«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»
«Ἔψαλλα τό "Ἄξιόν ἐστιν"...»
Ἦταν ἡμέρα Πέμπτη κάποιας ἑβδομάδος τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς τοῦ 2002. Μόλις βγήκαμε ἀπό τόν Ἑσπερινό μέ τήν σύζυγό μου καί γυρίζαμε στό σπίτι μας. Ἐπειδή ἤμουν ἐκείνη τήν ἡμέρα πολύ κουρασμένος, εἶπα στήν γυναίκα μου ὅτι θά ξαπλώσω. Ἐξάπλωσα στό κρεββάτι, χωρίς νά κάνω τήν νυκτερινή μου προσευχή. Μεσάνυκτα ἡ σύζυγός μου μέ ξύπνησε.
Μοῦ λέγει: «Κύτταξε τό παιδί μας, τήν Παρασκευή». Ἀνησύχησα πολύ. Φαινόταν σάν πεθαμένο, χωρίς νά ἔχη ἀπό τό βράδυ κάποια συγκεκριμένη ἀρρώστεια. Κατάλαβα ἀμέσως ὅτι τό "κτύπησε" ἑλονοσία, ἡ ὁποία, στά μικρά κυρίως παιδιά, μετατρέπει τό αἷμα σέ νερό καί πεθαίνουν πάραυτα.
Ἡ γυναῖκα μου ἄρχισε νά κλαίει γοερά, λέγοντας ὅτι τό παιδί μας πέθανε. Τήν ἄκουσαν οἱ γείτονες καί ἤρχοντο. Πρίν τούς ἀνοίξω τήν πόρτα, ἐπῆρα τό παιδί καί στάθηκα μπροστά στήν εἰκόνα τῆς Παναγίας μας. Τῆς ἔψαλλα τό "Ἄξιόν ἐστιν...".
Μετά κρατώντας τό παιδί στήν ἀγκαλιά μου, ἐπῆγα ν᾿ ἀνοίξω τήν πόρτα. Ἐφώναξα τό παιδί μου μέ τό χριστιανικό του ὄνομα: «Παρασκευή...». Κι ἐκεῖνο ἄνοιξε τά μάτια του. Ἡ ὥρα ἦταν μία, μετά τά μεσάνυκτα.
Ἐπήραμε τό παιδί καί πήγαμε μέ τήν γυναῖκα μου στό κοντινό ἰατρεῖο. Ἡ θερμοκρασία του ἦταν φυσιολογική. Γυρίσαμε στό σπίτι μας. Τό παιδί ἄρχισε νά παίζει καί νά περπατᾶ χαρούμενο. Ἡ Παναγία μας τό θεράπευσε.
«Παναγία μου, πήγαινε νά ἐπισκεφθῆς τό παιδί μου...»
Ὁ ἴδιος πατέρας διηγεῖται τά ἑξῆς γιά ἕνα ἄλλο παιδί του πού κάποτε εἶχε ἀρρωστήσει:
Τό παιδί μου ὁ Πέτρος προσβλήθηκε ἀπό ἑλονοσία. Τό πήγαμε ἐκείνη τήν νύκτα ἀμέσως στό νοσοκομεῖο. Ἐγώ ἔμεινα στό σπίτι, ἐνῶ ἡ σύζυγός μου παρέμεινε κοντά στό παιδί μας στό νοσοκομεῖο. Στάθηκα μπροστά στίς εἰκόνες τῶν Ἁγίων μας. Ἔστρεψα τά μάτια μου στήν Θεοτόκο καί τῆς εἶπα: «Οἱ αἱρετικοί, Παναγία μου, μέρα-νύκτα σέ κακολογοῦν, ἐγώ ὅμως σέ πιστεύω, σέ προσκυνῶ καί σέ δοξολογῶ. Θέλω αὔριο νά εὐδοκήσης νά δοξασθῆ τό ὄνομά σου καί ἐγώ νά διηγοῦμαι τά θαυμάσιά σου. Πήγαινε νά ἐπισκεφθῆς τό παιδί μου στό νοσοκομεῖο. Κουράσθηκα νά πηγαίνω ἐκεῖ καί νά γυρίζω πάντα πικραμένος...».
Τό πρωΐ ἐπῆγα τσάϊ στό νοσοκομεῖο γιά τό παιδί μου. Μετά ἔφυγα ἀμέσως γιά τήν δουλειά μου. Τό ἀπόγευμα ὁ γιατρός εἶχε ὑπογράψει τό ἐξιτήριο τοῦ παιδιοῦ μου. Ἐπῆγα, τό ἐπῆρα καί μέ τήν γυναῖκα μου ἐδοξάσαμε τήν ἄμεση ἐπέμβασι τῆς Παναγίας μας.
«Παρακάλεσε τόν Υἱό μου νά σέ βοηθήσει....»
Στά ἰδιωτικά σχολεῖα τοῦ ἱεραποστολικοῦ Κλιμακίου Κολουέζι ἐργάζεται σάν καθηγητής μαθηματικός ὁ χριστιανός μας Ματθαῖος. Ἰδού τί μᾶς διηγεῖται ὁ ἴδιος μέ τήν ἀρρώστεια του:
«Ἦταν ἡ 21η Ἰουλίου τοῦ 2002, ἡμέρα Κυριακή. Μ᾿ ἔπιασαν ἰσχυροί πόνοι στό στομάχι. Ἐξ αἰτίας τους ἔπεσα κάτω στό πάτωμα. Ἡ σύζυγός μου εἰδοποίησε τόν νοσοκόμο τῆς Ἱεραποστολῆς Θαλλέλαιο. Ἐκεῖνος μέ μιά πρόχειρη ἐξέτασι πού μοῦ ἔκανε εἶπε ὅτι θά εἶναι σκωληκοειδῖτις.
Μέ τήν βοήθεια τοῦ αὐτοκινήτου τῆς Ἱεραποστολῆς μέ μετέφεραν στήν ἰδιωτική κλινική τοῦ γιατροῦ κ. Mulolo. Ἐκεῖ μοῦ ἔδωσαν φάρμακα, ἀλλά οἱ πόνοι ἐσυνεχίζοντο δριμύτατα. Ἄρχισα νά κλαίω μέ τόσα δάκρυα πού καί τά σεντόνια μου ἀκόμη εἶχαν μουσκέψει.
Σκέφθηκα ὅτι ἦλθε ἡ ὥρα νά πεθάνω. Ἄρχισα τότε νά παρακαλῶ θερμά τήν Κυρία Θεοτόκο νά συγχωρήσει τίς ἁμαρτίες μου καί νά μέ βοηθήση κατά τήν ἔξοδο τῆς ψυχῆς μου. Καί τήν νύκτα ἔκανα πολλή προσευχή. Ἀσπάσθηκα τήν Εἰκόνα της καί τήν παρακαλοῦσα νά μέ βοηθήσει. Ὅταν κοιμήθηκα λίγο, τήν εἶδα στόν ὕπνο μου καί μοῦ εἶπε: «Παρακάλεσε τόν Υἱό μου νά σέ βοηθήση...».
Ἐνῶ ἐκοιμώμουν, εἶδα ὅτι παρεκάλεσα τόν Ἰησοῦ Χριστό, τόν Υἱό Της. Μετά ἀπ᾿ ὅλα αὐτά τά θαυμαστά, ξαφνιάστηκα καί ξύπνησα. Τό ἀπόγευμα τῆς ἄλλης ἡμέρας ἦλθαν νά μέ ἐπισκεφθοῦν ἀπό τήν Ἱεραποστολή ὁ ἱεραπόστολος π. Δ. μαζί μέ ἄλλους δύο ἱερεῖς, τόν π. Νεκτάριο καί τόν π. Σίλβεστρο. Ἦλθαν νά προσευχηθοῦν γιά μένα. Ἔκαναν δέησι στούς Ἁγίους Νεκτάριο, Ἀρσένιο Καππαδόκη καί Ἰωάννη τόν Ρῶσσο. Κατόπιν ἔψαλλαν τά ἀπολυτίκιά τους καί "τράβηξαν" ἀπό ἕνα κομποσχοίνι στόν κάθε Ἅγιο ξεχωριστά. Μέ εὐχήθηκαν καί ἐπέστρεψαν στήν Ἱεραποστολή.
Τήν νύκτα, ἐνῶ ἐκοιμώμουν, ἔνοιωσα νά διέρχεται στό σῶμα μου, ἀπό τά πόδια πρός τά ἐπάνω μία δύναμις, σάν ἠλεκτρικό ρεῦμα. Αὐτό συνέβη τρεῖς φορές. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν ὅτι ἐξαφανίσθηκαν ὅλοι οἱ πόνοι.
Τό ἄλλο πρωΐ ἦλθε ὁ γιατρός καί μέ ρώτησε γιά τήν ὑγεία μου. Τοῦ εἶπα ὅτι ἤμουν τελείως καλά. Χωρίς νά μοῦ κάνη ἄλλες ἐρωτήσεις, οὔτε νά ἐξακριβώσει, ἐάν πράγματι ἤμουν καλά, μοῦ ἐπέτρεψε νά γυρίσω στό σπίτι μου. Ἀπό τήν ἴδια ἡμέρα ἐπῆγα καί στό γυμνάσιο ἀκολουθώντας τό πρόγραμμα τῶν μαθημάτων μου.
«Κόπηκε ἡ ἁλυσίδα στά τρία...».
Ἕνα ἄλλο περιστατικό πού, νομίζω, ὅτι μπορεῖ νά καταταχθῆ στά λεγόμενα σημεῖα εἶναι καί τό ἑξῆς. Συνέβη στόν ἴδιο καθηγητή, τήν ἡμέρα τῆς βαπτίσεώς του στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία. Ἰδού τί μοῦ εἶπε:
«Ὅταν βαπτίσθηκα τόν Ἰανουάριο τοῦ 2000, μαζί μέ ἄλλους τρεῖς καθηγητές τοῦ γυμνασίου μας, ὁ π. Μελέτιος μᾶς φόρεσε στόν λαιμό καί ἀπό ἕνα σταυρό.Ἦταν κοκκάλινος καί ἀντί γιά σχοινί εἶχε λουρί. Ἐμένα δέν μοῦ ἄρεσε τό λουρί καί τήν ἄλλη ἡμέρα ἐπῆγα σ᾿ ἕνα μαγαζί κι ἀγόρασα ἐπίχρυση ἁλυσίδα. Ἐνῶ εἶχα περάσει τόν σταυρό καί ἤμουν ἕτοιμος, κρατώντας τον στά χέρια γιά νά τόν φορέσω, ξαφνικά κόπηκε στά τρία τεμάχια. Τά δύο ἄκρα ἔμειναν στά χέρια μου καί τό μεσαῖο τεμάχιο μαζί μέ τόν σταυρό ἔπεσε κάτω στό πάτωμα.
Τότε κατάλαβα ὅτι καί τό λουρί τοῦ σταυροῦ εἶναι ἁγιασμένο, γι᾿αὐτό ἴσως ἐπέτρεψε ὁ Πανάγαθος Θεός νά μοῦ συμβῆ αὐτό τό γεγονός.
Μοναχός Δαμασκηνός Γρηγοριάτης.
Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου