφεσ. 2, 19-20). Στήν κατάστασι ὄντες αὐτῆς τῆς πολιτείας, Τόν παρακαλοῦμε νά συγχωρῆση τούς άδελφούς μας πού ἐπέρασαν στόν ἄλλο κόσμο.

μεῖς δέν προσευχόμεθα γι' αὐτούς πού ἔκαναν μαρτίες ἐναντίον τοῦ "Ἁγίου Πνεύματος, διότι δέν θά συγ­χωρηθοῦν τέτοιες ἁμαρτίες οὔτε στόν παρόντα αιώνα οὔτε στόν μέλλοντα (Ματθ. 12,31), ἀλλά γι' αὐτούς πού διέ­πραξαν ἐλαφρότερες ἁμαρτίες, οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά συγ­χωρηθοῦν στόν ἄλλο κόσμο, ὅταν ἐμεῖς προσευχώμεθα, ἐπειδή ἀγαποῦμε τήν αἰωνιότητα (Α' Κορ. 13). ὁ Θεός προσέχει ἀπό τούς οὐρανούς ,τι γίνεται ἀπό ἀγάπη, διότι αὐτή κυρίως ἦταν ἡ ἐντολή Του.

ἀπόστολος λέγει ὅτι «ὁ γάρ άπέθανε, τή ἁμαρτία άπέθανεν έφάπαξ, ὁ δέ ζῆ, ζῆ τῶ Θεῶ» (Ρωμ. 6,10), ἐνῶ ὁ ἅγιος Συμεών Θεσσαλονίκης σχολιάζει ὡς ἑξῆς: «Στούς κεκοιμημένους εἶναι πολύ ὠφέλιμες οί Λειτουργίες, ἐνῶ τά ἄλλα ὁλιγώτερο τούς βοηθοῦν (διότι πεθαίνοντας ὁ ἄνθρωπος έπαυσε νά ἁμαρτάνη), ἀπεναντίας μέ τήν Θυσία κοινωνοῦν τόν Χριστό, γεμίζουν ἀπό θεία χαρά καί χάρι καί λυτρώνονται μέ τό θεΐο έλεος ἀπό ὅλους τούς πόνους. Συνεπῶς, πάνω ἀπό ὅλα νά γίνεται Λειτουργία γιά τούς νεκρούς καί, ἐάν θά ἔχουν περιουσία, νά κάνουν έλεημοσύνη στούς πτωχούς, νά κτίζουν ἐκκλησίες καί ἄλλα γαθά ἔργα γιά τήν ἀνακούφισι καί σωτηρία τῶν νεκρῶν». Καί συνεχίζει: «Ή μερίς πού βγαίνει στήν Προσκομιδή δί­πλα στόν Ἀμνό γιά τόν νεκρό καί ἡ μνημόνευσίς του πού γίνεται στήν Λειτουργία ἐνῶνει αὐτόν μέ τόν Θεό καί κοι­νωνεί μαζί Του άοράτως. ὁπότε λοιπόν μέ αὐτό τόν τρό­πο ὠφελοϋνται πολύ καί παρηγοροῦνται οί ἀδελφοί πού έ­φυγαν μέ μετάνοια πρός τόν Κύριο, ἀλλά καί οί άγιες ψυ­χές τῶν ἁγίων χαίρονται γι' αὐτές τίς μνημονεύσεις πού γίνονται γι' αὐτούς, διότι ἐνῶνονται μέ τόν Χριστό καί κοινωνοῦν ἀπό τήν Θεία Λειτουργία καθαρώτερα καί λαμπρότερα. ἐπί πλέον κοινωνοῦν μέ τά Δῶρα Του καί προσεύχονται γιά ἐμᾶς. Γι' αὐτό ὁ Θεός προσἔφερε αὐτή τήν θυσία γιά τήν σωτηρία καί τόν φωτισμό τῶν σωμάτων καί γιά νά εἴμεθα μέ Αὐτόν ὅλοι ἕνα, ὅπως μᾶς τό ὑποσχέθηκε. Γι' αὐτό οἱ ἅγιοι προσεύχονται στόν Θεό γι' αὐτούς πού τούς μνημονεύουν ή τελοῦν αὐτή τήν θυσία πρός τιμή τῶν καί γίνονται μεσίται πρός αὐτούς. Καί προσεύ­χονται νά κοινωνήσουν μέ τόν Χριστό οί ζώντες στήν γῆ, ὅπως κοινωνοῦν καί αὐτοί μέ τόν Χριστό στόν οὐρανό. Γι' αὐτό πρέπει νά μνημονεύουμε τούς ἀποθαμένους διότι ή ἀγάπη ἐνῶνει τούς ζώντας μέ τούς νεκρούς, καί νά μνη­μονεύουμε τούς Ἁγίους διότι χαίρονται καί αὐτοί νά γίνωνται ίκέται γιά ἐμᾶς στόν Θεό» (ἅγιος Συμεών Θεσσα­λονίκης κεφ. 4).

"Οσο γιά τό φανταστικό καθαρτήριο τῶν ρωμαιοκαθολικών ἐμεῖς δέν ἔχουμε ἀποδείξεις καί μαρτυρίες ἀπό τήν "Ἁγία Γραφή, οὔτε ἀπό τήν Ἱερά Παράδοσι. ἡ Ἁγία Γραφή μᾶς φανερώνει μόνο δύο τόπους: τόν παράδεισο καί τήν κόλασι. Στήν Παράδοσι τῶν ἁγίων Πατέρων δέν εἶναι παραδεκτό τό καθαρτήριο. ὁ Μέγας Αντωνιος λέ­γει ἐπί παραδείγματι: «Εἶναι μία άνοησία νά πιστεύη κα­νείς ὅτι ὑπάρχει καί τρίτος τόπος στήν ἄλλη ζωή», ἐνῶ ὁ ἱερός Αὐγουστῖνος γράφει: «Δέν ὑπάρχει κανένας μεσά­ζων τόπος, διότι, ὅταν κάποιος δέν εἶναι μέ τόν Χριστό, δέν μπορεῖ νά εἶναι σέ ἄλλο μέρος παρά μέ τόν διάβολο». ἐπίσης γνωρίζουμε ὅτι στήν 5η Οικουμενική Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως (553) καταδικάσθηκε ὁ Ώριγένης, ὁ Δίδυμος ὁ Τυφλός καί ὁ Εύάγριος ὁ Ποντικός, διότι έδίδασκαν ὅτι τά μελλοντικά βάσανα καί τιμωρίαι θά ἔχουν τέλος. άν τότε ἡ Ἐκκλησία θά εἶχε κάποια γνῶσι γιά τήν ὕπαρξι τοῦ καθαρτηρίου δέν θά τήν έμνημόνευε ὡς μία έξαίρεσι πέραν ἀπό τήν δυνατότητα υπάρξεως κολάσεως καί παραδείσου;

Ή ἄπειρη ἀγαθωσύνη τοῦ Θεοῦ, οί προσευχές τῆς Ἐκκλησίας καί ἡ Εὐχαριστιακή Θυσία εἶναι ἀρκετά γιά τήν σωτηρία τῶν ἀνθρώπων πού ἔκαναν στήν ζωή αὐτή τόν κανόνα τῆς μετανοίας τῶν καί άπέθαναν ὡς ὀρθόδοξοἱ χριστιανοί.

Σπουδαστής: Ἀλλά πῶς γίνεται οί προσευχές τῆς Ἐκκλησίας νά μποροῦν νά βοηθήσουν μερικούς νά σω­θοῦν ἀπό τά αἰώνια βάσανα πρίν ἀπό τήν Μέλλουσα Κρίσι;

Ἱερεύς: Ο προσευχές τῆς Ἐκκλησίας μποροῦν νά βοηθήσουν μερικούς νά σωθοῦν μετά τόν θάνατο τους, πρίν ἀπό τήν σωματικἡ ἀνάστασι, ἐπειδή τά βάσανα τά υποφέρουν οί ἁμαρτωλοί μετά τόν θάνατο, καθώς πρό τῆς σωματικής ἀναστάσεως δέν ὑπάρχουν αὐτά ὁριστικά, ὅπως θά ὑπάρχουν μετά τήν σχάτη Κρίσι, ἀλλά προ­σωρινά. Τοῦτο δίνει τήν ἀφορμή στούς ἀνθρώπους τῆς Ἐκκλησίας νά ἐνισχύσουν τούς νεκρούς έν ἀγάπη μέ τίς προσευχές τῶν, διότι μόνοι τῶν δέν μποροῦν νά βοηθη­θοῦν, ἀλλά μέ τήν ἀγάπη τῶν ἄλλων. Τά βάσανα πρίν ἀπό τήν έσχάτη Κρίσι δέν εἶναι τόσο φοβερά, οὔτε εἶναι με­γάλα σάν ἐκεῖνα πού θά ὑπάρχουν μετά τήν Γενική Κρίσι, διότι τότε θά ύποφέρη καί τό σῶμα.

Σπουδαστής: Μερικοί λέγουν ὅτι οἱ ἅγιοι καί οί ἄγγελοι προσεύχονται γιά τούς νεκρούς πού έτελειώθησαν στήν ὀρθόδοξο πίστι. Πῶς τό ξέρουν αὐτοί ἕνα τέτοιο πρᾶγμα;

Ἱερεύς:   Ὁ μέγας ἀπόστολος Παῦλος μᾶς φανερώνει ὅτι ὁ ἴδιος ὁ Σωτήρ προσεύχεται γιά ἐμᾶς, «ὁς καί έντυγχάνει ὑπέρ ἡμῶν» (Ρωμ. 8,34), ἀλλά καί αὐτό τό "Αγιο Πνεῦμα προσεύχεται γιά ἐμᾶς «ἄλλ' αὐτό τό Πνεῦμα ύπερεντυγχάνει ὑπέρ ἡμῶν στεναγμοῖς άλαλήτοις» (Ρωμ. 8,26). Τό ὅτι καί οἱ ἅγιοι προσεύχονται γιά ἐμᾶς βλέπε στήν ἀποκάλυψι, ὅπου μᾶς λέγει: «καί ὁτε ἔλαβε τό βιβλίον, τά τέσσαρα ζῶα καί οί είκοσι τέσσαρες πρεσβύτε­ροι ἔπεσαν ἐνώπιον τοῦ ἀρνίου, ἔχοντες ἕκαστος κιθάραν καί φιάλας χρυσάς γεμούσας θυμιαμάτων, αΐ είσιν αί προσευχαι τῶν ἁγίων» (5,8). Καί ἀπό ἄλλα χωρία βλέπουμε ὅτι οἱ ἅγιοι προσεύχονται γιά ἐμᾶς καί εἰσακούονται ἀπό τόν Θεό (Πράξ. 20,Τ Ίώβ 42,8' Ἰακώβ. 5,16' ἀποκ. 8, 3- 4). "Οχι μόνο οἱ ἅγιοι καί οί ἄγγελοι προσεύχονται γιά μᾶς, ἀλλά καί χαίρονται, διότι «χαρά γίνεται ν οὐραν ἐπί ένί ἁμαρτωλώ μετανοοϋντι» (Λουκ. 15,10).

Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου