Σάββατο 10 Σεπτεμβρίου 2022

ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΚΥΡΙΑΚΗ ΠΡΟ ΤΗΣ ΥΨΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΤΙΜΙΟΥ ΣΤΑΥΡΟΥ

ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΥΑΚΙΝΘΟΥ

'Ηγουμένου  τῆς 'Ιερᾶς Μονῆς Πούτνα Μολδαβίας Ρουμανίας

(1924-1998)

Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης

            'Αγαπητοί Χριστιανοί,

            Λίγες ἀκόμη ἀπομένουν ἡμέρες γιά τήν ἑορτή τῆς 'Υψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. Γι'αὐτή ἡ ἁγία μας 'Εκκλησία μᾶς ὑπενθυμίζει ἐγκαίρως, διά τῆς φωνῆς τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου σήμερα, γιά τήν ἐνσάρκωσι τοῦ Κυρίου, γιά τό ἑκούσιο Πάθος Του, γιά τόν Σταυρό καί γιά τήν ἀμέτρητη ἀγάπη Του, τήν ὁποία ἐξεδήλωσε γιά τήν σωτηρία μας. 'Ο ἴδιος ὁ Κύριός μας 'Ιησοῦς Χριστός μᾶς ἀπεκάλυψε τό ἀνεκλάλητο μυστήριο τῆς σαρκώσεώς Του, ὅταν εἶπε:

 "Καί οὐδείς ἀναβέβηκεν εἰς τόν οὐρανόν εἰ μή ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς, ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὤν ἐν τῶ Σταυρῶ", δηλαδή: "Καί ὅμως ἀπό Μένα θά μάθετε τά ἐπουράνια αὐτά. Διότι κανείς ἀπό τούς ἀνθρώπους δέν ἔχει ἀνεβῆ στόν οὐρανό γιά νά μάθη τά ἐπουράνια καί νά σᾶς διδάξη γι' αὐτά, παρά μόνο 'Εκεῖνος πού κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό καί ἔγινε διά τῆς ἐνανθρωπήσεώς του υἱός τοῦ ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος, ἐνῶ τώρα εἶναι στήν γῆ, ἐξακολουθεῖ ὡς πανταχοῦ παρών Θεός νά εἶναι καί στόν οὐρανό". ('Ιωάν. 3, 13). Προσοχή, νά μή ἐννοῦμε ὅτι, ἐπειδή ὁ Υἱός κατέβηκε ἀπό τόν οὐρανό, ἀπουσίαζε ἕνα διάστημα δίπλα ἀπό τόν Πατέρα Του. 'Αλλά, ἐπειδή ἦτο Θεός, ἦτο στόν ἴδιο χρόνο καί στόν οὐρανό καί στήν γῆ, καί ἐπί τοῦ Σταυροῦ ἐνώπιον τῶν ὀφθαλμῶν ὅλου τοῦ κόσμου. Παρότι ἦτο ὁ πιό ἀθῶος, τιμωρήθηκε μέ θάνατο. 'Ο Σωτήρ δέν ἦλθε μόνο νά θεραπεύση τούς ἀσθενεῖς ἤ νά ἐκδιώξη τούς ἀργυραμοιβούς ἀπό τόν ναό τῆς 'Ιερουσαλήμ. 'Αλλά ἦλθε νά πάθη τόν πιό ἀτιμωτικό θάνατο χάριν ἡμῶν. ῎Οχι συνηθισμένο θάνατο, ἀλλά σταυρικό. ῎Οχι σέ μυστικό καί ἔρημο τόπο, ἀλλά ἐκεῖ ὑψηλά, σέ ἀνοικτό, στόν λόφο τοῦ Γολγοθᾶ, γιά νά εἶναι ὁρατός ἀπό ἀγγέλους καί ἀνθρώπους καί ἀπό τόν διάβολο. Γιά νά πιστεύσουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Σωτήρ τοῦ κόσμου καί νά λυτρωθοῦν ἔτσι ἀπό τήν τιμωρία τῆς ἁμαρτίας, πού ἦτο ὁ θάνατος. Γι' αὐτό μᾶς φέρει σάν παράδειγμα τόν Μωϋσῆ. Διότι, ὅταν διερχόταν ὁ Μωϋσῆς μέ τόν ἐκλεκτό λαό του ἀπό τήν ἔρημο 'Εδώμ τῆς 'Αραβίας, ἐμφανίσθηκαν πολλά δηλητηριώδη φίδια, τά ὁποῖα, ὅσους ἀπό τούς ἀνθρώπους του ἐδάγκωναν, ἀμέσως ἀπέθνησκαν. 'Οπότε, ἀφοῦ προσευχήθηκε ὁ Μωϋσῆς, ὁ Θεός τόν διέταξε νά κάνη ἕνα τορνευτό ἀπό χαλκό φίδι, νά τό ὑψώση ψηλά σ' ἕνα στῦλο καί νά τό τοποθετήση σ' ἕνα ὑψηλό μέρος. Καί ὅποιος ἐδαγκώνετο ἀπό τά φίδια νά ἀντικρύζη ἀμέσως τό χάλκινο ἐκεῖνο φίδι καί θά θεραπεύεται. ('Αριθμ. 21, 8). Κάνοντας ὑπακοή στόν Θεό ὁ Μωϋσῆς, ἐλύτρωσε τόν λαό του ἀπ' αὐτό τόν φοβερό θάνατο. Τί θαυμαστή ὁμοιότης!  Διότι ὁ Μωϋσῆς ἀπεικονίζει τόν Χριστό, ὁ 'Οποῖος ἦλθε νά μᾶς λυτρώση ἀπό τήν δουλεία τοῦ σατανᾶ. 'Ο ἐκλεκτός λαός εἴμεθα ἐμεῖς, οἱ χριστιανοί. 'Η ἔρημος 'Εδώμ εἶναι ὁ κόσμος καί ἡ ζωή αὐτή ματαία. Δηλητηριώδη φίδια εἶναι οἱ δαίμονες πού μᾶς φονεύουν καί οἱ ἁμαρτίες. Τό δάγκωμα, τό δηλητήριο καί ὁ φοβερός θάνατος μᾶς φανερώνουν τόν αἰώνιο θάνατο τῶν ἁμαρτωλῶν μέ τήν ἐργασία ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν. 'Ενῶ ἡ ματιά πρός ἐκεῖνο τόν στῦλο καί τό χάλκινο φίδι συμβολίζει τήν λύτρωσί μας ἀπό τόν θάνατο, τόν ἅδη καί τά βάσανά του, ἐάν ἀντικρύζουμε τόν Χριστό, τόν σαρκωθέντα ἐπί τοῦ Σταυροῦ γιά ἐμᾶς. Βλέπε τήν βαθειά σοφία αὐτοῦ τοῦ γεγονότος; Τά φίδια μέ τά φίδια θανατώνονται. 'Ο πόνος τοῦ δαγκώματος μέ τόν πόνο τοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ θεραπεύεται. 'Ο θάνατος ἀπό τόν θάνατο νικᾶται. Ζωή ἀπό τήν Πηγή τῆς ζωῆς χαρίζεται. Εἶναι ἀρκετό μόνο ν' ἀντικρύση κάποιος πρός ἐκεῖνο τόν στῦλο πού ἦτο στό μέσον καί πρός τό νεκρό (χάλκινο) φίδι γιά νά λυτρωθῆ ἀπό τόν θάνατο. Εἶναι ἀρκετό σ' ἐμᾶς μόνο ν' ἀντικρύσουμε τόν Χριστό, ὁ 'Οποῖος δέχθηκε τόν θάνατο ἐπί τοῦ Σταυροῦ καί θά παραμείνουμε στόν αἰῶνα ζωντανοί διά τῆς πίστεώς μας πρός Αὐτόν. Τό φίδι ἐκεῖνο πού ὑψώθηκε στό μέσον τοῦ πλήθους γιά νά τό βλέπουν ὅλοι συμβολίζει τόν Χριστό πού ὑψώθηκε στό μέσον τῆς γῆς, γιά νά Τόν βλέπουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι τοῦ κόσμου, νά ἐρωτοῦν γι' Αὐτόν, νά βλέπουν τίς πληγές Του, νά πιστεύουν σ'Αὐτόν καί πιστεύοντες νά μή πεθαίνουν πλέον, ἀλλά νά ἔχουν αἰώνια ζωή. Αὐτό λέγει καί ὁ προφήτης καί βασιλεύς Δαβίδ: "'Ανέβης εἰς ὕψος, ἠχμαλώτευσας αἰχμαλωσίαν, ἔλαβες δόματα ἐν ἀνθρώποις" (Ψαλμ. 67, 19 καί 'Εφεσ. 4, 8, 12). 'Ο 'Ιησοῦς Χριστός ὑψώθηκε ἐπάνω στόν Σταυρό καί ἐκεῖ, ἀφοῦ ἐθανάτωσε τήν ἁμαρτία, αἰχμαλώτευσε ὅλους τούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι ἦσαν δοῦλοι τοῦ σατανᾶ καί τούς ἔκανε υἱούς τοῦ Θεοῦ. 'Ενῶ μέ τήν ἔκχυσι τοῦ 'Αγίου Πνεύματος ἔδωσε ἀναρίθμητα χαρίσματα στούς ἀνθρώπους, κάνοντάς τους ἔτσι μετόχους τῆς Βασιλείας τῶν Οὐρανῶν. Καί κάθε τι πού ἔκαμε ὁ Χριστός γιά ἐμᾶς, δείχνει πόσο ἀπεριόριστη εἶναι ἡ φιλανθρωπία του ἀπέναντί μας. "Οὕτως γάρ ἠγάπησεν ὁ Θεός τόν κόσμον, ὥστε τόν Υἱόν αὐτοῦ τόν μονογενῆ ἔδωκεν, ἵνα πᾶς ὁ πιστεύων εἰς αὐτόν μή ἀπόληται, ἀλλ' ἔχει ζωήν αἰώνιον. Οὐ γάρ ἀπέστειλεν ὁ Θεός τόν Υἱόν αὐτοῦ εἰς τόν κόσμον ἵνα κρίνῃ τόν κόσμον, ἀλλ' ἵνα σωθῆ ὁ κόσμος δι'αὐτοῦ" ('Ιωάν. 3, 16-17). ῎Ω, θείας καί ἀπεριγράπτου ἀγάπης τοῦ Θεοῦ!

            Μᾶς ἐκύτταξες ἀπό τόν οὐρανό. Μᾶς εἶδες πώς εἴμεθα αἰχμαλωτισμένοι ἀπό τόν διάβολο. Εἶδες πώς εἴμεθα δεμένοι μέ τίς ἁλυσίδες τῆς ἁμαρτίας. ῎Ακουσες τό κλᾶμα μας. Βλέποντας τά δάκρυά μας, μᾶς ἐλέησες. Εὐσπλαγχνίσθηκες τίς ψυχές μας! ῎Εφερες στήν μνήμη σου ὅτι εἶσαι Πατέρας καί ὅτι ἐμεῖς εἴμεθα παιδιά Σου. ῞Οτι εἶσαι δεσπότης καί ἐμεῖς δοῦλοι Σου. ῞Οτι εἶσαι Θεός καί στήν γῆ ἔχεις τούς ἀνθρώπους Σου πλανεμένους! 'Αλλά γιά νά μᾶς συγκεντρώσης, μᾶς ἔστειλες τόν μονογενῆ Σου Υἱόν καί νά μᾶς καταπλήξης, ἐφόρεσες σάν ἔνδυμα τό ἀνθρώπινο σῶμα καί ἐμφανίσθηκες ὡς πτωχός ταξιδιώτης. 'Ενῶ, γιά νά μᾶς ἐξαγοράσης ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά μᾶς ἐπιστρέψης στήν πίστι, ἔδωσες τόν Υἱόν Σου στά χέρια τῶν ἀνθρώπων. 'Υποσχέθηκες νά σταυρωθῆς ἐπί τοῦ Σταυροῦ θεωρούμενος ἀπό ὅλες τίς χῶρες, τίς θάλασσες καί τίς ἠπείρους· καί ἀπό τούς ἰουδαίους καί τούς ἕλληνες, καί ἀπό τούς ἄραβες καί ὅλα τά ἔθνη· καί πιστεύοντας νά σώζωνται. Ποιός ἀπό τούς ἀνθρώπους ἀγάπησε, ὅπως ὁ Δημιουργός τῶν ἀνθρώπων; Ποιός ἀπό τούς πατέρες μας μπορεῖ ν' ἀγαπήση, ὅπως ὁ Πατήρ τοῦ φωτός; Κανείς, κανείς. 'Η ἀγάπη μας, κι ἄν ὑπάρχη, εἶναι μόνο μία σκιά, μία φαντασία. 'Εμεῖς ἀγαπᾶμε αὐτόν πού μᾶς ἀγαπᾶ. Τιμοῦμε αὐτόν πού μᾶς τιμᾶ. Συγχωροῦμε αὐτόν πού μᾶς συγχωρεῖ. Τρέφουμε αὐτόν πού μᾶς τρέφει. Καί μισοῦμε αὐτόν πού μᾶς μισεῖ, πληγώνουμε αὐτόν πού μᾶς πληγώνει καί θέλουμε νά ἐκδικηθοῦμε ἀκόμη καί τούς γονεῖς, πατέρα καί μητέρα, πού μᾶς ἐγέννησαν. 'Εμεῖς δέν θέλουμε ν' ἀγαποῦμε μέ τήν καρδιά μας. Δέν θέλουμε νά συγχωροῦμε τούς ἐχθρούς μας. Δέν θέλουμε νά ὑπακούουμε τούς γονεῖς μας, οὔτε ἀγαπᾶμε εἰλικρινά τά παιδιά μας. ῞Ομως δέν εἶναι, δέν εἶναι τέτοια ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. 'Η ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι τελεία, διότι τέλειος εἶναι καί ὁ Θεός. Εἶναι τελεία διότι ὄχι στό παλάτι, οὔτε στήν φιλοξενία ἀποκαλύπτεται, ἀλλά στόν Σταυρό, στήν ὀδύνη φαίνεται. 'Εμεῖς ἀγαποῦμε τόν Θεό καί τόν πλησίον μας μόνο σέ καιρό εἰρήνης καί ἀφθονίας ἀγαθῶν, καί τότε περισσότερο μέ τά χείλη. 'Ενῶ ὁ Θεός μᾶς ἀγαπᾶ πάντοτε καί προπαντός στόν καιρό τῶν δοκιμασιῶν καί τῶν πειρασμῶν μας. Αὐτός μᾶς ἀγαπᾶ καί ὅταν προσευχώμεθα καί ὅταν κοιμούμεθα. Καί ὅταν πηγαίνουμε στήν ἐκκλησία καί ὅταν πηγαίνουμε στήν ταβέρνα. Καί, ὅταν μετανοοῦμε καί ὅταν ἁμαρτάνουμε. Πάντοτε μᾶς ἀγαπᾶ, ὡς Πατήρ ἀγαθός καί πολυέλεος. 'Εμεῖς, στόν καιρό τῶν κινδύνων, τῶν πειρασμῶν φεύγουμε, κρυβόμεθα, παραδίνουμε τόν ἀδελφό μας, λέγομε ψέμματα, ἀκόμη καί σκοτώνουμε μόνο καί μόνο γιά νά λυτρωθοῦμε, ἔστω προσωρινά. 'Ενῶ ὁ Θεός "μέχρι τέλους ἠγάπησεν ἡμᾶς". Αὐτός στόν καιρό τῶν πειρασμῶν δέν μᾶς ἐγκαταλείπει, ἀλλά πηγαίνει μπροστά μας, σηκώνει τόν σταυρό γιά ἐμᾶς, ὑψώνεται Αὐτός πρῶτα στήν πρώτη δική μας πληγή καί πεθαίνει μέ τό σῶμα Του Αὐτός πρῶτα, γιά νά ζήσουμε ἐμεῖς. Ποιός ἄλλος μᾶς ἀγάπησε τόσο πολύ, ἔστω μιά φορά; Ποιός ἄλλος ἔχυσε τό αἵμα του γιά ἐμᾶς; Τί τιμιώτερο θά ἠμποροῦσε νά μᾶς δώση ὁ Πατήρ ἀπό τόν Υἱό Του; ῎Η τί περισσότερο ἠμπορεῖ νά κάνη ὁ Υἱός γιά ἐμᾶς; 'Από ἀγάπη μᾶς ἔκανε καί μᾶς ἔδωσε τό πνεῦμα τῆς ζωῆς. 'Από ἀγάπη μᾶς ὑπομένει, ὅταν σφάλλουμε. 'Από ἀγάπη ἦλθε σ' ἐμᾶς ὁ Χριστός. 'Αλλά τήν μεγαλύτερη ἀγάπη ἔδειξε ἐκεῖ ἐπάνω στόν Σταυρό, στό μαρτύριό Του. Διότι μία ἀγάπη χωρίς πειρασμούς, δοκιμασίες καί δάκρυα, δέν ἠμπορεῖ νά εἶναι ἀγάπη τελεία καί θεϊκή.

            'Αγαπητοί Χριστιανοί,

            Σ' αὐτή τήν τόσο μεγάλη ἀγάπη καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἴμεθα ὑποχρεωμένοι μέ τήν ἴδια ἀγάπη καί καλωσύνη νά ἀπαντήσουμε. Μᾶς ἀγάπησε Αὐτός; Νά Τόν ἀγαπήσουμε κι ἐμεῖς. Μᾶς συγχώρησε Αὐτός; Νά συγχωρήσουμε κι ἐμεῖς τούς συνανθρώπους μας. 'Υπέμεινε Αὐτός Σταυρόν γιά ἐμᾶς; Νά ὑπομείνουμε κι ἐμεῖς τόν σταυρό τῶν δοκιμασιῶν τῆς ζωῆς. 'Απέθανε Αὐτός γιά ἐμᾶς; Νά δώσουμε κι ἐμεῖς τήν ζωή μας γιά τήν ἀγάπη Του. Πῶς; 'Ανατρέφοντας τά παιδιά μας μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ, ὑπομένοντας τήν περιφρόνησι τῶν ἄλλων, τά κτυπήματα, ἀκόμη καί τόν θάνατο γιά τόν πλησίον μας. Διότι κατά τόν λόγο τοῦ Κυρίου μας, "Μείζονα ταύτης ἀγάπην οὐδείς ἔχει, ἵνα τίς τήν ψυχήν αὐτοῦ θῆ ὑπέρ τῶν φίλων αὐτοῦ", δηλαδή: "Μεγαλύτερη ἀγάπη ἀπ' αὐτήν δέν ἔχει κανείς, δηλαδή ὅπως αὐτός, ὁ ὁποῖος βάζει, θυσιάζει τήν ψυχή Του γιά τούς φίλους Του". Μέ μία θεϊκή χάρι καί ἁπλότητα δεικνύει τόν Σταυρό Του ὁ Χριστός στούς ἀνθρώπους, σάν μία πρᾶξι ἀνωτάτης ἀγάπης. ('Ιωάν. 15, 13). Πόσο χαιρόμεθα, ὅταν βλέπουμε τούς γονεῖς μας νά πέφτουν σέ κίνδυνο γιά νά σώσουν ἐμᾶς, ὅταν βλέπουμε τούς φίλους μας νά πέφτουν στήν φωτιά νά μᾶς λυτρώσουν ἤ τόν γιατρό, ὁ ὁποῖος κάνει ὅ,τι δήποτε μέ πολύ ἐνδιαφέρον γιά τήν σωτηρία τῆς ζωῆς μας;

            ῎Ετσι χαίρονται καί οἱ συνάνθρωποί μας, ἐάν ἐμεῖς φροντίζουμε νά κάνουμε ὅ,τι ἠμποροῦμε γιά τήν τιμή, τήν ὑγεία καί τήν σωτηρία τους. 'Εάν εἰποῦμε σ' ἕνα ἀσθενῆ: "Εἶσαι ὑγιής", σ'αὐτόν πού πεινᾶ καί διψᾶ: "'Ο Κύριος νά σέ ἐλεήση, πήγαινε μέ εἰρήνη", καί στόν ἀπελπισμένο: "'Υπόμεινε λίγο καί ὁ Κύριος θά σέ παρηγορήση". Αὐτό δέν εἶναι ἀγάπη χριστιανική, δέν εἶναι ἀγάπη ὁλοκληρωμένη, ζωντανή, ἀληθινή, ἀλλά ἀγάπη ὑποκριτική, ἀπατηλή, ψεύτικη. Τό ν' ἀγαπᾶς τόν πλησίον σου δέν σημαίνει μόνο νά τόν παρηγορῆς μέ τά λόγια, ἀλλά σημαίνει νά εἰσέλθης στό σπίτι τοῦ πτωχοῦ, νά σβήσης τήν φωτιά σέ μιά περιοχή πού ἄναψε, νά σταλάξης ἐλπίδα στήν καρδιά ἑνός ἀπελπισμένου, νά πλύνης τά ροῦχα τοῦ ἀνήμπορου, νά τόν ἐπαναφέρης στήν κλινοστρωμνή του, νά τόν μεταφέρης μέ τά χέρια σου στό νοσοκομεῖο, στόν ἱερέα, στήν ἐξομολόγησι. Ν' ἀγαπήσης τόν πλησίον σου σημαίνει νά θρέψης τόν πτωχό, νά κλαύσης μέ τούς κλαίοντες, νά γελάσης μέ τούς γελῶντες, νά μή σκανδαλίσης κανέναν καί νά εἶσαι ἕτοιμος νά δώσης καί τήν ζωή σου ἀκόμη στούς ἄλλους, ἄν χρειασθῆ. Παράλληλα ν' ἀγαπᾶς τόν Θεό μέ ὅλη τήν καρδιά σου, τήν ψυχή καί ὅλες τίς δυνάμεις σου σημαίνει νά δίνης τήν καρδιά σου στόν Θεό καί ὄχι στίς κακές ἐπιθυμίες, στίς κοσμικές ἀπολαύσεις, στόν διάβολο. Σημαίνει ν' ἀκούης καί νά ἐκπληρώνης ὅλες τίς ἐντολές Του, ὅπως ὁ ῎Ιδιος λέγει: "'Ο ἔχων τάς ἐντολάς μου καί τηρῶν αὐτάς, ἐκεῖνός ἐστιν ὁ ἀγαπῶν με" ('Ιωάν. 14, 21). Ν' ἀγαπᾶς τόν Θεό σημαίνει νά δίνης τήν ζωή σου γιά τήν ἀγάπη Του, σημαίνει ν' ἀγαπᾶς πρῶτα ἀπ' ὅλα ὅλους τούς ἀνθρώπους. "'Εάν τις εἴπῃ ὅτι ἀγαπᾶ τόν Θεόν καί τόν ἀδελφόν αὐτοῦ μισῆ, ψεύστης ἐστιν· ὁ γάρ μή ἀγαπῶν τόν ἀδελφόν ὅν ἑώρακε, τόν Θεόν ὅν οὐχ ἑώρακε πῶς δύναται ἀγαπᾶν" (Α. 'Ιωάν. 4. 20). ῞Ενας ἅγιος Πατήρ λέγει ὅτι ὅποιος ἀγαπᾶ ἀδιακρίτως ὅλους τούς ἀνθρώπους, αὐτός ἔχει τήν τελεία ἀγάπη.

            Καί ἐάν ἡ ἀγάπη πρόν τόν πλησίον μας γίνεται μέ μέτρο, κατά τήν δική μας κρίσι, ἡ ἀγάπη μας ἀπέναντι στόν Θεό πρέπει νά εἶναι ἀπεριόριστη, μέ ὅλη μας τήν καρδιά καί τήν δύναμι τῆς ψυχῆς μας, διότι καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀμέτρητη. Μακάριος καί ἄξιος τοῦ Χριστοῦ εἶναι αὐτός πού ἔχει τήν θεία ἀγάπη! 'Αλλά, ἀλλοίμονο, πόσο ξένοι εἴμεθα ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ! 'Εμεῖς οἱ σημερινοί χριστιανοί εἴμεθα ἀρκετά πρόθυμοι νά ἀκοῦμε τόν λόγο τοῦ Εὐαγγελίου. 'Αλλά ποιός τόν ἐπιτελεῖ; Σχεδόν κανείς. Σχεδόν οὔτε χρόνο δέν ἔχουμε ν' ἀκούσουμε τίς καμπάνες νά κτυποῦν, οὔτε νά σταθοῦμε στήν λατρεία τοῦ Θεοῦ, οὔτε θέλουμε νά ἐξομολογηθοῦμε στόν ἱερέα. 'Αλλά τότε ποιός θά κοπιάση γιά τούς ἄλλους; 'Εμᾶς μᾶς ἀρκεῖ μόνο νά ἔχουμε χρήματα γιά πολυτελῆ ροῦχα, ἐκλεκτά φαγητά, ὡραῖα σπίτια κλπ. 'Από ποιά χρήματα λοιπόν θά δώσουμε καί στούς πτωχούς; Πῶς νά θρέψουμε καί τούς πεινασμένους; 

            Μιά φορά ἕνας ἐρημίτης ἐρωτήθηκε: "Πάτερ, πότε θά ἔλθη τό τέλος;" Καί ὁ γέροντας ἀπήντησε: Ξέρεις πότε; ῞Οταν δέν θά ὑπάρχη δρόμος ἀπό τόν ἕνα γείτονα στόν ἄλλον". Δηλαδή ὅταν θά ἔλθη στόν κόσμο ἡ κακία, τό μῖσος, ἡ διαμάχη, ἡ ὀργή, ἡ κατάκρισις, ἡ μέθη καί οἱ ἐκτρώσεις. ῞Οταν θά διαπληκτίζεται ἀδελφός μέ ἀδελφό, γείτονας μέ γείτονα, πατέρας μέ τόν γυιό του, μητέρα μέ τήν κόρη της, ἔθνος μέ ἔθνος, λαός μέ λαόν. Καί ἐσύ μ' ἐρωτᾶς ἐάν εἶναι πλησίον αὐτή ἡ στιγμή. Διότι βλέπουμε πῶς οἱ λαοί, πού ἔχουν κυριευθῆ ἀπό μῖσος καί ἐκδικητικότητα μεταξύ τους, συγκρούονται σάν θεόρατα κύματα μέσα στήν φουρτουνιασμένη θάλασσα. Βλέπουμε ἐπίσης πόσοι χριστιανοί αἰχμαλωτίζονται ἀπό τά φοβερά πάθη, πῶς κτυποῦν κάτω τά πόδια μέ μῖσος καί ἐχθρότητα ὁ ἕνας πρός τόν ἄλλον. Χάθηκε ἡ ἐμπιστοσύνη μεταξύ τῶν συζύγων, ἔφυγε ὁ σεβασμός μεταξύ τῶν παιδιῶν πρός τούς μεγαλυτέρους, φυγαδεύθηκε ἡ ἀγάπη μεταξύ τῶν γειτόνων. Στούς δρόμους τῆς εἰρήνης καί τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης, τώρα ἔχουν φυτρώσει τριβόλια καί ἀγκάθια. Δέν ἀκούγεται πλέον σχεδόν ἀπό κανέναν ἕνας ψυχωφελής λόγος. Δέν λαμβάνεις ἀπό κανέναν μία καλή συμβουλή, ἕνα ποτήρι δροσερό νερό, μιά ἔστω μικρή παρηγοριά. ῎Εφυγε, ἔφυγε ἀπό κοντά μας ἡ χριστιανική ἀγάπη!

            Συνεπῶς, ἐάν θέλουμε νά εἴμεθα μέ τόν Χριστό, θέλουμε νά εἴμεθα παιδιά τοῦ μέλλοντος αἰῶνος, νά ἐπιστρέψουμε ὀπίσω στό μονοπάτι τῆς ἀγάπης. Νά κόψουμε τά θηριώδη πάθη μας. Νά ζήσουμε μέ ἁρμονία καί ἀλληλοκατανόιησι μεταξύ μας. Νά ἐφαρμόζουμε τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ καί νά περιμένουμε τόν Κύριο, διότι πάλι θά ἔλθη στό μέλλον, ὡς φοβερός Κριτής τοῦ κόσμου. Νά συγχωροῦμε καί θά συγχωρηθοῦμε. Νά ἐλεοῦμε καί θά ἐλεηθοῦμε. Νά ἀγαποῦμε τούς πάντες, διότι ἡ ἀγάπη "οὐδέποτε ἐκπίπτει" (Α. Κορ. 13, 8). 'Αμήν. 

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου