“Ἔστιν οὖν τραγωδία
ἡ πρᾶξις αὐτῆς τῆς ἁμαρτίας”
Αν αναζητούσαμε την σύγχρονη ερμηνεία της λέξεως “τραγωδία”, θα αλιεύαμε ως απάντηση, ότι προσδιορίζει θεατρικό έργο με δραματική υπόθεση. Κατ' επέκταση, με την εν λόγω λέξη χαρακτηρίζουμε κάθε συμβάν που προκαλεί λύπη και οίκτο για τους αναξιοπαθούντες. Κάθε δράμα.
Για τον Στάλιν φυσικά, ο θάνατος ενός ατόμου αποτελεί τραγωδία, σε αντίθεση με τον θάνατο εκατομμυρίων που αποτελεί μία απλή στατιστική.
Πριν όμως επεκταθούμε στην περαιτέρω ανάλυση της εν λόγω εννοίας, ας παραθέσουμε τα γραφόμενα μιας πονεμένης μάνας, που δεν έχει ανάγκη καμμία ερμηνεία της τραγωδίας, καθότι την βίωσε και την βιώνει βαθειά μέσα στα σωθικά της. Πρόκειται για μία από τις πολλές μάνες που έχασε το παιδί της στην τραγωδία των Τεμπών.
“Έτσι σε μια στιγμή και μόνη ήρθαν τα πάνω κάτω στη ζωή. Ο δρόμος ξάφνου χάθηκε κάτω απ' τα πόδια μας. Μπροστά μας χάσκει τώρα μόνο το κενό, η άβυσσος.
Και κει, μέσα στην άβυσσο, στο χάος, θρηνούν οι μάνες γοερά. Επιτάφιος ο θρήνος. Πικρών βλαστών τα δάκρυα. Απ' την κλαγγή των συντριμμένων βαγονιών ο πόνος άπειρος και η ψυχή τρεμάμενη ικετεύει: φτάνει Κύριε! Η θλίψη βάρυνε πολύ, άδειασαν οι καρδιές μας. Έσβησε και το φως το λιγοστό στα πικραμένα μάτια μας. Πώς ν' αντικρίσουμε τον ήλιο ματωμένο, τον ουρανό θολό, το πρωινό άστρο μέσα στο αίμα των παιδιών μας βουτηγμένο; Πικρή ξεπρόβαλε και μαραμένη η άνοιξη. Ανθίζουν οι αμυγδαλιές, μα σβήνουν μες στο χώμα τα παιδιά μας! Κι αν βλέπουμε – που βλέπουμε!– την τύχη μας να ενδίδει πια, τα έργα μας, τα σχέδια, τους τόσους οραματισμούς μας στις ράγες ενός τραίνου ατέλεστα να κείτονται, ας μη θρηνούμε ανωφέλευτα.
Γιατί δικό μας έργο είναι και τούτη η συμφορά. Άλλο που έχουν σκοτισθεί τα μάτια μας και δεν το βλέπουμε! Γι΄ αυτό και ακόμα μες στα σίδερα γυρεύουμε να βρούμε το κλειδί που στράβωσε και πότισε τη γη με αίμα. Ακόμα στην καρδιά δεν σκύψαμε να δούμε μέσα μας, να δούμε το κακό μας, την εκτροπή, το θράσος, την ασέβεια, την έπαρση που έφεραν τον χαλασμό. Τους νόμους τους αντίθεους λίγο ως πολύ, εμμέσως έστω, εμείς δεν τους ψηφίσαμε; Την τόση διαφθορά, που κάποιοι νομοθέτησαν, εμείς δεν τη δεχθήκαμε; Μήπως τυχόν ακόμα και την αγαπήσαμε; Προπάντων την κοπριά της γης μη δεν τη βάλαμε με το στανιό μες στα σχολειά;
Τώρα βαρύ το πένθος πνίγει την ψυχή μας, όλων μαζί και καθενός. Κι αν ήταν τρόπος πίσω τον χρόνο να γυρίσουμε, θα θέλαμε ν' αλλάξουμε πολλά... Μα αν δεν γυρίζει –που δεν γυρίζει– ο χρόνος πίσω κι αν δεν μπορούμε –που δεν μπορούμε– τα νέα βλαστάρια ν' αναστήσουμε, μην απελπισθούμε. Σαν έτοιμοι από καιρό, σα θαρραλέοι, σαν που ταιριάζει εμας που αξιωθήκαμε μιας τέτοιας χώρας σπλάχνα να γενούμε και εδώ να κατοικήσουμε, με δέος ας σταθούμε μπροστά στην ιστορία της, στην πίστη, στην παράδοση... Και... Σαν έτοιμοι από καιρό, σα θαρραλέοι, ας πάρουμε στο εξής απόφαση το μέλλον της να το ταιριάξουμε στις ίσιες ράγες του Θεού.
Ναι! Μ΄ άλλους βηματισμούς να περπατήσουμε. Όχι με το θρασύ των επηρμένων βήμα, μήτε των υπερηφάνων τους τρόπους ξανά να πιθηκίσουμε. Έξω να βγούμε απ' των αφρόνων τον χορό. Το νήμα των πατέρων να κρατήσουμε. Κοινή η ευθύνη όλων μας κι ας πιάσουμε ξανά με πόνο την αγιασμένη προσευχή τους:
“Ἡμάρτομεν, ἠνομήσαμεν, ἠδικήσαμεν ἐνώπιόν σου”.
Παρασυρθήκαμε, Θεέ μας, χρόνους πολλούς στης αμαρτίας τα στενά. Τους νόμους τους δικούς σου αφρόνως τους πατήσαμε. Δρόμους παράνομους βαδίσαμε... Όμως...
Σε σένα αμαρτήσαμε, σε Σένα πληγωμένοι επιστρέφουμε. Μη μας αφήσεις μόνους έρημους, ορφανούς τους ρημαγμένους. Το έλεός σου, Κύριε, ρίξε απλόχερα στην παγωμένη μας ψυχή!” (Μαραμένη Άνοιξη, περιοδικό «Σωτήρ», 1Μαΐου 2023).
Εν προκειμένω, η ως άνω επιστολή δίδει μία βαθειά ερμηνεία και ανάλυση της εννοίας “τραγωδία”, βασισμένη στην ίδια την πράξη της τραγωδίας. Έτσι κατά πρώτον ως ηθικός αυτουργός της εν λόγω πράξης και κατάστασης κατηγορείται ο ίδιος ο άνθρωπος. Ο πρωταγωνιστής του δράματος. Ευθύνεται δε ο τελευταίος για την φοβερή αυτή κατάσταση, γιατί εξετράπη της ευθείας οδού, απεθρασύνθη και ασέβησε φοβερά απέναντι στο Θεό με επόμενο βήμα της μεγαλαυχίας του τον χαλασμό. Γιατί δε έγιναν τα πρότερα; Γιατί ο άνθρωπος δεν αντιστάθηκε στην ψήφιση αντιθέων νόμων από τους άρχοντες των λαών. Τουναντίον δέχτηκε όλους τους διεφθαρμένους νόμους και τους αγάπησε κιόλας, κάνοντάς τους σημαία στη ζωή του. Λάβαρο. Γελοίο ξόανο, περιφέροντάς το πάνω από το χιλιοματωμένο χώμα των γνησίων Σημαιοφόρων. Πλήρης βεβήλωση!
Προπάντων βοήθησε ο άνθρωπος τον κάθε αγύρτη και άκρως ιερόσυλο υπουργό παιδείας με το σκυλολόι που τον ακολουθεί, να πετάξουν την παντοειδή Αύγειο κόπρο μες το σχολείο. Κάπως έτσι ξηλώθηκε από το σχολείο ο Χριστός, οι τρεις ιεράρχες (οι φασίστες!) και οι ήρωες του έθνους και αναρτήθηκαν ηλίθια σύμβολα “ειρήνης”, αντιρατσισμού προτάσσοντας του Διαόλου τις πομπές. Οπότε αναμένουμε το ρηθέν υπό του δούκα του Ουέλινγκτον, Άρθουρ Ουέλλσλυ (1769-1852)‧ “Αφαιρέστε τον Θεό από τις έδρες και από τα θρανία και θα έχετε συγκομιδή από διαβόλους.” Ήδη άρχισε η εν λόγω...
Η επιστολογράφος όμως αναγνωρίζουσα την ενοχή της σαν μάνα, παίρνει το θάρρος να εγκαταλείψει την ξενιτιά της ασωτίας και να επιστρέψει πίσω στον Πατέρα, φωνάζοντας‧ “ἡμάρτομεν, ἠνομήσαμεν, ἠδικήσαμεν ἐνώπιον σου”. Μη μας εγκαταλείπεις Κύριε στην τραγωδία των αμαρτιών μας.
Γιατί τελικώς η παράβαση των ηθικών και θρησκευτικών διατάξεων του θεϊκού νόμου, αποτελεί το μέγιστο είδος τραγωδίας. Πρώτος απ' όλους επεζήτησε την τραγωδία ο ίδιος ο Αδάμ, που αν και προειδοποιήθηκε “ἧ δ' ἄν ἡμέρα φάγητε ἀπ΄ αὐτοῦ, θανάτω ἀποθανεῖσθε” (Γεν. 2,17), εκείνος επέλεξε να ανακηρυχθεί ο πρωταγωνιστής του ανθρωπίνου δράματος. Όχι μόνο αυτό‧ κατεδίκασε και το υπόλοιπο ανθρώπινο γένος να υπαχθεί στο ζυγό, ως κομπάρσος στο έργο αθλιότητος των πρωτοπλάστων, που η πρεμιέρα του συνεχίζεται “επιτυχώς” μέχρι σήμερον. Έκτοτε, και ιδία στις μέρες μας, ο άνθρωπος αδυνατών να ξεπεράσει τα γήινα όρια, καθιέρωσε την τραγωδία ως μόνιμη παράσταση, που εκφράζει την αποτυχημένη ζωή του. Κάπως έτσι βγαίνει στο εν λόγω θέατρο, παίζοντας θέατρο ο ίδιος και γινόμενος θέατρο στους υπολοίπους θεατές, ώσπου και εκείνοι με τη σειρά τους να κάνουν τα ίδια και χειρότερα. Η τραγωδία όμως γίνεται ολονέν και τραγικώτερη.
Τραγωδία λοιπόν το γεγονός της ζωής μας. Τραγικά όντα οι άνθρωποι. Άλλοτε αντιλαμβάνονται την τραγικότητα και ολοφύρονται, άλλοτε όμως καμαρώνουν και κομπάζουν επιδεικνύοντας τα έργα τους. Τα παιδιά τους.
Ας καταστώ πιο σαφής. Θρηνούν οι γονείς για τα παιδιά τους, που έγιναν χρήστες ναρκωτικών και λοιπών ουσιών, αργοπεθαίνοντας τώρα στο κρεβάτι της αχρηστίας. Όταν όμως χτυπούσε η καμπάνα της Κυριακής, οι γονείς τα άφηναν να ξεκουρασθούν, γιατί πριν λίγο είχαν γυρίσει από την νυχτερινή εξόρμηση. Τώρα όμως χτυπάει η καμπάνα του κινδύνου. Αργά πλέον!
Την ίδια ώρα όμως έχουμε και μία άλλη παράξενη εξάρτηση και έναν ύποπτο εθισμό και όμως κανείς δεν ανησυχεί. Περπατούν οι κόρες ολόγυμνες δίπλα στις ημίγυμνες μάνες, που κρατούν τα “προσχήματα” ένεκα ηλικίας, και αντί να θρηνεί η κοινωνία στο τραγικό γεγονός της γύμνωσης των δαιμονισμένων κορασίδων, εφησυχάζουν οι πάντες, μάλλον ικανοποιώντας και δικά τους απωθημένα και στερητικά σύνδρομα, άλλων καιρών και άλλων ηθών, αναφωνώντας: Έτσι είναι τώρα. Ο κόσμος άλλαξε και πάει μπροστά. Μαζί με τα τείχη που γκρέμισε, ισοπέδωσε και τα ποικίλα ταμπού. Κανείς όμως δεν συλλογίζεται ότι ο γυμνισμός ήταν στοιχείο των πρωτογόνων ανθρώπων που ζούσαν στα σπήλαια. Άρα για ποιά πρόοδο μιλάμε; Μάλλον για επιστροφή στις ρίζες. Όπου βολευόμαστε τις αναζητούμε.
Κάθεται το σύγχρονο παιδί ολημερίς και ολονυχτίς έμπροσθεν της οθόνης των υπολογιστών και των κινητών, αναλώμενο από την φθορά της διαφθοράς και πάλι η απάντηση εξακολουθεί‧ “έτσι πρέπει”.
Κι όμως εδώ υφίσταται εξάρτηση και εθισμός ουσιών του πνεύματος που το καταστρέφουν πάραυτα. Εδώ μιλάμε για ναρκωτικά του Διαόλου αόρατα, που καταστρέφουν ψυχές.
Να η τραγωδία. Το σύρσιμο στον κτηνώδη βίο.
Να συνεχίσουμε; Όλοι οι νέοι και οι νέες μόλις “ενηλικιωθούν”, ζητώντας το επιβάλλον μέρος της ουσίας παίρνουν τον δρόμο της ξέφρενης ασωτίας. Νοικιάζουν σπίτι λίγο πιο πέρα από το πατρικό τους και εκεί συζούν για όσο “λάχει”.
Κριάρι με προβατίνα, ταύρος με αγελάδα, άλογο με φοράδα, γουρούνι με γουρούνα, οπότε ακούγονται πότε βελάσματα, πότε μουγκρίσματα, πότε χρεμετίσματα, πότε εκείνο το γαλλικό ουΐ, ουΐ των χοίρων. Τα ζώα όμως σαν ζώα, αποσκοπούν τουλάχιστον στην διαιώνιση του είδους τους μέσω της συνεύρεσης, ενώ το ανθρώπινο κτήνος σκοτώνει τα παιδιά του, εμμένοντας πεισματικά στην ικανοποίηση των πολλαπλών παθών του. Δηλαδή μέσα στην κτηνωδία της τραγωδίας του καθίσταται και εγκληματίας. Ποταπός φονιάς “ανυπεράσπιστων εμβρύων”. Δικάζεται και καταδικάζεται η μάνα που πέταξε από το μπαλκόνι του σπιτιού της το βρέφος της και όμως η ετέρα, η εταίρα που προβαίνει στην άμβλωση, πετώντας το έμβρυό της στους υπονόμους των νοσοκομείων, επιβραβεύεται από την σύγχρονη “έννομη” κοινωνία. Είναι νόμοι αυτοί και δικαστήρια; Ή μήπως είναι τα κοινά γυφτόσπιτα για τα οποία μιλούσε επανειλημμένα ο Παπουλάκος;
Δυστυχώς τα πάντα τριγύρω μας συνθέτουν μία τραγωδία πρωτοφανή και πρωτάκουστη για τα ιστορικά δεδομένα. Στο παρελθόν η “τραγωδία” ερμηνευόταν ως μίμηση πράξεως σπουδαίας και τελείας. Εν προκειμένω με την παραφθορά και πλήρη κατάπτωση της γλώσσας μας, ερμηνεύεται ως ειδεχθές έγκλημα “μεγέθους”. Τώρα όσον αφορά την κάθαρση (=εξαγνισμό) των “ηρώων” (γράφε εγκληματιών) δεν πρόκειται ποτέ να συμβεί, γιατί η πώρωση δεν αφήνει στοιχεία προς μεταμέλεια, μεταστροφή, μετάνοια.
Τέλος ο ολοκληρωτικός αποχριστιανισμός και ο ακολουθών αφελληνισμός της κοινωνίας μας συνθέτουν μία πρωτοφανή τραγωδία.
Αυτήν την τραγωδία και τον επερχόμενο θάνατο ήλθε ο Χριστός να την αποτρέψει τονίζοντας ότι αποτελούν συνέπεια της αμαρτίας. Ενεπλάκη μέσα στην ανθρώπινη τραγωδία χωρίς ο ίδιος να είναι τραγωδία και προσπάθησε να διαφυλάξει όλους τους ανθρώπους. Τώρα αν οι υιοί της απωλείας συνεχίζουν στο “Σήμερον γρηγορεῖ ὁ Ἰούδας παραδοῦναι τόν Κύριον...” το μόνο που πετυχαίνουν είναι να παραδίδουν ολοκληρωτικά την ψυχή τους στο Διάβολο και αυτό δρομολογεί την οριστική τραγωδία...