Ο ΟΜ. ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς ΑΠΘ, κ. Γ. Μαντζαρίδης ὁρίζει ὡς ἑξῆς τὴν χαώδη διαφορὰ Οἰκουμενικότητας τῆς Ἐκκλησίας καὶ Οἰκουμενισμοῦ: «Ἡ Ἐκκλησία εἶναι “κοινωνία τῆς θεώσεως”. Καὶ ὅταν παύει νὰ λειτουργεῖ ὡς κοινωνία τῆς θεώσεως, δηλαδὴ ὡς κοινωνία ποὺ συγκροτεῖται μὲ τὴν μετοχὴ τῶν ἀνθρώπων στὴν ἄκτιστη ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, παύει καὶ νὰ λειτουργεῖ καὶ ὡς Ἐκκλησία. Ὁ δυτικὸς Χριστιανισμὸς ἀρνεῖται τὴν ὕπαρξη ἄκτιστης ἐνέργειας ἤ ἀκτίστων ἐνεργειῶν τοῦ Θεοῦ. Ἔτσι ὅμως ἀρνεῖται καὶ τὴν ἴδια τὴν ὀντολογία τῆς Ἐκκλησίας καὶ βλέπει τὴν ἑνότητά της σὲ κοσμικὸ ἐπίπεδο.
Στὸν Ρωμαιοκαθολικισμὸ ἡ ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας προβλήθηκε ὡς θεσμικὴ ἑνότητα στὸ ἐπίπεδο τῆς διοικητικῆς ὀργανώσεως. Λησμονήθηκε ἡ διαχρονικὴ συμφωνία μὲ τὴν παράδοση καὶ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας καὶ καθιερώθηκε ἡ συγχρονικὴ συμφωνία μὲ τὸν Πάπα. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ συμφωνία μὲ τοὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας παραμένει ἄνευ νοήματος, ἂν δὲν ἀποτελεῖ καὶ συμφωνία μὲ τὸν Πάπα. Ὅταν ὅμως ὁ Πάπας βεβαιώνει μὲ προσωπική του ἀπόφανση τὴν δογματικὴ ἀλήθεια, τότε ὑποκαθιστᾶ τὴν λειτουργία τῆς ἄκτιστης ἐνέργειας τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ποὺ συγκροτεῖ τὸν θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ σύγχρονος οἰκουμενισμὸς ἐπιδιώκει πρωτίστως τὴν ἐξωτερικὴ ἑνοποίηση τοῦ χριστιανικοῦ κόσμου καὶ ὄχι τὴν διατήρηση τῆς ὀντολογικῆς ἑνότητας καὶ ταυτότητάς του. Ἐνδιαφέρεται γιὰ τὸ σῶμα τῶν Χριστιανῶν καὶ ὄχι γιὰ τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅσα ἀφοροῦν τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δηλαδὴ τὸν ἴδιο τὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία τὰ τοποθετεῖ σὲ δεύτερη θέση. Ἐδῶ βρίσκεται καὶ ἡ βασικὴ διαφορὰ τοῦ σύγχρονου οἰκουμενισμοῦ ἀπὸ τὴν οἰκουμενικότητα τῆς ἀδιαίρετης Ἐκκλησίας» (Ἱστ. Ρομφαία)! Συμφωνοῦμε, μεταξὺ τῆς καθολικότητας τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ δαιμονικοῦ Οἰκουμενισμοῦ «ἐστήρικται χάσμα μέγα»!