– Να διαβάσουν πρώτα το Ευαγγέλιο, για να μάθουν τί θα πη Χριστός. Να συγκλονισθούν λίγο, και ύστερα να διαβάσουν την Παλαιά Διαθήκη. Ξέρεις τί κόπος είναι, όταν δεν έχουν διαβάσει τίποτε και σού ζητούν βοήθεια; Σαν να πηγαίνη ένα
παιδί του Δημοτικού Σχολείου σε καθηγητή Πανεπιστημίου
και να του λέη: «Βοήθησέμε». Τί να του πη ο καθηγητής; «Ένα και ένα ίσον δύο»; Άλλοι πάλι δεν έχουν την καλή ανησυχία· έρχονται και λένε: «Δεν έχω κανένα πρόβλημα, μια χαρά είμαι,
Πάτερ, απλώς πέρασα να σε δώ». Ποτέ ο άνθρωπος δεν μπορεί να πη ότι δεν έχει τίποτε. Κάτι θα έχη. Ο αγώνας για πνευματική ζωή δεντελειώνει ποτέ.
Ή μερικοί μου λένε: «Να μας πής πνευματικά». Σαν να πάνε στον μπακάλη και του λένε: «Δώσʹ μας ψώνια». Τα χάνει και ο μπακάλης. Δεν έχουν κάτι το συγκεκριμένο να ζητήσουν και
να πούν «μού χρειάζεται τόση ζάχαρη, τόσο ρύζι κ.λπ.», αλλά
λένε «δώσʹ μας ψώνια».
Ή σαν να πάνε στον φαρμακοποιό και του λένε «δώσʹ μας
φάρμακα!», χωρίς να του πούνε προηγουμένως από τί πάσχουν ή αν πήγαν στον γιατρό και τί τους είπε ο γιατρός. Άντε τώρα να βρής άκρη! Βλέπεις, εκείνος που έχει πνευματική ανησυχία,
βρίσκει τί του λείπει, το ζητάει και ωφελείται. Εγώ, ως
αρχάριος, όταν διάβαζα κάτι, το αντέγραφα, για να μην το ξεχάσω, και προσπαθούσα να το εφαρμόσω. Δεν διάβαζα,
για να περνάω ευχάριστα την ώρα μου. Υπήρχε μέσα μου η
καλή ανησυχία καί, όταν δεν καταλάβαινα κάτι, ρωτούσα να μάθω πώς είναι.
Λίγο διάβαζα, πολύ ήλεγχα τονεαυτό μου με αυτά που διάβαζα. «Που βρίσκομαι; Τί κάνω;». Κάθιζα τον εαυτό μου
στο σκαμνί. Δεν τα περνούσα αυτά που διάβαζα έτσι αφορολόγητα.
παιδί του Δημοτικού Σχολείου σε καθηγητή Πανεπιστημίου
και να του λέη: «Βοήθησέμε». Τί να του πη ο καθηγητής; «Ένα και ένα ίσον δύο»; Άλλοι πάλι δεν έχουν την καλή ανησυχία· έρχονται και λένε: «Δεν έχω κανένα πρόβλημα, μια χαρά είμαι,
Πάτερ, απλώς πέρασα να σε δώ». Ποτέ ο άνθρωπος δεν μπορεί να πη ότι δεν έχει τίποτε. Κάτι θα έχη. Ο αγώνας για πνευματική ζωή δεντελειώνει ποτέ.
Ή μερικοί μου λένε: «Να μας πής πνευματικά». Σαν να πάνε στον μπακάλη και του λένε: «Δώσʹ μας ψώνια». Τα χάνει και ο μπακάλης. Δεν έχουν κάτι το συγκεκριμένο να ζητήσουν και
να πούν «μού χρειάζεται τόση ζάχαρη, τόσο ρύζι κ.λπ.», αλλά
λένε «δώσʹ μας ψώνια».
Ή σαν να πάνε στον φαρμακοποιό και του λένε «δώσʹ μας
φάρμακα!», χωρίς να του πούνε προηγουμένως από τί πάσχουν ή αν πήγαν στον γιατρό και τί τους είπε ο γιατρός. Άντε τώρα να βρής άκρη! Βλέπεις, εκείνος που έχει πνευματική ανησυχία,
βρίσκει τί του λείπει, το ζητάει και ωφελείται. Εγώ, ως
αρχάριος, όταν διάβαζα κάτι, το αντέγραφα, για να μην το ξεχάσω, και προσπαθούσα να το εφαρμόσω. Δεν διάβαζα,
για να περνάω ευχάριστα την ώρα μου. Υπήρχε μέσα μου η
καλή ανησυχία καί, όταν δεν καταλάβαινα κάτι, ρωτούσα να μάθω πώς είναι.
Λίγο διάβαζα, πολύ ήλεγχα τονεαυτό μου με αυτά που διάβαζα. «Που βρίσκομαι; Τί κάνω;». Κάθιζα τον εαυτό μου
στο σκαμνί. Δεν τα περνούσα αυτά που διάβαζα έτσι αφορολόγητα.