Η ΔΙΟΡΑΤΙΚΗ ΜΟΡΦΗ ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ Ἐπίκαιρες διδαχές καί νουθεσίες σέ σύγχρονα ἐκκλησιαστικά καί ἐθνικά θέματα
Πρωτοπρεσβ. Ἄγγελος Ἀγγελακόπουλος 27-03-2020
1. Σύντομος βίος Γέροντος Βασιλείου
1. Σύντομος βίος Γέροντος Βασιλείου
Ὁ Γέρων Βασίλειος ὁ Καυσοκαλυβίτης γεννήθηκε
στήν Κρήτη τό 1922, ἀλλά μεγάλωσε στήν Κόρινθο. Σέ ἡλικία δεκαπέντε ἐτῶν ἐγκαταστάθηκαν
οἰκογενειακῶς στό Λουτράκι. Ἐκεῖ δούλευε
ὡς καροποιός μέ τήν τέχνη τοῦ ροδᾶ στό ἐργαστήριο τοῦ πατέρα του. Γράμματα πολλά
δέν γνώριζε. Εἶχε, ὅμως, μεγάλη ἐπιθυμία ἀπό μικρός νά γνωρίσει τά γράμματα τοῦ
Θεοῦ, γι' αὐτό εἶχε τάξει ἀπό μικρός νά γίνει μοναχός. Ἡ κλήση του αὐτή ἦταν τόσο
ἐμφανής, ὥστε οἱ συγγενεῖς καί οἱ συμμαθητές του ἀπό πολύ μικρό τόν ἀποκαλοῦσαν
«ὁ καλόγερος». Ξεχώριζε ἀπό τά ἄλλα παιδιά τῆς ἡλικίας του. Στό σχολεῖο ἤ στό
σπίτι προτιμοῦσε νά ἀγιογραφεῖ, ἀντί νά παίζει, ὅπως ἔκαναν ὅλα τά παιδιά.
Ἄν καί εἶχε μεγάλο πόθο νά γίνει μοναχός,
βρέθηκε σέ ἡλικία δεκαεννέα ἐτῶν παντρεμένος μέ μιά συνομήλικη κοπέλα ἀπό τό
Λουτράκι. Μέσα στή φτώχεια μεγαλώσανε καί τά τέσσερα παιδιά τους. Ἐνῶ ἡ Ἑλλάδα
βρισκόταν σέ ἐμπόλεμη κατάσταση, πατέρας δύο παιδιῶν πλέον, ὑπηρέτησε στόν Ἑλληνικό
Στρατό. Μετά ἀπό πέντε χρόνια ἐπέστρεψε στό Λουτράκι, ὅπου ἐργάστηκε ὡς καροποιός
ἀρχικά, κι ἔπειτα ὡς μαραγκός. Οἱ δυσκολίες τῆς ζωῆς ἐνίσχυαν τήν πίστη του καί
τίς ἀντιμετώπιζε πάντα μέ προσευχή. Ἰδιαίτερα εὐλαβοῦνταν τήν Παναγία μας.
Ὅταν ἔφυγε ἀπό τήν ζωή ἡ σύζυγός του, ἐκεῖνος
ἔφυγε γιά τό Ἅγιον Ὄρος. Δέν παρέλειψε προηγουμένως νά τακτοποιήσει καί τά τέσσερα
παιδιά του. Στό Ἅγιον Ὄρος δέν κάθισε πολύ.
Πῆρε τήν καλύβη του καί μετά πῆγε στά Ἱεροσόλυμα, στόν Πανάγιο Τάφο. Ἐκεῖ
τόν χειροθετήσανε κι ἔλαβε τό μικρό ἀγγελικό σχῆμα. Προηγουμένως, τόν εἶχε
χειροθετήσει ἀναγνώστη καί τοῦ διάβασε τήν ρασοευχή ὁ πατήρ Χρυσόστομος ὁ
Γρηγοριάτης στόν Ναό, πού ὁ Γέρων εἶχε χτίσει στά Κοιμητήρια τοῦ Λουτρακίου. Ὁ
συγκεκριμένος Ναός εἶναι ἀφιερωμένος στήν Παναγία τήν Μυρτιδιώτισσα καί στόν Ἅγιο
Θεόδωρο τόν Στρατηλάτη. Ἀναγνώστη τόν χειροθέτησε καί ὁ μακαριστός Μητροπολίτης
Κορίνθου κυρός Παντελεήμων.
Μετά ἀπό πέντε χρόνια διακονίας στόν
Πανάγιο Τάφο, γύρισε στό Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἐκάρη μεγαλόσχημος μοναχός. Ἀνάδοχο εἶχε
τόν γέροντα Λουκᾶ. Στό Ἅγιον Ὄρος, μέχρι
νά ἑτοιμαστεῖ τό κελί του, ἔμενε γιά ἕνα
διάστημα μέσα σέ σπήλαιο. Ἐκεῖ, μέ αὐστηρή νηστεία καί ἀδιάλειπτη προσευχή,
μακρυά ἀπό τίς συνήθεις μέριμνες τῆς καλύβης, ζοῦσε μέ ἀπόλυτη προσευχή καί
προσήλωση στόν Θεό.
Ἀπό τήν σπηλιά ἔφυγε, ὅταν ἑτοιμάστηκε ἡ
καλύβη του στά Καυσοκαλύβια. Τό 1987 στάλθηκε ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος στό μοναστήρι τῆς
Κλεισούρας στήν Καστοριά. Ἡ διακονία του ἐκεῖ ἦταν ὑποδειγματική καί ἀπολάμβανε
τῆς ἀπόλυτης ἐμπιστοσύνης τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτη Καστοριᾶς κυροῦ Γρηγορίου.
Κατά τήν ἐκεῖ παραμονή του ἔγιναν καί κάποια θαύματα στόν χῶρο τοῦ μοναστηριοῦ.
Ἔπειτα, ἐπέστρεψε καί πάλι στήν καλύβη του στό Ἅγιον Ὄρος, ἀπ΄ ὅπου, ἐξαιτίας τῆς
ἐπιβαρυνθείσης ὑγείας του, ἀνεχώρησε ὁριστικά
τό 2007. Πλέον φιλοξενοῦνταν ἀπό μία οἰκογένεια στά Πεῦκα Θεσσαλονίκης.
Ἔξω ἀπό τό Ἅγιον Ὄρος, στόν κόσμο πλέον
καί σέ προχωρημένη ἡλικία, ὁ Γέρων Βασίλειος διακονοῦσε τόν κόσμο μέσα ἀπό τήν
διαρκή διδασκαλία τοῦ θείου λόγου. Διακρινόταν γιά τήν ταπείνωση, τήν καρτερία
του, τό ἀσκητικό του πνεῦμα καί τήν ἀνεξάντλητη, χριστιανική ἀγάπη του. Ἀγαποῦσε πολύ νά χτίζει Ναούς καί μέχρι τήν
κοίμησή του ἔχτισε συνολικά ὀκτώ.
Τήν 18η Ὀκτωβρίου 2015 ὁ Γέρων
Βασίλειος ἀπεδήμησε εἷς Κύριον. Τάφηκε, κατ΄ ἐπιθυμία του, στό Παλαιόκαστρο Κοζάνης,
στόν τόπο, ὅπου θεμελιώθηκε ὁ τελευταῖος του Ναός. Ὁ τάφος του βρίσκεται στόν
περίβολο τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Προφήτου Ἠλιού τοῦ νεκροταφείου[1].
Οἱ διδαχές καί οἱ νουθεσίες τοῦ
Γέροντος Βασιλείου ἔχουν καταγραφεῖ σέ δύο τόμους ἀπό τίς ἐκδόσεις «Ἀγαθός
Λόγος» (Ἀθήνα, 2018 - 2019). Ἐπειδή ἀρκετές ἀπό αὐτές ἀναφέρονται σέ σύγχρονα ἐκκλησιαστικά
θέματα δογματικοῦ χαρακτῆρος, καί ἄλλες σέ σημερινά τεκταινόμενα στόν κόσμο καί
στή Χώρα μας, γι’αὐτό κρίναμε ὀρθό νά τίς παραθέσουμε στό παρόν κείμενο.
2. Ὁ Γέρων Βασίλειος γιά τόν αἱρεσιάρχη Πάπα. Κόρακας, πού μεταμορφώνεται
σέ ἥμερο περιστέρι.
«Ἐσεῖς
νά μήν ξεχνᾶτε ὅτι ὁ Πάπας εἶναι ὁ πρόδρομος τοῦ ἀντιχρίστου. Θά δεῖτε πῶς θά ἔλθει
σάν λευκή ἀθώα περιστερά καί, προσποιούμενος, θά κερδίσει τήν ἐμπιστοσύνη τους.
Θά ἔλθει μαζί μέ ἄλλους κόρακες. Θά μποῦν
στά σπίτια μας. Θά τούς ἐμπιστευθοῦμε καί, ἀφοῦ μᾶς κερδίσουν, τότε θά δείξουν
τό ἀληθινό πρόσωπο τοῦ κόρακα καί θά μᾶς ξεσχίσουν, γιά νά φᾶνε τίς σάρκες μας.
Νά μήν τούς ἐμπιστευθοῦμε. Σήμερα οἱ περισσότεροι Ἱεράρχες μας προτιμοῦν νά ἀξιοποιήσουν
τά φθαρτά καί τά ἄφθαρτα, τά ὠφέλιμα τά ρίχνουν στόν κάλαθο τῶν ἀχρήστων. Καλό εἶναι νά εἴμαστε δεῖκτες τῆς ἀληθείας
καί νά μήν ἐπιδεικνύουμε συμπάθεια πρός τό κακό»[2].
«Τὸ
κακὸ θὰ ἔρθει ἀπὸ τὴ Δύση καὶ γρήγορα. Θὰ δεῖτε πὼς θὰ κυριαρχήσουν οἱ ἀλλόθρησκοι.
Θὰ φτιάξουν σημεῖα καὶ τέρατα οἱ αἱρέσεις. Θὰ δεῖτε πὼς τἄχιστα ὁ κόρακας θὰ γίνει περιστέρι ἥμερο. Οἱ Χριστιανοὶ θὰ ἀνοίξουν τὶς πόρτες
τῶν σπιτιῶν τους, ἀφοῦ θὰ τὸ δοῦν ἥμερο, καὶ θὰ
τὸ καλοδεχτοῦν. Τὸ περιστέρι αὐτὸ θὰ τοὺς ξεγελάσει. Θὰ τοὺς πάρει μὲ τὸ μέρος
του. Κι ἀφοῦ τοὺς πάρει μὲ τὸ μέρος του
καὶ τοὺς κοροϊδέψει, τότε καὶ πάλι θὰ πάρει τὴ
μορφὴ τοῦ κόρακα. Μάλιστα θὰ σπεύσει νὰ φέρει καὶ τοὺς ἄλλους κόρακες, γιὰ νὰ φωλιάσουν στὰ σπίτια τῶν χριστιανῶν, σὲ κάθε
σπίτι, σ’ ὅλα τὰ σπίτια ποὺ θὰ τὸν δεχθοῦν»[3].
«Ἀκοῦστε προσεκτικά,
παιδιά μου. Ἐδῶ καὶ λίγα χρόνια, δυστυχῶς, ἔχουμε
ἀνοίξει ὡς χώρα παράθυρο, τί λέγω παράθυρο, ὁλάκερη τὴν κεντρικὴ πόρτα τοῦ
σπιτιοῦ μας στὸν κόρακα, δηλαδὴ τὸν Πάπα. Πολιτικοὶ καὶ ἐκκλησιαστικοὶ
προύχοντες ἔτρεξαν νὰ τὸν προσκυνήσουν, εἴτε ἐδῶ, ποὺ ἦρθε καὶ θὰ ξανάρθει, εἴτε στὸν οἶκο του,
στὸ Βατικανό. Βλέπεις ἔχει καὶ διακινεῖ τὸ χρῆμα καὶ τὶς γνωριμίες τῆς ἐξουσίας.
Ἄσχημο πράγμα ὁ Μαμωνᾶς. Ἀπὸ τὴ στιγμή, ποὺ τὸν προσκυνήσεις,
σὲ κυριεύει. Αὐτὸς ὁ κόρακας, δηλαδὴ
ὁ Πάπας, παιδιά μου,
θὰ γίνει περιστερὰ καὶ θὰ καταφέρει νὰ εἰσέλθει σὲ πολλοὺς οἴκους τῶν χριστιανῶν.
Δὲν εἶχε ἄδικο ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός,
ὅταν βροντοφώναζε καὶ προέτρεπε τοὺς χριστιανούς, λέγοντας˙ «Τὸν Πάπα νὰ καταρᾶστε, γιατί αὐτὸς θὰ εἶναι
ἡ αἰτία τοῦ κακοῦ…»[4]!
«Ἀκοῦστε παιδιά μου. Ὅταν δεῖτε αὐτὸ τὸ
δέντρο καὶ ἀνθίσει πρόσκαιρα, τότε περιμένετε
τὸ ἄλφα σημεῖο. Τότε θὰ δεῖτε τοὺς
κόρακες καὶ τοὺς γλάρους νὰ κατασπαράζουν τὰ περιστέρια.
(Αὐτὸ ἔγινε λίγες ἑβδομάδες μετὰ τὴν ἀνάληψη τῆς ἐξουσίας στὸ Βατικανὸ ἀπὸ τὸν
νῦν Πάπα Φραγκῖσκο, ὅταν ἕνα κοράκι ἐπιτέθηκε καὶ σκότωσε ἕνα ἐκ τῶν δύο περιστεριῶν, ποὺ ἐλευθέρωσε ὁ Πάπας, καὶ τὴν ἴδια στιγμή, ταυτόχρονα δηλαδή, ἕνας γλάρος σκότωσε τὸ δεύτερο περιστέρι.
Ὅλοι τότε μίλησαν γιὰ σημάδι τοῦ οὐρανοῦ). Τότε
θὰ ἀρχίσει ὁ κόρακας νὰ ὀρέγεται διακαῶς τὴν Ορθόδοξην ἀνατολήν. Προσέχετε καὶ
προσεύχεστε. Διότι, θέλουν νὰ σᾶς πλησιάσουν
προβατόσχημοι λύκοι, γιὰ νὰ σᾶς πάρουν μὲ τὸ
μέρος τους. Οὐαὶ-οὐαὶ καὶ ἀλοίμονο εἰς τοὺς πιστεύοντας εἰς αὐτὸν τὸν κόρακα.
Ὅλα ὅσα ἀκούσατε τὰ πάντα θὰ γίνουν.
Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς προσευχῆς του ἕνας
νηστευτὴς μοναχὸς ἄκουσε φωνὴ Κυρίου ἐξ οὐρανοῦ λέγουσα : «Εἶπον γὰρ καὶ λέγω σοι ἑτέραν φοράν˙ λάλησον εἰς τὸ ποίμνιον, ὃ ἤκουσας. Λέγω σοι ἑτέραν φοράν˙ ὁ κόραξ
θέλει γίνει περιστερά, πολὺ ὡραία, πολὺ ὡραία περιστερά, ἥμερος, ἵνα ξεγελάσει τοὺς ἀνθρώπους, ἵνα τὴν ἀποδεχθοῦν
εἰς τὰς οἰκίας αὐτῶν. Ἀκούσωσιν τὰς διδαχάς αὐτῆς τῆς περιστερᾶς, τὰ
κελαηδήματά της. Θὰ τὴν περιποιηθοῦν πλήρως! Τόσον πολὺ αὕτη ἡ περιστερὰ θὰ τοὺς
γοητεύσει. Αὔθις τοὺς κερδίσει, αὐτομάτως σπεύδει,
φέρει κι ἄλλους κόρακας, ἵνα καταβροχθήσωσι τὰς
σάρκας αὐτῶν. Προσέχετε˙ προσεύχεστε˙ λάλησον, ἃ εἶδες, ἃ ἤκουσες. Δίδαξον τὸ ποίμνιον, ἵνα εἰσέλθῃ εἰς τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν, εἰς τὴν εὐθείαν ὁδόν, τὴν λευκὴν ὁδὸν τῆς
σωτηρίας. Στενὴ μέν, ἀλλὰ πλουσία. Στενὴ μέν, ἀλλὰ σωτήριος. Διὰ τῆς στενῆς ὁδοῦ πάντες
σωθήσονται»[5].
[1]
http://gerontasvasileios.gr/#el/o-bios/
[2] ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΜΑΚΡΗΣ, Γέρων Βασίλειος Καυσοκαλυβίτης, Νουθεσίες – Διδαχές, Μέρος Α΄, ἐκδ. Ἀγαθός
Λόγος (σειρά Συναξάρια Ἁγίων), Ἀθήνα 2018, σσ. 74-75.
[3] Ὅ. π., σ. 86.
[4] Ὅ. π., σ. 87.
[5] Ὅ. π., σσ. 91-92.