Σάββατο 22 Μαΐου 2021

22 Μαΐου 1825: Δολοφονεῖται ἡ Μπουμπουλίνα…

Ἡ Μπουμπουλίνα μαζί μέ τήν Μαντῶ Μαυρογένους, οἱ δύο κορυφαῖες γυναικεῖες μορφές τῆς Ἐπανάστασης τοῦ ’21.

Κόρη τοῦ ὑδραίου πλοιάρχου Σταυριανοῦ Πινότση καί τῆς ἐπίσης ὑδραίας Σκεύως Κοκκίνη, πού καταγόταν ἀπό ἐφοπλιστική οἰκογένεια, γεννήθηκε στίς 11 Μαΐου 1771 στίς φυλακές τῆς Κωνσταντινούπολης, ὅπου ὁ πατέρας τῆς ἐκρατεῖτο γιά συμμετοχή στά Ὀρλοφικά. 
Στά 17 τῆς παντρεύτηκε τόν σπετσιώτη πλοίαρχο Δημήτριο Γιάννουζα, ἀπό τόν ὁποῖο ὀνομάζετο καί Δημητράκαινα. Τό 1797 ο σύζυγός της σκοτώθηκε σέ συμπλοκή μέ ἀλγερινούς πειρατές καί ἡ Λασκαρίνα σέ ἡλικία 26 ἐτῶν μένει χήρα μέ τρία παιδιά, τόν Ἰωάννη, τόν Γεώργιο καί τήν Μαρία. 
Τό 1801 παντρεύτηκε σέ δεύτερο γάμο τόν σπετσιώτη πάμπλουτο ἐφοπλιστή Δημήτριο Μπούμπουλη, ἀπό τόν ὁποῖο ἔλαβε τό ὄνομα Μπουμπουλίνα, μέ τό ὁποῖο ἔγινε γνωστή.
Καί ὁ δεύτερος σύζυγός της σκοτώθηκε σέ σύγκρουση μέ ἀλγερινούς πειρατές τό 1811, μεταξύ Μάλτας καί Ἱσπανίας. Μαζί του ἀπέκτησε τρία παιδιά, τήν Ἑλένη, τήν Σκεύω καί τόν Νικόλαο. 
Μέ τήν περιουσία τοῦ συζύγου της, πού ξεπερνοῦσε τά 300.000 τάλληρα, ἡ Μπουμπουλίνα ἀσχολήθηκε μέ τά ναυτιλιακά κι ἔγινε μέτοχος σέ διάφορα σπετσιώτικα πλοῖα. Ὅμως, τό 1816 οἱ Ὀθωμανοί ἐπεχείρησαν νά κατάσχουν τήν περιουσία της, ἐπειδή τά πλοῖα τοῦ συζύγου τῆς μετεῖχαν ὑπό ρωσική σημαία στόν Ρωσοτουρκικό Πόλεμο τοῦ 1806. Μέ τή μεσολάβηση τοῦ ρώσου πρεσβευτῆ στήν Κωνσταντινούπολη Στρογκάνωφ καί τῆς μητέρας τοῦ Σουλτάνου Βαλιντέ κατόρθωσε νά διασώσει τήν περιουσία της. 
Στήν Κωνσταντινούπολη φαίνεται ὅτι μυήθηκε στή Φιλική Ἑταιρεία τό 1819, ἀλλά τό γεγονός ἀμφισβητεῖται, καθώς εἶναι γνωστό ὅτι ἡ ὀργάνωση δέν ἔκανε ποτέ μέλη της, γυναῖκες. Μόλις ἡ Μπουμπουλίνα ἐπέστρεψε στίς Σπέτσες διέταξε τή ναυπήγηση τοῦ πλοίου «Ἀγαμέμνων», γιά τό ὁποῖο δαπάνησε 25.000 δίστηλα. Μέ μῆκος 48 πήχεις (περίπου 34 μέτρα) καί ἐξοπλισμένο μέ 18 κανόνια, ὁ «Ἀγαμέμνων» καθελκύστηκε τό 1820 καί ἦταν τό μεγαλύτερο πλοῖο πού ἔλαβε μέρος στήν Ἐπανάσταση. 
Ὁ Ἐθνικός Ξεσηκωμός βρῆκε τήν Μπουμπουλίνα «πεντη- κοντούτιδα, ὡραίαν, ἀρειμάνιον ὡς ἀμαζόνα, ἐπιβλητικήν καπετάνισσαν, πρό τῆς ὁποίας ὁ ἄνανδρος ἠσχύνετο καί ὁ ἀνδρεῖος ὑπεχώρει», ὅπως τή σκιαγράφησε ὁ δημοσιογράφος καί ἱστορικός Ἰωάννης Φιλήμων. Ξόδευε τήν περιουσία της, ὄχι μόνο γιά τή διατήρηση τῶν πλοίων της, ἀλλά καί γιά τά στρατεύματα στήν ξηρά. Συμμετεῖχε μέ τό πλοῖο τῆς «Ἀγαμέμνων» στόν ἀποκλεισμό τοῦ Ναυπλίου καί ἀνεφοδίασε μέ δικές της δαπάνες τούς ὑπερασπιστές τοῦ Ἄργους. Σέ μία ἕφοδο τῶν Τούρκων ὑπό τόν Κεχαγιάμπεη σκοτώθηκε ὁ γιός τῆς Ἰωάννης Γιάννουζας. Στή συνέχεια ἔλαβε μέρος στόν ἀποκλεισμό τῆς Μονεμβασίας, στήν πολιορκία καί τήν ἅλωση τοῦ Ναυπλίου καί τῆς Τριπόλεως, στήν ὁποία εἰσῆλθε πάνω σέ λευκό ἵππο καί ἔσωσε τά χαρέμια τοῦ Χουρσίτ Πασᾶ ἀπό τή μήνη τῶν πολιορκητῶν. 
Μετά τήν ἅλωση τοῦ Ναυπλίου, τό Νοέμβριο τοῦ 1822, ἡ Μπουμπουλίνα ἐγκαταστάθηκε στήν πόλη (ἕδρα τῆς προσωρινῆς κυβέρνησης), ὅπου ἔζησε ἕως τά μέσα τοῦ 1824. Ἐκδιώχθηκε ἀπό τό Ναύπλιο κατά τή διάρκεια τοῦ ἐμφυλίου πολέμου, ὅταν πῆρε τό μέρος τοῦ φυλακισμένου Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, μέ τόν ὁποῖο εἶχε συγγενέψει, ἀπό τό γάμο τῆς κόρης τῆς Ἑλένης μέ τόν γιό τοῦ Πάνο. Οἱ κυβερνητικοί σκότωσαν τόν γαμπρό της καί ἀπό τήν ἴδια ἀφαίρεσαν τό κομμάτι γής πού τῆς εἶχαν δώσει γιά τίς ὑπηρεσίες της στόν Ἀγώνα. 
Ἔτσι, ἡ Μπουμπουλίνα ἐπέστρεψε πικραμένη στίς Σπέτσες καί ἐγκαταστάθηκε στό σπίτι τοῦ δεύτερου συζύγου της, μόνη μέ τά ὑπολείμματα τῆς περιουσίας της, μέχρι τό τέλος τῆς ζωῆς της, πού δέν ἄργησε νά ἔλθει. 
Τόν Μάιο τοῦ 1825 ὁ γιός τῆς Γεώργιος Γιάννουζας κλέφτηκε μέ τήν Εὐγενία Κούτση, κουνιάδα τοῦ ἑτεροθαλοῦς ἀδελφοῦ της Μπουμπουλίνας, Λάζαρου Ὀρλώφ. Ὁ Ὀρλώφ, συνοδευόμενος ἀπό μέλη τῆς οἰκογένειας Κούτση, πῆγε στό σπίτι τῆς Μπουμπουλίνας σέ ἀναζήτηση τῆς Εὐγενίας. Στή λογομαχία πού ἀκολούθησε, κάποιος πυροβόλησε καί χτύπησε στό μέτωπο τήν Μπουμπουλίνα, πού ἔπεσε νεκρή (22 Μαΐου). Δέν ἔχει διαλευκανθεῖ ἄν ἦταν τυχαῖο περιστατικό ἤ δολοφονία. Τά ὀστᾶ τῆς ἐναποτέθηκαν στόν ἰδιόκτητο ναΐσκο τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου. 
Μεταθανάτια ἔλαβε τόν τίτλο τοῦ ναυάρχου ἀπό τή Ρωσία, πρωτοφανής τιμή γιά γυναίκα. 
Τό 2018, ἦταν ἡ σειρά τῆς πατρίδας της νά τήν τιμήσει. Μέ ἀπόφαση τοῦ Ὑπουργείου Ἐθνικῆς Ἄμυνας (ΦΕΚ 373, Τεῦχος Γ, τῆς 11 Ἀπριλίου), τῆς ἀπονεμήθηκε ὁ βαθμός τοῦ ὑποναυάρχου ἐπί τιμή, ὁ Πολεμικός Σταυρός Ἅ ‘ Τάξεως καί τό Μετάλλιο Ἐξαίρετων Πράξεων, γιά « τόν ἀπαράμιλλο ἡρωισμό της, τήν αὐτοθυσία καί τήν ἀφοσίωση πού ἐπέδειξε πρός τό Ἑλληνικό Ἔθνος, τά ὁποία τήν κατέστησαν στή μνήμη ὅλων τῶν Ἑλλήνων καί Ἑλληνίδων ὡς Ἐθνικό ἰδεῶδες», σύμφωνα μέ τό αἰτιολογικό της ἀπόφασης. 
Οἱ ἀπόγονοί της Μπουμπουλίνας δώρισαν τό πλοῖο «Ἀγαμέμνων» στό νεοσύστατο κράτος, τό ὁποῖο ἔγινε ἡ ναυαρχίδα τοῦ Ἑλληνικοῦ Στόλου μέ τό ὄνομα «Σπέτσαι». Ἀνατινάχθηκε ἀπό τόν Ἀνδρέα Μιαούλη στόν Πόρο κατά τή διάρκεια τῶν πολιτικῶν ταραχῶν τῆς 29ης Ἰουλίου 1831. Τό ἀρχοντικό της Μπουμπουλίνας στίς Σπέτσες εἶναι σήμερα Μουσεῖο. Περιλαμβάνει συλλογή ὅπλων, ἐπιστολές καί ἄλλα ἀρχεῖα, παλιά βιβλία, πορτραίτα τῆς Μπουμπουλίνας, προσωπικά τῆς ἀντικείμενα, ἔπιπλα καί διακρίσεις πού τίς εἶχαν ἀπονείμει κυρίως ξένες κυβερνήσεις.