Τετάρτη 2 Φεβρουαρίου 2022

ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΥΠΑΠΑΝΤΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

«Πνευματική φαρέτρα τοῦ Ὀρθοδόξου Χριστιανοῦ»

'Ηγουμένου  τῆς 'Ιερᾶς Μονῆς Πούτνα Μολδαβίας Ρουμανίας

(1924-1998)

Μετάφρασις ἀπό τά ρουμανικά π. Δαμασκηνός Γρηγοριάτης

            'Αγαπητοί Χριστιανοί,

            Ποιός ἀπό ἐμᾶς δέν περιμένει μέ χαρά τήν ἔλευσι τῆς σημερινῆς ἑορτῆς;  ῎Η ποιός δέν εὐφραίνεται ἀκούοντας αὐτά τά ὡραῖα τροπάρια καί ἰδιαιτέρως ὁ Πολυέλεος, ὅταν ἐκείνη τήν στιγμή καί ὁ πολυέλεος τῆς ἐκκλησίας κινεῖται εἰς τιμήν καί μνήμην τῆς Θεομήτορος καί τοῦ ἁγίου Συμεών, τοῦ Γέροντος ἐκείνου ὁ ὁποῖος ἐκράτησε καί ἐλίκνισε στήν ἀγκαλιά του τόν 'Ιησοῦ Χριστό; Στό τέλος, ποιός δέν γνωρίζει γιά τήν ἑορτή τῆς 'Υπαπαντῆς τοῦ Κυρίου, ἡ ὁποία εἶναι τό στεφάνι τοῦ ἔτους μέ τήν λαμπρότητά της;

            Παρ' ὅλα αὐτά γιά νά καταλάβουμε καλλίτερα τό ἱστορικό καί τή σημασία αὐτῆς τῆς ἑορτῆς, εὑρῆκα τό μονοπάτι γιά νά σᾶς βοηθήσω λίγο. Διακόσια χρόνια πρίν ἀπό τήν ἐνανθρώπησι τοῦ Κυρίου, κάποιος βασιλεύς τῆς Αἰγύπτου, ὁ Πτολεμαῖος, ἤθελε νά μεταφράση τήν Παλαιά Διαθήκη ἀπό τήν ἑβραϊκή στήν ἑλληνική γλῶσσα. 'Οπότε ἐξέλεξε 70 σοφούς γέροντες ἀπό τόν λαό τοῦ 'Ισραήλ γιά νά κάνουν αὐτό τό ἔργο, μεταξύ τῶν ὁποίων ἦτο καί ὁ Συμεών. Αὐτή ἡ μεγάλης σπουδαιότητος μετάφρασις εἶναι γνωστή καί ἐν χρήσει σήμερα στήν  χριστιανική 'Εκκλησία, ὑπό τό ὄνομα <Τῶν ἑβδομήκοντα>, σύμφωνα μέ τόν ἀριθμό τῶν μεταφραστῶν. Στόν Συμεών τοῦ ἀνετέθη νά μεταφράση τό Βιβλίο 'Ησαῒου τοῦ Προφήτου. 'Αλλά, ὅταν ἔφθασε στήν φράσι: <'Ιδού, ἡ Παρθένος ἐν γαστρί ἕξει καί τέξεται υἱόν> ('Ησ.7,14), ἀμφέβαλλε μέσα στήν σκέψι του καί ἔλεγε: Πῶς εἶναι δυνατόν νά γεννήση μία παρθένος χωρίς ἄνδρα καί νά παραμείνη ταυτόχρονα καί παρθένος; Καί ἀμέσως, πιστεύοντας ὅτι εἶναι ἐσφαλμένες αὐτές οἱ ἐκφράσεις, ἐπῆρε ἕνα μαχαίρι καί ἄρχισε νά σχίζη τήν μετάφρασί τους. 'Αλλά ἦλθε τότε ἄγγελος τοῦ Κυρίου, τοῦ ἅρπαξε τό χέρι καί τοῦ εἶπε: <Μήν εἶσαι ἄπιστος μπροστά σ'αὐτό τό κείμενο καί δέν θά ἰδῆς θάνατο μέχρις ὅτου θά ἰδῆς Αὐτόν πού θά γεννηθῆ ἀπό τήν ἀμίαντη Παρθένο, καί εἶναι ὁ 'Ιησοῦς Χριστός > (Λουκ. 2, 26). 'Από τότε, ὁ ἅγιος Συμεών, πιστεύοντας σ'αὐτά τά λόγια, παρέμεινε στήν ζωή πολλά χρόνια, μέχρις ὅτου γεννήθηκε ὁ Χριστός. 'Επέρασαν χρόνια, ἦλθαν καί τόν ἐβάρυναν τά γεράματα, τά πόδια του τόν ταλαιπωροῦσαν, τά μάτια του δέν ἔβλεπαν πλέον, ἀλλά ὁ Γέροντας Συμεών ἐπερίμενε μέ πολλή πίστι τήν παρηγορία τοῦ 'Ισραήλ καί τήν ἐκπλήρωσι τῆς ὑποσχεθείσης προθεσμίας. Καί, ὅταν γεννήθηκε ὁ 'Ιησοῦς καί ἦτο 40 ἡμερῶν Βρέφος, κατά τήν παράδοσι τοῦ ἑβραϊκοῦ νόμου, μεταφέρθηκε στόν ναό τοῦ Σολομῶντος ἀπό τήν Παρθένο Μητέρα του καί τόν δίκαιο 'Ιωσήφ γιά νά προσκυνήση τόν Κύριο (῎Εξοδ. 13, 2) καί νά προσφέρη ὡς θυσία ἕνα ζεῦγος τρυγόνων ἤ δύο νεοσσούς περιστερῶν (Λευϊτικ. 12, 8) καί Λουκ. 2, 24). Τότε κατά προτροπή τοῦ 'Αγίου Πνεύματος, ἦλθε καί ὁ ἅγιος Συμεών στήν ἐκκλησία, ὁ ὁποῖος τότε ἦτο περίπου 300 ἐτῶν. Γνωρίζοντας μέ τό πνεῦμα του ὅτι Αὐτός εἶναι ὁ Χριστός Κυρίου Παντοκράτορος-ἡ προσδοκία τῶν ἐθνῶν-ἀμέσως Τόν ἐπῆρε στήν ἀγκαλιά του καί γεμᾶτος ἀπό εὐχαρίσητσι, ἐδόξασε τόν Θεό λέγοντας: <Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον Σου, Δέσποτα, κατά τό ρῆμα σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου, ὅ ἡτοίμασας κατά πρόσωπον πάντων τῶν λαῶν φῶς εἰς ἀποκάλυψιν ἐθνῶν καί δόξαν λαοῦ Σου 'Ισραήλ> (Λουκ. 2, 29-31). 'Ελευθέρωσέ με ἀπό τόν δεσμό τοῦ σώματος, Δέσποτα, ἀπό τό φορτίο τῶν ἐτῶν, ἀπό τήν ἀγωνία τῆς προσδοκίας, ἀπό τά βάσανα αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος, διότι εἶδα μέ τά μάτια μου τήν σωτηρία Σου καί αὐτά τά ἀδύνατα χέρια ἐκράτησαν τόν Χριστόν Κυρίουὅ Λῦσαι ἀπό τό σῶμα, διότι ἰδού, οὔτε τά πόδια μου ὑπακούουν πλέον, οὔτε τά μάτια μου αἰσθάνονται τήν ὑγρότητα τῶν δακρύωνὅΚατόπιν μέ προφητική φωνή εἶπε στήν Παρθένο Μαρία ὅτι Αὐτός <κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν ἐν τῶ 'Ισραήλ> (Λουκ. 2, 34). Γιά τήν πτῶσι τῶν Φαρισαίων, τῶν ἀπίστων καί τήν ἀνάστασι τῶν πτωχῶν, τῶν ἁλιέων, τῶν δικαίων καί πιστῶν χριστιανῶν. 'Ενῶ ἡ ρομφαία πού ἔχει νά περάση στήν ψυχή τῆς Παρθένου, τήν ὁποία μνημονεύει ὁ ἅγιος Συμεών (Λουκ. 2, 35) ἦτο ἡ σπάθη τῆς λύπης καί τῆς ὀδύνης, ἡ ὁποία ἐτρύπησε τήν καρδιά τῆς Θεομήτορος μέ τήν σταύρωσι ἐπί τοῦ σταυροῦ τοῦ Υἱοῦ καί Σωτῆρος μας.

            ῞Ολες τίς προφητεῖες τοῦ Συμεών μᾶς τίς μαρτυρεῖ καί μία γερόντισσα προφῆτις, ἡ ἁγία ῎Αννα, ἡ ὁποία ἦτο ἐκεῖ καί περνοῦσε τήν ζωή της ἡμέρα καί νύκτα στήν νηστεία, στήν προσευχή καί τήν παρθενία (Λουκ. 2, 36-38).

            'Αλλά τό Εὐαγγέλιο τῆς 'Υπαπαντῆς τοῦ Κυρίου ἔχει καί ἕνα ἄλλο ἀκόμη μυστικό νόημα. 'Ο ἅγιος 'Ιωσήφ συμβολίζει τόν περιούσιο λαό τοῦ 'Ισραήλ, ἀπό τήν φυλή τοῦ ὁποίου γεννήθηκε ὁ Μεσσίας. 'Ο Γέροντας καί δίκαιος Συμεών, μέ τόν ζῆλο καί τήν μετάφρασι τῶν 70 συμβολίζει ὁλόκληρο τόν κόσμο, τόν γηρασμένο ἀπό τήν ἁμαρτία, ὁ ὁπποῖος περιμένει μέ ἀνυπομονησία τήν ἀνακαίνισι τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. 'Η Παρθένος Μαρία συμβολίζει τήν ἔνδοξη 'Εκκλησία τῆς Νέας Διαθήκης, ἡ ὁποία θά ὑπάρχη στόν αἰῶνα. Τό μικρό Βρέφος συμβολίζει τόν Νυμφίο τῆς Χριστιανικῆς 'Εκκλησίας, τήν ὁποία Αὐτός μόνος ἐθεμελίωσε. 'Ενῶ οἱ δύο νεοσσοί περιστερᾶς συμβολίζουν τήν Παλαιά καί Καινή Διαθήκη, οἱ ὁποῖες δόθηκαν στούς ἀνθρώπους γιά τήν σωτηρία τους.

            'Αγαπητοί Χριστιανοί,

            Σήμερα ὁ Χριστός ἐξέρχεται σέ συνάντησί δική μας καί ὁλοκλήρου τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Σήμερα ὁ Δεσπότης γιά πρώτη φορά ἀγγίζεται ἀπό τά ἀδύνατα χέρια ἑνός ἀνθρώπου. Σήμερα ὁ Κύριος ἔρχεται νά μᾶς ἀναζητήση, ὄχι στήν πόλι, ὄχι στήν ὕπαιθρο, ἀλλά στήν ἐκκλησία. Σήμερα ὁ Παλαιός τῶν ἡμερῶν ἔρχεται ὡς Βρέφος 40 ἡμερῶν. Σήμερα οἱ γέροντες τοῦ κόσμου εὐφραίνονται, τά χέρια τοῦ Συμεών ἁγιάζονται, οἱ νέες ἐκκλησίες ἀγάλλονται, οἱ δεσμοί τοῦ σώματος λύονται. Σήμερα οἱ σαρκικοί ὀφθαλμοί τήν φλόγα τοῦ κόσμου ἀντικρύζουν καί δέν τυφλώνονται. Σήμερα χέρια ἁμαρτωλά ἀγκαλιάζουν τόν θεῖο ἄνθρακα καί δέν καίγονται. Σήμερα τά ἀδύνατα αὐτιά τήν μυστική φωνή τοῦ Πνεύματος ἀκούουν καί δέν κουφαίνονται. Σήμερα τά λυγισμένα πόδια τόν κρατοῦντα τόν οὐρανό καί τήν γῆ μεταφέρουν καί δέν σκοντάπτουν. 'Ο ὑπέργηρος τόν Παλαιό τῶν ἡμερῶν, ὁ ἀδύνατος τόν Δυνατό, ὁ θνητός τόν πυρφόρο, τό κτίσμα Τόν γεννηθέντα, ὁ γηρασμένος τόν ἀνακαινιστή τῶν πάντων, ὁ ἄνθρωπος τόν Χριστόν Κυρίου σήμερα ὑποδέχεται. Σήμερα ἡ 'Ιερουσαλήμ σιωπᾶ, ὁ ναός σιγά-σιγά ἀνοίγει, οἱ Γραμματεῖς μεμψιμοιροῦν, ὁ δίκαιος 'Ιωσήφ τοῦ προσφέρει δύο νεοσσούς περιστερῶν, ἡ Παρθένος τό Βρέφος μέ φόβο ξετυλίγει, ὁ Ζαχαρίας τόν Κύριο Σαβαώθ προσκυνεῖ, ὁ Γέροντας Συμεών μέ ἀγάπη στήν ἀγκαλιά του Τόν κουνάει, τό στόμα του ἀνοίγει, ἡ προφητική φωνή του ἀπαγγέλλει, ἡ Παρθένος ἀκούει, ὁ 'Ιωσήφ σιωπᾶ, τό Βρέφος σκιρτᾶ, ἡ προφῆτις ῎Αννα Τόν διαλαλεῖ. Σήμερα ἡ Βηθλεέμ ἐγκαταλείπεται, τό σπήλαιο λησμονεῖται, ἡ φάτνη τῶν ζώων καταργεῖται, οἱ ποιμένες ξεχνοῦν τόν ὕμνο, οἱ μάγοι ξεκινοῦν πρός τήν Περσία, ἐνῶ ὁ 'Ιησοῦς Βρέφος μέ τόν 'Ιωσήφ καί τήν Παρθένο πρός τήν Ναζαρέτ τῆς Γαλιλαίας κατευθύνονται. Τό λιγοστό φῶς καταλαμβάνεται ἀπό τό μέγα Φῶς. Τά λίγα λόγια τόν Λόγο ὁμολογοῦν. Δύο ἅγιοι Γέροντες νά εὐλογοῦνται ἀπό ἕνα Βρέφος, ὁ ἀρχιερεύς τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης σέ συνάντησι τοῦ Νέου πού τώρα ἔρχεται, ὁ ἀνίσχυρος ναός τοῦ Σολομῶντος μέ τήν ζωντανή 'Εκκλησία ἀντικαθίσταται.

            Κι ἔτσι, μέχρις ἐκεῖνο τόν καιρό τό κάθε τι ἐπετελεῖτο μυστικά. Πάλι οἱ παλαιές πῦλες τοῦ ναοῦ κλείνουν, ὁ Ζαχαρίας λίγο πιό πέρα προσεύχεται, οἱ Φαρισαῖοι ἡσυχάζουν, τά περιστέρια τοῦ πτωχοῦ 'Ιησοῦ θυσιάζονται, οἱ ἱερεῖς ἀπ'αὐτά γεύονται καί δέν γνωρίζουν τό μυστήριο. 'Η Παρθένος μέ τό Βρέφος πρός τήν Ναζαρέτ ξεκινᾶ, ὁ 'Ιωσήφ ἀκολουθεῖ σιωπηλός ὀπίσω, ἡ 'Ιερουσαλήμ στήν συνέχεια χάνεται, ὁ ἥλιος ἀνεβαίνει θερμός στόν οὐρανό, ἡ Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν περιμένει.

            'Αγαπητοί Χριστιανοί,

            'Εμεῖς οἱ ἄνθρωποι δέν εἴμεθα πλασμένοι στήν τύχη· οὔτε ἡ φύση μέ τά ὁποιαδήποτε τεχνάσματά της μᾶς ἔφτιαξε, ἀλλά τό χέρι τοῦ μόνου Δυνατοῦ, τό χέρι τοῦ Δημιουργοῦ Θεοῦ. Μᾶς ἔπλασε ὄχι πρόχειρα καί ἄσχημα, ἀλλά κατ'εἰκόνα καί ὁμοίωσί Του (Γεν.1,26). Καί ὅταν, διά τῆς ἁμαρτίας ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι ἀπό τόν παράδεισο ξεπέσαμε, ὁ Θεός δέν μᾶς ἐγκατέλειψε, ἀλλά στόν κατάλληλο χρόνο ἔστειλε τόν Υἱό Του νά μᾶς ἀναζητήση καί μέ τόν 'Εαυτό Του νά μᾶς εἰρηνεύσηὅ Καί ἔτσι ὁ Υἱός, λαμβάνοντας τό σῶμα μας, ἐξῆλθε σέ συνάντησί μας γιά νά μᾶς ἐπαναφέρη καί πάλι κοντά στόν Πατέρα.

            'Απ' αὐτό τό γεγονός γεννᾶται καί σ' ἐμᾶς, τούς ἀνθρώπους τῆς σωτηρίας, ἕνα μεγάλο καί μοναδικό καθῆκον: 'Η προσπάθειά μας σέ ὁλόκληρη τήν ζωή μας νά συναντήσουμε τόν Χριστό. Νά Τόν ἀναζητήσουμε κι ἐμεῖς μαζί μέ τόν ἅγιο Συμεών καί νά μείνουμε κοντά Του μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων.

            Τόν ἀναζητοῦμε, ὅταν μετανοοῦμε· Τόν συναντᾶμε, ὅταν προσευχώμεθα· Τόν ἔχουμε κοντά μας, ὅταν ἐκπληρώνουμε τίς ἐντολές Του. 'Εμεῖς, οἱ ἄνθρωποι, δέν ἠμποροῦμε νά ζήσουμε οὔτε μία στιγμή χωρίς τόν Χριστό καί μακριά ἀπ' Αὐτόν. 'Αλλά γιά νά συναντήσουμε τόν Κύριο, δέν πρέπει νά στεκώμεθα καί νά κυττᾶμε ἀπό τό παράθυρο, ἀλλά νά Τοῦ ἀνοίξουμε τήν θύρα τῆς καρδιᾶς μας, νά ἐξέλθουμε ἔξω ἀπό ἀπό τήν πόλι, νά ἔλθουμε κι ἐμεῖς εἰς ἀναζήτησί Του. 'Ιδού, ὁ Σωτήρ μας 'Ιησοῦς ἦλθε νά μᾶς εὕρη. ῎Εγινε ῎Ανθρωπος. Μᾶς ἐπερίμενε στό σπήλαιο, ἦλθε νά μᾶς συναντήση στήν ἐκκλησία. Κι ἐπειδή δέν μᾶς εὑρῆκε ἐκεῖ, ἄρχισε νά μᾶς ἀναζητῆ παντοῦ-στούς δρόμους τῆς Δαμασκοῦ, στήν 'Εμμαούς ἤ στά μέρη τῆς Γαλιλαίας. 'Ο Κύριος μας 'Ιησοῦς Χριστός καί σήμερα μᾶς ἀναζητεῖ, ἄς Τόν ἀναζητήσουμε λοιπόν κι ἐμεῖς. Νά Τόν ψάξουμε στήν καρδιά τοῦ πλησίον μας καί στήν ἀληθινή 'Εκκλησία. Στήν καρδιά μας θά Τόν εὕρουμε μόνο τότε, ὅταν ἡ συνείδησίς μας δέν θά μᾶς ἐλέγχη πλέον σέ τίποτε, στήν καρδιά τοῦ πλησίον μας θά Τόν εὕρουμε τότε, ὅταν θ' ἀγαπᾶμε ὅλους τούς ἀνθρώπους ἐξ ἴσου, ἐνῶ στήν 'Εκκλησία θά Τόν εὕρουμε, ἐάν μείνουμε σ'αύτή μέ νηστεία, προσευχή καί ἀγαθά ἔργα, κατά τόν ἅγιο Γρηγόριο Νύσσης.

            Εἶναι μεγάλη ἡ χαρά τῆς συναντήσεως μέ τόν Χριστό. Καί, ὅταν θά Τόν συναντήσουμε ἀπό τήν μεγάλη μας χαρά, θά κραυγάσουμε, ὅπως ὁ ἅγιος Συμεών: <Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον Σου, Δέσποτα ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριό σου>, ἤ μέ τόν Νυμφίο τοῦ ῞Ασματος 'Ασμάτων θά δηλώσουμε ὅτι Σύ εἶσαι ἰδικός μου κι ἐγώ εἶμαι ἰδικός Σου>

            Αὐτός ἔκαμε τήν ἀρχή, ἐμεῖς ἄς κάνουμε τουλάχιστον τό τέλος. Αὐτός ἐφύτευσε ἀμπελῶνα, ἐμεῖς νά ἐργασθοῦμε σ'αὐτόν. Αὐτός ἔσπειρε τόν σπόρο, ἐμεῖς νά τόν ποτίσουμε. Αὐτός μᾶς ἐμοίρασε τό τάλαντο, ἐμεῖς ἄς τό ἐπαυξήσουμε. Πῶς; Μέ τήν μετάνοια, μέ τά ἀγαθά ἔργα, μέ τήν ἀγάπη. Διαφορετικά θά πεθάνουμε μέσα στίς ἁμαρτίες μας, μακριά ἀπό τόν 'Ιησοῦ, μακριά ἀπό τό φῶς, μακριά ἀπό τούς οὐρανούς, στήν ἔρημο αὐτοῦ τοῦ αἰῶνος.

            Τί πιστεύετε; 'Ο 'Ιησοῦς ἐπέρασε μέσῳ τῆς Σαμαρείας· ἐάν ἡ Σαμαρεῖτις  δέν Τόν συναντοῦσε στό πηγάδι τοῦ 'Ιακώβου καί δέν Τοῦ ἐζητοῦσε τό ζῶν ὕδωρ, θά ἐγεύετο αὐτή ἀπό τό ῞Υδωρ τό Ζῶν; 'Επέρασε ὁ Σωτήρ ἀπό τίς πῦλες τῆς Σιδῶνος· ἐάν ἡ Χαναναία δέν ἔκραζε ἐπιμόνως ὀπίσω Του: <Κύριε, βοήθει μοι> θά ἐλάμβανε ἀπό τά ψιχία τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ; *Ηλθε ὁ Κύριος στήν λίμνη τῆς Τιβεριάδος· ἐάν οἱ ἁλιεῖς τῆς Γαλιλαίας δέν Τόν ἐρωτοῦσαν: <Κύριε, ποῦ μένεις; Θά ἐγένοντο αὐτοί ἁλιεῖς τῶν ἀνθρώπων; 'Επέρασε ὁ 'Ιησοῦς ἀπό τήν 'Ιεριχώ· ἀλλά, ἐάν δέν ἔκραζε συνεχῶς ὁ τυφλός: <Υἱέ Δαβίδ, ἐλέησόν με>, θά ἔβλεπε αὐτός πάλι τό φῶς του; ῎Η θά δεχόταν ὁ Ζακχαῖος τόν Κύριο στό σπίτι τῆς καρδιᾶς του, ἐάν δέν ἀνέβαινε στήν συκομορέα νά ἴδη τόν 'Ιησοῦ;

            'Ιδού λοιπόν, ὅτι ὅλοι αὐτοί πού Τόν ἀνεζήτησαν, Τόν εὑρῆκαν. ῞Ολοι αὐτοί πού ἐπῆραν τήν δύναμι γιά τήν σωτηρία του, συνάντησαν πρῶτα τόν 'Ιησοῦ, Τόν ὑποδέχθηκαν στίς καρδιές τους, συνδείπνησαν μαζί Του, παρέμειναν στήν ἀγάπη Του. Συνεπῶς, ἔτσι ἄς κάνουμε κι ἐμεῖς.

            Αὐτό τό ἔργο τό ἀπεικόνισε κάποτε πολύ καλά ἕνας ζωγράφος. Μέ τά χρώματα ζωγράφισε τόν Σωτῆρα νά κτυπᾶ τήν κλεισμένη πόρτα μιᾶς οἰκίας, ἀλλά πόμολο στήν πόρτα δέν ἔφτιαξε. Γιατί; Γιά νά ἀνοίξη ἡ πόρτα εἶναι ἔργο δικό μας. 'Η πόρτα τῆς καρδιᾶς μας μόνο ἀπό μέσα ἀνοίγει.

            'Ο Κύριος μᾶς καλεῖ, ἐμεῖς νά Τοῦ ἀπαντήσουμε. Αὐτός κτυπᾶ, ἐμεῖς νά Τοῦ ἀνοίξουμε. Αὐτός θυσιάζεται στήν Θεία Λειτουργία, ἐμεῖς ἄς προστρέξουμε στήν ἐκκλησία γιά νά καταξιωθοῦμε τῆς κοινωνίας τῶν Παναχράντων Μυστηρίων. Οἱ καμπάνες μᾶς καλοῦν· ἄς μή τεμπελιάζουμε, ἀλλά σάν τόν ἅγιο Συμεών, ἄς τρέχουμε ὅλη τήν ζωή μας στήν 'Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἤ ὅπως ἡ ῎Αννα ἡ Προφῆτις, ἄς κοπιάζουμε στήν νηστεία, στήν προσευχή, στήν καθαρή ζωή καί ἄς μή ἀναχωροῦμε ἀπ' ἐκεῖ μέχρις ὅτου ἰδοῦμε καί ὑποδεχθοῦμε τόν Χριστόν Κυρίου. ῞Οταν ἐρχώμεθα στήν 'Εκκλησία, ἄς μήν ἐρχώμεθα μόνο μέ τό σῶμα, ἀλλά καί μέ τήν ψυχή. ῎Ας φέρουμε στόν Κύριο πάντοτε δύο περιστέρια καί ὄχι μόνο ἕνα. Τά δύο περιστέρια εἶναι τό σῶμα καί ἡ ψυχή μας. Καί τά δύο νά τά φέρουμε καί νά τά θυσιάζουμε στόν Κύριο.

            ῞Οσο γι' αὐτούς πού κοινωνοῦν συχνά τά ῞Αγια Μυστήρια καί ἴσως μέ ὀλιγώτερη προετοιμασία, εἶναι καλό νά ἐνθυμηθοῦμε τό παράδειγμα τοῦ ἁγίου Συμεών. Αὐτός σέ ὁλόκληρη τήν ζωή του ἔτρεχε, ἐστέναζε καί ἔμενε μέσα στήν ἐκκλησία, γιά νά συναντήση μία μόνο φορά καί νά πάρη στήν  ἀγκαλιά του τόν Κύριο. Γι' αὐτό, μόλις Τόν ὑποδέχθηκε, ἐγέμισε ἀπό χαρά. 'Ενῶ ἐμεῖς κάνουμε τό ἀντίθετο. 'Αμαρτάνουμε πάντοτε ὅλη τήν ἡμέρα, ὅλο τό ἔτος, ὅλη τήν ζωή μας, κατόπιν ἐξομολογούμεθα γρήγορα, σά μιά στιγμή καί ὕστερα ζητᾶμε τά ῞Αγια Μυστήρια.  ῎Ας προσέξουμε λοιπόν κι ἐμεῖς πῶς πρέπει νά ἐξομολογούμεθα καί πῶς νά ὑποδεχώμεθα τόν Χριστό στήν ἀγκαλιά μας, γιά νά μή μᾶς καύση τό πῦρ τῆς Θεότητος.

            'Αγαπητοί Χριστιανοί,

            'Ο ἄνθρωπος ἔχει πολλές ἀνάγκες ἐπάνω σ'αὐτή τήν γῆ πού ζεῖ: ῎Εχει ἀνάγκη ἀπό ψωμί, ἀπό νερό, ἀπό ροῦχα, ἀπό θέρμανσι καί σ'ὅλη τήν ζωή του τρέχει γι'αὐτά. Κατόπιν ἡ πτωχεία τόν τραβᾶ καθημερινά ἀπό τό ροῦχο του, ἡ ἀσθένεια δέν τόν ἀφήνει νά ἐξέλθη ἐνίοτε ἀπό τό σπίτι του, οἱ στενοχώριες καί οἱ πειρασμοί  τόν βασανίζουν πάντοτε. Παρ' ὅλα αὐτά ἐμεῖς δέν ξεχνᾶμε ἕνα μόνο πρᾶγμα: ῞Οτι δέν ἠμποροῦμε νά ζήσουμε οὔτε μία στιγμή χωρίς τόν Κύριο, μακριά ἀπ' Αὐτόν, μακριά άπό τήν 'Εκκλησία, ἀπό τά ῞Αγια Μυστήρια,  ἀπό τόν ἱερέα. Δέν ἠμποροῦμε νά ζήσουμε χωρίς μετάνοια καί καλά ἔργα. Δέν ἠμποροῦμε νά ζήσουμε χωρίς προσευχή, νηστεία καί ἀγάπη. Συνεπῶς, ἄς μετανοοῦμε καί ἄς κοπιάζουμε νά συναντᾶμε τόν Κύριο. Νά Τόν περιμένουμε στήν 'Εκκλησία, νά Τόν συναντοῦμε στίς καρδιές τῶν συνανθρώπων μας, νά Τόν ἀνευρίσκουμε στήν κάμαρα τῶν καρδιῶν μας. Καί ἀφοῦ θά συναντήσουμε τόν 'Ιησοῦ Χριστό, θά αἰσθανθοῦμε μεγάλη χαρά καί θά κράξωμε μαζί μέ τόν Δίκαιο Συμεών: <Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλον Σου, Δέσποτα, κατά τό ρῆμα Σου ἐν εἰρήνῃ, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν Σου> 'Αμήν. 

Μέ τήν εὐλογία τοῦ πατρός Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου