«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
Η ΖΩΗ ΤΗΣ ΜΟΝΑΧΗΣ ΒΙΚΕΝΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΜΟΜΝΗ ΡΙΜΕΤΣ
(1920 ΥΠΟ ΙΕΡΟΜ. ΙΩΑΝΝΙΚΙΟΥ ΜΠΑΛΑΝ
Τό μοναστήρι Ριμέτς ευρίσκεται κοντά στήν πόλι Άλμπα Ιουλία καί είναι ένα άπό τά παλαιότερα μοναχικά κέντρα τής Τρανσυλβανίας. Ή λέξις Ριμέτς προήλθε άπό τήν ελληνική λέξι έρημίτης, διότι έκεῖ άσκοῦντο διά μέσου τών αιώνων άπό τόν 12ον αιώνα καί έντεῦθεν πολλοί έρημῖται μοναχοί. Άπό τό 1950 μετετράπη σέ γυναικείο μέ ήγουμένη σήμερα τήν Ίερουσαλίμα μοναχή καί 70 μοναχές καί δόκιμες μαζί. Άνάμεσά τους διακρίνεται γιά τήν πνευματική της ζωή ἡ μοναχή Βικεντία μέ τήν όποία είχαμε τόν παρακάτω διάλογο:
Άπό πού είσθε, γερόντισσα Βικεντία καί ποιός σάς έβοήθησε νά άσπασθήτε τόν μοναχικό βίο;
Γεννήθηκα στό χωριό Κρίνγκ τοῦ Μπουζέου άπό ευσεβείς γονείς. Τότε εἶχε τήν φήμη μεγάλου Πνευματικού ὁ άρχιμ. Δομέτιος Μανωλάκε, τόν όποιον καί συμβουλεύθηκα τί νά κάνω στήν ζωή μου καί αύτός μοῦ είπε: «Νά γίνης νύμφη τοῦ Βασιλέως Χριστοῦ, ἀδελφή Βικτωρία». Μέ τήν εύλογία του εισήλθα στήν μοναχική ζωή πρώτα στό μοναστήρι Γκραζντένι τοῦ Μπιρλάντ καί άπό τό 1969 ευρίσκομαι στό Ριμέτς, έχοντας ώς Πνευματικό μου τόν ἴδιο τόν π. Δομέτιο.
Τί πνευματικές συμβουλές σάς έδινε ό π. Δομέτιος;
Ό π. Δομέτιος ήταν ένας Πνευματικός πολύ φλογερός. Ἤλεγχε δημόσια τήν άμαρτία καί προέτρεπε όλο τόν κόσμο στήν ηθική ζωή και προπαντός στήν μεταξύ των άγάπη. Ήταν σπουδαίος ίεροκήρυξ, άλλά τό μεγαλύτερο κήρυγμά του ήταν ἡ ἴδια ἡ ζωή του. Δέν συνήθιζε νά διατάζη κανέναν, άλλά μόνος του έργαζόταν ό,τι ήθελε νά είπή στούς άλλους καί κατόπιν τόν άκολουθοϋσαν καί οί μοναχές. Ήταν ὁ άνθρωπος τής ελεημοσύνης καί τής αγάπης. Ήταν πολύ αντίθετος στήν συγκέντρωσι περιττών πραγμάτων καί στήν καταβολή ύπερβολικών κόπων γιά τά έπίγεια πράγματα. Συχνά μάς έλεγε: «Αδελφές, νά μή έχετε περισσότερα άπό τρία ενδύματα, διότι δέν ήλθατε στό μοναστήρι γιά νά άποκτήσετε προικιά, χρήματα, περιουσίες, άλλά νά γίνετε νύμφες τοῦ βασιλέως Χριστού.
"Οταν ερχόταν πολύς κόσμος στίς εορτές καί πανηγύρεις ὁ π. Δομέτιος έβγαζε τά κρεββάτια άπό τά κελλιά καί τά τοποθετούσε στήν τράπεζα, στά εργαστήρια καί σ' άλλους χώρους γιά νά άναπαύση τούς πιστούς πού ήταν κουρασμένοι, μερικοί άσθενεῖς, γέροντες καί μητέρες μέ μικρά παιδιά. Εμάς μάς έστελνε στήν έκκλησία νά προσευχηθούμε καί νά κοιμηθούμε τά βράδυα, όπου μάς ήταν βολικό. "Οταν έρχονταν πτωχοί έδινε σ' όλους έλεημοσύνη: ένδύματα, χρήματα, παπούτσια, καί τρόφιμα. "Οταν δέν είχε τί νά δώση, ζητούσε άπό έμάς καί έάν καμμιά φορά τοῦ φέρναμε άντιρρήσεις, μάς έλεγε χαμογελώντας: «Θέλω νά σας πάω μέ ταχύτητα στόν παράδεισο!».
Στήν έκκλησία ήταν ώς ένας άγγελος. Έστενοχωρείτο ὅταν μάς έβλεπε νά βγαίνουμε άπό τήν έκκλησία καί ζητούσε νά συμμετέχουμε σ' όλες τίς ιερές άκολουθίες μέ ευλάβεια καί έγρήγορσι, ιδιαίτερα στήν Θεία Λειτουργία. "Οταν εισερχόταν στό "Αγιο Βήμα, δέν έξερχόταν πλέον μέχρι τέλους τής άκολουθίας καί μάλιστα στεκόταν όρθιος. Στήν έξομολόγησι δέν μάς έδινε βαρύ κανόνα, άλλά μάς έλεγε: Ό κανών πού σάς βάζω είναι ό εξής: Νά έχετε άγάπη μεταξύ σας, νά κάνετε ύπομονή μέ άγάπη καί νά ύπομένετε τούς μοναχικούς πειρασμούς. Ποτέ δέν τόν εἶδα νά περιφρονήση ἤ διώξη κάποιον πού ήθελε νά τόν συναντήση. "Ολους τούς έδέχετο οποιαδήποτε ώρα τής ήμέρας, ακόμη καί τήν νύκτα. Θυσιαζόταν καθημερινά γιά τόν κάθε άνθρωπο. Υπηρέτησε 16 χρόνια ώς ιερεύς στήν μονή Ριμέτς καί τρία χρόνια ώς έφημέριος τής κοινότητος Πονόρ, όπου έδίδασκε τόν θείο λόγο στούς πιστούς, έξωμολογοῦσε καί κοινωνούσε, καί τά βράδυα στό μοναστήρι. Εκεί τόν έπερίμεναν άλλοι χριστιανοί...
Στό φαγητό δέν ήταν ποτέ άπαιτητικός. Εύχαριστεῖτο μέ τό πλέον άπλό φαγητό. Συχνά μάς έλεγε: Δόξα στόν Θεό γιά όλα, άφοῦ έχουμε στήν τράπεζα ψωμί καί κρεμμύδι, είμεθα καλά. "Ομως εἶχε τήν φροντίδα όπως ἡ τράπεζα είναι καλά έφωδιασμένη μέ τά άπαραίτητα φαγητά καί καλούσε όλους τούς άνθρώπους στήν τράπεζα. Έάν έβλεπε κάποιον στό παράθυρο ἤ πτωχό πού πεινοῦσε σηκωνόταν ὁ ίδιος άπό τό τραπέζι του, τόν καλούσε μέσα καί τόν ύπηρετοῦσε μόνος του. Στήν θεία Λειτουργία καί τήν Θ. Κοινωνία ζητούσε άπό τίς γυναίκες νά εἶναι εύπρεπώς ένδεδυμένες, μέ μαντύλι στό κεφάλι των, χωρίς βαψίματα καί μέ μεγάλο φόβο καί μετάνοια. "Όσο ήλεγχε τά άνθρώπινα πάθη, άλλο τόσο άγαποῦσε πολύ τόν λαό τοῦ Θεοῦ.
Πολλές φορές τόν εἶδα νά κλαίη γιά τούς άνθρώπους, γιά τούς πληγωμένους στήν ζωή καί προπαντός γιά τήν άδελφότητά μας. "Οταν συνέβαινε καμμία ανωμαλία στήν συνοδεία μας, έπαιρνε ἡ πανοσιότης του όλη τήν ενοχή καί εύθύνη έπάνω του. Έταπεινώνετο πολύ ενώπιον μας καί θεωρούσε τόν έαυτό του τόν χειρότερο αμαρτωλό άπό όλους. Αύτό έδινε θάρρος στούς έξομολογουμένους καί μεγάλη έλπίδα γιά τήν σωτηρία των. Κατά τίς εορτές καί πανηγύρεις ό π. Δομέτιος έξωμολογούσε στήν έκκλησία χωρίς διακοπή μέχρι τήν επομένη ήμέρα τό πρωί. Κατόπιν έκοιμάτο μία ώρα στό σκαμνί καί άρχιζε τήν πρωϊνή του ακολουθία. Ένώ τό κελλί του σ' αύτές τίς εορτές ήταν γεμάτο άπό παιδιά καί πιστούς πού έκοιμώντο.
Τό βράδυ, όταν μάς ώμιλοῦσε στήν τράπεζα ἤ στήν έκκλησία, συχνά μάς έλεγε: «Έάν προξενηθή κάποια πληγή, στήν ψυχή ἤ στήν καρδιά μας, νά μή τήν αφήνουμε γιά πολύ καιρό άνοικτή, διότι γεμίζει σκουλήκια, άλλά νά έξομολογούμεθα τήν άμαρτία μας, νά κάνουμε τόν κανόνα μας καί έτσι θεραπεύεται ή πληγή».
"Αλλοτε πάλι μάς έλεγε: «Νά προσέχουμε τίς μικρές μέλισσες τί τάξι καί καθαριότητα έχουν στίς κυψέλες των καί όταν είσέλθη κάποιο άλλο έντομο στίς κατοικίες των τό φονεύουν καί τό βγάζουν έξω. "Ετσι πρέπει νά κάνουμε καί έμεΐς στόν οίκο τής ψυχής μας. Νά διώχνουμε έξω όλες τίς πονηρίες, τίς κακές φαντασίες, τήν έκδίκησι, τό μίσος άπό τήν καρδιά μας μέ τήν καθαρή έξομολόγησι, τήν μετάνοια καί μάς δέχεται ό Θεός ώς τίς πέντε φρόνιμες παρθένες».
Γιά τούς αιρετικούς έλεγε: «Οί αιρετικοί είναι κάτι δηλητηριώδη παράσιτα πού φονεύουν τούς ορθόδοξους. Αύτοί είναι οί ψευδοπροφήται οί όποιοι μέ τήν Βίβλο στά χέρια θά ύπάγουν στόν πυθμένα τοῦ άδου».
Στήν έξομολόγησι δέν μάς έδινε κανόνα καί συχνά μάς έλεγε:
Έάν είσθε στήν ύπακοή άπό τό πρωΐ μέχρι τό βράδυ τί κανόνα νά σάς δώσω;
Μία γερόντισσα όμως τοῦ έζήτησε έπίμονα καί έκεῖνος τής είπε:
Σού δίνω κανόνα νά μάθης άπέξω τούς μακαρισμούς, άλλά καί νά τούς έκτελέσης μέ τό έργο!!
"Αλλοτε πάλι μάς έλεγε: «Ό μοναχός πού δέν είναι σταθερός, είναι μοναχός άστατος καί περιπλανώμενος, δηλαδή χαμένος». "Αλλη φορά μάς έδίδασκε: «Νά άξιοποιοΰμε τόν χρόνο, όπως πρέπει, διότι δέν πρόκειται νά ζήσουμε καί δεύτερη φορά σ' αύτή τήν ζωή καί δέν έχουμε δύο ψυχές άλλά μόνο μία». «Νά μή συγκεντρώνουμε σ' αύτό τόν κόσμο πολλά ύλικά άγαθά, παρά μόνο τά άναγκαῖα, όπως ό άγιος Προφήτης Ηλίας ό όποιος εΐχε μόνο μία προβειά καί δέν μπορούσε νά πετάξη στόν ούρανό μέχρις ότου τήν έπέταξε καί αύτή στήν γή». «Ή προσευχή μας δέν πρέπει νά είναι πολύωρη καί χωρίς πνευματικό καρπό, άλλά νά είναι σύντομη καί ώς φλογερή σαΐτα νά άνεβαίνη πρός τόν Θεό. "Ετσι πρέπει νά φλεγώμε- θα γιά τόν Θεό προσφέροντας όλη τήν ζωή καί τήν ύπαρξί μας, όπως καίει καί λειώνει μία λαμπάδα».
"Αλλοτε πάλι μάς έλεγε: Ό μοναχός δέν πρέπει νά παίρνη χρήματα καί συντάξεις άπό πουθενά, διότι γιά έμάς προνοεί καί φροντίζει ό ίδιος ό Θεός. Κατόπιν έπρόσθεσε: «Δέν γίνεται μοναχική ζωή περπατώντας στούς δρόμους!».
Ό πατήρ Δομέτιος δέν μάς έδινε οὔτε ύποσχόταν σ' αύτή τήν ζωή χρυσό ἤ άργυρο, οὔτε περιουσίες καί έπίγεια άξιώματα. Αντίθετα μάς έδινε ύγιή πνευματική διδασκαλία καί μάς έδειχνε τήν πολυπόθητη οδό πρός τόν ούρανό. Μάς ώμιλοῦσε γιά τόν Χριστό, άναβε τόν πόθο στίς καρδιές μας γι' Αύτόν, μάς έμάθαινε νά ψάλλουμε, νά προσευχώμεθα καί πάντοτε μάς βοηθούσε στήν όδό τής σωτηρίας.
Παρέδωσε τήν ψυχή του στόν Κύριο τό καλοκαίρι τοΰ 1975. Πρό τοΰ θανάτου του μάς ειπε: «"Οσο θά ζήτε έδώ, κανείς άπ' αύτούς πού πατούν τό κατώφλιο τής πύλης τής Μονής καί εισέρχονται μέσα νά μή φύγη πεινασμένος καί πνευματικά άπαράκλητος!».
Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου