Κυριακή της Σαμαρείτιδος σήμερα. Και καθώς είμαστε μέσα στον ναό και μέσα στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, ακούσαμε μία φορά ακόμη την όλη περικοπή που αναφέρεται στον διάλογο αυτόν που είχε ο Κύριος με την Σαμαρείτιδα εκεί στο φρέαρ του Ιακώβ, στην Συχέμ (Ιω. 4:1-42).
Πρώτα-πρώτα νομίζω καλό είναι να προσέξουμε ότι μέσα απ’ αυτό το περιστατικό, όπως κι από άλλα παρόμοια, βγαίνει ότι ο Κύριος δεν ενδιαφέρεται απλώς για όλο τον κόσμο γενικά, αλλά επίσης για τον καθένα χωριστά, καθώς οι άνθρωποι δεν είναι μια μάζα, ούτε είναι οι άνθρωποι στρατιωτάκια ή αν θέλετε πρόβατα άλογα, αλλά ο κάθε άνθρωπος είναι πρόσωπο κατ’ εικόνα Θεού πλασμένος και δεν ομοιάζει απόλυτα κανένας άνθρωπος με κάποιον άλλο, αλλά ο καθείς είναι κάτι το μοναδικό. Και ο Κύριος έρχεται σε επικοινωνία με τον καθένα χωριστά και ειδικότερα, καθώς «πάντας θέλει σωθήναι» ο Κύριος (Α’ Τιμ. 2:4), θέλει να σωθεί η κάθε μια ψυχή· προσεγγίζει, πλησιάζει την κάθε μια ψυχή έτσι όπως ταιριάζει στην κάθε ψυχή.
Αυτό δεν έγινε μόνο με την Σαμαρείτιδα, δεν έγινε μόνο με άλλες παρόμοιες ψυχές, αλλά γίνεται πάντοτε, και το πρώτο-πρώτο κατά την ταπεινή μου γνώμη που πρέπει να προσέξουμε και να πάρουμε σήμερα είναι αυτό, ότι ο Κύριος ενδιαφέρεται να προσεγγίσει την κάθε μια ψυχή, επομένως και την δική μας. Και πλησιάζει την κάθε μια ψυχή ακριβώς έτσι όπως της ταιριάζει, όπως μπορεί να γίνει με την κάθε μια ψυχή. Δεν ενεργεί ο Κύριος σαν μηχανή προς μηχανές. Ως Θεός γνωρίζει την κάθε μια ψυχή και ανάλογα την πλησιάζει.
Το δεύτερο που πρέπει να προσέξουμε είναι ότι δεν αρκεί αυτό. Χρειάζεται να υπάρξει ανταπόκριση. Όπως εδώ στην προκειμένη περίπτωση υπήρξε ανταπόκριση από την Σαμαρείτιδα, και σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις, γενικά πρέπει να υπάρχει ανταπόκριση.
Επομένως απ’ το ένα μέρος να είμαστε πολύ-πολύ βέβαιοι και σίγουροι ότι ο Κύριος θέλει να προσεγγίσει την ψυχή μας· και θέλει να προσεγγίσει την ψυχή μας, όχι απλώς για να πιάσει έναν διάλογο, όχι απλώς για να μη μας αφήσει, ας πούμε, κι εμάς έξω από το έργο του, αλλά θέλει να προσεγγίσει την ψυχή μας και να την σώσει. Να την οδηγήσει στο τέλος. Όχι απλώς να γίνει μια αρχή, όχι απλώς, αν θέλετε, να γίνει μια κάποια πρόοδος, αλλά να φθάσει στο τέλος.
Από το ένα μέρος αυτό. Από το άλλο, εάν αυτό το πράγμα δεν έγινε, δεν το νιώσαμε να έχει γίνει στην ύπαρξή μας, αυτό οφείλεται στο ότι ή πολλές φορές επιχείρησε ο Κύριος κι εμείς δεν ανταποκριθήκαμε ή ο Κύριος καταλαβαίνει ότι εμείς δεν θα ανταποκριθούμε και μας προσπερνάει, μας αφήνει· όχι διότι δεν θέλει να μας σώσει, όχι διότι δεν θέλει να κάνει σε μας αυτή την προσέγγιση, αλλά διότι ως Θεός γνωρίζει ότι εμείς δεν θ’ ανταποκριθούμε.
Επομένως, όσο είναι πολύ-πολύ σημαντικό ότι ο Κύριος προβαίνει σ’ αυτή την ενέργεια, ψάχνει δηλαδή την κάθε μια ψυχή και θέλει να σώσει την κάθε μια ψυχή, έτσι από την άλλη πλευρά είναι πολύ-πολύ σημαντικό ότι, εάν δεν ανταποκριθεί κανείς, δεν θα γίνει τίποτε.
Ας ευχηθούμε, που ο Κύριος μας αξίωσε μια φορά ακόμη να είμαστε στην εκκλησία, να είμαστε μέσα στον ναό, και ν’ ακούσουμε την όλη αυτή περικοπή και τα φτωχά αυτά λόγια, να ευχηθούμε ο Κύριος να μας φωτίσει, να ευχηθούμε ο Κύριος να βρει τρόπο να μας ταρακουνήσει, να μας συγκλονίσει, να εργασθεί μέσ’ στην ψυχή μας έτσι που να γίνει αυτό το θαύμα· το θαύμα, δηλαδή, τελικά να γνωρίσεις τον Χριστό, να δεχθείς τον Χριστό, να πιστέψεις στον Χριστό, να παραδοθείς στον Χριστό, να ανήκεις στον Χριστό, να σε οδηγήσει το υπόλοιπο της ζωής σου ο Κύριος, και εσύ με πολλή αγάπη και με πολλή χαρά να είσαι αφημένος σ’ αυτόν και να δέχεσαι ό,τι κι αν ο Κύριος οικονομήσει σ’ αυτόν τον κόσμο, εωσότου εισέλθουμε στην αιώνιο βασιλεία.
Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, Όπως φώτισε ο Θεός…, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 1998, σελ. 393, 401.