«Δός μοι λόγον, Λόγε· μή σιγῶν
παρέλθης με…» (οἶκος Μ. Πέμπτης)
Αλήθεια! Τι είναι λόγος; Με την λέξη αυτή προσδιορίζεται ο έναρθρος λόγος μέσω του οποίου εκφράζεται η ενδιάθετη σκέψη. Πιο απλά λόγος είναι το λεγόμενο, το λαλούμενο, είναι η ομιλία που εξέρχεται από το στόμα με την συνδρομή της γλώσσας. Όμως· «Γίνου ταχύς ἐν ἀκροάσει σου καί ἐν μακροθυμίᾳ φθέγγου ἀπόκρισιν. Εἰ ἐστι σοι σύνεσιν, ἀποκρίθητι τῷ πλησίον· εἰ δέ μή ἡ χείρ σου ἔστω ἐπί στόματί σου» (Σοφ. Σειράχ 5,11). Οι λόγοι αυτοί μας ανακαλούν στην προσήκουσα τάξη. Αν υπάρχει σύνεση, μυαλό, ψυχική διάκριση και πνεύμα σωφροσύνης, να μιλήσουμε, όταν επιβάλλεται.
Εν κατακλείδι, λόγος επιτρέπεται, όταν δώσει άδεια και εντολή ο άγγελος. «Πορεύεσθε καί λαλεῖτε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ, πάντα τά ρήματα τῆς ζωῆς ταύτης» (Πραξ. 5,20). Κι όμως οι πλείστοι από εμάς προτρέχουν και προστρέχουν μελετώντας κενά. Κάποιος όμως συνηθίζει και μιλάει τελευταίος, γιατί είναι Θεός και δεν βιάζεται· ζυγίζει την σκέψη του με ακρίβεια και εν τέλει μακροθυμεί. Κρατώντας δε ρολόι το οποίο εμφανίζει ώρα καθυστερημένη κατά πολύ, σε σχέση με εκείνη του ανθρώπου, μιλάει τελευταίος και λέγει «Ἐγώ εἰμι Ἰησοῦς, ὅν σύ διώκεις» (Πραξ. 26,15). Γιατί η Δικαιοσύνη πάντοτε έχει τον τελευταίο λόγο, απαγγέλλοντας όμως κατηγορίες προς όλους μας και προβαίνει συν τοις άλλοις σε οδυνηρές εξώσεις. «Ἔξω οἱ κῦνες καί οἱ φαρμακοί καί οἱ πόρνοι καί οἱ φονεῖς καί οἱ εἰδωλολάτραι καί πᾶς ὁ φιλῶν καί ποιῶν ψεῦδος» (Αποκ. 22,15).
Ποιοι όμως στο παρελθόν προσεταιρίζονταν την ιδιότητα των λαλούντων πληθωρικά; Ποιοι ήταν οι πολυπράγμονες και οι σοφοί, ειδικά κατά την επίγειο πορεία του Χριστού; Φυσικά οι γραμματείς, οι φαρισαίοι, οι νομικοί. Οι δεινοί συζητητές. Οι ερμηνευτές και διδάσκαλοι του μωσαϊκού νόμου. Οι καθαροί τῇ καρδίᾳ και άμεμπτοι κατά την γνώμη τους και την προσωπική τους πεποίθηση. Αλλά κατά την γνώμη του Χριστού αυτοί ήταν φίδια και γεννήματα εχιδνών (Ματ. 23,33). Η δράση των γραμματέων και η επίδραση των φαρισαίων στην εν γένει ζωή του Ισραήλ διετηρήθη μέχρι το 70 μ. χ. οπότε… εξέλιπε. Έλειψαν αυτοί τότε, αλλά ο σπόρος τους διεσπάρη ανά την υφήλιο και καθότι είχε ισχύ ζιζανίου, ρίζωσε και άπλωσε σ’ όλη την άγονη και χέρσα γη δίνοντας τον δηλητηριώδη καρπό του μεταλλαγμένου φαρισαϊσμού, που εκτόπισε απόλυτα την πίστη του Τελώνη και των φτωχών. Έτσι κατέλαβαν όλες τις εκτάσεις και όλα τα εδάφη οι σύγχρονοι Ιησουίτες. Όλοι οι υποκριτές, οι ύπουλοι, οι δόλιοι, οι δήθεν πνευματικοί καθοδηγητές. Μάλλον οι των μύθων ποιητές. Όλοι οι συνωμότες και κατά κύριο λόγο κινηματίες, οι υποκινητές ταραχών ένεκα του σκοπού τους. Του σκοπού που αγιάζει τα μέσα. Διαβάζουμε το 10ο άρθρο στα πρωτόκολλα των σοφών της Σιών. «Αν δώσουμε στους λαούς τον χρόνο ν’ αναπνεύσουν, η ευνοϊκή στιγμή για την κυριαρχία μας ίσως δεν θα φθάσει ποτέ». Έτσι λοιπόν τα εντέχνως και εκδήλως εκχυνόμενα κροκοδείλια δάκρυα στις παρειές των σκυθρωπών και βλογιοκομμένων προσώπων τους για τις τραγωδίες των λαών –που όμως τις προξενούν οι ίδιοι– στόχο έχουν όπως προαναγνώσαμε, την οριστική καθυποταγή και μετέπειτα εξολόθρευση αυτών παντί τρόπῳ. Γιατί όλοι οι πρότεροι απατεώνες σχηματίζουν ένα τέλμα ύπουλο, σκεπασμένο με χόρτα για να μη διακρίνονται, σύμφωνα με τον Πλούταρχο. Γιατί κατ’ ουσία είναι οι φλεγμαίνοντες εσωτερικώς, οι δόλιοι, οι ενεργούντες και βλάπτοντες, οι υποκριτές (οι ηθοποιοί) που κατά τις θεατρικές παραστάσεις τους ενώπιον του θεάμονος κοινού (του λαού), φορούν προσωπεία, μάσκες, μουτσούνες. Αυτοί που εμφανίζονται με το προσωπείο του ηθικού, αλλά δεν προσέχουν και κάποια στιγμή ολισθαίνοντας μέσα στην γλοιώδη απάτη τους, πέφτει η μάσκα τους και αποκαλύπτεται η ερεβώδης φυσιογνωμία τους. Γιατί εργάζονται «κατ’ὀφθαλμοδουλίαν ὡς ἀνθρωπάρεσκοι» (Εφεσ. 6,6), ζουν για τα μάτια του κόσμου, προσέχοντας πιο πολύ όμως τα δικά τους, οι υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και διεκδικώντας την ωραιότητα της βιτρίνας, χαμογελούν οι υποκριτές. Αυτό το πιστοποιεί ο ίδιος ο Τσερνιένκο (γ.γ. Κ.Κ. Σοβιετικής ενώσεως 1911-1985) λέγοντας· «Όλες οι συζητήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα, προκαλούν σε μας μόνο χαμόγελο». Γι’ αυτό και χαμογελούν προκλητικά ακόμη και εν μέσω τραγωδίας. Τους έχει μείνει έκτοτε κουσούρι.
Αλλά ας έλθουμε να αφουγκραστούμε κάποιους λόγους πλησιάζοντας παράλληλα τους λαλούντες. Και τους μεν και τους δε. Και τους γνήσιους και τους κάλπικους. Την αλήθεια και το ψεύδος. Την τιμιότητα και την απάτη. Είτε στέκονται ψηλά, είτε χαμηλά.
Αναστατωμένη η Παναγία αναζητούσε τον δωδεκάχρονο γιό της, τον Χριστό και τελικά τον βρήκε μέσα στον ναό. «Πού είσαι παιδί μου; Γιατί μας το έκανες αυτό; Ο πατέρας σου και εγώ σε αναζητούσαμε με πολλή αγωνία». Στην πρότερη σκηνή συγκλονιζόμαστε ακούγοντας τα λόγια βαθειάς ανησυχίας της μάνας, που δέχτηκε να κυοφορήσει ένα παιδί χωρίς πατέρα, με τον κίνδυνο λιθοβολισμού εκείνα τα χρόνια. Αυτή την κυοφορία αποφεύγουν οι σύγχρονες γυναίκες μέσα στην ευκολία τους αλλά και μέσα στην ελευθερία και την ασφάλειά τους. Όμως η πρώτη, ήταν η τολμηρή Ναζαρινή κοπέλα, η Θεοτόκος, αυτή που αργότερα βλέπουσα τον ίδιο τον γιό της να σύρεται στον θάνατο, όπως το αρνί στην σφαγή, εβόα· «Πού πηγαίνεις τέκνο μου; Λόγε του Θεού μην περνάς από μπροστά μου χωρίς να μου μιλήσεις… Μίλα μου σπλάχνο μου. Και ἐβόα θρηνωδοῦσα μητρικῶς». Ένας λόγος που μετετράπη σταδιακά σε βοή, θρήνο, οδυνηρό στεναγμό, κραυγή, ολολυγμό.
Μια ανάλογη σιωπηλή κραυγή αυτή τη φορά εξέρχεται από το στόμα του καταδιωκομένου εμβρύου μέσα στην αρένα της μήτρας, την ώρα που κινδυνεύει να διαμελισθεί από τους σύγχρονους Ηρώδες. Μία ανηλεής και προπάντων άνανδρη καταδίωξη από έννομους εγκληματίες που λαμβάνει τέλος με την διάπραξη του ειδεχθούς εγκλήματος της εκτρώσεως. Πριν εκατό χρόνια μία άλλη φωνή, αυτή του Ιταλού νομομαθούς Ραφαέλλο Bellestrini, στηλίτευε την εποχή που πλησίαζε. Την σύγχρονη. «Η έσχατη απόδειξη, ότι ένας λαός έφθασε στο έσχατο σημείο ηθικής καταπτώσεως, θα είναι η εποχή που η έκτρωση θα θεωρείται κάτι το κοινωνικά ανεκτό και συνηθισμένο». Η εποχή αυτή είναι η εποχή της σημερινής Ελλάδος, που προτείνει βλάσφημα και αθεόφοβα την έκτρωση σαν δικαίωμα της ξεπεσμένης Ελληνίδος. Αυτής που σκοτώνει το έμβρυό της πριν ακόμη αντικρύσει το φως της ημέρας, για να το βλέπει η ίδια ανενόχλητη.
Παρά ταύτα παρουσιάζεται το φαινόμενο μίας κοινωνίας, μίας δημοσιογραφίας, μίας χορείας επισήμων αρχόντων, που αγανακτούν μπροστά στο γεγονός της σφαγής μιας συζύγου από τον παρανοϊκό σύζυγό της –και λογικό– αλλά η ίδια αρμάθα παραμένει ένοχα σιωπηλή στην εξόντωση χιλιάδων παιδιών. Αλλά τελικά πρέπει να έχει δίκιο. Γιατί ο θάνατος ενός ατόμου είναι τραγωδία, ενώ ο θάνατος εκατομμυρίων –των εμβρύων– είναι στατιστική. Τουλάχιστο έτσι λέει ο Στάλιν.
Η εξουσία και η βουλή επίσης λέγει, συζητά, νομοθετεί και καταδικάζει την κακοποίηση των ζώων και με ανάλογο ηθικό ανάστημα επικροτεί τη δολοφονία αθώων υπάρξεων, την νομιμοποιεί και την … πληρώνει. Πληρώνει το ετήσιο κακούργημα–έγκλημα 300.000 εμβρύων. «Ανθρώπους και κτήνη σώσεις Κύριε» αναφωνεί ο ψαλμωδός, ενώ ο σύγχρονος άνθρωπος αναφωνεί μόνο για τα κτήνη.
Όσο για τις υπόλοιπες «μάνες», όσες τυχαία έγιναν μάνες, αυτές διαπράττουν ειδεχθέστερο έγκλημα, καθότι έχουν εγκαταλείψει ψυχρά τα παιδιά τους στην ψυχική λαιμητόμο της αμαρτίας. Γυμνά και ανοχύρωτα τα σύγχρονα παιδιά ψυχικά, ολόγυμνα σαρκικά, τρέχουν παθιασμένα στο μεθύσι της νύχτας, στον θάνατο των ναρκωτικών, στον «παράδεισο» της ακολασίας και στην γνωριμία της πλασαριζόμενης διαστροφής. Αυτά επιβάλλει η μοντέρνα ζωή, η διαφυγούσα από τα ταμπού του χθες, οπότε δεν μπορούμε αλλά και δεν πρέπει ν’ αντισταθούμε. Αυτά είναι τα σαπρά λόγια των ακόμη πιο σαπρών «γονικών» υπάρξεων. Ο λόγος των ημερών απαγορεύει κάθε αντίσταση και επιβάλλει συμπόρευση. Όμως αυτό λέγει και επιτάσσει προπάντων η δυσσεβής πολιτεία. «Αυτό είπα και αυτό θα γίνει και άμεσα να γραφεί» ωρύεται ο σύγχρονος Ραμσής.
Σύμφωνα με πρόσφατη νομοθεσία του κράτους –απ’ αυτές που ψηφίζονται νύχτα και από σκοτεινά όργανα– θα επιτρέπεται πλέον να παραχωρούνται τα ορφανά και εγκαταλελειμμένα παιδιά για υιοθεσία, χωρίς διάκριση, σε σοδομιστές, παιδεραστές, ακόμη και σατανιστές με απλές και συνοπτικές διαδικασίες. Όπως δηλαδή κάνουν μέσα σε χρονικό διάστημα 10-ετίας και βάλε, σε ανάλογα άτεκνα ζεύγη. Μία τέτοια κοινωνία δικαιούται να ευτυχήσει και να προοδεύσει; Ένας τέτοιος λαός μπορεί και δικαιούται να περιμένει καλύτερες μέρες;
Και πάλι λόγο παράνομο καταθέτουν κατά του Κυρίου οι βέβηλοι, οι έκφυλοι, οι παιδεραστές, οι λογοπλόκοι, οι δεινοί λαοπλάνοι, οι καλοβολεμένοι μέσα σε υψηλούς θώκους, κατακρεουργώντας τις παιδικές ψυχές με την επιβολή της διαστροφής και της σεξουαλικής διαπαιδαγώγησης ακόμη και στα νήπια. Με την επιβολή της δικής τους ανώμαλης ζωής σ’ όλη την κοινωνία. Αλλά ψάχνουν για συνενόχους… Είναι παλιό διαβολικό τέχνασμα.
Όμως μία καθαρή φωνή, αγνή, κρυστάλλινη, αληθής ξεπηδάει και πάλι μέσα στο χάος και στην αταξία. «Αφήστε τα παιδιά να έρθουν κοντά μου. Μην τα μολύνετε. Είναι οι τελευταίοι εναπομείναντες ναοί μου. Όποιος φθείρει τον ναό του Θεού, θα τον συντρίψει ο Θεός ως σκεύη κεραμέως».
Άλλη μια φωνή πάλι έρχεται να στήσει εκτελεστικό απόσπασμα προδοτικών και ξεπουλημένων συνειδήσεων. Είναι η φωνή και ο λόγος της Μπουμπουλίνας. «Έχασα τον σύζυγό μου. Ευλογητός ο Θεός! Ο μεγαλύτερος γιός μου σκοτώθηκε με το όπλο στο χέρι. Ευλογητός ο Θεός! Ο δεύτερος γιός μου, δεκατετραετής την ηλικία μάχεται μαζί με τους Έλληνες και πιθανώς να βρει ένδοξο θάνατο. Ευλογητός ο Θεός! Υπό την σκιά του σταυρού θα χυθεί επίσης το αίμα μου. Ευλογητός ο Θεός! Απλά θα νικήσουμε ή θα παύσουμε να ζούμε. Θα έχουμε όμως την παρηγοριά ότι δεν αφήσαμε πίσω μας δούλους Έλληνες». Μίλησε αυτή που έχει δικαίωμα να μιλήσει. Η φωνή της πατρίδος!
Ας παραθέσουμε όμως, γιατί πρέπει να είμαστε αντικειμενικοί και τα λόγια της αντίπερα όχθης. Τα πρώτα λόγια χαρακτηρίζουν τον «άνθρωπο». Απαξιώ ν’ αναφέρω το όνομα του λαλούντος, γιατί δεν έχει καμιά αξία. «Δυστυχώς οι δύο λαοί διέκοψαν την υπέροχη συμβίωση των 400 χρόνων, όταν ξεσηκώθηκαν κάτι ξεβράκωτοι το 1821 και εδημιούργησαν τις γνωστές προστριβές». Μία από τους ξεβράκωτους ήταν και η Μπουμπουλίνα. Όσο για την θυσία όλων των ηρώων… ήταν γνωστές προστριβές. Μία έρημη ψυχή, με φτωχή σκέψη ξεστομίζει άνυδρα λόγια. Τα επόμενα λόγια ανήκουν στην πρόεδρο της δημοκρατίας. «Η λύση του δημογραφικού στην πατρίδα μας θα αντιμετωπισθεί με την ενσωμάτωση των εισρεόντων μεταναστών». Έτσι απλά. Όπως δηλαδή αναφερόμαστε στο εισρέον συνάλλαγμα. Αυτά είναι λόγια μιας ηγετικής μορφής μοναδικής στο πανελλήνιο.
Ο Χριστός όμως ήδη μας έχει ενημερώσει. «Θα τους καταλάβετε από τα έργα τους» (Ματ. 7,20) και από τα δαιμονικά παραληρήματά τους. Στο σημείο αυτό αναρωτιέται ο Σεφέρης «Να ζεις στην πατρίδα σου και ν’ αναρωτιέσαι. Αυτή είναι η πατρίδα μου;». Αλήθεια αυτή είναι η πρόεδρος της Ελληνικής δημοκρατίας; Η πατρίδα μας τελικά δεν κινδυνεύει από εξωτερικούς εχθρούς. Οι εχθροί είναι εντός των τειχών. Βρίσκονται σε πολλά από τα σπίτια μας, στα υπουργικά γραφεία και στα βουλευτικά έδρανα, στα νοσοκομεία και μαιευτήριά μας. Ο Αννίβας δεν βρίσκεται προ των πυλών. Είναι ήδη μέσα στην ακρόπολη. Δεν διείσδυσε μέσω κερκόπορτας, αλλά προήλασε πανηγυρικά εισερχόμενος με τιμές και δόξες απ’ όλους μας… Κάποτε, στο κοντινό χθες, τα οχυρά τα καταλαμβάναμε και δεν τα παραδίδαμε ποτέ. Τώρα πλέον τα παραδίδουμε ανώδυνα αξιότιμοι κύριοι επιτελείς του ελληνικού στρατού. Τα παραδίδουμε, συνοδεύοντας την κυρία πρόεδρο.
Αλλά των θεοκτόνων ο εσμός και πάλι εμφανώς ανακράζει: «Σταυρωθήτω!» Την ίδια ώρα οι σύγχρονοι Πιλάτοι νίπτουν τας χείρας των, ενώ πρέπει να νίψουν τα ανομήματά τους. Και τώρα τρέχουν με σπουδή οι σύγχρονοι Ιούδες –και είναι πολλοί πλέον– στους σύγχρονους παρανόμους να κανονίσουν τα αλισβερίσια τους. Να συμφωνήσουν τις συναλλαγές και τις δοσοληψίες τους. Την τελική παράδοση της πατρίδος και το ολοκληρωτικό ξεπούλημα των ιδανικών. Την λεηλασία και το πλιάτσικο οσίων και ιερών από τους ιδιόμορφους νυν κατσαπλιάδες. «Τί μοι θέλετε δοῦναι;» αποτελεί την πλέον στερεότυπη έκφραση πριν από κάθε σατανική συμφωνία. Αυτές τις δοσοληψίες τις έχουν στην πρώτη γραμμή τα ακριβοπληρωμένα βοθροκάναλα και οι ξεπουλημένες παλιοφυλάδες που στόχο έχουν τον χλευασμό και την διαστρέβλωση ένεκα 30 αργυρίων της αληθείας. Ο υγιής λαός έχει συνδέσει πλέον τους πολιτικούς με άνομες και υπόγειες συνδιαλλαγές με τα διάφορα οικονομικά και σκοτεινά κέντρα. Το ίδιο κινδυνεύουν να πάθουν και οι ταγοί της Εκκλησίας. Να απομονωθούν. Μη λησμονούν όμως όλοι οι ανωτέρω, ότι τα απάτητα βουνά, οι αβόλιστες θάλασσες, οι απέραντοι ουρανοί και τα ελεύθερα ιερά ανήκουν σ’ όλους αυτούς που σέβονται την μνήμη «των ξεβράκωτων του '21».
Και πάλι όμως ο Χριστός παρεμβαίνει. Απαντάμε την μεγαλειώδη σιωπή του. Μας δοκιμάζει όλους μας. Μας κοσκινίζει. Σιωπά φέρων και πάλιν την προπέτεια ημών. Δηλαδή ανεχόμενος την θρασύτητά μας και την αναίδεια. Στο παρελθόν όμως είχε προειδοποιήσει γι’ αυτούς που πράττουν έργα για να κάνουν καλή εντύπωση στους ανθρώπους. Όλοι αυτοί κατ’ ουσίαν όμως δημιουργούν φορτία βαριά και τα φορτώνουν στους ανθρώπινους ώμους ενώ οι ίδιοι δεν κουνούν ούτε το δαχτυλάκι τους (Ματ. 23,5). Μάλλον το κουνούν, αλλά με έναν ξέχωρο τρόπο. Με το σατανικό παραλήρημά τους.
«Το να είσαι γκέι είναι υπέροχο πράγμα· το να είσαι στενόμυαλος, κακόψυχος και μουλάς ομάρ τότε εκεί έχουμε πρόβλημα και ο ελληνικός πολιτισμός δεν το αντέχει» λέγει ο Γ. Αμυράς Υφ. Περιβάλλοντος.
Εδώ παίρνει τον λόγο η Γραφή λέγοντας· «καί ἐξαρεῖτε τόν πονηρόν ἐξ’ ὑμῶν αὐτῶν». Σε ελεύθερη μετάφραση, πετάξτε έξω τα σκύβαλα, στον σκουπιδότοπο. Ειδικά όταν ξεχειλίσουν οι βόθροι, κάντε καμιά λιτανεία να στείλει ο Θεός καταρρακτώδεις βροχές να ξεπλύνει την γη από τα μιάσματα. Γιατί «τάφος ἀνεωγμένος ὁ λάρυγξ αὐτῶν, ταῖς γλώσσαις αὐτῶν ἐδολιοῦσαν, ἰός ἀσπίδων ὑπό τά χείλη αὐτῶν· ὦν τό στόμα ἀρᾶς καί πικρίας γέμει». Αυτοί που κουμαντάρουν την κοινωνία αποτελούν τον ιό που κρύβεται μέσα στα στόματά τους και ειδικά «ὑπό τά χείλη αὐτῶν».
Θα κλείσουμε όμως την αναφορά μας στην αξία του σοφού λόγου με έναν λόγο ξεχωριστό. Με έναν λόγο που παραδόξως δεν βγαίνει από το στόμα. Θα μιλήσουμε για ένα γεγονός από την δίκη του Γέρου του Μοριά.
Κατέθεταν στην δίκη του Κολοκοτρώνη σειρά από μάρτυρες κατηγορίας ο ένας πίσω από τον άλλο. Σαν τελείωσε η σειρά τους και ήλθε η ώρα των μαρτύρων υπεράσπισης, μπήκε στην αίθουσα υποβασταζόμενος ένας ανάπηρος οπλαρχηγός με το σώμα γεμάτο τούρκικα βόλια. Τότε ο συνήγορος είπε προς το δικαστήριο: «Αυτή τη στιγμή δεν έρχεται ένας μάρτυς, αλλά ένας Μάρτυρας. Οι άλλοι μίλησαν με το στόμα τους…».
Δυστυχώς όμως όλοι αυτοί, οι μάρτυρες, ήταν ξεβράκωτοι, ενώ οι σύγχρονοι έλληνες και ελληνίδες είναι ξεδιάντροποι γυμνιστές.
Οι ξεβράκωτοι ήταν τουλάχιστον τίμιοι και φτωχοί, ενώ οι σύγχρονοι είναι ξιπασμένοι νεόπλουτοι, που σχίζουν τα ιμάτιά τους ένεκα μόδας. Έτσι νομίζουν… Κατ’ ουσίαν είναι δαιμονισμένοι.
Υπό την σκιά του Σταυρού ας σταυροκοπηθούμε. Να ξεπατωθούν τα δαιμόνια μαζί με τους χοίρους.