Ἡ κατανυκτικὴ θεία Λειτουργία ἔλαβε τέλος. Τὸ «Δι’ εὐχῶν» ὅμως δὲν ἀκούγεται. Ὁ παπα– Μᾶρκος βγαίνει στὴν Ὡραία Πύλη, ἀλλὰ δὲν κάνει ἀπόλυση.
-Σήμερα, ἀδελφοί μου, ἔχουμε τὸ τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο τοῦ μακαριστοῦ ἐνορίτου μας Α…… Καλὸ εἶναι, ὅπως κάθε φορά σὲ ἀνάλογη περίπτωση, νὰ παραμείνει στὸ ναὸ ὅλο τὸ ἐκκλησίασμα κατὰ τὴν τέλεση τοῦ μνημοσύνου. Ἡ ὁλόθερμη συμπαράσταση στὴν οἰκογένεια τοῦ ἐκλιπόντος καὶ ἡ προσευχὴ ὅλων μας γιὰ τὴν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς του εἶναι καθῆκον μας καὶ ὑπακοὴ στὴν ἱερὴ προτροπὴ «χαίρειν μετὰ χαιρόντων καὶ κλαίειν μετὰ κλαιόντων», νὰ συμμετέχουμε δηλαδὴ στὴ χαρὰ καὶ στὴ λύπη τῶν συνανθρώπων μας.
Ποιὸς μπορεῖ νὰ ἀντισταθεῖ σὲ αὐτὴ τὴν εὐγενῆ πρόσκληση; Δὲν κουνήθηκε κανείς. Κανεὶς δὲν ἔκανε βῆμα πρὸς τὴν ἔξοδο. Ὅλοι συμμετεῖχαν στὸ μνημόσυνο. Κι αὐτὸ εἶχε γίνει συνήθεια στὸν ἅγιο Γεώργιο, νὰ συμπροσεύχεται τὸ πλήρωμα τῆς ἐκκλησίας γιὰ τὴν ψυχὴ «τοῦ ἐκλιπόντος».
Τὸ ἴδιο βράδυ ὁ ἅγιος Γιώργης ντύθηκε στὰ γιορτινά του. Χαμόγελα, χαιρετοῦρες, κόσμος κομψοντυμένος. Ὁ παπα–Μᾶρκος μὲ τὸν συνεφημέριό του θὰ τελέσει τὸ μυστήριο τοῦ Γάμου. Ἡ χαρούμενη ἀτμόσφαιρα ἀντανακλᾶ στὸ πρόσωπό του. Δύο νέα παιδιὰ ξεκινοῦν ἀνταμωμένα τὸν κοινὸ ἀγώνα γιὰ τὴ δημιουργία οἰκογένειας καὶ γιὰ κοινὴ πορεία γιὰ ὁλοκλήρωση, γιὰ τὸ «καθ’ ὁμοίωσιν». Ἐδῶ συμμετέχει στὴ χαρά. Ἐδῶ συναγάλλεται. Διαβάζει τὶς ἱερὲς εὐχές, εὐλογεῖ τὸ ζευγάρι καὶ τοὺς ἀπευθύνει πατρικὰ λόγια:
«Ἡ ἡμέρα αὐτή, ἀγαπητά μας παιδιά, εἶναι σταθμὸς στὴ ζωή σας. Σᾶς εὐχόμεθα μακροημέρευση, εὐτυχία καὶ δύναμη στὸν κοινό σας ἀγώνα. Στοὺς δύσκολους σημερινοὺς καιρούς, ποὺ γίνεται προσπάθεια νὰ καταργηθεῖ τὸ μυστήριο (ὑπαινιγμὸς γιὰ τὸν πολιτικὸ γάμο), ὅταν οἱ νέοι προσέρχονται στὴν Ἐκκλησία, γιὰ νὰ εὐλογηθοῦν γιὰ τὸν ἔγγαμο βίο τους, δὲν κάνουν τίποτε ἄλλο παρὰ νὰ ἐπιβεβαιώνουν τὴ σταθερή τους προσήλωση στὶς παραδόσεις μας καὶ τὴν Ὀρθοδοξία. Εἶναι ὁμολογία Πίστεως».
Τὸν συγκινοῦσε ἡ παράδοση. Τὸν ἔθελγε ἡ Ὀρθοδοξία. Καὶ ἤθελε νὰ περάσει τὴν ἱερὴ παρακαταθήκη στὴ νέα γενιὰ μὲ τὴ γλυκύτητα ποὺ τὸν διέκρινε, μὲ τὴν ἁπλότητα τῆς καρδιᾶς του.
Αὐτὸ τὸ ρητὸ «χαίρειν μετὰ χαιρόντων καὶ κλαίειν μετὰ κλαιόντων» τὸ ἐπαναλάμβανε συχνά. Ἦταν ἀπὸ τὰ πιὸ προσφιλῆ του. Κι αὐτὸ δὲν ἦταν σχῆμα λόγου. Τὸ ἔβλεπες στὸ πρόσωπό του, ποὺ ἔλαμπε. Τὸ ἔνιωθες πὼς διπλασιαζόταν ἡ χαρά σου, ὅταν τοῦ ἀνακοίνωνες κάτι εὐχάριστο, πού σοῦ συμβαίνει. Ἀντίθετα, τὸ ἔβλεπες στὸ πρόσωπό του, ποὺ ἔπεφτε μιά κουρτίνα καὶ σκέπαζε πρὸς στιγμὴν τὸν ἥλιό του, κι ἔνιωθες πὼς μοιραζόταν τὸ κλάμα σου, ὅταν τοῦ ἀνακοίνωνες κάτι δυσάρεστο.
Ἡ συμπαράσταση δὲν ἦταν μόνο συναισθηματική. Φαινόταν στὴν πράξη. Ἐκεῖνος, ποὺ εἶχε ἀπαρνηθεῖ τὶς κοσμικὲς ἐπιθυμίες, συμμετεῖχε σὲ ὅλες τὶς χαρούμενες ἐκδηλώσεις τῆς Κοινότητας Διονύσου, σὲ ὁμιλίες, σὲ παρουσίαση βιβλίου, στὶς γιορτὲς τῶν σχολείων γιὰ τὴ λήξη τοῦ σχολικοῦ ἔτους, γενικὰ ὅπου τὸν προσκαλοῦσαν.
Καὶ στὴ λύπη; Στὴν ἀνάγκη; Ἐκεῖ φαινόταν χειροπιαστὴ ἡ συμπαράστασή του τόσο ἡ ὑλικὴ ὅσο καὶ ἡ ἠθική. Δὲ ζοῦσε γιὰ τὸν ἑαυτό του. Μέσα στὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶναι τὸ σύνολο τῶν πιστῶν δηλαδὴ ἡ Ἐκκλησία, εἶχε συρρικνώσει αὐτοπροαίρετα τὶς δικές του ἀνάγκες. Καὶ συνέπασχε στὴ λύπη καὶ συμμετεῖχε στὴ χαρὰ μὲ τὰ ἄλλα μέλη τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Πραγματικὰ «ἔχαιρε μετὰ χαιρόντων καὶ ἔκλαιε μετὰ κλαιόντων».
Πραγματικὰ ἔλαμπε ἀπὸ χαρὰ ἐκείνη τὴν ἡμέρα.
ΕΛΕΝΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ – ΚΟΥΡΤΙΔΟΥ, «ΕΝΑΣ ΟΣΙΟΣ ΣΤΗ ΓΕΙΤΟΝΙΑ ΜΑΣ», Ὁ πατὴρ Μᾶρκος Μανώλης μὲ τὸ βλέμμα μιᾶς ἐνορίτισσας, τοῦ ἁγίου Γεωργίου Διονύσου, ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΤΥΠΟΥ» ΚΑΝΙΓΓΟΣ 10, 10677 ΑΘΗΝΑ 2019