τοῦ Ἰωάννου Μηλιώνη, ἐκπαιδευτικοῦ, μέλους τῆς Π.Ε.Γ.
Γιά πέμπτη συνεχῆ ἑβδομάδα ἀσχολούμεθα μέ τήν συντονισμένη προσπάθεια τῆς Σαηεντολογίας (Κέντρον Ἐφηρμοσμένης Φιλοσοφίας Ἑλλάδος, ΚΕΦΕ, 1983-1996) καί τῶν «συμμάχων» της, ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας μας καί εἰδικά τοῦ τότε Γραμματέως τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς ἐπί τῶν Αἱρέσεων, π. Ἀντωνίου Ἀλεβιζοπούλου.
Εἰδικά, ὁ Τάκης Ἀλεξίου, κατά δήλωσή του δερβίσης καί σεΐχης τοῦ τάγματος τῶν Μεβλεβί καί Μπεκτασί, ὑπῆρξε συντονιστή τῆς προσπάθειας.
Ὅπως ἤδη ἀναφέραμε[1]: «Ἕνα ἀπό τά ἔγγραφα πού κατασχέθηκαν τό 1995 περιλαμβάνει ἀναφορά τοῦ τότε Διευθυντῆ Εἰδικῶν Ὑποθέσεων τῆς Σαηεντολογίας, Ἠλία Γρατσία στά εὐρωπαϊκά ἀρχηγεῖα στήν Δανία ὅπου ἀναφέρει "τά καλά νέα εἶναι ὅτι μετά ἀπό παρέμβαση τῆς CIA ἔκλεισε τό τμῆμα τῆς Ἑλληνικῆς Ὑπηρεσίας Πληροφοριῶν σχετικά μέ Νέες Θρησκευτικές Κινήσεις [ἔτσι χαρακτηρίζουν τήν ὀργάνωσή τους] καί ἀπολύθηκε τό προσωπικό". Αὐτό ἔγινε ἐπί θητείας Βασιλακόπουλου, μέ ἐμπλοκή τοῦ σημαντικότατου συμμάχου τῆς Σαηεντολογίας κ. Τάκη Ἀλεξίου, ὁ ὁποῖος ἦταν πρόεδρος τῆς "Πανελλήνιας Ἱστορικῆς καί Φιλοσοφικῆς Ἑταιρίας ἐνάντια στήν ξενοφοβία καί τόν ρατσισμό" (ΠΑΝΙΦΕ) παρουσιάζοντας τόν ἑαυτό του ὡς δερβίση τοῦ τάγματος τῶν Μεβλεβί καί τῶν Μπεκτασί μέ ἕδρα τήν Κομοτηνή. Ὁ κ. Ἀλεξίου ἔκανε παρόμοια παρέμβαση καί κατάφερε νά κλείσει καί τό ἀντίστοιχο τμῆμα τῆς Κρατικῆς Ἀσφάλειας ἀπό τόν κ. Βαλυράκη.
Ἀλλά ἄς κάνουμε ἕνα μικρό διάλειμμα γιά νά μελετήσουμε ποιοί εἶναι οἱ Μεβλεβί καί οἱ Μπεκτασί καί γενικά τί εἶναι οἱ Σούφι (δερβίσηδες), «ἐκλεκτό μέλος» τῶν ὁποίων ἰσχυρίζεται ὅτι ὑπῆρξε ὁ Ἀλεξίου καί οἱ δυό ὀργανώσεις του: «Ἑλληνική Ἐπιτροπή Ρούμι» καί «Πανελλήνια Ἱστορική καί Φιλοσοφική Ἐταιρία» (ΠΑΝ.Ι.Φ.Ε.).
Μέ τόν ὅρο Σούφι ἐννοοῦμε ἐκεῖνες τίς πρῶτες ἀσκητικές κοινότητες τοῦ Ἰσλάμ, οἱ ὁποῖες ἐγκατέλειψαν τά ἐγκόσμια, πρεσβεύοντας ὅτι «τό ἀνθρώπινο πεπρωμένο ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἀνεξιχνίαστη θέληση τοῦ Θεοῦ»[2]. Σέ αὐτές τίς κοινότητες ἐπικράτησε ἀρχικά τό ἀσκητικό στοιχεῖο τοῦ μυστικισμοῦ· μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου ὁ ἀσκητισμός θεωρήθηκε ὡς προκαταρκτικό στάδιο γιά τήν ἀπόκτηση τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἐνῶ στή συνέχεια ὁ μυστικισμός πῆρε τήν θέση τοῦ ἀσκητισμοῦ ὡς στόχος καί ἐπιδίωξη. Οἱ κοινότητες τῶν Σούφι ἐπηρεάστηκαν ἄμεσα ἀπό τίς ἀρχαιότερες παραδόσεις καί φιλοσοφίες τῆς Ἀνατολῆς καί τῆς λεκάνης τῆς Μεσογείου, ὡς ὁ Νεοπλατωνισμός, ὁ Γνωστικισμός, ὁ Βουδισμός καί ὁ Χριστιανισμός. Ὅλες αὐτές οἱ διδασκαλίες ἔπαιξαν τό ρόλο τους στήν τελική διαμόρφωση τῆς σουφικῆς διδασκαλίας, ἀφοῦ σύμφωνα μέ τούς Σούφι -καί ἀντίθετα μέ τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας- «ὅλες οἱ Παραδόσεις ὁδηγοῦν στήν μία καί μόνη Ἀλήθεια».
Ἡ κίνηση τῶν Σούφι ἐπηρεάσθηκε ἀπό τήν χριστιανική ἀσκητική παράδοση ἡ ὁποία ἤκμαζε τότε σέ Συρία, Μεσοποταμία καί Περσία. Ἀπό τούς χριστιανούς ἀσκητές, ὀρθόδοξους ἤ μονοφυσίτες (ραχίμπ) ἔλαβαν καί τόν μάλλινο ἁπλό χιτώνα (Şũfî), ὁ ὁποῖος ἔγινε τό χαρακτηριστικό τους διακριτικό καί ἀπό τόν ὁποῖο ἔλαβαν τήν ὀνομασία τους· ἐπίσης, τήν πρακτική τῆς προσευχῆς καί τούς κανόνες τῆς ἄσκησης.
Ἀπό τό νεοπλατωνισμό, οἱ Σούφι ἔλαβαν τίς ἀρχές τῆς γνώσης, τῆς φώτισης καί τῆς ἔκστασης. Ἀπό τό γνωστικισμό, τίς περί φωτός καί σκότους ἀντιλήψεις. Τέλος ἀπό τόν Βουδισμό, τήν ἀρχή τοῦ ὑψίστου σκοποῦ τῶν Σούφι -τήν «φανά»-, πού εἶναι ἡ ἰδέα γιά τήν «ἐξάλειψη τοῦ ἀτομικοῦ ἐγώ στό καθολικό Ὄν», τόν θεό, ἔννοια ἀνάλογη μέ τή βουδιστική Νιρβάνα.
Ἡ θεμελιώδης παραδοχή τοῦ Ἰσλάμ -ἀντίθετη ἀπό τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας- ὅτι αὐτό πού χωρίζει χριστιανούς καί μουσουλμάνους δέν εἶναι ὁ διαφορετικός θεός, ἀφοῦ εἶναι ὁ ἴδιος γιά ὅλους, ἀλλά ἡ ἀποδοχή ἤ μή τοῦ θελήματός του, ὅπως αὐτό ἀποκαλύφθηκε στόν Μωάμεθ καί περιέχεται στό Κοράνιο[3], ὑποστηριζόταν φυσικά ἀπό ὅλους τούς μουσουλμάνους· στήν πράξη, ὡστόσο, ἦταν οἱ μυστικιστές δερβίσηδες, τά μέλη τῶν σουφικῶν ταγμάτων, πού τή διέδωσαν εὐρύτερα. Τό ρεῦμα τοῦ σουφισμοῦ, τό ὁποῖο γνώρισε τεράστια διάδοση σέ ὅλο τόν ἰσλαμικό κόσμο ἀπό τόν 12ο αἰώνα κι ἑξῆς, ἔπαιξε κυρίαρχο ρόλο στόν προσηλυτισμό πληθυσμῶν ἔξω ἀπό τά ὅρια τοῦ ἰσλαμικοῦ πολιτικοῦ-στρατιωτικοῦ χώρου. Ἡ δράση τῶν σουφικῶν ταγμάτων στή Μικρά Ἀσία καί στά Βαλκάνια ἦταν πολυσχιδής καί ἡ συμβολή τους στήν προώθηση τοῦ Ἰσλάμ κυριολεκτικά καταλυτική. Θρυλικές μορφές δερβίσηδων, ὅπως ὁ Χατζή-Μπεκτάς (Hacı Bektaş), στοχαστῶν καί λόγιων, ὅπως ὁ Τζελαλεντίν Ρουμί (Celaleddin Rumi) ἤ θερμόαιμων καί παρορμητικῶν ὅπως ὁ Σαρί Σαλτούκ (Sari Saltuk), προώθησαν τόν προσηλυτισμό καί λατρεύτηκαν ὡς ἅγιοι.
Πέρα ἀπό τούς δερβίσηδες -πού μόνοι τους ἤ μέ τούς μαθητές τους περιόδευαν σέ πόλεις καί χωριά- καί οἱ ἐγκαταστάσεις (τεκέδες ἤ ζαβιγιέδες) τῶν διαφόρων ταγμάτων ἦταν ἀπό τήν ἀρχή κέντρα λατρείας, διδαχῆς καί προσηλυτισμοῦ. Οἱ δερβίσηδες καί τά θρησκευτικά ἱδρύματά τους ἔπαιξαν κομβικό ρόλο στή διάδοση τοῦ Ἰσλάμ.
Τά διάφορα τάγματα, ἰδιαίτερα τό τάγμα τῶν μπεκτασήδων, πού ἐνσωμάτωναν στίς πεποιθήσεις καί τίς θρησκευτικές τους πρακτικές τόν σεβασμό πρός τόν Ἰησοῦ, τήν Παναγία καί χριστιανούς ἁγίους, καθώς καί στοιχεῖα ἀπό τή χριστιανική λαϊκή παράδοση, ἐνθάρρυναν τόν συγκρητισμό, διευκόλυναν τό πέρασμα ἀπό τόν χριστιανισμό στό Ἰσλάμ καί παράλληλα, διευκόλυνε τήν ἀνάπτυξη κοινῶν λατρευτικῶν πρακτικῶν καί ἀντιλήψεων γιά τή θρησκεία καί τήν ταυτότητα. Συχνά δέν ἦταν ἀπαραίτητη ἡ μουσουλμανική ἰδιότητα γιά νά ἀνήκει κανείς στίς τάξεις ἑνός σουφικοῦ τάγματος. Στά Βαλκάνια, ἡ μπεκτασική ἰδιότητα μποροῦσε νά ἀνοίγει τόν δρόμο γιά συμμετοχή σέ κυκλώματα πού, παράλληλα μέ τά συγγενικά, ἰσχυροποιοῦσαν τήν κοινωνική θέση.
Ἀντίθετα, τόσο στά Βαλκάνια ὅσο καί στόν Πόντο, οἱ περιοχές μέ τά μεγάλα ὀρθόδοξα μοναστήρια, πού συνέχιζαν τήν προσφορά τους στούς χριστιανικούς πληθυσμούς, περιόριζαν τήν ἐπιρροή τῶν δερβίσηδων.
Οἱ Ὀθωμανοί Σουλτάνοι κατέφευγαν κατά καιρούς στή βοήθεια τῶν Σούφι δασκάλων εἰδικά τοῦ τάγματος τῶν μεβλεβήδων. Ἀπό τόν Μωάμεθ τόν Πορθητή ὡς τόν Μαχμούτ Β’ καί τόν Ἀβδούλ Χαμίτ, οἱ δερβίσηδες αὐτοί ἔχαιραν ἰδιαίτερης ἐκτίμησης στήν ὀθωμανική αὐλή. Στά χρόνια τοῦ Μαχμούτ Β’ (1808) καί μέχρι τήν κατάργηση τοῦ σουλτανάτου, οἱ μεβλεβῆδες δερβίσηδες ἀναβαθμίσθηκαν σέ σχέση μέ τούς μπεκτασῆδες, παραδοσιακούς προστάτες τοῦ στρατοῦ τῶν γενιτσάρων.
Γενικά, ἡ «Ὑψηλή Πύλη» χρησιμοποιοῦσε τούς δερβίσηδες γιά πολιτική διείσδυση ἐνθαρρύνοντάς τους, ὅταν δροῦσαν προσηλυτιστικά πρός τούς χριστιανικούς πληθυσμούς ἐντός καί ἐκτός ἐπικράτειας, ἐνῶ ἄλλοτε τούς ἀντιμετώπιζε ἐχθρικά κατηγορώντας τους γιά ἀλλοίωσης τῆς πίστης τῶν Μωαμεθανῶν, μέχρι πού τό νεοτουρκικό κράτος, μετά τήν ἐπικράτηση τοῦ Κεμάλ Ἀτατούρκ, ἀντιμετώπισε τά μοναστικά τάγματα τοῦ Ἰσλάμ ὡς μεσαιωνικές ὀργανώσεις καί προχώρησε μέ τόν νόμο τῆς 30/11/1925 στή διάλυσή τους.
Κάτι ἀντίστοιχο πραγματοποιεῖται καί σήμερα σέ θέματα «ἐλευθερίας διακίνησης τῶν ἰδεῶν» σέ διεθνές ἐπίπεδο. Τά μεγάλα κράτη, σέ μία προσπάθεια πολιτικοκοινωνικής ἐπιρροῆς καί διείσδυσης στά μικρότερα κράτη, ἀκολουθοῦν πάγια τό παραπάνω μοντέλο. Λαμπρό παράδειγμα, ἡ Σαηεντολογία, πού γενικά «ἐδιώκετο» στίς Η.Π.Α. ἀπό τό F.B.I. Ἐκτός Η.Π.Α., τό Στέϊτ Ντιπάρτμεντ, στίς ἐτήσιες ἐκθέσεις του γιά τά «ἀνθρώπινα δικαιώματα» ἐπικρίνει π.χ. τήν πρακτική τῆς Γερμανίας πού θέτει ὑπό ἐπιτήρηση τήν «Ἐκκλησία τῆς Σαηεντολογίας».
Σήμερα ὁ σουφισμός ἔχει διαδοθεῖ καί στή Δύση· κατ’ ὄνομα ὅμως σουφισμός, καθῶς ἔχουν παρεισφρήσει μασονικά καί νεοεποχίτικα στοιχεῖα.
Ἡ συνέχεια στό ἑπόμενο...
Τὰ περιεχόμενα τοῦ ἐν λόγῳ ἄρθρου ἐκφράζουν θέσεις ἐκκλησιαστικὲς καὶ ἀντιαιρετικές καὶ δὲν ἔχουν τὴν πρόθεση νὰ προσβάλουν τὴν τιμὴ καὶ τὴν ὑπόληψη κανενός, τὶς ὁποῖες δηλώνουμε ὅτι σεβόμεθα δεόντως.