Δευτέρα 22 Μαΐου 2023

Ποια ελπίδα στον Χριστό είναι παράλογη;

 

Αγίου Ισαάκ του Σύρου

    ΥΠΑΡΧΕΙ η αληθής προς τον Θεόν ελπίς και η ψευδής τοιαύτη. Η αληθής προς τον Θεόν ελπίς στηρίζεται επί της προς τον Θεόν από καρδίας πίστεως και γεννάται μετά διακρίσεως και γνώσεως. Η ψευδής ελπίς είναι τελείως παρηλλαγμένη και οφείλεται εις έλλειψιν συνέσεως και εις οκνηρίαν.

 Πράγματι! Άνθρωπος, ο οποίος καθόλου δεν φροντίζει δια τα φθαρτά πράγματα του κόσμου αυτού, άλλ’ έχει αφιερωθή ολόκληρος εις τον Θεόν, διαρκώς δε νύκτα και ημέραν προσπαθεί να τον λατρεύη και να τον ευαρεστή, διαθετών προς τούτο ολόκληρον την φροντίδα και όλον του τον χρόνον, ο άνθρωπος αυτός καλώς και μετά βαθείας γνώσεως και συνέσεως ελπίζει εις τον Θεόν, ότι θα φροντίση δια τας υλικάς του ανάγκας.

 Δια τον άνθρωπον αυτόν είναι δίκαιον και ο Θεός να επιδείξη προς αυτόν όλην την φιλόστοργον φροντίδα Του και να του χορηγήση ακόπως τα προς συντήρησιν, διότι είναι γνήσιός Του υπηρέτης και φυλάσσει την θείαν Του εντολήν «ζητείτε δε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού, και την δικαιοσύνην Αυτού, και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν» (Ματθ. ς’ 33).

 Εις αυτόν λοιπόν, ο οποίος τόσον προθύμως αφιερώθη εξ ολο­κλήρου εις την λατρείαν του Θεού, όλος ο κόσμος του τα προσφέρει έτοιμα και πειθαρχεί εις το θέλημά του, και ως δούλος εκτελεί τας εντολάς του, υπακούων ως προς δεσπότην του.

 Είναι δε πρέπον ολόκληρος η κτίσις να υπηρετή αυτόν, δια να μη καθυστερήση από την αγίαν του ενασχόλησιν, την συνεχή ενώπιον του Θεού παρουσίαν, την διαρκή μετά του Θεού επικοινωνίαν και ασυγκράτητον προς Αυτόν ροπήν. Απασχολούμενος ο άνθρωπος αυτός με την χωρίς διαλείμματα αγίαν και υψηλήν αυτήν επιμέλειαν, και απορροφώμενος εξ αυτής της θείας ενασχολήσεως, δεν συγχωρεί εις τον εαυτόν του να φροντίζη δια τίποτε άλλο. Δι’ αυτόν ακριβώς τον λόγον η φύσις, ως θεραπαινίς του κοινού των όλων Δεσπότου, εκτελεί τα προστάγματά Του και χορηγεί εις τον εκλεκτόν Του δούλον όλα τα απαραίτητα δια την συντήρησιν, χωρίς αυτός να κοπιάζη και να μεριμνά. Ο Δεσπότης και Κύριος των όλων φροντίζει δια μέσου της φύσεως δι’ όλους τους εκλεκτούς του δούλους, όπως τρέφει και τα πετεινά του ουρανού, χωρίς αυτά να φροντίζουν και να κοπιάζουν.

Η ελπίς λοιπόν του ανθρώπου αυτού, που εγκατέλειψε τα πάν­τα δια τον Θεόν και την αγάπην Του, είναι καλή, χωρίς παραλογισμούς και είναι αδύνατον να μη επιτύχη των προσδοκωμένων αγαθών ο τοιούτος άνθρωπος.

Εκτός όμως του ανθρώπου αυτού του αφιερωμένου εις τον Θεόν, υπάρχει και ο αντίθετος.

Είναι εκείνος, που είναι ακόμη δεμέ­νος με την γην και η σκέψις του είναι αιχμαλωτισμένη από την προσπάθειαν των γηίνων έργων και φροντίδων. Ο άνθρωπος αυτός εξακο­λουθεί να τρέφεται, όπως ο όφις, με το χώμα, δηλαδή ικανοποιεί την διάνοιάν του με ταπεινάς και χαμαιζήλους σκέψεις. Η καρδία του πλανάται ασκόπως εις απραγματοποιήτους επιθυμίας, αι οποίαι και τον αιχμαλωτίζουν, και ο ίδιος ρέπει ευκόλως εις άσκοπον και ενοχλη­τικήν φλυαρίαν. Ευρίσκεται συνήθως ξαπλωμένος από οκνηρίαν και τεντώνων τους πόδας του λέγει: «Πιστεύω ότι ο Θεός θα μου χορηγήση τα απαραίτητα».

Αυτή η ελπίς είναι ψευδής, διότι γεννάται εις άνθρωπον στερούμενον πνευματικότητος, αργόσχολον και οκνηρόν.

Δι’ αυτό και ο άνθρωπος αυτός θα ακούση από τον Θεόν αυτά, που ο Θεός πληρο­φορεί δια του Προφήτου Ησαΐου: «Εγγίζει μοι ο λαός ούτος εν τω στόματι αυτού, και εν τοις χείλεσιν αυτών τιμώσι με, η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ’ εμού» (Ησ. κθ’, 13-14). Και αλλαχού ο αυτός λέγει: «Και γνώναι μου τας οδούς επιθυμούσιν, ως λαός δικαιοσύνην πεποιηκώς, και κρίσιν Θεού αυτού μη εγκαταλελοιπώς», (Ησ. νη’, 2). Αλλά και ο Αδελφόθεος Ιάκωβος θα ειπή προς τον άνθρωπον αυτόν: «Συ πιστεύεις ότι ο Θεός εις έστι, καλώς ποιείς, και τα δαιμόνια πιστεύουσι και φρίττουσιν» (Ιακ. β’, 19), αλλ’ η πίστις έχει ανάγκην να εκδηλωθή με έργα, εάν δε δεν εκδηλώνεται με έργα, τότε η πίστις αυτή είναι νεκρά. «Η πίστις χωρίς των έργων νεκρά έστιν» (Ιάκ. β’, 20).

Μη πλανάσαι, απερίσκεπτε άνθρωπε, διότι πρέπει να γνωρίζης τα εξής :

Πρέπει να προηγηθή ο κόπος και ο ιδρώς δια τον Θεόν, που προέρχεται από την καλλιέργειαν των αρετών, και μετά να ακολουθήση η γνήσια και αληθής προς τον Θεόν ελπίς.

Και συ λοιπόν, εάν πράγματι πιστεύης, ότι ο Θεός φροντίζει δια τα πλάσματά Του και είναι δυνατός εις όλα, πρέπει να εμφανίσης εργασίαν προς τον Θεόν, που να αρμόζη εις την πίστιν αυτήν.

Τότε δε, εφ’ όσον θα ερ­γάζεσαι δια τον Θεόν, θα έχης την μοναδικήν ευκαιρίαν ο ίδιος ο Θεός να ακούη ευχαρίστως τα αιτήματά σου και χωρίς συ να κοπιάζης, να σου χορηγή όσα έχεις ανάγκην εκτός δε της φροντίδος αυτής θα σε προφυλάσση ο Θεός από όλους τους κινδύνους, τας ζημίας και τας θλίψεις, εις τας οποίας υπόκειται ο άνθρωπος.

   Όλους τους άλλους ανθρώπους ο Θεός διέταζε με διάκρισιν και προσοχήν να τακτοποιούν τας υποθέσεις των και να αντιμετωπίζουν την ζωήν με την ικανότητα της γνώσεως, την οποίαν έλαβον από τον Θεόν, διασφαλίζων αυτούς και δια της Θείας Προνοίας.

Εκείνος όμως, που αφιέρωσεν ολόκληρον την ζωήν του εις τον Θεόν και αποκλειστικώς φροντίζει πως να ευχαριστήση τον Θεόν, δεν έχει ανάγκην να τακτοποιήση την ζωήν του με την γνώσιν και την σοφίαν, που εδώρησεν εις πάντα άνθρωπον ο Θεός. Ο άνθρωπος αυτός αντί των πνευματικών αυτών όπλων, που διαθέτουν όλοι, έχει την ακλόνητον και την ακράδαντον προς τον Θεόν πίστιν, με την δύναμιν της οποίας κατακρημνίζεται κάθε έπαρσις, που αντιστέκεται εις την εσωτερικήν γνώσιν του Θεού, την θείαν ενόρασιν. Ο άνθρωπος αυ­τός, που η καρδία του κατελήφθη εξ ολοκλήρου από την τοιαύτην προς τον Θεόν πίστιν, δεν ενοχλείται πλέον από ανθρωπίνους λογισμούς, που είναι τελείως φυσικοί δια τους άλλους, διότι ανέβη υψηλότερον της ανθρωπίνης φύσεως και προσεκολλήθη εις τον Θεόν, δια της αδί­στακτου και ακλονήτου αυτής πίστεως. Με την δύναμιν της πίστεως αυτής αποτολμά κάθε τι, που θεωρείται ως εκ της φύσεώς του ακατόρθωτον, όχι δια να πειράξη τον Κύριον, αλλά διότι στηρίζει το θάρ­ρος του εις Αυτόν και έχει εξοπλισθή με την ακαταγώνιστον δύναμιν του Παναγίου Πνεύματος.

 Δια τον ευλογημένον και μακάριον αυτόν άνθρωπον ισχύουν πραγματικώς οι λόγοι του Θεού: «Μετ’ αυτού είμι εν θλίψει και εξελούμαι αυτόν, και δοξάσω αυτόν, μακρότητι ημερών εμπλήσω αυτόν, και δείξω αυτώ το σωτήριόν μου» (Ψαλμ. 100, 15-16).

 

Στην κεντρική φωτογραφία ο μακαριστός γ. Γρηγόριος της Ι.Μ.Δοχειαρίου

ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ – ΕΚΔΟΣΗ 6Η – ΑΘΗΝΑ 1997 – ΤΟΜΟΣ Γ’ ΥΠΟΘΕΣΙΣ KB’, σελ. 275-277

ΨΗΦΙΟΠΟΙΗΣΗ: Ι.Ν.ΑΓΙΩΝ ΤΑΞΙΑΡΧΩΝ ΙΣΤΙΑΙΑΣ

 

ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ