ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Β΄ Τιμ. α΄ 8-18
8 Μὴ οὖν ἐπαισχυνθῇς τὸ μαρτύριον τοῦ Κυρίου ἡμῶν μηδὲ ἐμὲ τὸν δέσμιον αὐτοῦ, ἀλλὰ συγκακοπάθησον τῷ εὐαγγελίῳ κατὰ δύναμιν Θεοῦ, 9 τοῦ σώσαντος ἡμᾶς καὶ καλέσαντος κλήσει ἁγίᾳ, οὐ κατὰ τὰ ἔργα ἡμῶν, ἀλλὰ κατ᾿ ἰδίαν πρόθεσιν καὶ χάριν, τὴν δοθεῖσαν ἡμῖν ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ πρὸ χρόνων αἰωνίων, 10 φανερωθεῖσαν δὲ νῦν διὰ τῆς ἐπιφανείας τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καταργήσαντος μὲν τὸν θάνατον, φωτίσαντος δὲ ζωὴν καὶ ἀφθαρσίαν διὰ τοῦ εὐαγγελίου, 11 εἰς ὃ ἐτέθην ἐγὼ κήρυξ καὶ ἀπόστολος καὶ διδάσκαλος ἐθνῶν. 12 δι᾿ ἣν αἰτίαν καὶ ταῦτα πάσχω, ἀλλ᾿ οὐκ ἐπαισχύνομαι· οἶδα γὰρ ᾧ πεπίστευκα, καὶ πέπεισμαι ὅτι δυνατός ἐστι τὴν παραθήκην μου φυλάξαι εἰς ἐκείνην τὴν ἡμέραν. 13 ὑποτύπωσιν ἔχε ὑγιαινόντων λόγων ὧν παρ᾿ ἐμοῦ ἤκουσας, ἐν πίστει καὶ ἀγάπῃ τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ· 14 τὴν καλὴν παραθήκην φύλαξον διὰ Πνεύματος Ἁγίου τοῦ ἐνοικοῦντος ἐν ἡμῖν. 15 Οἶδας τοῦτο, ὅτι ἀπεστράφησάν με πάντες οἱ ἐν τῇ Ἀσίᾳ, ὧν ἐστι Φύγελλος καὶ Ἑρμογένης. 16 δῴη ἔλεος ὁ Κύριος τῷ Ὀνησιφόρου οἴκῳ, ὅτι πολλάκις με ἀνέψυξε καὶ τὴν ἅλυσίν μου οὐκ ἐπῃσχύνθη, 17 ἀλλὰ γενόμενος ἐν Ῥώμῃ σπουδαιότερον ἐζήτησέ με καὶ εὗρε· 18 δῴη αὐτῷ ὁ Κύριος εὑρεῖν ἔλεος παρὰ Κυρίου ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· καὶ ὅσα ἐν Ἐφέσῳ διηκόνησε, βέλτιον σὺ γινώσκεις.
ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟΝ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
Μρ. β’ 23 – γ΄ 5
23 Ἐγένετο παραπορεύεσθαι αὐτὸν ἐν τοῖς σάββασι διὰ τῶν σπορίμων, καὶ ἤρξαντο οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ὁδὸν ποιεῖν τίλλοντες τοὺς στάχυας. 24 καὶ οἱ Φαρισαῖοι ἔλεγον αὐτῷ· ἴδε τί ποιοῦσιν ἐν τοῖς σάββασιν ὃ οὐκ ἔξεστι. 25 καὶ αὐτὸς ἔλεγεν αὐτοῖς· οὐδέποτε ἀνέγνωτε τί ἐποίησε Δαυΐδ ὅτε χρείαν ἔσχε καὶ ἐπείνασεν αὐτὸς καὶ οἱ μετ᾿ αὐτοῦ; 26 πῶς εἰσῆλθεν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ ἐπὶ Ἀβιάθαρ ἀρχιερέως καὶ τοὺς ἄρτους τῆς προθέσεως ἔφαγεν, οὓς οὐκ ἔξεστι φαγεῖν εἰ μὴ τοῖς ἱερεῦσι, καὶ ἔδωκε καὶ τοῖς σὺν αὐτῷ οὖσι; 27 καὶ ἔλεγεν αὐτοῖς· τὸ σάββατον διὰ τὸν ἄνθρωπον ἐγένετο, οὐχ ὁ ἄνθρωπος διὰ τὸ σάββατον· 28 ὥστε κύριός ἐστιν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου καὶ τοῦ σαββάτου.
γ 1 Καί εἰσῆλθε πάλιν εἰς τὴν συναγωγὴν καὶ ἦν ἐκεῖ ἄνθρωπος ἐξηραμμένην ἔχων τὴν χεῖρα. 2 καὶ παρετήρουν αὐτὸν εἰ τοῖς σάββασι θεραπεύσει αὐτόν, ἵνα κατηγορήσωσιν αὐτοῦ. 3 καὶ λέγει τῷ ἀνθρώπῳ τῷ ἐξηραμμένην ἔχοντι τὴν χεῖρα· ἔγειρε εἰς τὸ μέσον. 4 καὶ λέγει αὐτοῖς· ἔξεστι τοῖς σάββασιν ἀγαθοποιῆσαι ἢ κακοποιῆσαι; ψυχὴν σῶσαι ἢ ἀποκτεῖναι; οἱ δὲ ἐσιώπων. 5 καὶ περιβλεψάμενος αὐτοὺς μετ᾿ ὀργῆς, συλλυπούμενος ἐπὶ τῇ πωρώσει τῆς καρδίας αὐτῶν, λέγει τῷ ἀνθρώπῳ· ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου. καὶ ἐξέτεινε, καὶ ἀποκατεστάθη ἡ χεὶρ αὐτοῦ ὑγιὴς ὡς ἡ ἄλλη.
ΣΥΝΑΞΑΡΙ ΤΗΣ ΗΜΕΡΑΣ
Ο ΑΓΙΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ
Ὁ ἃγιος Ἐλευθέριος καταγόταν ἀπό τήν Ρώμη καί ἦταν ὀρφανός ἀπό
πατέρα. Ἡ μητέρα του ὀνομαζόταν Ἀνθία καί διδάχθηκε τήν χριστιανική
πίστη ἀπό τόν Ἀπόστολο Παῦλο. Όταν ήταν ακόμα παιδί προσεφέρθη από την
μητέρα του στον επίσκοπο της Ρώμης Ανίκητο, από τόν οποίο έμαθε τα ιερά
γράμματα κι έγινε κληρικός. Σέ ηλικία δεκαπέντε ετών χειροτονήθηκε
διάκονος, στά δεκαοχτώ του ιερέας και στα είκοσι επίσκοπος του
Ιλλυρικού. Ήταν τόσο ενάρετος που ήδη επιτελούσε πολλά θαύματα. Επειδή
πολλοί ειδωλολάτρες γίνονταν χριστιανοί χάρις στην διδασκαλία του, τον
έφεραν μπροστά στον βασιλιά Αδριανό. Ανακήρυξε ότι ο Χριστός είναι ο
αληθινός Θεός, γι’ αυτό τον έβαλαν επάνω σε πυρωμένο, χάλκινο κρεββάτι,
κάτω από το οποίο είχαν ανάψει φωτιά. Έπειτα τον ξάπλωσαν σε πυρωμένη
σχάρα και μετά τον έβαλαν σε καυτό τηγάνι γεμάτο έλαιο, λίπος και πίσσα.
Διαφυλάχθηκε όμως αβλαβής από όλες τις δοκιμασίες.
Με διαταγή του επάρχου Κορέμμονος κατασκευάστηκε φοῦρνος με μυτερές
σούβλες κι από τα δύο μέρη. Πρώτος μπήκε ο ίδιος ο Κορέμμων, ο οποίος
φωτίσθηκε από το άγιο Πνεύμα και ομολόγησε την πίστη του στον Ιησού
Χριστό. Επειδή βγήκε από αυτήν τη δοκιμασία αβλαβής, αποκεφαλίσθηκε κι
έλαβε τον στέφανο του μαρτυρίου. Τον δε άγιο Ελευθέριο έβαλαν ξανά σε
τηγάνι, αλλά η φωτιά έσβησε αμέσως, αυτός δε βγήκε σώος και αβλαβής.
Έπειτα τον έβαλαν στη φυλακή και μετά τον έδεσαν σε άμαξα που την
έσερναν άγρια άλογα. Άγγελοι τον έλυσαν από την άμαξα και τον ανέβασαν
σε ένα ψηλό βουνό, όπου συναναστρέφετο με τα άγρια ζώα, τα οποία
ημέρωναν, όταν ο άγιος μελετούσε τα λόγια του Θεού. Έστειλαν στρατιώτες
να τον συλλάβουν, αλλά ο άγιος τους νουθέτησε, τους έφερε στην πίστη του
Χριστού και τους βάπτισε. Συνολικά βάπτισε έως πεντακόσιους
ειδωλολάτρες. Τον έφεραν και πάλι μπροστά στον βασιλιά και δόθηκε σε
θηρία για να τον κατασπαράξουν. Με την θεία Χάρη φυλάχθηκε ξανά αβλαβής,
οπότε κατά προσταγή του βασιλιά θανατώθηκε από δύο στρατιώτες. Η μητέρα
του Ανθία αγκάλιασε το λείψανο του γυιού της και καθώς το καταφιλούσε
θανατώθηκε και αυτή με ξίφος, λαμβάνοντας μαζί με τον άγιο τον στέφανο
της αθλήσεως.