Κυριακὴ Ε΄ Λουκᾶ (Α΄ Κορ. ιβ΄ 27 – ιγ΄ 8)
Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως
Διὰ νὰ μὴ λέγη κανεὶς τί μᾶς ἐνδιαφέρει τώρα τὸ παράδειγμα τοῦ σώματος, ἀλλὰ ὅπως ἐκεῖνο ἁρμονικὰ λειτουργεῖ καὶ ἐνεργεῖ ἐκ φύσεως τὶς λειτουργίες του, κατὰ μέρος, χωρὶς νὰ βλάπτη τὸ ὅλον σῶμα, ἔτσι καὶ ἐμεῖς, παραδειγματιζόμενοι, ποὺ ἀποτελοῦμε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ὀφείλομε νὰ ἔχωμε σύμπνοια καὶ ὁμόνοια καὶ ἀγάπη μεταξύ μας, ἐκ προαιρέσεως καὶ ὄχι ἐκ φύσεως καὶ τόσον περισσότερον μάλιστα ὅσον διαφέρει ἡ χάρις ἀπὸ τὴν φύσιν.
Καὶ ὅπως τὸ ἕν σῶμα συνίσταται ἀπὸ πολλὰ ἐπὶ μέρους μέλη, καὶ εἶναι εἰρηνικὰ ἑνωμένα μεταξύ τους, χωρὶς νὰ ἐμποδίζη ἤ μάχεται τὸ ἕνα τὸ ἄλλο, ἀλλὰ ὅλα συνεργοῦν στὴν εἰκόνα τοῦ σώματος, ἔτσι λοιπὸν καὶ ἐμεῖς ποὺ εἴμαστε εἰκόνα Θεοῦ. Καὶ ὅπως σῶμα Χριστοῦ εἶναι ὅλες οἱ Ἐκκλησίες, ποὺ εἶναι ἐξαπλωμένες στὴν γῆ, στὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ὄχι μόνον ἡ Ἐκκλησία τῶν Κορινθίων, ποὺ οἰκοδομεῖται ἀπὸ ἐσᾶς, ἡ ὁποία εἶναι μέρος τοῦ ὅλου Σώματος τοῦ Χριστοῦ καὶ τῶν ἁπανταχοῦ Ἐκκλησιῶν. Ὥστε, ὄχι μόνον μεταξύ σας νὰ εἰρηνεύετε, ἀλλὰ καὶ πρὸς ὅλες τὶς Ἐκκλησίες τῆς οἰκουμένης, ἐὰν εἶσθε εὐάρεστοι, διαπνεόμενοι ἀπὸ τὸ ἕν καὶ ἴδιον πνεῦμα, τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ἐφόσον βεβαίως εἶσθε μέλη τοῦ ὅλου ἰδίου σώματος.
Ὁ Θεὸς ἐτοποθέτησε εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, πρῶτον Ἀποστόλους, δεύτερον προφήτας (προάγγελους), τρίτον διδασκάλους (θεόπνευστους). Ἔπειτα ἔρχονται αἱ θαυματουργικαὶ δυνάμεις, οἱ θαυματουργοί, ἔπειτα οἱ θεραπευτές – ἰατροί, χαρίσματα ἐπιμελείας καὶ βοηθείας, διοικητικὰ χαρίσματα, γένη γλωσσῶν (γλωσσικὰ στοιχεῖα καὶ γλωσσολαλίες). Καὶ ἐπειδὴ οἱ Κορίνθιοι ἐθεώρουν μέγα χάρισμα νὰ ὁμιλοῦν γλῶσσες, ὁ Παῦλος τὸ θέτει τελευταῖον, διότι ἱεραρχικά, καὶ ὄχι τυχαῖα, ἀπαρίθμησε τὰ διάφορα χαρίσματα, καὶ ἔθεσε πρῶτο, τὸ ἀποστολικόν, διότι περιέχει ὅλα τὰ χαρίσματα. Δεύτερον χάρισμα τὸ προφητικόν, ὅπως οἱ θυγατέρες τοῦ Φιλίππου καὶ ὁ Ἄγαβος, ὅπως καὶ οἱ ἴδιοι οἱ Κορίνθιοι, διὰ τοὺς ὁποίους λέγει «προφῆται δὲ δύο ἤ τρεῖς ἄς ὁμιλοῦν» (Α΄ Κορ. 14:29). Καὶ ὅταν γράφη στὸν Τιμόθεο, λέγει: «Μὴ παραμελεῖς τὸ χάρισμα ποὺ εἶναι μέσα σου, καὶ ποὺ σοῦ ἐδόθη διὰ προφητείας» (Α΄ Τιμ. 4:14). Ἔτσι, πολλοὶ περισσότεροι ἦσαν τότε, στοὺς πρώτους χρόνους, παρὰ εἰς τὴν Παλαιὰν Διαθήκην. Διότι τὸ χάρισμα αὐτὸ δὲν ἐδίδετο εἰς δέκα ἤ εἴκοσι ἤ πενῆντα καὶ ἑκατόν, ἀλλὰ ἡ χάρις ἐξαπλοῦτο πλούσια, καὶ κάθε ἐκκλησία εἶχε πολλοὺς ποὺ προεφήτευαν. Καὶ ὅταν ὁ Χριστὸς λέγη: Ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται ἕως Ἰωάννου» (Ματθ. 11:13), ἀναφέρεται σὲ ἐκείνους τοὺς προφῆτες, οἱ ὁποῖοι ἐξήγγειλαν καὶ προεῖπαν τὴν ἔλευσιν ἐκείνου εἰς τὴν Α΄ Παρουσίαν.
Τρίτον διδασκάλους. Αὐτὸς ποὺ προφητεύει, ὅλα τὰ λέγει φωτιζόμενος ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, ἐνῶ αὐτὸς ποὺ διδάσκει ὁμιλεῖ καὶ σύμφωνα μὲ τὴν διάνοιάν του, καὶ ἔλεγε: «οἱ καλῶς προεστῶτες πρεσβύτεροι διπλῆς τιμῆς ἀξιούσθωσαν, μάλιστα οἱ κοπιῶντες ἐν λόγῳ καὶ διδασκαλίᾳ» (Α΄ Τιμ. 5:17). Ἀλλά, αὐτὸς ποὺ τὰ πάντα λέγει κινούμενος ἀπὸ τὸ Ἅγιον Πνεῦμα, δὲν κοπιάζει. Γι’ αὐτό, λοιπόν, ἔθεσε τὴν διδασκαλίαν μετὰ τὴν προφητείαν, καὶ ὅσα λέγει ἀφ’ ἑαυτοῦ, συμφωνοῦν ὅμως μὲ τὰς Ἁγίας Γραφάς.
Ἔπειτα, ἔρχονται οἱ θαυματουργικὲς δυνάμεις καὶ ἕπονται τὰ χαρίσματα ἰαμάτων. Βλέπεις ὅτι ἡ θαυματουργία εἶναι ἀνώτερη ἀπὸ τὸ θεραπευτικὸ χάρισμα; Διότι ὁ πρῶτος καὶ τιμωρεῖ καὶ θεραπεύει, ἐνῶ ὁ δεύτερος μόνο θεραπεύει. Καὶ ὅπως ὁ Ἡσαΐας ὡμίλει πρὸς τοὺς Ἰουδαίους καὶ ἔδιδε σημεῖα τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ (διὰ θαυμάτων) καὶ κατήσχυνε τοὺς δαίμονες, μέγιστον ὅμως σημεῖο τοῦ μεγαλείου τῆς θεότητας εἶναι νὰ προλέγη τὰ μέλλοντα (διότι οἱ δαίμονες δὲν προγνωρίζουν τὸ μέλλον). Καὶ ὁ Χριστός, μετὰ ἀπὸ τόσα θαύματα ποὺ ἔκανε, ἔλεγε: «Ταῦτα δὲ εἴρηκα ὑμῖν, ἵνα, ὅταν γένηται, πιστεύσητε ὅτι ἐγὼ εἰμι» (Κύριος ὁ Θεός) (Ἰω. 13: 19).
Οὔτε εἶναι τὸ ἴδιο τὸ νὰ κηρύττης τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ σπείρης τὴν εὐσέβειαν εἰς τὰς ψυχὰς αὐτῶν ποὺ ἀκοῦνε, καὶ νὰ τοὺς διδάσκης τὴν πίστιν, ἀπὸ τὸ νὰ κάνης θαύματα, ἀφοῦ καὶ αὐτὰ συνεργοῦν πρὸς τὴν πίστιν. Ὅταν λοιπὸν κάποιος διδάσκη καὶ μὲ λόγον Θεοῦ καὶ μὲ τὸν ὅλον τρόπον τῆς ζωῆς του, αὐτὸς εἶναι ἀνώτερος ὅλων. Διότι διδασκάλους αὐτοὺς ὀνομάζει, οἱ ὁποῖοι καὶ μὲ ἔργον καὶ λόγον ἐκπαιδεύουν. Διὰ τοῦτο συμβουλεύει ὁ Παῦλος: «ζηλοῦτε τὰ χαρίσματα τὰ κρείττονα». Αὐτὸ ἔκανε καὶ τοὺς Ἀποστόλους νὰ εἶναι ἀπόστολοι, καὶ ἔλαβον τὰ χαρίσματα ἀπὸ τὴν ἀρχήν, ἂν καὶ μερικοὶ δὲν φάνηκαν ἄξιοι τούτων καὶ ἔπεσαν, σύμφωνα μὲ ἐκείνους ποὺ εἶπαν: «Κύριε, εἰς τὸ ὄνομά Σου δὲν προφητεύσαμε, δὲν ἐκάμαμε πολλὰ θαύματα;» (Ματθ. 7, 22-23) καὶ ὅμως ἤκουσαν: «οὐδέποτε ἔγνων ὑμᾶς· πορεύεσθε ἀπ’ ἐμοῦ οἱ ἐργαζόμενοι τὴν ἀνομίαν». Ἐνῷ τὸ χάρισμα τῆς διδασκαλίας, ἔργῳ καὶ λόγῳ, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ πάρη κανείς, ἐὰν εἶναι ἄνθρωπος ἀνάξιος. Προτάσσει ὅμως πρῶτον τοὺς προφήτας καὶ μετὰ τοὺς διδασκάλους, διότι καὶ οἱ προφῆτες διδάσκουν τὰ συμφέροντα, «ἀντιλήψεις, κυβερνήσεις». Τί εἶναι ἀντιλήψεις; εἶναι νὰ ὑποστηρίζη κανεὶς τοὺς ἀσθενεῖς καὶ ἀδυνάτους καὶ νὰ τοὺς βοηθῆ μὲ κάθε τρόπον, παρέχοντας προστασία. Καὶ τοῦτο τὸ θεωρεῖ χάρισμα καὶ δωρεὰ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος προετοιμάζει καὶ προνοεῖ καὶ ἀναδεικνύει ἄνδρας προθύμους πρὸς αὐτὸν τὸν σκοπόν, ἐνθαρρύνοντάς τους, ὥστε νὰ βοηθοῦν τὸ σύνολο καὶ νὰ οἰκονομοῦνται πνευματικά. Διότι στὸν καθένα δίδεται τὸ χάρισμα πρὸς τὸ κοινὸν συμφέρον, ἀρδεύοντες ἀπὸ τοῦ αὐτοῦ Πνεύματος, καὶ σὲ κάθε ἕνα, ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας, δίδεται ἡ φανέρωσις κατὰ τὴν κρίσιν τοῦ Πνεύματος καὶ Θεοῦ, πρὸς οἰκοδομὴν τοῦ Σώματος. Διότι, τὸ σῶμα δὲν ἔχει ἕνα μέλος, καὶ ἐὰν ὅλα συνίσταντο σὲ ἕνα μέλος, πῶς θὰ ὑπῆρχε τὸ σύνολον σῶμα; Ἔτσι λέγει: «Πάντα ταῦτα ἐνεργεῖ ἕν καὶ τὸ αὐτὸ Πνεῦμα, διαιροῦν ἴδια ἑκάστῳ, καθὼς βούλεται» καὶ «ἔθετο ὁ Θεὸς τὰ μέλη ἕν ἕκαστον αὐτῶν ἐν τῷ σώματι, καθὼς ἠθέλησε», καὶ ὅλα εἶναι ἀναγκαῖα, «τὰ γὰρ δοκοῦντα ἀσθενέστερα ὑπάρχειν, ἀναγκαῖα ἐστιν», καὶ τὰ ἀνώτερα ἔχουν ἀνάγκη τῶν κατωτέρων, ὅπως δὲν μπορεῖ ἡ κεφαλὴ νὰ εἰπῆ εἰς τὰ πόδια, δὲν σᾶς ἔχω ἀνάγκη, καὶ μάλιστα ἀπολαμβάνουν μεγαλυτέρας περιποιήσεως, διότι λέγει: «τῷ γὰρ ὑστεροῦντι, περισσοτέραν ἔδωκε τιμήν», ὡς ἴση καὶ κοινὴ ὑπάρχουσα ἡ φροντίδα γιὰ ὅλα τὰ μέλη, ὅπως ὅλα τὰ μέλη συνεργάζονται καὶ ἀλληλοβοηθοῦνται μεταξύ τους καὶ «ἐὰν ἕν μέλος πάσχῃ, συμπάσχουν ὅλα τὰ μέλη· ἐὰν δοξάζεται καὶ ἐπαινῆται, ὅλα τὰ μέλη συγχαίρονται». Ἔτσι ὁμιλεῖ ὁ Παῦλος καὶ ἐνθαρρύνει καὶ παρηγορεῖ, ἀλλὰ συγχρόνως νουθετεῖ καὶ ἐπιτιμᾶ: «Μήπως ὅλοι ἔχουν χαρίσματα ἰάσεων; Γιατί λοιπὸν στενοχωρεῖσαι ποὺ δὲν εἶσαι θεραπευτής; Μήπως ὅλοι λαλοῦν γλώσσας ἢ διερμηνεύουν; Καὶ ὅλα τὰ ἔδωσε ὁ Θεὸς στὸν καθένα ξεχωριστά, κατὰ τὴν κρίση Του καὶ πρόνοιά Του, ὥστε νὰ ὑπάρχη συμφωνία καὶ ἀγάπη μεταξὺ τῶν μελῶν καὶ ὁ ἕνας νὰ βοηθᾶ τὸν ἄλλον, ὁ ἕνας νὰ ἔχη ἀνάγκη τὸν ἄλλον, καὶ νὰ συνδέωνται ἔτσι μὲ τὰ δεσμὰ τῆς ἀγάπης ὅλοι οἱ ἀδελφοὶ ποὺ εἶναι ἡ ἀρίστη καὶ ὑπέροχος ὁδός, χωρὶς δὲ αὐτῆς, πάντα τὰ χαρίσματα δὲν εἶναι τίποτε. Διότι ἡ αἰτία ὅλων τῶν κακῶν εἶναι ἡ παραμέλησις τῆς ἀγάπης τοῦ πλησίον. Καὶ ἐνῷ τὰ χαρίσματα δὲν ἑνώνουν πάντοτε, ἡ ἀγάπη ὅμως τοὺς πάντας ἑνώνει εἰς ἕν.