Τετάρτη 7 Απριλίου 2021

Η αλήθεια και ο Χριστός

«Μη μου λες αυτά που θέλω

να ακούσω, αλλά αυτά που

πρέπει» (Κινέζικη παροιμία)

Σύμφωνα με τον Αίσωπο, συνήντησε κάποιος οδοιπόρος την αλήθεια στην έρημο και την ρώτησε γιατί μένει εκεί μόνη. Αυτή δε απήντησε: «ὅτι τοῖς πάλαι καιροῖς παρ’ ὀλίγοις ἦν τό ψεῦδος νῦν δέ εἰς πάντας ἀνθρώπους ἐστίν». Όπως λέγει ο λαός, απηύδησε η δύστυχη αλήθεια από τα ψεύδη των ανθρώπων και «πήρε τα όρη και τα βουνά».

Επίσης αναφέρεται ότι ο τύραννος των Συρακουσών Διονύσιος ο Πρεσβύτερος, δεν αρκούνταν στην αίγλη του σαν άρχοντας, αλλά διεκδικούσε και δόξα ποιητού. Όμως για να επιτύχει αναγνώριση, έπρεπε να έχει την ευνοϊκή κριτική δοκίμου ποιητού. Κάλεσε λοιπόν τον ποιητή Φιλόξενο από τα Κύθηρα και του ανέγνωσε τα ποιήματά του με την προσδοκία να αποσπάσει κολακευτική γνώμη, καθότι ήταν και τύραννος. Όμως ο Φιλόξενος του είπε, καλά θα κάμει να μην ασχολείται με την ποίηση, καθότι προϋποθέτει ενδιάθετη κλίση, προδιάθεση και ειδική προίκιση του ανθρώπου από την φύση. Ο Διονύσιος εξεμάνη και διέταξε να φυλακίσουν τον Φιλόξενο στις «λατομίες», φυλακές των Συρακουσών. Μετά από καιρό ελπίζων στον σωφρονισμό του Φιλόξενου, τον κάλεσε αναγιγνώσκοντας τα ποιήματά του ενώπιον προσκεκλημένων, για να εκμαιεύσει ευμενή γνώμη, ελπίζοντας ότι ο Φιλόξενος θα εντραπεί και θα φοβηθεί να τα απορρίψει δημοσία. Ο ποιητής τότε απήντησε· «ἅπαγε με εἰς λατομίας». Στείλε με στην φυλακή, για να παραμείνω «ελεύθερος». Δεν αντέχω την ελεύθερη σκλαβιά σου. Η θεώρησή του αυτή συνάδει με την ρήση του Διογένους: «Τό ἀληθές πικρόν καί ἀηδές διά τούς ἀνοήτους, τό δέ ψεῦδος γλυκύ καί προσηνές».

Τι είναι όμως η αλήθεια;

Αλήθεια είναι αυτό που λέμε ειλικρίνεια. Είναι το αντίθετο του ψεύδους. Το αντίθετο του φαινομένου· η πραγματικότης. Η αρμονία του νου και της πραγματικότητος. Κατά τον Πλάτωνα η αλήθεια προηγείται όλων των αγαθών για τους θεούς και όλων των αγαθών για τους ανθρώπους. Ο Πίνδαρος την χαρακτηρίζει ως αρχή πάσης αρετής και την αποκαλεί «βασίλισσα». Ο Αισχύλος αποκαλεί «ἁπλά τά ἔπη τῆς ἀληθείας». Παρομοίως ο Ευριπίδης αναφέρει ότι η αλήθεια είναι απλή και καθαρή. Ο δε Οράτιος την ονομάζει γυμνή. Δηλαδή άνευ κοσμημάτων και πολυτελών ενδυμάτων, καθότι είναι παντοδύναμη και αποδεικνύει την αρετή των ανθρώπων. Ρωτάει ο Πλούταρχος· «Τί ἐστίν σοφώτατον;» και αμέσως απαντά· «Ἡ ἀλήθεια!» Γιατί «ψεύδεσθαι ἀνελεύθερον, ἀλήθεια δέ γενναία» προσθέτει ο Απολλώνιος.

Τελικά όμως πού ενοικεί η αλήθεια;

Εκτός από την ερημιά που μας ανέφερε ο Αίσωπος, ο Λάο Τσε τονίζει ότι «η αλήθεια βρίσκεται στον πυθμένα ενός απύθμενου πηγαδιού». Ο Θ. Μούρ πιο στοχευμένος τονίζει ότι βρίσκεται στα χείλη του θυμού, της μέθης και της παιδικής ηλικίας. Και ολοκληρώνει ο Γκαίτε: «Συνήθως ζητούμε συγγνώμη, όταν πρόκειται να πούμε την αλήθεια, ενώ δεν κάνουμε το ίδιο, όταν λέμε ψέματα. Γιατί όταν λέμε την αλήθεια προς τον άλλο, δεν του είμεθα συνήθως ευχάριστοι».

Ύστερα όμως από την δειγματοληπτική μας περιπλάνηση στον κόσμο των αρχαίων σοφών προς άντληση πληροφοριών για την υψηλοτέρα των αρετών, την αλήθεια, ας προσεγγίσουμε το πέλαγος των σοφών της Εκκλησίας μας, για να εμβαπτισθούμε στην καθ’ εαυτή έννοια του πλούτου της αληθείας.

Έτσι ο Μ. Βασίλειος στην ομιλία του «Πρόσεχε σεαυτῷ» αποφαίνεται· «δυσθήρατος ἐστίν ὁ τῆς ἀληθείας λόγος». Δηλαδή η έννοια, η ουσία της αληθείας είναι δυσκολοσύλληπτη. Ο ιερός Χρυσόστομος πάντοτε ωμός και προπάντων στεντόρειος, βροντοφωνάζει· «οὐδεμιᾶς δεῖται βοηθείας, ἡ τῆς ἀληθείας ἰσχύς». Ο δε Γρηγόριος Ναζιανζηνός: «τό μέν ἀληθές ἕν, τό δέ ψεῦδος πολυσχιδές». Οι τρείς πατέρες, αυθεντικοί εκφραστές της αληθείας της πίστεώς μας, λιτά, αλλά στοχευμένα, προσδιορίζουν την αλήθεια ως δυσθήρατη, πανίσχυρη και μοναδική.

Αυτή η αλήθεια, λοιπόν, αποτελεί μέρος της αρετής χαρακτηρίζοντας τον βαθμό της ηθικότητος και της πνευματικότητος του ανθρώπου. Αυτή η αλήθεια τελικά πρέπει να είναι η αρμονία και η ταύτιση του πνεύματος προς την πραγματικότητα και πρέπει να αποτελεί την βάση του ηθικού εξοπλισμού του ανθρώπου από τον οποίο πηγάζει «τό ἐναρέτως και συνεπῶς τό εὐδαιμόνως ζῆν».

Όμως «τί ἐστίν ἀλήθεια;» ήταν και η μεγάλη απορία του Πιλάτου.

Κατά την συνομιλία του που είχε με τον Ιησού, πολλές φορές κατέστη αποδέκτης της άγνωστης αυτής εννοίας, της αληθείας, ώσπου αναγκάστηκε να εκφρασθεί ως ανωτέρω «τί ἐστίν ἀλήθεια;»· η φράση αυτή, αν και διατυπώθηκε ως ερώτηση, δεν είναι καν ερωτηματική έχει απλά το νόημα «Δεν βαριέσαι! Τι είναι αλήθεια και ποιος μπορεί να την εύρει». Είναι αυτό που έχει επικρατήσει στην σύγχρονη κοινωνία «άλλα λόγια για να αγαπιόμαστε». Κανένας δεν επιζητεί την αλήθεια, γιατί… συλλέγει εχθρούς. Σε επίρρωση της απόψεως που ανεφέραμε έρχεται το αμέσως εν συνεχεία προς το «τί ἐστίν ἀλήθεια» αναφερόμενο: «καί τοῦτο εἰπών (ο Πιλάτος)… ἐξῆλθε πρός τούς Ιουδαίους». Εξήλθε… προς το ψεύδος και την απάτη. Την συνομωσία και την αισχρή διαβολή. Μάλλον και ο ίδιος αποτελούσε ενεργό μέλος της επίπλαστης αυτής κοινωνίας. Εγκατέλειψε τον Ιησού, την έκφραση της αληθείας, αδιαφορώντας για τα λεγόμενά του καθότι ήταν «θυσθήρατα», και χωρίς να αναμείνει απάντηση –προφανώς δεν τον ενδιέφερε– εξήλθε από το πραιτώριο για να συνεννοηθεί με τους Ιουδαίους. Αυτό δεν προξενεί καμμία έκπληξη. Εφ’ όσον ο Πιλάτος βρισκόταν σε πλήρη παρανόηση του βαθυτέρου νοήματος των λόγων του Χριστού και δεν είχε συλλάβει την ανατέλλουσα νέα θρησκευτική πραγματικότητα, εύλογο ήταν να τηρήσει την στάση που ετήρησε απέναντι στον Ιησού και στους λόγους του.

Κλασική στάση ενός φτηνού πολιτικάντη και κοινού μισθοφόρου που ήθελε να τάχει καλά με τον όχλο και την διεφθαρμένη ηγεσία του, αρκεί να μην έχει ταραχές…

Ας εγκαταλείψουμε όμως το ερεβώδες τούνελ της ψευδούς και υποκριτικής κοινωνίας και ας προσορμισθούμε στον φάρο της αληθείας που δεσπόζει μέσα στο πέλαγος της Καινής Διαθήκης. Γιατί η αλήθεια δεν αποδεικνύεται. Αποκαλύπτεται! Προς τούτο απαιτείται καθαρή συνείδηση η οποία θα ανοίξει όμματα φυσικά και ψυχικά για την θέα του μοναδικού μεγαλείου.

Διαβάζουμε (Ιω. 3,21) «ὁ δέ ποιῶν τήν ἀλήθειαν ἔρχεται πρός τό φῶς, ἵνα φανερωθῇ αὐτοῦ τά ἐργα, ὅτι ἐν Θεῷ ἐστίν εἰργασμένα». Ο λαός μας συνηγορεί προς το ανωτέρω λέγοντας: «καθαρός ουρανός αστραπές δεν φοβάται». Έτσι λοιπόν ο άνθρωπος που βιώνει την αλήθεια, ποθεί το φως και δεν έχει να αποκρύψει τίποτα από τα έργα του, γιατί ό,τι κάνει το κάνει από υπακοή και τιμή προς τον Θεό.

Ας αποτυπώσουμε την ανωτέρω ευαγγελική ρήση στην πράξη κατά έναν τρόπο απόλυτα φωτεινό και αληθινό με χροιά όμως πρωτόγνωρη. Ο Ρωμαίος πολιτικός Λίβιος Δρούσος ήταν τόσο πολύ σώφρων και κόσμιος, ώστε όταν κάποιος τεχνίτης του πρότεινε, έναντι αμοιβής πέντε ταλάντων, να του διαρρυθμίσει την πρόσοψη της οικίας του, που είχε πολλά ανοιχτά παράθυρα, εις τρόπον ώστε να μη τον βλέπουν απ’ έξω, ο Δρούσος του απήντησε ότι θα του έδιδε ευχαρίστως δέκα τάλαντα, εάν του άνοιγε το σπίτι από όλες τις πλευρές, για να βλέπουν όλοι οι πολίτες τον τρόπο με τον οποίο διάγει! Όλοι την αλήθεια την αγνοούν καθότι αποβλέπουν στην δόξα. Ο προαναφερθείς απέβλεπε και επιζητούσε την φανέρωση της αληθείας αγνοώντας την δόξα, καθότι δόξα αποτελούσε η καθαρότης του βίου του. Κάπως ανάλογα λοιπόν ο Ιησούς συμβουλεύει τους Ιουδαίους τότε, αλλά και τώρα· «Γνώσεσθε τήν ἀλήθειαν καί ἡ άλήθεια ἐλευθερώσει ὑμᾶς» (Ιω. 8,32). Γίνετε υπάκουοι στα λόγια μου, οπότε θα καταστήτε γνήσιοι μαθητές μου και θα γνωρίσετε την αλήθεια η οποία θα σας ελευθερώσει. Απελευθέρωση από τα δεσμά της αμαρτίας. Αυτή η αλήθεια είμαι εγώ ο ίδιος, ο ελευθερωτής. Όμως εσείς προτιμάτε τον Διάβολο τον σκληρό δυνάστη, τον εκπρόσωπο και απόλυτο εκφραστή του ψεύδους.

Αλήθεια λοιπόν, το συνώνυμο του Χριστού και η Εκκλησία του «στῦλος καί ἑδραίωμα τῆς ἀληθείας» (Α´Τιμ. 3,15). Η Εκκλησία του αληθινού Θεού, ο στύλος και το θεμέλιο της αληθείας. Αλλά δεν είναι μόνο ο ΧΡΙΣΤΟΣ η αλήθεια, είναι και ο Παράκλητος, «το ΠΝΕΥΜΑ της αληθείας». Το Άγιο Πνεύμα που ενοικεί μέσα στους υπηκόους της αληθείας. Δεν είναι όμως πάλι μόνο ο Χριστός και το Άγιο Πνεύμα η αλήθεια, είναι και ο Θεός ΠΑΤΕΡΑΣ. «…Θεόν ἀληθινόν ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ…» (Σύμβολο Πίστεως). Όπως βλέπουμε η αλήθεια στεγάζεται μέσα στην Αγία Τριάδα. Αυτή είναι η αλήθεια και όλα τα άλλα είναι ένα ψέμα, μία απάτη, μία υποκρισία, μία αποπλάνηση και παραπλάνηση. Αυτή η υποκρισία κυβερνά χρόνια ολόκληρα την ανθρωπότητα και ειδικά στις μέρες μας. Ας ρίξουμε μία ματιά τριγύρω μας. Πρώτα όμως στον εσωτερικό ψυχικό περίγυρο του εαυτού μας. Η συνείδηση καίτοι πολύπαθη και σκλαβωμένη κάτω από το πέλμα της αμαρτίας θα μας βοηθήσει στον αυτοέλεγχό μας. Θα μας υποδείξει τον υποκριτικό, ψευδή και ανειλικρινή εαυτό μας. Θα μας πετάξει το σύγχρονο προσωπείο της ανεντιμότητος εγκαταλείποντάς μας στην ψυχική γύμνια μας. Βρισκόμαστε μακριά από το φως της αληθείας. Ζούμε μέσα στο σκότος το αισθητό, αλλά προπάντων το νοητό. Οπότε βρίσκουν την ευκαιρία και μας κυβερνούν ανάλογοι άρχοντες. Υψηλόβαθμοι, αξιωματούχοι με εμφανέστατα τα γαλόνια του ψεύδους, της υποκρισίας, της απάτης και της κοινωνικής εκμετάλλευσης. Ως εκ τούτου άφαντη η αλήθεια, κυνηγημένη, εκτοπισμένη, καταδιωγμένη, «φυγόδικη», έγκλειστη στις ερημίες της θορυβώδους κοινωνίας, αλλά και οικτρά φυλακισμένη μέσα στις σύγχρονες «λατομίες». Γιατί η αλήθεια ενοχλεί, πικραίνει, ξεσκεπάζει, φωτίζει. Ουδέν κρυπτόν υπό τον ήλιο. Όλα στην φόρα και στο σφυρί του εντίμου δικαστικού εδράνου. Όπως ακριβώς θα συμβεί εν εκείνη τη ημέρα της μελλούσης κρίσεως, που θα βγουν όλα τα άπλυτα μας στην φόρα.

Προς το παρόν ας απολαύσουμε την απάτη, την υποκρισία, την κολακεία, το αισχρό ψεύδος. Αυτά προτείνει η σύγχρονη κοινωνία και αυτά επικροτεί. «῾Ο χοῖρος ἥδεται κόπροις καί βορβόρῳ». Δυστυχώς χοίροι καταντήσαμε, καθότι αρεσκόμαστε στον βούρκο και στα λύματα της αμαρτίας. Όμως κάποια ώρα, και ήγγικεν η ώρα, ο ποταμός της θείας δίκης θα παρασύρει την κόπρο αυτή ξεπλένοντας και απολυμαίνοντας την δημιουργία του. Παρ’ όλα αυτά δεν έπαυσε αιώνες τώρα η ηχώ της φωνής του μέσα στο φαράγγι της κοινωνίας να αναπαράγεται, αντιλαλώντας κυριαρχικά.

«Ἐγώ εἰμί ἡ ὁδός καί ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή» (Ιω.14,6).

Ακούτε την φωνή ενός εντίμου, ειλικρινούς, φωτεινού, αληθινού και γνησίου συνοδοιπόρου σας που ήλθε στη γη να σας βοηθήσει. Η οδός μου, ήταν η του σταυρού, για να λάμψει η αλήθεια των λόγων μου έμπρακτα και να σας χαρίσω την αιώνια ζωή. Ψηλαφήστε με και βάλτε τα δάχτυλά σας στον τύπο των ήλων και μη γίνεστε άπιστοι, αλλά πιστοί. Δεν είμαι λαοπλάνος. Αυτοί που σας κυβερνούν, οι άρχοντες, είναι λαοπλάνοι.

Τι θα κάνουμε εμπρός στο κάλεσμα της αληθείας; Θα εξέλθουμε κι εμείς προς τους Ιουδαίους όπως ο Πιλάτος; Θα συμπράξουμε στο έργο της διαβολής, του ψέματος και της συκοφαντίας;

Όμως όπως λέγει η Γαλλίδα λογοτέχνης Germaine de Stael (1766–1817): «η συκοφαντία είναι η δύναμη των δειλών».

Μήπως είμαστε δειλοί;

 Αρίσταρχος