Κυριακή 21 Νοεμβρίου 2021

Ἡ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεό, πάνω ἀπ’ ὅλα!

Πολὺ λόγος, καλοί μου φίλοι, γίνεται σήμερα γιὰ τὴν ἀγάπη. Κι αὐτὸ δείχνει καθαρὰ ὄχι μόνο ὅτι αὐτὴ εἶναι σπουδαία, μοναδικὴ καὶ ἐξαιρετικὰ ἀπαραίτητη στὴ ζωή μας (εἴμαστε πλασμένοι, γιὰ νὰ μᾶς ἀγαποῦν καὶ γιὰ νὰ ἀγαπᾶμε), ἀλλὰ καὶ ὅτι πραγματικὰ αὐτὴ πολύ μᾶς λείπει! Καὶ τί δὲν κάνουμε, γιὰ τὴν βροῦμε καὶ νὰ τὴν ἀπολαύσουμε! Δὲν χρειάζεται νὰ πεῖ κανεὶς πολλὰ ἐπ’ αὐτοῦ, ἀρκεῖ νὰ σκεφθεῖ τὸ τί γίνεται σήμερα στὰ λεγόμενα «κοινωνικὰ δίκτυα». Ὁ πόθος γιὰ φίλους καὶ ἡ ἐπικοινωνία μαζί τους, ἔστω καὶ ἠλεκτρονικά, εἶναι ἡ ἀποκάλυψη αὐτοῦ!

Ὅμως δὲν θὰ βροῦμε πουθενὰ τὴν ἀγάπη, ἂν δὲν προηγηθεῖ ἡ δική μας ἀγάπη πρὸς τὸν Θεό. Αὐτὴ ἐξασφαλίζει ὅλες τὶς γνήσιες ἀγάπες. Αὐτὴ γεμίζει τὴν ψυχή μας. Αὐτὴ ἐξασφαλίζει πλέρια καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρὸς ἐμᾶς. Εἶναι, ὅπως θὰ λέγαμε, ἡ λυδία λίθος στὸ θέμα. Κι ἂς πάρουμε τὰ πράγματα μὲ τὴ σειρά τους, γιὰ νὰ δοῦμε τὸ γιατί …

* * *

Ὅταν ὁ Χριστὸς ρωτήθηκε ποιὰ εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἐντολὴ στὸ νόμο, Ἐκεῖνος ἀπάντησε ὡς ἑξῆς: «Νὰ ἀγαπᾶς τὸν Κύριο τὸν Θεό σου μὲ ὅλη τὴν καρδιά σου, μὲ ὅλη τὴν ψυχή σου καὶ μὲ ὅλο τὸ νοῦ σου. Αὐτὴ εἶναι ἡ πρώτη καὶ ἡ πιὸ μεγάλη ἐντολή. Δεύτερη, ἐξίσου σπουδαία μὲ αὐτήν: Νὰ ἀγαπᾶς τὸν πλησίον σου, ὅπως τὸν ἑαυτό σου. Σ’ αὐτὲς τὶς δύο ἐντολὲς συνοψίζονται ὅλος ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆτες» (Ματθ. 22, 37-40) Βλέπουμε, λοιπὸν ἐδῶ, ὅτι πρώτη καὶ πάνω ἀπ’ ὅλες τὶς ἐντολὲς εἶναι ἡ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεό.

Ἐπιπλέον ὁ Χριστὸς τονίζει καὶ τὸ ἑξῆς: «Ὅποιος ἀγαπάει τὸν πατέρα του ἢ τὴ μητέρα του παραπάνω ἀπὸ μένα, δὲν εἶναι ἄξιος γιὰ μαθητής μου. Κι ὅποιος ἀγαπάει τὸ γιό του ἢ τὴν κόρη του παραπάνω ἀπὸ μένα δὲν εἶναι ἄξιος γιὰ μαθητής μου» (Ματθ.10,37). Δηλαδὴ θέλει ἡ ἀγάπη μας πρὸς Αὐτὸν νὰ εἶναι πάνω καὶ ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν οἰκογένειά μας καὶ τὰ προσφιλῆ μας πρόσωπα. Πόσο μᾶλλον ἀπὸ τόσους ἄλλους καὶ τόσα ἄλλα ποὺ ἀγαπᾶμε τόσο πολὺ σήμερα, φθάνοντας ἀκόμη καὶ σ’ αὐτὴν τὴν εἰδωλολατρία!!

Νὰ γιατί λέει ὁ Ψαλμῳδός: «Θὰ σὲ ἀγαπήσω, Κύριε, ἐσένα ποὺ εἶσαι ἡ δύναμή μου, ἡ σταθερότητά μου, τὸ καταφύγιο καὶ ἡ σωτηρία μου» (Ψαλμ. 17,2).

Ὑπέροχες εἶναι ἐπ’ αὐτοῦ καὶ οἱ ἑξῆς παρατηρήσεις τοῦ ἱ. Χρυσοστόμου: «Παρακαλῶ, νὰ μιμηθοῦμε τὸν Προφήτη ποὺ λέγει: «Κόλλησε ἡ ψυχή μου πίσω σου» (Ψαλμ. 62,8). Πρόσεχε τί λέγει, «κόλλησε ἡ ψυχή μου». Δὲν εἶπε ἁπλῶς, «ἄγγιξε», ἀλλὰ «κόλλησε». Καὶ πάλι, «Σὲ δίψασε ἡ ψυχή μου» (Ψαλμ. 62,2). Δὲν εἶπε ἁπλῶς «Σὲ πόθησε», ἀλλὰ «Σὲ δίψασε», γιὰ νὰ δείξει μ’ αὐτὲς τὶς λέξεις τὸν σφοδρὸ πόθο. Καὶ πάλι, «κάρφωσε μὲ τὸν ἅγιο φόβο σου τὶς σάρκες μου» (Ψαλμ. 118,120). Θέλει δηλαδὴ νὰ εἴμαστε τόσο προσκολλημένοι σ’ Αὐτὸν καὶ συνδεδεμένοι, ὥστε ποτὲ νὰ μὴ Τὸν ἀποχωριζόμαστε».

Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης τονίζει: «Ἡ ἀγάπη καὶ ὁ φόβος τοῦ Κυρίου εἶναι τὸ πρῶτο κεφάλαιο τοῦ νόμου».

* * *

Ὅμως γιατί ἡ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεὸ τοποθετεῖται πάνω ἀπ’ ὅλα; Νὰ ἕνα ὡραῖο ἐρώτημα. Εἶναι πάρα πολλοὶ οἱ λόγοι. Δέστε …

Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης θὰ μᾶς πεῖ ὅτι ἔτσι «ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γίνεται ἡ δύναμη ἐκείνου ποὺ ἀγαπᾶ». Δηλαδὴ μὲ τὴν ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεό, προσελκύουμε ἀκόμη περισσότερο τὴν ἀγάπη Του πρὸς ἐμᾶς κι αὐτὴ τελικὰ γίνεται ἡ ἴδια ἡ δύναμή μας. Κι αὐτό, ὅπως ὁ ἴδιος πάλι τονίζει ἐπειδὴ «ἡ ψυχὴ ποὺ προσ­κολλᾶται στὸν Κύριο γίνεται μαζί Του ἕνα Πνεῦμα». Κάτι ποὺ θυμίζει τοῦτο τὸ λόγο τοῦ Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστῆ Ἰωάννη: «Ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη. Κι ὅποιος ζεῖ μέσα στὴν ἀγάπη, ζεῖ μέσα στὸν Θεὸ καὶ ὁ Θεὸς μέσα σ’ Αὐτὸν» (Α΄ Ἰω. 4,16)

Ὁ Ἅγιος Μάξιμος Ὁμολογητὴς θὰ μᾶς πεῖ ὅτι «αὐτὸς ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Θεό, ζεῖ ἀγγελικὴ ζωή πάνω στὴ γῆ». Ναί! Γιατί τότε ζεῖ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι τὸ δικό του. Τότε μπορεῖ καὶ λέει φράσεις σὰν αὐτές: «Ὅ,τι θέλεις Θεέ μου, θέλω καὶ γιατί τὸ θές, τὸ θέλω». Ἐξάλλου τὸ «ἀγαπῶ τὸν Θεό», αὐτὸ ἀκριβῶς σημαίνει: Θέλω ὅ,τι θέλει Ἐκεῖνος!

Ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας θὰ μᾶς πεῖ ὅτι «αὐτὸς ποὺ στηρίζεται στὸν Θεὸ καὶ δὲν θεωρεῖ τίποτα καλύτερο ἀπ’ τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἀγάπη σ’ Αὐτὸν καὶ διαπρέπει μὲ τὸ σύνολο τῆς ἀγαθοεργίας του, αὐτὸς θὰ εἶναι ὁ κληρονόμος τῆς γῆς ποὺ ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιὰ τοὺς Ἁγίους». Γι’ αὐτὸ καί, ὅπως πάλι τονίζει ὁ ἴδιος, «ὁ Θεὸς δοξάζει αὐτοὺς ποὺ Τὸν ἀγαποῦν». Καὶ δὲν ὑπάρχουν περισσότερο δοξασμένοι ἄνθρωποι ἀπὸ τοὺς Ἁγίους, ξέρετε.

Ἔπειτα, ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἀλεξανδρείας τονίζει καὶ τοῦτο ἀκόμη: «Κάθε τι τὸ μεγάλο καὶ ἀξιάκουστο ποὺ ἔχουμε, προέρχεται ὁπωσδήποτε ἀπ’ τὴν ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἀδελφούς μας».

Καὶ δὲν εἶναι μόνον αὐτά. Ὅπως πάλι ὁ ἴδιος ἀναφέρει «ὁ Θεὸς τῶν ὅλων ὑπόσχεται σ’ αὐτοὺς ποὺ Τὸν ἀγαποῦν πολλὲς φορὲς πρά-γματα ἀνέλπιστα». Ὅτι «εἶναι ἄξιοι τῆς ἐπιβλέψεως τοῦ Θεοῦ ἐκεῖνοι ποὺ Τὸν ἀγαποῦν». Καὶ ὅτι «ὁ Θεὸς δὲν ἀφήνει ἔξω ἀπὸ τὴν πρόνοιά Του αὐτοὺς ποὺ Τὸν σέβονται».

Ναί, ὅλα αὐτά! Δηλαδὴ συμβαίνει αὐτὸ ποὺ τονίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Εἴμαστε βέβαιοι ὅτι, ἂν ἀγαπᾶ κανεὶς τὸν Θεό, ὁ Θεὸς κάνει τὰ πάντα νὰ συντελοῦν γιὰ τὸ καλό του» (Ρωμ. 8,28).

Νὰ γιατί τονίζει καὶ πάλι ὁ ἱ. Χρυσόστομος: «Δὲν εἶναι δυνατόν, ἂν ἀγαπᾶμε τὸν Θεό, νὰ νοιώσουμε ντροπή. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ πέσουμε ἔξω. Δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐγκαταλειφθοῦμε ἀπὸ Ἐκεῖνον ποὺ ἀγαπᾶμε»

Ἐπιπλέον δὲν ὑπάρχει γνήσια καὶ τέλεια ἀγάπη πρὸς τὸν συνάνθρωπο, ἂν δὲν ὑπάρχει ἡ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεό. Ἢ γιὰ νὰ ποῦμε διαφορετικά, ἐὰν ὑπάρχει πρά-γματι ἡ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεό, τότε αὐτὴ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ μὴ ἐπεκταθεῖ καὶ πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Καὶ ὄχι μόνο σ’ αὐτούς, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλα τὰ δημιουργήματά Του.

Τονίζει ὁ Ἀββᾶς Δωρόθεος: «Ὅσο οἱ ἄνθρωποι πλησιάζουν τὸν Θεό, πλησιάζουν καὶ μεταξύ τους. Καὶ ὅσο πλησιάζουν μεταξύ τους, τόσο πλησιάζουν τὸν Θεό». Εἶναι θὰ λέγαμε ὅπως ὁ κύκλος. Ὅσο πηγαίνουμε ἀπὸ τὴν περιφέρεια πρὸς τὸ κέντρο, τὸν Θεὸ δηλαδή, τόσο πλησιάζουμε καὶ μεταξύ μας. Κι ὅσο ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὸν Θεό, τὸ κέντρο δηλαδή, τόσο ἀπομακρυνόμαστε καὶ μεταξύ μας.

Ναί, εἶναι πολὺ σοφὸ καὶ αὐτὸ ποὺ εἶπαν: «Ὅταν δὲν ἀγαπᾶς τὸν Θεὸ παραπάνω ἀπ’ τὸν ἑαυτό σου, δὲν θ’ ἀγαπήσεις καὶ τὸν πλησίον σου ὅσο τὸν ἑαυτό σου. Ὅταν δὲν ἀγαπᾶς τὸν πλησίον σου ὅσο τὸν ἑαυτό σου, δὲν ἀγαπᾶς καὶ τὸν Θεὸ παραπάνω ἀπ’ τὸν ἑαυτό σου».

Ὅπως καὶ νὰ τὸ κάνουμε ἡ ἀγάπη μας πρὸς τὸν Θεὸ ὁπωσδήποτε μᾶς ἁγιάζει. Τονίζει ὁ Ἅγιος Πορφύριος: «Ἐκεῖνο ποὺ κάνει ἅγιο τὸν ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ λατρεία πρὸς τὸν Χριστό». Κάτι ποὺ θυμίζει τοῦτο τὸ λόγο τοῦ ἁγίου Γέροντα π. Εὐμενίου Σαριδάκη: «Νὰ λὲς στὴν προσευχή σου, Χριστέ μου θέλω νὰ ἀλλάξω, ἀλλὰ δὲν ἀλλάζω, γιατί σὲ θέλω λίγο. Βοήθα με νὰ Σὲ θέλω πιὸ πολὺ Χριστέ μου». Ἐξάλλου, κατὰ τὸν ἱ. Χρυσόστομο, «ὅταν ἡ ἀγάπη γιὰ τὸν Χριστὸ γίνεται πολὺ δυνατή, ἐξαφανίζει καὶ διώχνει ἀπ’ τὸν ἄνθρωπο κάθε εἶδος ἁμαρτίας».

* * *

Μετὰ ἀπ’ ὅλα αὐτά, μποροῦμε νὰ καταλάβουμε γιατί ὁ Θεὸς θέλει νὰ Τὸν ἀγαπᾶμε. Ἐπειδὴ πραγματικὰ μᾶς ἀγαπάει καὶ μόνον ἔτσι μποροῦμε νὰ ἀπολαύσουμε καὶ τὸν Ἴδιο καὶ ὅ,τι ἀπορρέει ἀπὸ Αὐτόν.

Ὁ Μέγας Βασίλειος τονίζει παραστατικὰ ἐπ’ αὐτοῦ: «Τὸν Δημιουργό μας, κι ἂν δὲν γνωρίζαμε τὴ φύση Του ἀπ’ τὴν ἀγαθότητά Του, καὶ μόνο ἀπ’ τὸ ὅτι ἔχουμε δημιουργηθεῖ ἀπὸ Αὐτόν, ὀφείλουμε νὰ Τὸν ἀγαπᾶμε ἐξαιρετικὰ καὶ νὰ Τὸν λατρεύουμε καὶ νὰ πέφτουμε μὲ τὴ μνήμη μας συνεχῶς πάνω Του, ὅπως πέφτουν τὰ νήπια πάνω στὶς μητέρες τους».

Καὶ τί παράξενο! Σ’ αὐτὸν ποὺ προσπαθεῖ νὰ ἀγαπάει τὸν Θεὸ ὅσο γίνεται, ὅλο καὶ τοῦ ἀποκαλύπτεται Ἐκεῖνος! Κι εἶναι τέτοια ἡ εὐλογημένη ἀλλοίωση ποὺ δέχεται μέσα του ἀπ’ αὐτή του τὴν ἀγάπη, ὥστε στὸν Θεὸ πάνω ἀπ’ ὅλα νὰ εὐχαριστεῖται. Σὲ κανένα καὶ σὲ τίποτε ἄλλο!

Ἀλλὰ τὸ θέμα αὐτὸ εἶναι πραγματικὰ πολὺ μεγάλο καὶ εἶναι ἀνάγκη νὰ συνεχίσουμε…

Κ. Γ. Παπαδημητρακόπουλος