Είναι
ἀναμφισβήτητο γεγονὸς ὅτι ἡ γυναίκα, γιὰ πρώτη φορὰ στὴν ἱστορία της,
βρῆκε καταξίωση ἀπὸ τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό. Ἐκτὸς ἀπὸ τὴν Παναγία
μας, ἡ ὁποία ὑπῆρξε τὸ μοναδικὸ σκεῦος τῆς θείας χάριτος, μία πλειάδα
ἁγίων γυναικὼν βρισκόταν κοντὰ στὸν Κύριο, καθ’ ὅλη τὴν ἐπὶ γὴς παρουσία
Του, οἱ ὁποῖες τὸν ὑπηρετοῦσαν καὶ πλαισίωναν στὸ σωτήριο ἔργο του. Μία
ἀπὸ αὐτὲς ἤταν η Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἡ μυροφόρος καὶ ἰσαπόστολος, ἡ
πλέον ἀφοσιωμένη μαθήτριά Του.
Καταγόταν
ἀπὸ τὴν πόλη Μαγδαλα, ἡ ὁποία βρισκόταν στὴν περιοχὴ της Γαλιλαίας στη
δυτικὴ ὄχθη τῆς λίμνης Τιβεριαδας, καὶ γι’ αὐτὸ πῆρε τὴν προσωνυμία
Μαγδαληνή. Οἱ γονεῖς τῆς ἦταν πλούσιοι, εὐγενεῖς καὶ εὐσεβεῖς Ἰουδαῖοι,
ὀνομάζονταν Συρος καὶ Εὐχαριστία. Μεγάλωσαν τὴ Μαρία μὲ εὐσέβεια καὶ
φόβο Θεοῦ. Φρόντισαν δὲ νὰ τῆς δώσουν σοβαρὴ μόρφωση, ὅπως ἀναφέρει ὁ
βιογράφος της Κάλλιστος Ξανθόπουλος. Μελέτησε τὴν Παλαιὰ Διαθήκη καὶ
ἐντρύφησε στὶς προφητεῖες γιὰ τὸν Μεσσία. Μετὰ τὸ θάνατο τῶν γονέων τῆς
ἀρνήθηκε νὰ παντρευτεῖ καὶ...ἀφιερώθηκε στὴν προσευχὴ
καὶ τὴ μελέτη τῶν Γραφῶν. Παράλληλα ἀσκοῦσε φιλανθρωπία. Μοίρασε τὴ
μεγάλη περιουσία της στοὺς φτωχοὺς καὶ ζοῦσε ἡ ἴδια μὲ νηστεία, παρθενία
καὶ ἐγκράτεια.
Ο
μισόκαλος διάβολος φθόνησε τὴ σεμνὴ καὶ πιστὴ Μαρία καὶ θέλησε νὰ τὴν
καταστρέψει. Ἔστειλε επτα φοβερὰ δαιμόνια να τὴν καταλάβουν. Ἐδῶ θὰ
πρέπει νὰ διευκρινίσουμε ὅτι στὴν προχριστιανικὴ ἐποχή, ὅταν δὲν ὑπῆρχε
τὸ Ἅγιο Βάπτισμα καὶ τὰ ἄλλα Ἱερὰ Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας, ὡς ἰσχυρὰ
ἐλιξίρια κατὰ τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων, οἱ ἄνθρωποι, ἀκόμα καὶ οἱ
δίκαιοι, μποροῦσαν νὰ καταληφτοῦν ἀπὸ τοὺς δαίμονες. Αὐτὸ ἔπαθε καὶ ἡ
Μαρία.
Κάποτε
πέρασε ἀπὸ τὴν περιοχὴ τῆς ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός. Ἡ Μαρία, παρ’
ὅλα τὰ φρικτὰ προβλήματα ποὺ τῆς δημιουργοῦσαν τὰ ἀκάθαρτα πνεύματα,
ἔτρεξε νὰ ἀκούσει τὸ φημισμένο ραβίνο, τὸν ὁποῖο ἀκολουθοῦσαν τὰ πλήθη
καὶ σαγηνεύονταν ἀπὸ τὸ πρωτάκουστο κήρυγμά Του. Ὁ Χριστὸς διέγνωσε ὡς
Θεὸς τὴν ἀγαθὴ ψυχή της καὶ τὸ ρόλο ποὺ θὰ διαδραμάτιζε στὸ ἔργο Του. Τὴ
θεράπευσε, διώχνοντας τὰ δαιμόνια (Λούκ.8,1-3) καὶ ἐκείνη ἀπὸ
εὐγνωμοσύνη ἐντάχτηκε μὲ ὅλη τὴ δύναμη τῆς ψυχῆς της στὴν ὁμάδα τῶν
μαθητριῶν Του. Ἀναγνώρισε στὸ πρόσωπό Του τὸν ἀναμενόμενο Μεσσία καὶ γιὰ
τοῦτο ὑπῆρξε ἡ πιὸ ἀφοσιωμένη μαθήτριά Του. Μαζὶ μὲ τὶς ἄλλες μαθήτριες
(Σουσάνα, Μαρία τὴ μητέρα τοῦ Ἰακώβου, Μαρία τοῦ Κλωπᾶ, Ἰωάννα τοῦ
Χουζᾶ, τὴ μητέρα τῶν υἱῶν Ζεβεδαίου, κλπ) ὑπηρετοῦσαν τὸν Κύριο καὶ τοὺς
ἀποστόλους.
Κάποιοι
θέλουν νὰ τὴν ταυτίσουν μὲ τὴν ἁμαρτωλὴ γυναίκα, ἡ ὁποία ἔνιψε τὰ πόδια
τοῦ Ἰησοῦ, λίγο πρὶν τὸ πάθος Τοῦ (Λούκ.7,36-50). Αὐτὸ δὲν εὐσταθεῖ,
διότι ὁ ἱερὸς εὐαγγελιστὴς τὴν ἁμαρτωλὸ γυναίκα τὴν ἀναφέρει ἀνώνυμα. Ἡ
αἱρετικὴ δυτικὴ χριστιανοσύνη ἔπλασε αὐτὸν τὸν μύθο στὰ χρόνια του
σκοτεινοῦ μεσαίωνα.
Η
Μαρία ἄκουγε μὲ προσοχὴ τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου καὶ ἔβλεπε μὲ θαυμασμὸ
τὰ θαύματά Του. Ὅλα αὐτὰ τὴν ὁδηγοῦσαν στὴ βεβαιότητα ὅτι ὁ Ἰησοῦς ἀπὸ
τὴ Ναζαρὲτ εἶναι ὁ Μεσσίας, ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ποὺ προφήτευσαν οἱ προφῆτες
τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Σύγκρινε αὐτὰ ποὺ εἶχε διαβάσει στὶς ἀρχαῖες
Γραφὲς μὲ αὐτὰ ποὺ ἄκουγε καὶ ἔβλεπε καὶ σχημάτισε τὴ βεβαιότητα ὅτι
ζοῦσε στὴν εὐλογημένη μεσσιανικὴ ἐποχή. Διέθεσε στὸ ἔργο τοῦ Κυρίου τὴν
ἐναπομείνασα περιουσία της καὶ ἡ ἴδια διακονοῦσε χειρονακτικά.
Συνδέθηκε
μὲ ἀδελφικὴ φιλία, ὄχι μόνο μὲ τὶς ἄλλες μαθήτριες τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ
καὶ μὲ τὴ Θεοτόκο, τὴν ὁποία σέβονταν καὶ ὑπολήπτονταν, ὡς Θεοῦ Μητέρα.
Κατὰ τὸ σωτήριο πάθος τοῦ Κυρίου ἔδειξε ἀπίστευτη ἀφοσίωση καὶ ἡρωισμό.
Ἀπὸ
τὴ
νύχτα τῆς προδοσίας ὡς τὸν ἐνταφιασμό Του δὲν ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ κοντά
Του, ἀλλὰ μαζὶ μὲ τὴ Θεοτόκο σπάραζαν ἀπὸ τὸν πόνο καὶ τὴν ἀγωνία. Ἐνῶ
οἱ ἄνδρες μαθητὲς Τοῦ διασκορπίστηκαν καὶ κρύφτηκαν γιὰ νὰ μὴ συλληφθοῦν
καὶ οἱ ἴδιοι, νὰ μὴ θεωρηθοῦν συνεργοὶ τοῦ Ἰησοῦ καὶ πάθουν τὰ ἴδια μὲ
Ἐκεῖνον, οἱ ἅγιες γυναῖκες μαθήτριές του, μαζὶ μὲ τὴ Θεοτόκο, στεκόταν
παράμερα στὸν Γολγοθὰ καὶ παρακολουθοῦσαν θρηνώντας τὸ Θεῖο Πάθος
(Μάτθ.27,55-56). Ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνή, μαζὶ μὲ τὴ Θεοτόκο καὶ τη Μαρία
τοῦ Κλωπᾶ, στάθηκαν κάτω ἀπὸ τὸ σταυρὸ (Ἰωάν.19,25) καὶ ἔδιναν κουράγιο
στὴ Μητέρα τοῦ Κυρίου. Ἔζησαν ὁλόκληρο τὸ Θεῖο Δράμα!
Κατά
τὴν Ἀποκαθήλωση, μαζὶ μὲ τὸν Ἰωσὴφ καὶ τὸν Νικόδημο, μὲ θρήνους καὶ
ὀδυρμοὺς μύρωσαν τὸ Ἄχραντο Σῶμα του Κυρίου καὶ τὸ ἐνταφίασαν. Ἀλλά,
ὅπως ἀναφέρουν οἱ ἱεροὶ Εὐαγγελιστές, λόγω τῆς ἐπικείμενης ἑορτῆς τοῦ
Πάσχα, ἡ ταφὴ ἔγινε βεβιασμένα καὶ δὲν μυρώθηκε τὸ Σῶμα τοῦ Χριστοῦ
ἀρκούντως. Γι’ αὐτὸ ἀποφάσισαν οἱ ἀφοσιωμένες μαθήτριές Του νὰ μεταβούν
«οὔσης ὀψίας τὴ μία τῶν Σαββάτων» στὸ μνημεῖο τοῦ Διδασκάλου τους γιὰ νὰ
ἀλείψουν τὸ ἀκήρατο Σῶμα Του μὲ πολύτιμα μύρα. Μαζί τους ἡ Μαρία ἡ
Μαγδαληνή. Ἀλλὰ ἐκεῖ τους περίμενε τὸ μεγάλο θαῦμα. Πληροφορήθηκαν ἀπὸ
τὸν ἄγγελο τὴν ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Ἀξιώθηκαν οἱ ἡρωικὲς αὐτὲς γυναῖκες
νὰ μάθουν πρῶτες τὸ ὑπέρτατο γεγονὸς τῆς ἀναστάσεως. Ἡ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ
εἶχε τὴν ὕψιστη εὐλογία νὰ δεῖ πρώτη, μαζὶ μὲ τὴ Θεοτόκο, τὸν Κύριο
ἀναστάντα, Τὸν ὁποῖο ἀρχικὰ ἐξέλαβε ὡς κηπουρό.
Μετά
ἀπὸ αὐτὸ δὲν ὑπάρχουν ἐπαρκῆ στοιχεῖα γιὰ τὸ βίο καὶ τὴ δράση τῆς ἁγίας
Μαρίας. Εἰκάζουμε ὅτι ἔγινε ἕνα ἀπὸ τὰ σημαίνοντα μέλη τῆς
ἱεροσολυμίτικης Εκκλησιας. Οἱ παραδόσεις ὅτι μετέβη στὴ Δύση καὶ πέθανε
στη Μασσαλῖα ειναι παπικὰ μυθεύματα, τὰ ὁποῖα στεροῦνται πηγῶν. Βλάσφημη
ἐπίσης εἶναι ἡ θεωρία ὅτι ὑπῆρξε σύζυγος τοῦ Ἰησοῦ. Εὐσεβὴς παράδοση
ἀναφέρει ὅτι, μετὰ τὴν κοίμηση τῆς Θεοτόκου, ἀκολούθησε τον Ευαγγελιστῆ
Ἰωάννη στὴν Ἔφεσο, ὅπου κήρυξε μὲ θέρμη τὸ Εὐαγγέλιο καὶ κοιμήθηκε
εἰρηνικά. Ἡ τίμια χείρα της βρίσκεται ἄφθαρτη καὶ μὲ ἰδιότητες ζωντανοῦ
σώματος (εὐκαμψία, θερμοκρασία, κλπ) στην Ιερὰ Μονὴ Σίμωνος Πέτρας Ἁγίου
Ὅρους. Η μνήμη τῆς τιμᾶται στις 22 Ἰουλίου.