Κυριακή 16 Μαΐου 2021

Οι Μυροφόρες και η Ανάσταση

 

π. Συμεών Κραγιόπουλος (†)

 Οι γυναίκες Μυροφόροι όπως και οι μαθηταί είχαν ακούσει για την Ανάσταση από τον Χριστό. Επανειλημμένως ο Χριστός είχε πει ότι θα με συλλάβουν και θα με κακοποιήσουν κλπ. οι άνθρωποι, «παραδοθήσομαι εις χείρας αμαρτωλών» (Ματθ. 17:22), τους έλεγε, και θα θανατώσουν τον Υιόν του ανθρώπου αλλά την τρίτη ημέρα θ’ αναστηθεί.

Το έλεγε πάντοτε αυτό. Δηλαδή δεν σταματούσε απλώς στο ότι θα τον συλλάβουν και θα τον βασανίσουν αλλά πάντοτε προχωρούσε και στο ότι την τρίτη ημέρα θ’ αναστηθεί. Το είπε αυτό πολλές φορές ο Κύριος, και οπωσδήποτε δεν το άκουσαν αυτό μόνο οι μαθηταί αλλά το άκουσαν κι οι γυναίκες.

Έχουν ακούσει λοιπόν για την Ανάσταση. Οπωσδήποτε όταν μιλούσε ο Κύριος δεν αμφέβαλλαν μέσα τους. Αφού τα λέει ο Κύριος, έτσι θα είναι. Δεν εξεδήλωσαν ποτέ, κατά κάποιο τρόπο θα μπορούσαμε να πούμε, την αμφιβολία, αλλά γενικότερα πίστευαν στον λόγο του Κυρίου και επομένως και σ’ όσα έλεγε για την Ανάστασή του. Τα ήξεραν λοιπόν αλλά και δεν τα ήξεραν. «Αγνοούσαι την ανάστασιν». Δεν γνώριζαν την Ανάσταση και γι’ αυτό λοιπόν προβληματίζονται.

Δεν έχει σημασία, αδελφοί μου, τι εμείς είμαστε, τι εμείς καταλαβαίνουμε, τι εμείς δεχόμαστε, τι παραδεχόμαστε, τι γνωρίζουμε, τι ζούμε, σε ποια κατάσταση είμαστε. Δεν έχει αυτό σημασία. Τα ανθρώπινα έτσι είναι.

Σημασία έχει τι κάνει ο Θεός, τι έκανε ο Θεός, και εάν ο άνθρωπος έχει τον τρόπο να περνάει τα όρια τα ανθρώπινα και να μπαίνει στα όρια του Θεού. Να περνάει ο άνθρωπος τα σκοτάδια τα ανθρώπινα, την γνώση την ανθρώπινη που ‘ναι ένα σκοτάδι στην περίπτωση αυτή, να τα περνάει και να μπαίνει στο φως του Θεού, μέσα στη γνώση του Θεού που ‘ναι φως, που ‘ναι λύτρωση, που ‘ναι χαρά, που ‘ναι ευτυχία, που ‘ναι Παράδεισος.

Οι γυναίκες, οι Μυροφόρες, ζουν αυτήν την κατάστασή τους, αλλά όμως ο Χριστός έκαμε αυτό που είχε να κάνει. Δεν επηρεάζεται ο Χριστός από την πεποίθηση των γυναικών. Δεν αλλοιώνεται η Ανάσταση του Χριστού, δεν μειώνεται η Ανάσταση του Χριστού, δεν εξαφανίζεται και δεν καταργείται η Ανάσταση του Χριστού, επειδή οι γυναίκες αγνοούν την Ανάσταση του Χριστού, δεν την ξέρουν και επομένως ανάλογα συμπεριφέρονται, ανάλογα ενεργούν.

Η Ανάσταση του Χριστού υπάρχει. Και ενόσω οι Μυροφόρες αγνοούν την Ανάσταση του Χριστού, πιέζονται και δυσκολεύονται και βρίσκονται σε απορία. Εάν δεν αγνοούσαν την Ανάσταση του Χριστού, εφόσον ο Χριστός το είχε πει, μπορούσαν να την γνωρίζουν. Δεν είναι δικαιολογημένες οι γυναίκες, και οι μαθηταί πιο μπροστά, αλλά και οι γυναίκες, ιδιαίτερα αυτές, δεν είναι καθόλου δικαιολογημένες ότι δεν ήξεραν. Όχι.

Ο Χριστός επανειλημμένως είχε μιλήσει όπως είπαμε και έπρεπε αυτά να τα κρατήσουν μέσ’ στην καρδιά τους, να τα ζεσταίνουν με την ελπίδα, με την πίστη ότι ο Κύριος τα είπε και, αφού τα είπε, έτσι είναι. Και τώρα την κατάλληλη ώρα, καθώς θα τα είχαν ζωντανά μέσα τους όλα αυτά τα οποία είπε ο Κύριος, την κατάλληλη ώρα λοιπόν έπρεπε να τα ζουν σαν μια πραγματικότητα, διότι ήταν πραγματικότητα. Αλλά μόνον δια της πίστεως θα ήταν και γι’ αυτές πραγματικότητα.

Αυτή καθεαυτή η Ανάσταση του Χριστού ήταν μια πραγματικότητα αλλά γι’ αυτές ήταν μη πραγματικότητα και μόνον δια της πίστεως, αν ενθυμούνταν τα λόγια του Χριστού και πίστευαν στα λόγια του Χριστού, άσχετα αν δεν έβλεπαν τον Χριστό, άσχετα αν δεν είδαν την Ανάσταση, μπορούσαν να πιστεύουν στην Ανάσταση και να την γνωρίζουν έτσι την Ανάσταση.

Και επομένως να μην στριμώχνονται, να μη φυλακίζονται μέσα στη δική τους γνώση και στα δικά τους ανθρώπινα όρια και να δυσκολεύονται, αλλά να ‘ναι πέρα απ’ αυτά τα όρια, πέρα απ’ αυτό το σκοτάδι, πέρα απ’ αυτή την άχαρη κατάσταση της ανθρώπινης γνώσης, μέσα στην απλωσιά του φωτός του Θεού, μέσα στην απλωσιά της Χάριτος του Θεού, που ‘ναι όπως είπαμε η λύτρωση, που ‘ναι η χαρά και η ευτυχία.

Είπαμε δεν δικαιολογούνται οι γυναίκες αλλά φαίνεται πως, επειδή αυτές ήταν οι πρώτες – ενώ για μας σήμερα έχουν περάσει δυο χιλιάδες χρόνια και όλα αυτά είναι μια πραγματικότητα – γι’ αυτές ήταν στην αρχή, ήταν οι πρώτες και είχαν και μια δικαιολογία.

Γι’ αυτό και ο Κύριος συγκαταβαίνει. Εμφανίζεται πρώτα ο άγγελος και έπειτα ο ίδιος ο Κύριος και βεβαιώνονται πλέον για την Ανάσταση του Χριστού και πανηγυρίζουν και οι ίδιες και μεταφέρουν το μήνυμα αυτό και στους μαθητές, κι όλοι μαζί πανηγυρίζουν.

Δεν τις άφησε ο Χριστός στην άγνοια, «αγνοούσας την Ανάστασιν». Δεν τις άφησε στο σκοτάδι αυτό, δεν τις άφησε απλώς μέσα στα ανθρώπινα περιθώρια και μέσ’ στην ανθρώπινη γνώση αλλά ο ίδιος ο Κύριος διεπέρασε αυτό το φράγμα, διεπέρασε αυτά τα όρια, ο ίδιος ο Κύριος εισήλθε ας πούμε στην άλλη πλευρά, στην ανθρώπινη, και εμφανίσθηκε ενώπιόν τους, οπότε διεπίστωσαν, βεβαιώθηκαν ότι ανεστήθη και πίστεψαν στην Ανάστασή του, δέχθηκαν την Ανάσταση, δέχθηκαν τον αναστημένο Κύριο, και έζησαν στο εξής ως μη αγνοούσαι την Ανάσταση. Έζησαν ως γνωρίζουσαι πλέον την Ανάσταση.

Όσο λοιπόν κι αν είμαστε χριστιανοί, εάν μείνουμε εκεί που είμαστε, απλώς στα ανθρώπινα μέτρα, και είναι η όλη ζωή μας έτσι σαν να αγνοούμε την Ανάσταση, είναι αμφίβολη και άχαρη η χριστιανική μας ζωή. Βέβαια άμα μας πει κάποιος “Χριστός Ανέστη” θ’ απαντήσουμε “Αληθώς Ανέστη”, αν συζητούμε με κάποιον θα του πούμε, ναι ο Χριστός ανεστήθη αλλά κι αυτά μέσα σε ανθρώπινα περιθώρια.

Δεν μπορεί να περάσει ο άνθρωπος με τίποτε από τα ανθρώπινα όρια στα όρια του Θεού, παρά αν κάνει το άλμα της πίστεως και βρεθεί στον χώρο της αλήθειας του Θεού, όπου εκεί βλέπει ζωντανά πλέον την Ανάσταση, όντως εκεί γνωρίζει την Ανάσταση, όντως πια είναι ο άνθρωπος της Αναστάσεως και ζει ως ο άνθρωπος της Αναστάσεως, ως ο γνωρίζων την Ανάσταση. Δεν μπορεί να περάσει μ’ άλλο τρόπο παρά με την πίστη. Πιστεύει κανείς.

 Από το βιβλίο: π. Συμεών Κραγιοπούλου, Όπως φώτισε ο Θεός…, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, 1998, σελ. 374 (αποσπάσματα).