Δεν είπαμε αν ξέρεις να συζητάς, καλέ μου φίλε, αυτό είναι πανεύκολο. Ρωτάμε αν ξέρεις να κάνεις διάλογο. Μα υπάρχει διαφορά; Ασφαλώς! Γιατί ο διάλογος είναι κάτι περισσότερο απ’ τη συζήτηση, η οποία μερικές φορές οδηγεί και στη φλυαρία! Είναι κάτι βαθύτερο, ανώτερο, ουσιαστικότερο. Είναι λόγος και αντίλογος. Με σκοπό; Την εύρεση της αλήθειας. Οπότε προϋποθέτει σοβαρότητα, υπευθυνότητα, ωριμότητα, σκέψη. Απαιτεί γαλήνη, ηρεμία, ειρήνη, αμεσότητα, εντιμότητα, πραγματική επικοινωνία για να γίνει. Και προσευχή!
* * *
Κατ’ αρχήν είναι πολύ καλό να έχουμε γνώμη και να την εκφράζουμε. Λέγει ο Άγ. Γρηγόριος Θεολόγος: «Το ν’ αντιπροτείνει κάποιος τη γνώμη του είναι γνώρισμα ανθρώπου ευσεβή και συνετού». Μας προτρέπει δε στον διάλογο ως εξής: «Όταν βλέπεις ερώτηση η οποία απαιτεί λογική εξέταση, τότε να μην αποφεύγεις να δίνεις σ’ εκείνους που σ’ ερωτούν λογικές απαντήσεις».
Να τι αναφέρει και ο Άγ. Κύριλλος Αλεξανδρείας: «Κάθε τι που λέγεται από μας κατά τρόπο σοφό και επιστημονικό, όπως εγώ πιστεύω, είναι άμεμπτο, και δεν είναι ασύμφωνο προς τις θεόπνευστες Γραφές. Λέγε όμως κι εσύ αυτό που θεωρείς σωστό. Γιατί μπορεί και η αντίρρηση να προκαλέσει κάτι ωφέλιμο».
Είναι φανερό, λοιπόν, πως η ανταλλαγή απόψεων και κρίσεων μ’ ένα γόνιμο διάλογο, και απαραίτητη είναι και αποτελεσματική γίνεται σε όλα τα επίπεδα.
Ο Σωκράτης χρησιμοποιούσε κατά σύστημα τη «διαλεκτική μέθοδο». Ενώ ο Πλάτωνας αποκαλούσε αυτόν που ήξερε να κάνει διάλογο «αληθώς φιλόσοφο». Κι ενώ με τη συζήτηση και πιο πολύ με τη φλυαρία «σκοτώνουμε την ώρα μας», τουλάχιστον, με τον διάλογο κερδίζουμε τον χρόνο μας και προχωρούμε σωστά στη ζωή μας.
* * *
Όπου δεν υπάρχει διάλογος, επικρατεί λογομαχία, αντιδικία, οχλαγωγία, εμπάθεια, ένταση, διαμάχη, πόλεμος! Οπότε ο καθένας ζητά να επιβάλλει τη γνώμη και τις θελήσεις του με ποιον τρόπο; Με τη δύναμη της φωνής και της γροθιάς του (!) κι όχι με τα επιχειρήματα και τις στέριες απόψεις του.
Και τελικά ποιος επικρατεί; Ο εγωιστής, ο αυταρχικός, ο δυνατός στη φωνή και στη μυϊκή δύναμη κι όχι στη σκέψη, ο δικτάτορας! Γι’ αυτό κι όπου υπάρχει δημοκρατία, όχι μόνο στην πολιτεία, αλλά και στο σχολείο, και στην οικογένεια, και στην παρέα, εκεί υπάρχει και το έδαφος για διάλογο.
* * *
Μην ξεχνούμε πως ο διάλογος έχει δύο διαστάσεις. Ακοή και λόγο. Δυο κουπιά που κάνουν το σκαρί της ύπαρξής μας να προχωράει εμπρός. Κι όχι ένα κουπί που κάνει τη βάρκα μας να περιστρέφεται πάντα στο ίδιο μέρος!
Έπειτα, κατά τον Μέγα Βασίλειο θα πρέπει «να εξωτερικεύουμε τον λόγο, αφού πρώτα εξετάσουμε μέσα μας τι πρόκειται να πούμε». Πόσο σοφό είναι κι αυτό!
Να τα πούμε όλα αυτά πιο παραστατικά; Ας υποθέσουμε ότι πέντε φίλοι που βαδίζουν σ’ ένα δάσος, συναντούν ξαφνικά μπροστά τους ένα χείμαρρο. Για να βρουν τον τρόπο που θα τον περάσουν, πρέπει να ξέρουν και τι πλάτος έχει. Ο καθένας τότε κάνει τις εκτιμήσεις του, που είναι σπάνιο να συμπέσουν ακόμη και μεταξύ δύο. Ο ένας μιλά για 2 μέτρα, ο άλλος για 2,3 μ., ο τρίτος για 2,1 μ. κ.λπ.
Η λύση δεν είναι να πει κάποιος πως είναι 2,5 μέτρα, να το επιβάλλει ετσιθελικά στους άλλους και να προχωρήσουν όλοι σύμφωνα με την εκτίμηση και την απόφασή του. Στην περίπτωση αυτή μόνο κατά σύμπτωση δεν θα κάνουν λάθος. Ούτε πάλι είναι λύση, να προσθέσουν τα μέτρα που λέει ο καθένας τους, να τα διαιρέσουν δια πέντε και να βρουν τον μέσο όρο. Δηλαδή ούτε και με την απλή συζήτηση θα βρουν την αλήθεια. Και πως τελικά θα τη βρουν; Με τον διάλογο!
Δηλαδή; Αφού πει ο καθένας την γνώμη του για την απόσταση, θα εξηγήσει στους άλλους που το στηρίζει αυτό, και θα επιστρατεύσει όλα του τα επιχειρήματα για να τους πείσει. Ή θα υποχωρήσει στα ακράδαντα επιχειρήματα των άλλων. Μέσα απ’ αυτήν την επικοινωνία, την επιχειρηματολογία, τη λειτουργία της σκέψης και του νου, σίγουρα θα βρεθεί η αλήθεια. Το πραγματικά σωστό αυτού που πρέπει να κάνουν. Κι είναι απαραίτητο βέβαια να έχουν όλοι επ’ αυτού άποψη και γνώμη! Δεν το συζητάμε…
* * *
Εμπόδιο, βέβαια, για έναν τέτοιο δημιουργικό και καρποφόρο διάλογο, είναι η προκατάληψη. Το «ου με πείσεις, καν με πείσεις». Τότε όσο σοφά και να μιλήσει κάποιος, δεν πρόκειται να εισακουστεί. Έλεγε ο Ηράκλειτος: «Όσοι δεν ξέρουν να ακούνε, δεν ξέρουν ούτε και να μιλάνε». Ασφαλώς!
Άλλα σοβαρά εμπόδια είναι η βιασύνη, όπως επίσης και ο εγωισμός και ο φανατισμός!
Είναι χρήσιμο να βλέπουμε τα πράγματα από την εξής οπτική γωνία: Οι συνομιλητές μας δεν είναι αντίπαλοι που πρέπει οπωσδήποτε να νικήσουμε. Δεν κάνουμε διάλογο για να επικρατήσουμε. Λένε πολύ σωστά πως «στον διάλογο δεν πάμε για να σώσουμε τις ιδέες μας, πάμε για να βρούμε την αλήθεια». Γι’ αυτό και πρέπει να προσέρχεται σ’ αυτόν κανείς με τόση επιθυμία για να πειστεί, όση έχει και για να πείσει!
Ο ώριμος άνθρωπος έχει οπωσδήποτε πεποιθήσεις, όμως διαφέρει απ’ τους άλλους, στο ότι δεν παύει να ερευνά τα πάντα, να τα μελετά, ν’ ακούει προσεκτικά, να προβληματίζεται και να σκέπτεται τις απόψεις των άλλων. Κι είναι πρόθυμος ν’ αλλάξει γνώμη, όταν με τον διάλογο πεισθεί για την αλήθεια και το καλύτερο. Τότε οπωσδήποτε θα είναι κερδισμένος. Υποστηρίζεται πως «δεν αλλάζουν γνώμη οι λίθοι και οι ηλίθιοι»!
Ας προσέξουμε και τούτες τις σοφές παρατηρήσεις του Μ. Βασιλείου:
«Πρώτα από όλα πρέπει να φροντίζει (κανείς) να μη φέρεται αμαθώς στις συζητήσεις, αλλά να ρωτάει μεν χωρίς εριστικότητα, να απαντά δε χωρίς υπεροψία, να μην διακόπτει τον συνομιλητή του όταν λέγει κάτι χρήσιμο ούτε να επιθυμεί να παρεμβάλλει επιδεικτικά το δικό του λόγο, τηρώντας ισοζύγιο λόγου και ακοής. Nα μαθαίνει δε χωρίς ντροπή και να διδάσκει χωρίς φθόνο. Kαι, αν έχει διδαχθεί από άλλον, να μην το κρύβει σαν οι φαύλες γυναίκες που παρουσιάζουν νόθα τέκνα ως δικά τους, αλλά να φανερώνουν μ’ ευγνωμοσύνη τον πατέρα των σκέψεών του».
Ας το πούμε και διαφορετικά. Οι απόψεις μας, οι απόψεις του καθενός μας, είναι ανάλογες της παιδείας μας, του περιβάλλοντος που ζήσαμε και ζούμε, της όλης ανατροφής μας, της προσωπικότητας και του βαθμού σκέψης και ωριμότητάς μας. Άρα είναι επόμενο, ενώ βλέπουμε το ίδιο ακριβώς πράγμα όλοι, ο καθένας μας να το αντιλαμβάνεται διαφορετικά. Το τονίζει κι η σύγχρονη ψυχολογία αυτό. Κι ύστερα «ουδενός πράγματος γνωρίζομεν το παν»!
Έτσι ας δείχνουμε κατανόηση για το ότι υπάρχουν πολλές απόψεις, και η καλή συνεννόηση θα γίνει με τον σωστό διάλογο. Οπότε, βρέθηκε η αλήθεια, δεν υπάρχει πια διαφωνία; Ας χαρούμε!… Τι σχέση έχει τότε, η γνώμη που προηγουμένως είχαμε;
Έλεγε κάποιος στοχαστής πως «πέραν απ’ τη δική μου την αλήθεια, δεν υπάρχει το ψέμα μόνο. Υπάρχει και η αλήθεια του άλλου». Για όλα αυτά, είναι πολύ φιλοσοφημένο αυτό που είπαν: «Υπάρχουν τρεις γνώμες. Η δική σας, η δική μου και… η σωστή!».
Να τονίσουμε και τούτο. Πως, πολλές φορές, όταν κάτι ακούμε, όσο ωραίο και πειστικό και να είναι, απαιτείται εκ μέρους μας η περαιτέρω έρευνα. Να το μελετήσουμε καλύτερα, να ρωτήσουμε, να το σκεφτούμε σε βάθος. Κι ύστερα να συμφωνήσουμε και να το αποδεχθούμε. Αν αμέσως συμφωνήσουμε, τότε ή καταφανώς έχει ο συνομιλητής μας δίκιο ή εμείς είμαστε επιπόλαιοι και όχι επαρκώς καταρτισμένοι! Είπαν υπέροχα: «Δεν αντιλέγω χωρίς επιχειρήματα, δεν συμφωνώ χωρίς σκέψη»
Μην ξεχνούμε ακόμη κι αυτό τον τόνο της φωνής μας κατά τον διάλογο. Λέγει ο Μ. Βασίλειος: «Tόνος της φωνής να προτιμάται ο μέτριος, ώστε ούτε να διαφεύγει την ακοή λόγω της χαμηλότητάς του, ούτε φορτικός να είναι λόγω της μεγάλης έντασής του».
* * *
Λοιπόν, να είσαι ευτυχής, καλέ μου φίλε, όταν υπάρχουν πολλές απόψεις κι εσύ μπορείς να τις ακούς όλες. Μόνο; Κι όταν με επιχειρήματα, πειθώ και ντοκουμέντα, αλλάζεις τις απόψεις των άλλων κι όταν αυτό συμβαίνει και σ’ εσένα! Γιατί τότε, πραγματικά ξέρεις, να κάνεις διάλογο…