Κυριακή 20 Ιουνίου 2021

Ο Θεός θα μας δώσει το έλεός του, το Πνεύμα του

 

 Και εν τω συμπληρούσθαι την ημέραν της Πεντηκοστής
ήσαν άπαντες ομοθυμαδόν επί το αυτό (Πραξ. 2:1)

Οι απόστολοι όχι απλώς αποτελούν μια οικογένεια, μια ομάδα ανθρώπων που μένουν μαζί, αλλά μένουν στο όνομα του Κυρίου. Δεν τους ενώνουν ούτε συμφέροντα υλικά ούτε, αν θέλετε, κάποια συγγένεια εξ αίματος ούτε τίποτε άλλο. Είναι ενωμένοι στο όνομα του Κυρίου. Έχουν τις ίδιες διαθέσεις, τους ίδιους πόθους, την ίδια αναμονή, την ίδια πίστη και κάτι περισσότερο: νιώθουν ότι είναι μια ομάδα ανθρώπων, σαν να είναι ένας άνθρωπος, και μένουν επί το αυτό για κάποιον ειδικό σκοπό.

Δεν βρέθηκαν τυχαία. Είναι ενωμένοι και περιμένουν επί το αυτό, να πραγματοποιηθεί κάτι που τους έχει υποσχεθεί ο Θεός. Περιμένουν τη δύναμη εξ ύψους, όπως τους είχε πει ο Κύριος: «Υμείς καθίσατε εν τη πόλει Ιερουσαλήμ, έως ου ενδύσησθε δύναμιν εξ ύψους» (Λουκ. 24:49). Όλοι λοιπόν ξέρουν γιατί βρίσκονται μέσα στον ίδιο χώρο, στο υπερώο. Ο καθένας ξέρει καλά γιατί βρίσκεται μαζί με τους άλλους. Αισθάνονται και ζουν αυτή την πραγματικότητα.

Ο Κύριος έφυγε από τη γη και λίγο πριν φύγει είπε στους μαθητάς να καθίσουν στην Ιερουσαλήμ, έως ότου ενδυθούν δύναμη εξ ύψους, έως ότου δηλαδή λάβουν το Πνεύμα το Άγιο. Τους λέει βέβαια ότι θα το λάβουν «ου μετά πολλάς ταύτας ημέρας» (Πραξ. 1:5), δεν θα περάσουν πολλές ημέρες, αλλά δεν τους λέει πόσες ημέρες θα περάσουν.

Θα μπορούσε να τους πει ότι θα γίνει αυτό την πεντηκοστή ημέρα ή θα γίνει σε δέκα ημέρες, που είναι από την Ανάληψη μέχρι την Πεντηκοστή, ή θα γίνει σε μια βδομάδα ή θα γίνει σε ένα μήνα. Ο Κύριος μήπως δεν ήξερε την ημέρα που θα στείλει το Άγιο Πνεύμα; Το ήξερε. Και όμως δεν το λέει στους μαθητάς, διότι δεν έπρεπε να το ξέρουν.

Κάθε σύγχρονος χριστιανός, με τη νοοτροπία που έχουμε σήμερα οι άνθρωποι, διότι ζούμε μέσα σ’ αυτή την κοινωνία και επηρεαζόμαστε από την όλη νοοτροπία που έχει η κοινωνία, κάθε λοιπόν σύγχρονος άνθρωπος και κάθε χριστιανός θέλει καλά-καλά να ξέρει πότε θα γίνει το ένα, πότε θα γίνει το άλλο, πόσο καιρό χρειάζεται αυτό, πόσο καιρό χρειάζεται εκείνο.

Όμως για τον Θεό δεν είναι έτσι τα πράγματα. Βλέπουμε ότι στους μαθητάς του ο Κύριος δεν είπε πότε θα έρθει το Άγιο Πνεύμα. Τους είπε μόνο ότι θα έρθει, και «το δικό σας χρέος είναι να καθίσετε εκεί και να περιμένετε». Και το να καθίσετε βέβαια έχει και αυτή την έννοια: «Να είστε ομοθυμαδόν, να είστε ενωμένοι, αγαπημένοι και εν αναμονή. Πότε θα έρθει αυτή η δύναμη εξ ύψους είναι δική μου δουλειά· δεν είναι δική σας». Αφού στους μαθητάς του λοιπόν ο Κύριος μίλησε κατ’ αυτόν τον τρόπο και άφησε τα πράγματα μη ξεκαθαρισμένα, πόσο μάλλον σ’ εμάς.

Επιτρέψτε μου να πω ότι, εάν δεν μπούμε σ’ αυτή τη νοοτροπία του Θεού, δεν θα μπορέσουμε να σηκώσουμε ο καθένας μας τον σταυρό του, ο καθένας μας να κάνουμε τον αγώνα που πρέπει να κάνουμε, δεν θα μπορέσουμε να καταβάλουμε τον κόπο που πρέπει να καταβάλουμε. Δεν θα μπορέσουμε να διανύσουμε το διάστημα που χρειάζεται, έως ότου ευλογηθούμε, έως ότου ελεηθούμε από τον Θεό.

Να φροντίσουμε όχι να έρθει ο Θεός να μπει στη δική μας νοοτροπία, αλλά εμείς να μπούμε στη νοοτροπία του Θεού. Παντού υπάρχει αυτή η υπόσχεση του Θεού, αυτή η διαβεβαίωση του Θεού, ότι θα μας δώσει το έλεός του, το Πνεύμα του, θα μας δώσει τη δωρεά του, θα μας κάνει πραγματικά παιδιά του, θα μας καθαρίσει από την αμαρτία, θα μας συγχωρήσει, θα μας σώσει, θα μας αγιάσει.

Παντού υπάρχει αυτή η υπόσχεση του Θεού. Και σ’ εμάς μένει να έχουμε απόλυτη πεποίθηση, απόλυτη βεβαιότητα στην υπόσχεση αυτή. Καθόλου να μην αμφιβάλλουμε. Και με αυτή τη βεβαιότητα στην υπόσχεση του Θεού, να περνούμε τη ζωή μας εν αναμονή.

Και για άλλον θα χρειασθεί να περάσουν λίγες ημέρες, για άλλον να περάσουν μήνες, για άλλον θα χρειασθεί να περάσουν χρόνια και χρόνια, έως ότου ελεηθεί από τον Θεό. Πρέπει όμως να φανεί καλά στη ζωή του ανθρώπου ότι έτσι πιστεύει στον Θεό: περιμένει και δεν αμφιβάλλει.

Ο Θεός γνωρίζει πώς θα κάνει κατάλληλο τον καθένα, ώστε να δεχθούμε μέσα μας το Άγιο Πνεύμα, και έτσι να το αισθανθούμε και να το νιώσουμε όπως οι απόστολοι.

 Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου (†), “…ελάβομεν Πνεύμα επουράνιον…”, Β’ έκδ., Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 2016, σελ. 9.