ΠΑΤΕΡΙΚΑΙ ΔΙΔΑΧΑΙ
Μᾶς λέγει ὁ Ἀπ. Παῦλος (Ἐφεσ. Ε΄, 1,2)·
«Γίνεσθε οὖν μιμηταὶ τοῦ Θεοῦ, ὡς τέκνα ἀγαπητά, καὶ περιπατεῖτε ἐν
ἀγάπῃ, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἠγάπησεν ἡμᾶς καὶ παρέδωκεν ἑαυτὸν ὑπὲρ ἡμῶν
προσφορὰν καὶ θυσίαν τῷ Θεῷ εἰς ὀσμὴν εὐωδίας». Μετάφραση: Ἀφοῦ δὲ ὁ
Θεὸς σᾶς συνεχώρησε, γίνεσθε λοιπὸν καὶ σεῖς μιμηταὶ τοῦ Θεοῦ, σὰν τέκνα
ἀγαπητά. Καὶ νὰ πολιτεύεσθε μὲ ἀγάπην, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς μᾶς ἠγάπησε
καὶ παρέδωκε τὸν ἑαυτόν του πρὸς χάριν μας καὶ πρὸς σωτηρίαν μας
προσφορὰν καὶ θυσίαν εἰς τὸν Θεόν, διὰ νὰ εἶναι ἐνώπιόν του ἡ
θυσία αὐτὴ σὰν μυρωδιὰ εὐωδιάζουσα.
- Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς διδάσκει·
«Τὸ νὰ σωθοῦμε, ἐνῷ ζούσαμε μέσα σὲ τόση
κακία, εἶναι μέγιστη ἀπόδειξη τοῦ ὅτι μᾶς ἀγάπησε ὑπερβολικὰ Ἐκεῖνος
ποὺ μᾶς σῴζει. Γιατί δὲν μᾶς ἔσωσε μὲ ἀγγέλους ἢ ἀρχαγγέλους, ἀλλὰ μὲ τὸ
Μονογενῆ Υἱό Του. Ἑπομένως, καὶ τὸ ὅτι μᾶς ἔσωσε, καὶ τὸ ὅτι ἂν καὶ
ἤμασταν τέτοιοι μᾶς ἔσωσε, καὶ τὸ ὅτι ἔκανε αὐτὸ μὲ τὸν Μονογενῆ Υἱό
Του, μᾶς πλέκει πάρα πολλὰ στεφάνια καυχήσεως. Γιατί δὲν εἶναι τίποτα
ἴσο γιὰ αἰτία δόξας καὶ παρρησίας ἀπὸ τὸ νὰ ἀγαπιόμαστε ἀπ’ τὸ Θεὸ καὶ
νὰ ἀγαπᾶμε Αὐτὸν ποὺ μᾶς ἀγαπάει» [Ἀπό τὴν ΙΘ΄ Ὁμιλία του «ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΤΑ
ΜΑΤΘΑΙΟΝ»].
«Δέν ὑπάρχει κανείς, μά κανείς, οὔτε
πατέρας, οὔτε μητέρα, οὔτε φίλος, οὔτε ὁποιοσδήποτε ἄλλος ποὺ νὰ μᾶς
ἔχει ἀγαπήσει τόσο, ὅσο ὁ Θεὸς ποὺ μᾶς δημιούργησε» [Ἀπό τὴν ΙΘ΄ Ὁμιλία
του «ΕΙΣ ΤΟ ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ»].
- Στὸ βιβλίο «ΑΓΙΟΙ ΚΑΤΑΔΙΚΟΙ», Ι. ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ διαβάζουμε συγκινητικὸ καὶ διδακτικὸ γεγονός, ποὺ συνέβη στὰ τραγικὰ χρόνια τοῦ Μπολσεβιτσισμοῦ. Τὸ διηγεῖται ὁ Ἅγιος καὶ Ὁμολογητὴς Πέτρος (Τβέρεφ).
«Ἀπὸ τὴν πεῖνα πέθανε ὁ πατέρας ἑνὸς
παιδιοῦ. Λίγο ἀργότερα πέθανε καὶ ἡ μητέρα του. Καθὼς οἱ γείτονες
μετέφεραν τὴ νεκρὴ στὸ κοιμητήριο, τὸ παιδὶ συντετριμμένο βάδιζε πίσω
ἀπὸ τὸ φέρετρο. Μετὰ τὴν ταφή, ὅλοι ἔφυγαν. Μόνο τὸ παδὶ κάθησε πάνω
στὸν τάφο καὶ ἄρχισε νὰ κλείει γοερά. Ἀνάμεσα στ’ ἀναφιλητά του,
ἀπευθύνθηκε μὲ παράπονο στὸν Θεό, λέγοντας: «Κύριε, Κύριε! Ἡ μητέρα μου,
λίγο πρὶν πεθάνει, μοῦ εἶπε ὅτι θὰ ἔρθεις Ἐσὺ νὰ μὲ βοηθήσεις. Ἀλλὰ δὲν
ἔρχεσαι. Γιατί; Σὲ περιμένω… Σὲ περιμένω… καὶ δὲν ἔρχεσαι!». Ὕστερα,
καθὼς τὰ δάκρυά του πότιζαν τὸ χῶμα τοῦ μνήματος, στράφηκε στὴ μητέρα
του σὰν νὰ ἦταν ζωντανή. «Μάνα», τῆς εἶπε, «μ’ ἀκοῦς; Ὁ Κύριος δὲν
ἔρχεται!». Ἔτσι κλαίγοντας καὶ μονολογώντας, ἀποκοιμήθηκε. Ξύπνησε μ’
ἕνα ἐλαφρὸ σκούντημα. Ἄνοιξε τὰ μάτια του καὶ εἶδε ἕνα καλωσυνᾶτο
πρόσωπο νὰ τὸν κοιτάζει. «Γιατὶ κοιμᾶσαι ἐδῶ;», ρώτησε τὸ παιδὶ ὁ
ἄγνωστος. Ἐκεῖνο, κλαίγοντας πάλι, τοῦ διηγήθηκε τί εἶχε συμβεῖ. «Ὥστε
ἔτσι!», εἶπε ὁ περαστικός. «Μάθε, λοιπόν, ὅτι ὁ Κύριος μὲ ἔστειλε νὰ σὲ
συναντήσω». Πῆρε τὸ παιδὶ στὸ σπίτι του καὶ τὸ ἀνέθρεψε σὰν δικό του…
Βλέπετε πῶς πρέπει νὰ ἐπικαλούμαστε τὸν Κύριο καὶ πῶς ἡ παιδικὴ προσευχὴ
φτάνει ὥς τὸν οὐρανό; Γνωρίζει ὁ Θεὸς πότε πρέπει νὰ ἐνεργήση.
- Μιὰ φορὰ κάποιος ζήτησε ἀπὸ τὸν Θεὸ ἕνα λουλούδι καὶ μιὰ πεταλούδα.
Ὁ Θεὸς ὅμως ἀντὶ γι’ αὐτὰ τοῦ ἔδωσε ἕνα κάκτο καὶ μία κάμπια.
Αὐτὸ στενοχώρησε τὸν ἄνθρωπο. Δὲν μποροῦσε νὰ καταλάβει, γιατί δὲν πῆρε αὐτὸ ποὺ ζήτησε.
Εἶπε μέσα του, λοιπόν:
«Ὁ Θεὸς ἔχει νὰ νοιαστεῖ γιὰ τόσους ἀνθρώπους…».
Καὶ ἀποφάσισε νὰ μὴ ζητήσει ἐξηγήσεις.
Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ πῆγε νὰ κοιτάξει αὐτὰ ποὺ τοῦ εἶχαν δοθεῖ καὶ τὰ εἶχε ξεχάσει.
Πρὸς ἔκπληξή του, ἀπ’ τὸν ἀγκαθωτὸ καὶ ἄσχημο κάκτο, εἶχε φυτρώσει ἕνα ὄμορφο λουλούδι.
Καὶ ἡ ἄσχημη κάμπια εἶχε μεταμορφωθεῖ σὲ μία ὑπέροχη πεταλούδα.
Ὁ Θεὸς τὰ κάνει πάντα ὅλα σωστά!
Ὁ τρόπος ποὺ ἐνεργεῖ εἶναι ΠΑΝΤΑ ὁ καλύτερος, ἀκόμα κι ἂν μᾶς φαίνεται λανθασμένος.
Ἂν ζήτησες ἀπὸ τὸ Θεὸ κάτι καὶ πῆρες κάτι διαφορετικό, δεῖξε Του ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ.
Μπορεῖς νὰ εἶσαι σίγουρος πὼς Αὐτὸς θὰ σοῦ δίνει, πάντα αὐτὸ ποὺ χρειάζεσαι τὴν κατάλληλη στιγμή.
Αὐτὸ ποὺ θέλεις… δὲν εἶναι πάντα κι αὐτὸ ποὺ χρειάζεσαι!
Τὸ ΑΓΚΑΘΙ τοῦ σήμερα… εἶναι τὸ ΛΟΥΛΟΥΔΙ ΤΟΥ ΑΥΡΙΟ!